Θεολογία και ΖωήΟρθόδοξη πίστη

Η καρδιά, οφείλει να ελευθερωθεί από τα πάθη.(π. Δ. Στανιλοάε)

3 Νοεμβρίου 2011

Η καρδιά, οφείλει να ελευθερωθεί από τα πάθη.(π. Δ. Στανιλοάε)

Η καρδιά είναι  και η πηγή του πόνου και μέσα της ο πόνος γίνεται αισθητός. Μπροστά στον Θεό, αισθάνεται την οδύνη για την αμαρτία, για την προσβολή που Του έκανε. Μέσα στην καρδιά του, ο άνθρωπος κλαίει και ζητάει συγχώρεση. Από την καρδία αναβλύζουν τα δάκρυα· δάκρυα μετανοίας, αλλά και δάκρυα χαράς. Ο άνθρωπος εδώ, εγκαταλείπει την ακαμψία του νου. Όμως, αν η καρδιά ξεπέσει σ’ ένα χαμηλότερο επίπεδο, γίνεται χώρος των παθών, που αποτελούν μιαν αδιάκοπη αφοσίωση του ανθρώπου στον κόσμο και τον εαυτό του, Τα πάθη είναι μια απεριόριστη προσκόλληση στα πράγματα και τα πεπερασμένα πρόσωπα. Αυτή είναι η αιτία, όπου εάν από την καρδιά ακτινοβολεί το άπειρο της αγάπης, από κει εκπέμπεται όμως και το μίσος, όταν ο άνθρωπος συναντά ένα εμπόδιο στην αμαρτωλή προσκόλλησή του στα πράγματα που αγαπά απεριόριστα. Από την καρδιά προέρχονται οι αγαθές σκέψεις και οι καλοί λόγοι, αλλά και οι σκέψεις της αρπακτικότητας, του μίσους, οι ροπές της ανθρωποκτονίας. Μα εκτός απ’ αυτό, οι κακές σκέψεις και οι κακοί λόγοι προσλαμβάνουν ένα χαρακτήρα άπειρο από την καρδιά, αν και αναφέρονται σε πεπερασμένα αντικείμενα. Αλλά αυτή η άπειρη προσκόλληση στα πεπερασμένα, δεν μπορεί να ικανοποιήσει την αληθινή και άπειρη δίψα της καρδιάς. Μόνο η συνάντηση της καρδιάς με τον Θεό μπορεί να της σβήσει αυτή τη δίψα. Γι’ αυτό η καρδιά, οφείλει να ελευθερωθεί από τα πάθη, δηλαδή από την προσκόλληση στα πεπερασμένα πράγματα.

Στη συνάντηση με τον Θεό, το άπειρο γίνεται αντιληπτό, ως χαρά χωρίς όρια, ως φως χωρίς όρια. Εκφράζοντάς τα αυτά με λέξεις, ο άνθρωπος εννοεί τούτη τη χαρά, που υπερβαίνει κάθε όριο. Οι λόγοι της προσευχής του Ιησού εκφράζουν, πολύ αμυδρά ακόμη, αυτό το αίσθημα της χαράς, της ευγνωμοσύνης και της άπειρης ταπεινοφροσύνης. Αλλά κύριος στόχος δεν είναι να διατυπωθούν λέξεις, μα αυτή η εμπειρία χαράς, ευγνωμοσύνης, αγάπης, ταπεινοφροσύνης, ή ακόμη του άπειρου πόνου, εξαιτίας της αμαρτίας. Οι λέξεις δεν διατυπώνουν πια για εκείνον που τις προφέρει, ένα αντικείμενο της σκέψεως. Δεν παρεμβάλλονται πια ανάμεσα στο Θεό και τον άνθρωπο, αλλά μ’ αυτές ο άνθρωπος απευθύνεται προς τον Θεό, που είναι παρών. Η παρουσία του Θεού πληρώνει-γεμίζει τα πάντα.

Τώρα, οι λέξεις προφέρονται και υπερβαίνονται συνάμα. Έτσι, δεν γίνονται φαντάσματα, που έχουν τη δική τους, φανερή παρουσία, αλλά εκφράζουν την άμεση επαφή με την πραγματικότητα του Θεού. Η προσοχή δεν στρέφεται στις λέξεις, αλλά στο Θεό. Οι λέξεις έχουν τη μορφή της προσφωνήσεως, σ’ ένα διάλογο. Αλλ’ αυτός ο διάλογος μπορεί να διατηρηθεί και χωρίς λέξεις.

 

 

(π. Δ. Στανιλοάε, «Η καθαρή ή καρδιακή προσευχή και τα εμπόδιά της»-αποσπάσματα)

πηγή: Θησαυρός Πνεύματος και Ευσεβείας