Περὶ ἐξομολογήσεως
1 Νοεμβρίου 2011
Κατά την τελευταία επίσκεψή μου στο αγιώνυμο Όρος άκουσα από τους μοναχούς μια πολύ σημαντική εμπειρία από την αγιορείτικη ζωή τους.
Μιλούσαν για τον ιερομόναχο Αθανάσιο που έζησε στην Ιερά Μονή του Οσίου Γρηγορίου πολύ ασκητικά και πνευματικά. Η ποιμαντική του προσφορά στους συγχρόνους του μοναχούς και λαϊκούς ήταν ποιοτικά ανάλογή του θεανθρώπινου τρόπου της προσωπικής του ζωής. Τελείωσε οσιακά τη ζωή του. Ο Γέροντάς του παρακαλούσε το Θεό να του αποκαλύψει κάτι από τη νέα μετά θάνατο ζωή του. Πράγματι, όταν τελείωνε το σαρανταλείτουργο που έκανε ο γέροντας «υπέρ αναπαύσεως της ψυχής» του υποτακτικού ιερομονάχου, παρουσιάστηκε ο υποτακτικός στον ύπνο του Γέροντα και με τρόπο αποκαλυπτικό έδωσε αναφορά στο Γέροντά του. Ο Θεός, Γέροντα, μου ζήτησε λόγο, είπε. Και για μεν τα μοναχικά μου καθήκοντα ισοφάρισα με το Θεό. Σχετικά με τις ποιμαντικές μου όμως υποχρεώσεις ήταν αδέκαστος, ανυποχώρητος και ασυγκατάβατος.
Με καθαρό ορθολογικό κριτήριο δεν μπορούμε βέβαια να βασιστούμε σ’ ένα όνειρο για εξαγωγή συμπερασμάτων. Οι Αγιορείτες Πατέρες πάντως θεωρούν το όνειρο αυτό «σημείο», γι’ αυτό και το αναφέρουν. Σημάδια σχετικά με το παραπάνω βρίσκουμε σκορπισμένα σ’ όλη την ασκητική φιλολογία, που εκφράζουν τη γρηγορούσα ποιμαντική συνείδηση.
Αν σ’ άλλες εποχές και σ’ άλλες γενιές η ποιμαντική προσφορά αντιμετώπιζε δυσκολίες, πολύ περισσότερο σήμερα προσπαθούν να την αδρανοποιήσουν και να την εξουδετερώσουν. Το κοσμικό φρόνημα και ο διάχυτος θεωρητικός και πρακτικός υλισμός επηρεάζουν βαθιά και όλο βαθύτερα τα αστικά περιβάλλοντα και τους «ποιμένες» που ζουν μέσα σ’ αυτό. Ποικίλες είναι οι δαιμονικές μεθοδείες που αποσκοπούν στην εκμηδένιση του ποιμαντικού λειτουργήματος μέσα στο σύγχρονο κόσμο.
Ωστόσο με έκπληξη και θαυμασμό παρατηρούμε ότι αναδεικνύει ο ίδιος ο Κύριος στις χαλεπές ημέρες μας, ορθόδοξα ποιμαντικά αναστήματα προικισμένα με τα ανάλογα χαρίσματα, για τη σωτηρία των ανθρώπων.
Σήμερα αυτή η παρουσία χαρισματούχων ποιμένων συμπίπτει με την κορυφούμενη πολεμική κατά του σωτηριώδους έργου της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας, η οποία θέλει να διαφυλάξει σώο και ακέραιο το ανθρώπινο πρόσωπο.
Σήμερα «δόξα τω εν Τριάδι Θεώ» βρίσκονται πνευματικοί πατέρες που ανταποκρίνονται πραγματικά στις αδυσώπητες υπαρξιακές ανάγκες των αλλοτριωμένων από την αμαρτία, αλλά επιστρεφόντων στη Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία μας, ανθρώπων. Σήμερα όλη η ποιμαντική εργασία εστιάζεται στο μεγάλο Μυστήριο της ιεράς εξομολογήσεως, που κατά τρόπο μοναδικό τελείται μέσα στους κόλπους της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας.
Ο σύγχρονος άνθρωπος καθημερινά πληροφορείται με φανερές και μυστικές υποδείξεις τους αληθινούς ποιμένες, στους οποίους και ανεπιφύλακτα παραδίδεται αφού έχει πάθει τα πάνδεινα από ξένα ψευτοπατροναρίσματα.
Το Ορθόδοξο βάπτισμα, όσο κι αν έχει καταχωνιασθεί από τα κοσμικά και αμαρτωλά επικαλύμματα, κάποτε αναζωοπυρώνεται με την ακοίμητη και προσωπική πρόνοια του Σωτήρος Χριστού και κατευθύνει τον άνθρωπο άδηλα και κρύφια στον «πνευματικό πατέρα» που θα τον οδηγήσει «εις νομάς σωτηρίους». Έχει αφάνταστη θεοδυναμικότητα το ορθόδοξο βάπτισμα! Δεμένο (αυτό το θείο Βάπτισμα) με το άγιο Μύρο σπρώχνει αόρατα, μα εντελώς ελεύθερα, τον «ξενιτεμένο» άνθρωπο στο χώρο της ιεράς εξομολογήσεως για να ανταμώσει κατά πρόσωπο και να επικοινωνήσει άμεσα με τον «εν Τριάδι» Θεό.
Ο πνευματικός δεν είναι ο απόμακρος αντιπρόσωπος ενός εντολοδόχου και αυστηρού Θεού. Ο ορθόδοξος «πνευματικός πατήρ» δεν είναι ο δικανικός τηρητής διατάξεων η νόμων η αρχών που έχει σπουδάσει και προσπαθεί να εφαρμόσει στη ζωή των ανθρώπων. Οι κανόνες, οι εντολές, οι συμβουλές, ο διάλογος, η ενθάρρυνση, η επιτίμηση, η σιωπή, η μακροθυμία, η υπομονή και μύρια άλλα ποιμαντικά τεχνάσματα είναι οι αλοιφές, τα έμπλαστρα και τα φάρμακα, που λέγει ο άγιος Ιωάννης ο Σιναΐτης για να αναταχθεί η ασταμάτηττη αμαρτωλή ροπή και να ανοιχθούν στον πεπτωκότα οι ορίζοντες της θείας ευσπλαγχνίας.
Την ώρα της ιεράς εξομολογήσεως τελεσιουργείται το παμμυστήριο της σωτηρίας του ανθρώπου. Εξαιρετικά μέσα σ’ αυτό καταλαβαίνει, ο αμαρτωλός ότι αξίζει ανυπολόγιστα. Αρχίζει να αυτοεκτιμάται σωστά. Γι’ αυτό όλα τα κομμάτια της ζωής του τα θεωρεί αξιόλογα. Γι’ αυτό και αρχίζει να θέλει να τα αξιοποιήσει, να τα καθαρίσει από τους μολυσμούς και να τα θεανθρωποποιήσει.
Ο άγιος Ισαάκ ο Σύρος γράφει στα Ασκητικά του: «Αν ένας άνθρωπος δεν έχει αρετές, πες του πως τις έχει. Με την ενθάρρυνση σπέρνεις στην ψυχή του τις αρετές που δεν έχει». Ο σύγχρονος αρρωστημένος και απογοητευμένος άνθρωπος βρίσκει μέσα στην «εν πνεύματι Αγίω» θεανθρώπινη επικοινωνία με τον πνευματικό του όχι απλώς τις αρετές, αλλά τον κτήτορά τους, τον ίδιο τον Κύριο. Έτσι η ψυχή, καίτοι πολύ αμαρτωλή και αποστασιοποιημένη από τον Κύριο, βρίσκει τα θεόσωστα μέσα, βρίσκει το μονοπάτι, βρίσκει την κλίμακα της επιστροφής «ίνα μορφωθή ο Χριστός εν αυτή».
Μέσα στο μυστήριο της ιεράς εξομολογήσεως ο σημερινός καταταλαιπωρημένος άνθρωπος ξεφεύγοντας από τοις ανθρωπομάζες νιώθει, ότι κάτι είναι, ότι κάποιος είναι και αρχίζει να αναδύεται από τα χάη της ανυπαρξίας που τον οδήγησε η ψυχοκτόνος αμαρτία.
Γίνεται, ναι πραγματικά γίνεται ένα παρατεινόμενο θαύμα και στην εποχή μας. Γίνεται αυτό που περιγράφει ο άγιος Ιωάννης ο Σιναΐτης: Ο πνευματικός πατήρ με την ακακία του, την ιερή απάθεια, τις ευχές του προς τον Ύψιστο ανασπά από την άβυσσο το ναυαγημένο καράβι και το κάνει ικανό να πλέει πάνω στα κύματα Χάριτι και μόνο Θεού. Καθημερινά γινόμαστε άμεσοι αυτόπτες και αυτήκοοι μάρτυρες τέτοιων θαυμαστών μεταστροφών, που ο ίδιος ο Ιησούς Χριστός πραγματοποιεί μέσω των ταπεινών, αλλά ζωντανών εικόνων του, «των πνευματικών».
Μέσα στην αγιασμένη ατμόσφαιρα της ι. εξομολογήσεως συνειδητά η ασυνείδητα, με την πνοή του Αγίου Πνεύματος πέφτουν τα προσωπεία που η λανθασμένη κοσμική αγωγή κάρφωσε στο πολυτίμητο ανθρώπινο πρόσωπο. Ξεκολλούν οι μάσκες που οι διάφορες εκούσιες η ακούσιες σκοπιμότητες κόλλησαν ασφυκτικά γύρω από την απλή και ανεπανάληπτη ανθρώπινη προσωπικότητα.
Μπροστά στο πετραχήλι του πνευματικού ανοίγεται με ιερό άφοβο φόβο η αμαρτωλή ψυχή. Αμαρτωλοί λογισμοί, αμαρτωλά συναισθήματα, αισχρές και κακές πράξεις που έρχονται στο φως της ιεράς εξομολογήσεως, που ανακοινώνονται δηλαδή με μετάνοια, νεκρώνονται λέγουν οι Πατέρες της Εκκλησίας μας. Αυτή είναι και η ταπεινή προσωπική μας εμπειρία από τις εξομολογήσεις των πολλών ενοριτών μας και όσων άλλων έρχονται στο ιερό εξομολογητήριο.
Δόξα τω εν Τράδι Θεώ που θεσμοθέτησε αυτόν τον τρόπο συγχωρήσεως των ανθρώπων και εντάξεώς τους στην αγία Ποίμνη της Εκκλησίας μας. Δόξα τω εν Τριάδι Θεώ που έδειξε και αδιάκοπα δείχνει το άμετρο έλεός Του και προετοιμάζει το φθαρτό πλάσμα του στην αιώνια προσωπική επικοινωνία μαζί Του, ξεκινώντας από το λυτρωτικό διάλογο της ιεράς εξομολογήσεως.
Άνθρωποι στιγματισμένοι με ηθικά, ψυχολογικά, νευρολογικά, κοινωνικά, συζυγικά και οικογενειακά η άλλα προσωπικά προβλήματα θεραπεύονται και προοδευτικά ετοιμάζονται για να συμμετάσχουν στη νέα απέραντη οικογένεια της Βασιλείας των Ουρανών.
Δεν υπάρχει τρανότερη απόδειξη της ανεκτίμητης αξίας, που δείχνει η Ορθόδοξη Εκκλησία του Χριστού στον άνθρωπο, από την απόδειξη της ιεράς εξομολογήσως. Υπάρχει κάποια άλλη χριστιανική ομολογία (η κάποια άλλη θρησκεία!) που να έχει θεσμοθετημένο, αλλά και να έχει σε λειτουργία ένα τέτοιο μυστήριο που μοναδικά και ανεπανάληπτα καταξιώνει τη διαπροσωπική ανθρώπινη σχέση; Που αλλού η ανθρώπινη προσωπικότητα διασφαλίζεται,καλύπτεται και σκεπάζεται με το απόρρητο, που και θεωρητικά και στην πράξη τηρείται από τους Ορθοδόξους πνευματικούς;
Δικαιολογημένα ο ορθόδοξος ευσεβής λαός μας αποκαλεί τους πνευματικούς, Πατέρες. Τους αισθάνεται πολύ κοντά του σαν στοργικούς πατέρες που ψυχικά και πνευματικά μοιράζονται τον πνευματικό αγώνα τους και συναγωνίζονται στον ίδιο στίβο της εν Χριστώ πνευματικής τελειώσεως. Τους αισθάνεται ο λαός μας σαν πατέρες καρτερικούς που έχουν μάθει να περιμένουν και να υπομένουν τις δοκιμασίες, τις θλίψεις, τους πειρασμούς και τους κανόνες που ο Θεός ορίζει στους δικούς του. Και αφού έμαθαν, έπαθαν τα θεία και έφθασαν στην καθαρή αγάπη που είναι ιερά μέθη ψυχής, κατά τον άγιο Ισαάκ το Σύρο.
Η Ορθόδοξη Εκκλησία μας γεννάει «αενάως» τέτοιους άνδρες «τελείους» που δοκιμάστηκαν σκληρά στην Ορθόδοξη άσκηση μέσα στο ιερό Κοινόβιο του Μοναστηριού που ανδρώθηκαν μέσα στην υπακοή και αφού ταπεινώθηκαν, απόκτησαν «νουν Χριστού» και συνεπώς θεοδιακριτικότητα, για να «οικονομούν» θεοφιλάνθρωπα κάθε άνθρωπο, χωρίς να απορρίπτουν κανένα, μα κανένα αμαρτωλό.
Η Ορθόδοξη Εκκλησία μας με θεσπέσιους όντως τρόπους χαριτώνει οικογενειάρχες πνευματικούς, που ακάματα αθλούνται θεανθρώπινα με τις παντοίες οικογενειακές δοκιμασίες, με την υπακοή στο θέλημα του Θεού μέσα στην οικογένεια και την ασίγαστη τροφοδοσία από το ιερό θυσιαστήριο. Με διαφορετικό τρόπο αποκτούν την ίδια ταπείνωση, την ίδια θεολογική μόρφωση και την ίδια διακριτικότητα για να συμμερίζονται τα προβλήματα του λαού του Θεού και να εξαντλούν με διακριτικότητα την οικονομία του Σωτήρος μας Ιησού Χριστού.
Αυτοί οι άνδρες αγωνίζονται πνευματικά να φθάσουν «εις άνδρα τέλειον, εις μέτρον ηλικίας του πληρώματος του Χριστού». Αναγνωρίζονται λοιπόν ως πνευματικοί πατέρες αν και εσωτερικά ελεεινολογούν οι ίδιοι τους εαυτούς τους και δεν τολμούν να βάλουν την «αυθεντία» της λογικής τους και των ατομικών τους εκτιμήσεων πάνω από τα ιερά δόγματα και τους ιερούς θεσμούς που «ευσχημόνως και κατά τάξιν» έχουν θεσμοθετηθεί από το Σώμα της Εκκλησίας.
Γι’ αυτό και καταξιώνονται να γίνουν ζωντανοί φορείς των ζωντανών δογμάτων της Μίας, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας μας και στη συνέχεια όλης της Ορθοδόξου πίστεως και της Ορθοδόξου Ευχαριστίας και ισόβια λειτουργούν συν πάσι τοις Αγίοις. Γι’ αυτό και γνωρίζουν «ως διδακτοί Θεού» να οικονομούν, αλλά και να μην δίνουν «τα άγια τοις κυσί».
Είναι αυτοί που έχουν αποκτήσει το χάρισμα να κατέρχονται στα βάθη και στις αβύσσους της ανθρώπινης ψυχής, που (ενώπιον του Θεού) έχουν ακριβώς δίπλα τους. Δεν έχουν πραγματικά διαπράξει τις ακατονόμαστες εγκληματικές πράξεις που συχνά ακούνε στην εξομολόγηση. Γιατί πως θα είχαν χειροτονηθεί κληρικοί, αφού οι ιεροί κανόνες απαγορεύουν ρητά την ιερωσύνη σ’ αυτούς που έχουν πέσει σε σαρκικά αμαρτήματα και σ’ αυτούς που έστω και ακούσια έχουν διαπράξει φόνο; Εκπλήσσεται, λοιπόν, ο πνευματικός πατήρ για την κατάντια του εξομολογουμένου. Απορεί και εξίσταται για τα είδη και τους τρόπους των αμαρτημάτων. Δεν μπορεί να χωρέσει η σκέψη του το ποιόν των ολισθημάτων, γιατί ο ίδιος «εξ ορισμού», «εκ της χειροτονίας» είναι άπειρος των αμαρτημάτων.
Όμως κρίνοντας από τον αιματηρό προσωπικό του αγώνα για την κατάκτηση των αρετών, γίνεται συγκαταβατικός και για τον αμαρτωλό. Στοχάζεται τα στάδια που πέρασε και ο ίδιος μέχρι να κόψει τα συγγνωστά πάθη του και γίνεται επιεικής στον παρόμοια μετανοούντα αμαρτωλό. Ξέρει πολύ καλά ο πνευματικός το σκληρό πνευματικό αγώνα στο υπαρξιακό πεδίο. Έχει ιδρώσει και έχει πονέσει για να απαρνηθεί το ίδιο θέλημα. Γι’ αυτό συμπονεί, λυπάται, «πάσχει και συνωδίνει» με το πνευματικό παιδί που του στέλνει ο Θεός για να οικονομήσει κατάλληλα.
Το ίδιο κάνει και ο εξομολογούμενος. Προσπαθεί να καταλάβει τον πνευματικό του πατέρα. Να εννοήσει τι ακριβώς του λέγει. Παρεμβάλλεται το σκληρό κάλυμμα της αμαρτίας που δυσχεραίνει τη συννενόηση. Το πνεύμα το Άγιο όλο και βοηθάει αυτή τη συνεννόηση. Όλο και τελειοποιεί αυτή την επικοινωνία. Ο πνευματικός πατήρ μάχεται για να «προσλάβει» όλο τον πνευματικό υιό η την πνευματική θυγατέρα. Γίνεται μία αληθινή «αλληλοπεριχώρηση», αλληλοκατανόηση, αλληλοεπικοινωνία εν Αγίω Πνεύματι. Ο Απόστολος Παύλος νύκτα και ημέρα αγωνιζόταν με ωδίνες σαν της ετοιμόγεννης μητέρας και με πολλά δάκρυα μέχρι να αναγεννηθεί «εν Χριστώ» ο νέος άνθρωπος. Το ίδιο συμβαίνει, σε προσωπικές αναλογίες πάντοτε, και με τους σημερινούς πνευματικούς πατέρες και τα πνευματικά τέκνα μέσα στον ιερό στίβο της ιεράς εξομολογήσεως.
Όλην αυτή τη μυσταγωγία της μετανοίας του πνευματικού πατρός και του πνευματικού παιδιού την κατεργάζεται το Πνεύμα το Άγιο σ’ αυτούς που επιθυμούν την κάθαρσή τους και την εν Χριστώ τελείωση.
Δεν υπάρχει μεγαλύτερη χαρά στη μετανοοούσα ψυχή αλλά και στον πνευματικό πατέρα, όταν σχίζεται ο δερμάτινος χιτώνας της πωρώσεως και της αναισθησίας και αρχίζει να ανθεί και να μεταλαμπαδεύεται η νέα «εν Χριστώ» ζωή.
Όλα τα παραπάνω, παρακαλώ πολύ, να μη θεωρηθεί από κανένα αδελφό αναγνώστη, ότι έχουν κάποια έμμεση έστω σχέση με το δικό μου πρόσωπο ως πνευματικού. Ο,τι ευτελές έχω αποτυπώσει σ’ αυτές τις σελίδες αποτελεί προσωπική εμπειρία μου ως εξομολογουμένου. Επομένως τα γραφόμενα αποτελούν αδέξια απόπειρα φόρου τιμής στους αξίους πνευματικούς πατέρες που στο τέλος του εικοστού αιώνα αφιερώνουν τη ζωή τους στην Ύψιστη αυτή ποιμαντική θεανθρώπινη λειτουργία, σ’ αυτό το υπέρλαμπρο έργο παραδοσιακής Αγωγής. Τέλος τα γραφόμενα συνιστούν έμμεση περιγραφή του «εις τύπον και τόπον Χριστού» πολιού πνευματικού μου πατρός, με την ευλογία του οποίου «τας ευχάς εξαιτούμαι» για κάθε «εν Χριστώ» αδελφό αναγνώστη.
Σαράντης Σαράντος (Ἀρχιμανδρίτης)
πηγή: Αγία Ζώνη