Κάτσανε κάτου απ τις ελιές το απομεσήμερο κοσκινίζοντας το σταχτί φώς με τα χοντρά τους δάχτυλα βγάλανε τις μπαλάσκες τους...
Τράβηξαν ολόισια στην αυγή με την ακαταδεξιά του ανθρώπου πού πεινάει, μέσα στ ασάλευτα μάτια τους είχε πήξει ένα άστρο...
Κάτσανε κάτου απ τις ελιές το απομεσήμερο κοσκινίζοντας το σταχτί φώς με τα χοντρά τους δάχτυλα βγάλανε τις μπαλάσκες τους...
Τράβηξαν ολόισια στην αυγή με την ακαταδεξιά του ανθρώπου πού πεινάει, μέσα στ ασάλευτα μάτια τους είχε πήξει ένα άστρο...