Κάλλιστος και Ιγνάτιος οι Ξανθόπουλοι: Μέθοδος και κανόνας ακριβής – Κεφάλαιο 16
5 Νοεμβρίου 2011
Όποιος επιθυμεί τη γνήσια και κατά Θεόν ησυχία πρέπει να φροντίζει, μαζί με την ορθόδοξη πίστη, να είναι γεμάτος και από τα καλά έργα. Η πίστη είναι διπλή. Ο ησυχαστής πρέπει να έχει πίστη, αλλά να είναι και ειρηνικός, απερίσπαστος, αμέριμνος —δηλαδή χωρίς φροντίδες—, σιωπηλός, ήσυχος, να ευχαριστεί το Θεό για όλα, να αναγνωρίζει την αδυναμία του, να υπομένει γενναία τους πειρασμούς και να ελπίζει στο Θεό, περιμένοντας από Αυτόν το έλεος.
Για το πρώτο και το δεύτερο, δηλαδή να είσαι καταστολισμένος με την ορθόδοξη πίστη και με τα καλά έργα, ας σε διδάξει σαφώς ο ένδοξος Αδελφόθεος, λέγοντας: «Η πίστη χωρίς τα έργα είναι νεκρή, όπως και τα έργα χωρίς πίστη. Δείξε μου την πίστη σου από τα έργα σου»(Ιακ. 2, 26 και 18). Και πριν από αυτόν, ας σε διδάξει ο καθηγητής και διδάσκαλος όλων, ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός που είπε στους μαθητές Του: «Πηγαίνετε και κάνετε όλα τα έθνη μαθητές μου, βαπτίζοντας τους ανθρώπους στο όνομα του Πατέρα και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος και διδάσκοντάς τους να τηρούν όλες τις εντολές που σας έδωσα»(Ματθ. 28, 19-20). Και ο Θεολόγος λέει ότι τρία πράγματα ζητεί ο Θεός από κάθε άνθρωπο που έχει το βάπτισμα· πίστη ορθή στην ψυχή, σωφροσύνη στο σώμα και αλήθεια στη γλώσσα.
Β’. Σημείωσε ότι η πίστη, σύμφωνα με τα θεοπαράδοτα λόγια, είναι διπλή. Η μία είναι η γενική πίστη όλων των ορθοδόξων Χριστιανών, στην οποία από την αρχή βαπτιστήκαμε και στην οποία είθε να πεθάνομε. Την άλλη πίστη την έχουν σπάνιοι, εκείνοι δηλαδή που με την εκπλήρωση όλων των θεοποιών εντολών επανήλθαν στο κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση κι έτσι απέκτησαν με το φως της θείας χάρης το να στηρίξουν όλη τους την ελπίδα στον Κύριο· και μάλιστα τόσο πολύ, ώστε —τί μεγαλείο!— να μην αμφιβάλλουν διόλου τον καιρό της προσευχής στα αιτήματά τους προς το Θεό, αλλά να ζητούν με πίστη και να λαμβάνουν έτσι αμέσως ό,τι είναι συμφέρον, σύμφωνα με το λόγο του Κυρίου(Ματθ. 21, 21).
Έτσι οι μακάριοι αυτοί με έργα καθαρά απέκτησαν τη βέβαιη πίστη, επειδή απέρριψαν κάθε γνώση και διάκριση και αμφισβήτηση και δισταγμό και καταβυθίστηκαν εξ ολοκλήρου μέσα στη θεία μέθη της πίστεως και της ελπίδας και της αγάπης στο Θεό και υπέστησαν τη θεία και μακάρια αλλοίωση που είναι, κατά τον μακάριο Δαβίδ, έργο της δεξιάς του Υψίστου(Ψαλμ. 76, 11).
Αλλά δεν είναι του παρόντος καιρού να μιλήσομε κατά πλάτος για την πρώτη πίστη. Είναι όμως πολύ κατάλληλη ευκαιρία να μιλήσομε για τη δεύτερη, η οποία σαν καρπός θεϊκός ανθίζει και γεννιέται από την πρώτη. Γιατί η πίστη είναι ένα είδος ρίζα και κορωνίδα της θεοποιού ησυχίας, όπως λέει και ο Ιωάννης της Κλίμακος: «Αν δεν πιστέψεις, πώς θα ησυχάσεις;».
Και ο θείος Δαβίδ: «Επίστεψα, γι’ αυτό μίλησα»(Ψαλμ. 115, 1). Και ο μέγας Απόστολος Παύλος: «Η πίστη είναι η πραγματική ύπαρξη όσων ελπίζομε, η χειροπιαστή απόδειξη πραγμάτων που δε βλέπομε»(Εβρ. 11, 1), και: «Ο δίκαιος θα ζήσει εξαιτίας της πίστεώς του»(Ρωμ. 1, 17).
Και ο Κύριος στους μαθητές, που του ζήτησαν να τους προσθέσει πίστη, είπε: «Αν είχατε πίστη όσο ένα κόκκο σινάπι, θα λέγατε σ’ αυτή τη μουριά “ξεριζώσου και φυτέψου στη θάλασσα” κι εκείνη θα σας υπάκουε»(Λουκ. 17, 5-6)· είπε ακόμη: «Αν έχετε πίστη και δεν αμφιβάλλετε, δε θα κάνετε μόνο το θαύμα της συκιάς, αλλά κι αν πείτε σ’ αυτό το βουνό “σήκω και πέσε στη θάλασσα”, θα γίνει· και όλα όσα ζητάτε στην προσευχή με πίστη, θα τα λάβετε»(Ματθ. 21, 21-22) και: «Η πίστη σου σε έσωσε»(Ματθ. 9, 22).
Γράφει και ο όσιος Ισαάκ: «Η πίστη είναι πιό λεπτή από τη γνώση, όπως και η γνώση είναι πιο λεπτή από τα αισθητά. Γι’ αυτό όλοι οι Άγιοι που αξιώθηκαν να φτάσουν σ’ εκείνη την κατάσταση, δηλαδή στην έκσταση προς το Θεό, ζούνε με τη δύναμη της πίστεως μέσα στην τρυφή της υπερφυσικής εκείνης καταστάσεως.
Λέγοντας πίστη εδώ, δεν εννοούμε την πίστη στις τρεις προσκυνητές και θείες Υποστάσεις και στην ξεχωριστή απ’ όλα ιδιαίτερη φύση της ίδιας της Θεότητας και στη θαυμαστή ένσαρκη Οικονομία του Λόγου με την πρόσληψη της δικής μας φύσεως, αν και η πίστη αυτή είναι πολύ υψηλή. Αλλά εννοούμε εκείνη την πίστη η οποία ανατέλλει μέσα στην ψυχή από το φως της χάρης με τη μαρτυρία της διάνοιας και στηρίζει την καρδιά να μην ταλαντεύεται, γεμάτη από την ελπίδα που απέχει από κάθε οίηση.
Αυτή η πίστη δε φανερώνεται στη σωματική ακοή, αλλά δείχνει στα πνευματικά μάτια τα μυστήρια τα κρυμμένα στην ψυχή και τον κρυπτό θεϊκό πλούτο, που κρύβεται από τα μάτια των σαρκικών ανθρώπων και φανερώνεται με τη χάρη του Πνεύματος σ’ εκείνους που μετέχουν στο τραπέζι του Χριστού με την εντρύφηση στους νόμους Του, όπως είπε ο ίδιος, ότι “αν φυλάξετε τις εντολές μου, θα σας αποστείλω τον Παράκλητο, το Πνεύμα της αλήθειας, το οποίο ο κόσμος δεν μπορεί να δεχθεί, κι Εκείνος θα σας διδάξει όλη την αλήθεια”(Ιω. 14, 17· 16, 13) κλπ.». Και παρακάτω λέει: «Έως ότου έρθει Εκείνος, ο οποίος είναι η τελείωση των μυστηρίων, και αξιωθούμε να μας αποκαλυφθούν ολοφάνερα τα μυστήρια αυτά, η πίστη τελεί μεταξύ του Θεού και των Αγίων άρρητα μυστήρια, τα οποία είθε ν’ αξιωθούμε κι εμείς με τη χάρη του Χριστού, εδώ μεν ως αρραβώνα, εκεί δε, στη βασιλεία των ουρανών, σε χειροπιαστή αλήθεια, μαζί με όσους τον αγαπούν.»
Γ’. Ερχόμαστε τώρα στο τρίτο, το να είσαι ειρηνικός με όλους. Ας σου είναι σ’ αυτό ζωηρή συμβουλή τα λόγια του μακαρίου Δαβίδ, όπως επίσης και του χριστοφόρου Παύλου, που βοούν δυνατότερα από σάλπιγγα. Λέει ο πρώτος: «Αυτοί που αγαπούν το νόμο Σου έχουν ειρήνη πολλή και δεν υπάρχει σ’ αυτούς σκανδαλισμός»(Ψαλμ. 118, 165), και: «Προς όσους μισούν την ειρήνη ήμουν ειρηνικός»(Ψαλμ. 119, 7), και: «Ζήτησε την ειρήνη και επιδίωξέ την»(Ψαλμ. 33, 15). Και ο Απόστολος λέει: «Να επιδιώκετε την ειρήνη με όλους και την αγιότητα, χωρίς την οποία κανείς δε θα δει τον Κύριο»(Εβρ. 12, 14), και: «Όσο εξαρτάται από σας, να ειρηνεύετε με όλους»(Ρωμ. 12, 18).
Δ’. Για το τέταρτο, να είσαι δηλαδή απερίσπαστος, θα σου μιλήσει ο όσιος Ισαάκ, λέγοντας ότι, αν η επιθυμία είναι γέννημα των αισθήσεων, τοτε ας σωπάσουν λοιπόν εκείνοι που ισχυρίζονται ότι φυλάγουν την ειρήνη της διάνοιάς τους τη στιγμή που ζουν με περισπασμούς. Και εκείνους που έχουν περισπασμούς μη συναναστραφείς.
Ε’. Για το πέμπτο, δηλαδή να είσαι αμέριμνος και χωρίς φροντίδες είτε για εύλογα είτε για παράλογα πράγματα, σε διδάσκουν τα λόγια του Κυρίου στα Ευαγγέλια που λένε: «Για τούτο σας λέω· μη μεριμνάτε για τη ζωή σας τι θα φάτε, μήτε για το σώμα σας τι θα ντυθείτε. Η ζωή δεν είναι κάτι σπουδαιότερο από την τροφή και το σώμα από το ένδυμα; Κοιτάξετε τα πουλιά που δε σπέρνουν ούτε θερίζουν ούτε συνάγουν αγαθά σε αποθήκες κι όμως τα τρέφει ο ουράνιος Πατέρας μας. Εσείς δεν αξίζετε πολύ περισσότερο από αυτά; Κι έπειτα, ποιος από σάς μπορεί με τις μέριμνες να προσθέσει έναν πήχυ στο ανάστημά του; Και, γιατί μεριμνάτε για το ντύσιμό σας;»(Ματθ. 6, 25-28).
Κι έπειτα από λίγα: «Μην έχετε λοιπόν μέριμνα και λέτε τι θα φάμε ή τί θα πιούμε ή τί θα ντυθούμε. Για όλα αυτά αγωνιούν όσοι δε γνωρίζουν το Θεό. Ο δικός σας όμως ουράνιος Πατέρας ξέρει καλά ότι έχετε ανάγκη από όλα αυτά. Γι’ αυτό ζητάτε πρώτα απ’ όλα να έρθει η βασιλεία του Θεού και να επικρατήσει το θέλημά Του, κι όλα αυτά θ’ ακολουθήσουν. Μη μεριμνάτε λοιπόν για το αύριο, γιατί η αυριανή ημέρα θα έχει τις δικές της μέριμνες· φτάνουν οι έγνοιες της ημέρας»(Ματθ. 6, 31-34).
Και ο άγιος Ισαάκ λέει: «Χωρίς αμεριμνία μη ζητήσεις φως στην ψυχή σου, μήτε γαλήνη και ησυχία όσο έχεις χαύνωση στις αισθήσεις σου». Και ο Ιωάννης της Κλίμακος: «Μια μικρή τρίχα ταράζει το μάτι, και μια μικρή φροντίδα αφανίζει την ησυχία. Ησυχία είναι απόθεση νοημάτων και άρνηση ευλόγων φροντίδων. Όποιος κατέκτησε την πραγματική ησυχία δε θα φροντίσει ούτε για το σώμα του, γιατί ξέρει ότι δεν ψεύδεται ο Θεός που υποσχέθηκε ότι θα φροντίσει Εκείνος.»
ΣΤ’. Η σειρά του λόγου μας αναγκάζει τώρα να πούμε για το έκτο, δηλαδή τη σιωπή. Λέει λοιπόν και για τούτο ο άγιος Ισαάκ: «Όποιος εμποδίζει το στόμα του από την καταλαλιά, φυλάει την καρδιά του από τα πάθη. Και όποιος καθαρίζει την καρδιά του από τα πάθη, σε κάθε στιγμή βλέπει τον Κύριο. Όταν βάλεις όλα τα έργα της ησυχίας από το ένα μέρος και από το άλλο βάλεις τη σιωπή, θα βρεις ότι βαρύτερη είναι η σιωπή. Περισσότερο απ’ όλα αγάπησε τη σιωπή, γιατί σε πλησιάζει στον καρπό, ενώ η γλώσσα αδυνατεί να τον εξηγήσει.
Πρώτα λοιπόν ας βιάσομε τον εαυτό μας να σωπαίνει. Και τότε από τη σιωπή γεννιέται μέσα μας κάτι που μας οδηγεί στην ίδια τη σιωπή. Είθε να σου δώσει ο Θεός να αισθανθείς κάτι που γεννιέται από τη σιωπή. Κι αν αρχίσεις αυτόν τον τρόπο ζωής, δεν γνωρίζω ποιο φως θ’ ανατείλει μέσα σου». Και πάλι: «Η σιωπή είναι μυστήριο του μέλλοντος αιώνος, ενώ οι λόγοι είναι όργανο του κόσμου τούτου». Και στον άγιο Αρσένιο αυτό διέταξε τη δεύτερη φορά η θεία φωνή: «Αρσένιε, φεύγε, σώπα, ησύχαζε και θα σωθείς».
Ζ’. Επίσης και για το έβδομο, δηλαδή να ζεις σε ησυχία, αξιόπιστοι μάρτυρες είναι ο Μέγας Βασίλειος και ο ίδιος πάλι ο άγιος Ισαάκ. Ο πρώτος είπε: «Η ησυχία είναι αρχή καθάρσεως της ψυχής», και ο δεύτερος: «Όρος της ησυχίας είναι, σιωπή για όλα». Με τα λόγια αυτά επισήμαναν με συντομία ο πρώτος την αρχή της, ο δεύτερος το τέλος της. Και στην Παλαιά Διαθήκη έχει λεχθεί: «Αμάρτησες; Ησύχασε»(Γεν. 4, 7), και: «Ελευθερωθείτε από κάθε περισπασμό και μάθετε ότι εγώ είμαι ο Θεός»(Ψαλμ. 45, 11). Και ο Ιωάννης της Κλίμακος λέει: «Πρώτιστο έργο της ησυχίας είναι η αμεριμνία απ’ όλα τα πράγματα, εύλογα ή παράλογα. Γιατί εκείνος που ανοίγει θύρα στα εύλογα, θα πιαστεί οπωσδήποτε και από τα παράλογα. Δεύτερο είναι η άοκνη προσευχή, και τρίτο η απαραβίαστη εργασία της καρδιάς. Όποιος δεν έμαθε γράμματα, είναι αδύνατο να μελετά βιβλία. Και πιο αδύνατο, όποιος δε φύλαξε το πρώτο έργο, να φυλάξει τα άλλα δύο.» Λέει επίσης ο άγιος Ισαάκ: «Πόθος ησυχίας είναι η διαρκής προσδοκία του θανάτου. Εκείνος που εισέρχεται χωρίς αυτή τη μελέτη στο έργο της ησυχίας, δεν μπορεί ν’ αντέξει εκείνα που πρέπει οπωσδήποτε να καρτερούμε και να υπομένομε».
Η’. Ομοίως και για το όγδοο, το να ευχαριστείς σε όλα, ας σου γίνει δάσκαλος ο θείος Απόστολος Παύλος που προστάζει: «Να ευχαριστείτε το Θεό για όλα»(Α΄ Θεσ. 5, 18). Και ο όσιος Ισαάκ γράφει: «Η ευχαριστία αυτού που δεχεται, φιλοτιμεί το δωρητή να δώσει κι άλλα δώρα μεγαλύτερα από τα πρώτα. Εκείνος που δεν ευχαριστεί για τα μικρότερα, θα είναι αχάριστος και άδικος και στα μεγαλύτερα. Εκείνο που φέρνει τα χαρίσματα του Θεού στον άνθρωπο είναι η καρδιά που πάντοτε κινείται σε αδιάκοπη ευχαριστία. Εκείνο που οδηγεί τον πειρασμό στην ψυχή είναι ο γογγυσμός που κινείται διαρκώς μέσα στην καρδιά. Ένα στόμα που πάντοτε ευχαριστεί δέχεται ευλογία από το Θεό, και μέσα στην καρδιά που έχει συνεχή ευχαριστία έρχεται η χάρη».
Θ’. Πόσο μεγάλο κέρδος μαζεύει εκείνος που έφτασε να γνωρίσει την αδυναμία του —που είναι το ένατο— θα το μάθεις προσέχοντας τον έκτο ψαλμό, όπου ο θείος Δαβίδ λέει: «Ελέησέ με, Κύριε, γιατί είμαι αδύναμος»(Ψαλμ. 6, 3). Και αλλού: «Εγώ είμαι σκουλήκι κι όχι άνθρωπος, χλευασμός των ανθρώπων κι εξουθένημα του λαού»(Ψαλμ. 21, 7). Και ο άγιος Ισαάκ γράφει: «Μακάριος ο άνθρωπος που γνωρίζει την αδυναμία του. Γιατί αυτή η γνώση του γίνεται θεμέλιο και ρίζα και αρχή κάθε αγαθού. Όταν εννοήσει κανείς και αισθανθεί αληθινά την αδυναμία του, τότε σφίγγει την ψυχή του από τη νωθρότητα που σκοτίζει τη γνώση, και θησαυρίζει για τον εαυτό του τη φρούρηση. Ο άνθρωπος που έφτασε να μάθει το μέτρο της αδυναμίας του, αυτός έφτασε στον τέλειο βαθμό της ταπεινώσεως».
Ι΄. Το κεφάλαιο που υπολείπεται στο λόγο μας και συμπληρώνει τον αριθμό δέκα, αφορά στο ότι πρέπει να υπομένεις με γενναιότητα και να αντιστέκεσαι με υπομονή και μακροθυμία στους πολλούς και διάφορους πειρασμούς που θα σου έρθουν. Άκουσε λοιπόν τι έχει γραφεί και γι’ αυτό στην αγία Γραφή. Λέει ο χριστοφόρος Παύλος: «Αδελφοί, δεν έχομε να παλέψομε με ανθρώπους από αίμα και σάρκα, αλλά με τις αρχές και τις εξουσίες, με τους κοσμοκράτορες του σκοτεινού τούτου κόσμου, τα πονηρά πνεύματα που βρίσκονται ανάμεσα στη γη και στον ουρανό»(Εφ. 6, 12), και: «Αν είστε άμοιροι της παιδαγωγίας που έλαβαν όλοι, τότε είστε νόθα κι όχι γνήσια παιδιά»(Εβρ. 12, 8), και: «Όποιον αγαπά ο Κύριος τον παιδαγωγεί, μαστιγώνει δε όποιον παραδέχεται για παιδί Του»(Εβρ. 12, 6).
Και ο Αδελφόθεος λέει ότι, άνθρωπος που δεν υπομένει πειρασμούς είναι αδόκιμος(Ιακ. 1, 12). Και ο άγιος Ηλίας ο Έκδικος: «Κάθε Χριστιανός που πιστεύει ορθά στο Θεό, οφείλει να μην είναι αμέριμνος, αλλά πάντοτε να προσδοκά και να περιμένει πειρασμό, για να μην παραξενεύεται ούτε να ταράζεται όταν έρθει, αλλά να υπομένει με ευχαριστία τον κόπο της θλίψεως και να εννοεί τι λέει όταν ψάλλει μαζί με τον Προφήτη· “Κύριε, υπόβαλέ με σε δοκιμασίες και πειρασμούς”(Ψαλμ. 25, 2).
Και δεν είπε ο Προφήτης ότι “η παιδαγωγία Σου με κατέβαλε”, αλλά ότι “με ανόρθωσε τελείως”»(Ψαλμ. 17, 36). Ούτε ν’ αναζητείς τις αιτίες των πειρασμών από πού έρχονται, αλλά μόνο να προσεύχεσαι στο Θεό να τους υπομένεις με ευχαριστία, όπως λέει ο άγιος Μάρκος: «Όταν σου έρθει ο πειρασμός, να μη ζητείς το γιατί κι από που ήρθε, αλλά πώς θα τον υπομείνεις με ευχαριστία και αμνησικακία». Και πάλι: «Αφού δεν είναι εύκολο να βρεθεί άνθρωπος που ευαρέστησε το Θεό χωρίς πειρασμούς, πρέπει να ευχαριστούμε το Θεό για ό,τι μας συμβαίνει». Και: «Κάθε θλίψη φανερώνει την κλίση του θελήματος, είτε στα δεξιά κλίνει, είτε στ’ αριστερά. Γι’ αυτό κάθε θλίψη που συμβαίνει λέγεται πειρασμός, γιατί δίνει στον πειραζόμενο πείρα των κρυφών θελημάτων του». Και ο άγιος Ισαάκ, μαζί με πολλά άλλα γράφει και τούτο: «Ο πειρασμός ωφελεί κάθε άνθρωπο. Αφού τον Παύλο ωφελεί(Β΄ Κορ. 12, 9-10), ας κλείσει κάθε στόμα και ας γίνει όλος ο κόσμος υπόδικος μπροστά στο Θεό(Ρωμ. 3, 19). Οι αγωνιστές πειράζονται για να προσθέσουν στον πλούτο τους· οι χαύνοι, για να φυλαχθούν από εκείνα που τους βλάπτουν εκείνοι που κοιμούνται, για να ξυπνήσουν εκείνοι που είναι μακριά από το Θεό, για να τον πλησιάσουν, και οι δικοί Του, για να εισέλθουν και να εγκατασταθούν στο σπίτι του Θεού με παρρησία. Σε κανένα γιο που δεν έχει γυμναστεί, δεν δίνεται ο πλούτος του πατρικού σπιτιού για να τον χρησιμοποιήσει. Και γι’ αυτό, λοιπόν, πειράζει ο Θεός πρώτα και δοκιμάζει, και κατόπιν δείχνει το χάρισμα. Δόξα στον Κύριο που με φάρμακα πικρά μας προσφέρει την απόλαυση της υγείας μας. Δεν υπάρχει κανείς που στον καιρό της εκγυμνάσεώς του δε στενοχωρείται, και δεν υπάρχει κανείς που δεν του φαίνεται πικρός ο καιρός που ποτίζεται το δηλητήριο των πειρασμών. Γιατί χωρίς αυτούς δεν μπορεί κανείς ν’ αποκτήσει δυνατή κράση. Και το να υπομείνομε πάλι δεν εξαρτάται από μας. Γιατί, από που έχει τη δύναμη το πήλινο σταμνί να βαστάξει το νερό, αν δεν το κάνει στερεό η θεϊκή φωτιά; Αν υποταχθούμε και ζητούμε με ταπείνωση κι αδιάκοπη επιθυμία δείχνοντας καρτερία, λαμβάνομε τα πάντα με τη χάρη του Κυρίου μας Ιησού Χριστού». Λέει και ο σοφός Σειράχ: «Παιδί μου, αν έρχεσαι να υπηρετήσεις τον Κύριο και Θεό σου, ετοίμασε την ψυχή σου για πειρασμούς. Έχε ευθεία την καρδιά σου, δείξε καρτερία και μην αφεθείς να παρασυρθείς σε καιρό θλίψεως»(Σ. Σειρ. 2, 1-2).
Και ο Αδελφόθεος λέει τα εξής: «Αδελφοί μου, να έχετε μεγάλη χαρά όταν δοκιμάζεστε από πολλούς και διάφορους πειρασμούς, έχοντας υπόψη ότι η δοκιμασία της πίστεως γεννά την υπομονή. Η υπομονή σας όμως πρέπει να κρατήσει ως το τέλος, για να γίνετε τέλειοι και ολοκληρωμένοι και να μην υστερείτε σε τίποτα»(Ιάκ. 1, 2-4), και: «Είναι μακάριος ο άνθρωπος που υπομένει πειρασμούς, γιατί αν υποστεί με επιτυχία τις δοκιμασίες του, θα λάβει το στεφάνι της ζωής που υποσχέθηκε ο Κύριος σ’ εκείνους που τον αγαπούν»(Ιάκ. 1, 12).
Λέει ακόμη στη Γραφή: «Δεν είναι άξια όσα υποφέρομε εδώ, σε σύγκριση με τη δόξα που μέλλει να φανερωθεί και να δοθεί σε μας»(Ρωμ. 8, 18), και: «Με πολλή υπομονή περίμενα τον Κύριο, και με πρόσεξε και άκουσε τη δέησή μου. Με έβγαλε από τον λάκκο της ταλαιπωρίας μου και από τη λάσπη του βούρκου· στήριξε τα πόδια μου στο βράχο και οδήγησε τα βήματά μου· έβαλε στο στόμα μου καινούργιο άσμα, ύμνο στο Θεό μας»(Ψαλμ. 39, 2-4).
Γράφει και ο μακάριος Συμεών ο Μεταφραστής: «Η ψυχή που πιάστηκε στα δεσμά του έρωτα του Θεού, για τίποτε δε νομίζει τις θλίψεις, αλλά τα λυπηρά είναι τρυφή της και χαίρεται στην κακοπάθεια. Και όταν δεν δοκιμάζει καμία θλίψη για χάρη του ερωμένου της, τότε πιστεύει ότι πάσχει περισσότερο και αποφεύγει την άνεση σαν την κόλαση».
————————————————————–
(πηγή: Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών, μεταφρ. Αντώνιος Γαλίτης, εκδ. Το περιβόλι της Παναγίας, 1986, ε΄τόμος, σελ. 36-43).