Επιστήμες, Τέχνες & Πολιτισμός

Ινδία – Νεπάλ – Θιβέτ

16 Οκτωβρίου 2011

Ινδία – Νεπάλ – Θιβέτ

Η ποικιλία των αντιλήψεων και των συμπεριφορών αναμιγνύεται με την εξωτική ομορφιά και τις κοινωνικές αντιθέσεις, καθώς βαδίζουμε από την Ινδία του 1,2 δισεκατομμυρίων ψυχών προς την «Στέγη του Κόσμου».

Έχει σφραγισθεί με μυστήριο, μαγεύει με τα εξωτικά της χρώματα, περιστοιχίζεται από απύθμενους ωκεανούς, τα ύψη της σπάζουν τα σύννεφα, ποτίζεται από τα νερά ενός ποταμού που ρέει σαν λάβα σέρνοντας μαζί του ολόκληρη την ύπαρξη ενός έθνους του οποίου οι ρίζες χάνονται στο βάθος του χρόνου, και το όνομά της γοητεύει σαν άσμα των Σειρήνων: ΙΝΔΙΑ. Η πλούσια και ταλαίπωρη Ινδία. Ένας τόπος των έντονων αντιθέσεων.

Από παλαιά είχα το ενδιαφέρον ως αγιογράφος για τις φυσικές χρωστικές σκονών της ζωγραφικής (κιννάβαρι, λαζουρίτη και άλλες), που συνήθως είναι φτιαγμένες από ημιπολύτιμους λίθους, και με τις οποίες οι αρχαίοι βυζαντινοί τεχνίτες ζωγράφιζαν τις εικόνες τους, αλλά και εντυπωσιαζόμουν από τον πλούτο του τεκμηριωμένου υλικού που υπάρχει για το διακοσμητικό και αρχιτεκτονικό στοιχείο που προσφέρει η Ανατολή. Έτσι εκμεταλλεύτηκα μία εξαιρετική ευκαιρία για εμένα ως ορθοδόξου μοναχού, για να κάνω μαζί με μια ομάδα γνωστών ένα ταξίδι με προορισμό κυρίως την Βόρεια Ινδία, και κατόπιν το Νεπάλ και το Θιβέτ.

Οδοιπορικό στην Β. Ινδία

Ξεκινώντας το Σάββατο 6 Οκτωβρίου από το Βουκουρέστι μετά από μία πτήση 17 ωρών με το αεροπλάνο, διανύοντας μία οροσειρά που φαινόταν ότι δεν θα τελειώσει ποτέ, φτάσαμε στο Δελχί. Αφού ξεμπερδέψαμε με τις τελωνειακές διαδικασίες, μετά το παραδοσιακό καλωσόρισμα «Swagat», φιλοξενηθήκαμε σε ένα ξενοδοχείο τεσσάρων αστέρων, μοντέρνο και πολυτελές, όπως όλα τα άλλα ξενοδοχεία για τους ξένους τουρίστες, τα οποία εκφράζουν την φανερή αντίθεση με την καθημερινή ζωή της πλειονότητας των εντοπίων. Το πρώτο πράγμα που αντιμετώπισα ήταν η τροπική ζέστη που πλημμύριζε όλους τους πόρους του σώματος και διαπερνούσε «άχρι μερισμού ψυχής τε και πνεύματος». Τέτοια ζέστη, που φέρνει μία μαλθακότητα και μειώνει την ενεργητικότητα και την ψυχική αντίσταση. Τελικά από την ζέστη αυτή γλυτώσαμε μόνο όταν φτάσαμε στα κατοικημένα ύψη των Ιμαλαΐων.

Την επόμενη ημέρα αρχίσαμε να «εξερευνούμε» τις περιοχές της Ινδίας, για την οποία οι ιστορικές μου γνώσεις περιορίζονταν σε αυτά που έβλεπα στις ταινίες. Έτσι σιγά σιγά ανοιγόταν μπροστά μου η πραγματική όψη της Ινδίας, που μέχρι τότε ήταν άγνωστη για μένα. Παντού με προϋπαντούσαν οι έντονες αντιθέσεις μεταξύ των μεγαλοπρεπών μνημείων του αριστοκρατικού παρελθόντος, των νέων συνοικιών των πλουσίων και  των περιοχών που κτίστηκαν από τους Άγγλους αρχιτέκτονες –συμμετρικές, με φαρδιές λεωφόρους, περιποιημένα πάρκα, μοντέρνες έπαυλεις και σκιώδεις αλέες– και της υπερβολικής φτώχειας των απλών ανθρώπων με τους ατέλειωτους μαχαλάδες των περιφερειών.

Στο Δελχί είδαμε το μνημείο του Μαχάτμα Γκάντι και το παλάτι του Προέδρου. Κατόπιν πήγαμε στο Νέο Δελχί, όπου μπορεί κάποιος να διακρίνει την σαφή αγγλική επίδραση στην αρχιτεκτονική, στους κήπους. Μεταξύ των άλλων πήγαμε στον πρώτο ναό Μπαχάι της Ασίας, της νέας αυτής συγκρητιστικής θρησκείας, τον γνωστό ως ναό του Λωτού και στον μιναρέ Qutub τον πιο ψηλό σε όλη την Ινδία.

Στην συνέχεια επισκεφτήκαμε με την σειρά τις περίφημες αρχαίες πόλεις:

Udaipur, που ονομάζεται «η πόλη των λιμνών», η πιο γραφική πόλη του Ραχαζστάν, όπου επισκεφθήκαμε το παλάτι της πόλης με τον κήπο, τις τοιχογραφίες, τις εξαιρετικές κολώνες και το μουσείο του. Το βράδυ κάναμε μία βόλτα στην λίμνη Pichola και μείναμε στο ιδιωτικό παλάτι Jag Mandir κτισμένο από κόκκινο ασβεστόλιθο. Στην Udaipur ζουν κυρίως οι πλούσιοι Ινδοί σε πολυτελέστατα παλάτια κτισμένα μέσα σε λίμνες.

Jodhpur, όπου η ανάμιξη του παραδοσιακού και του μοντέρνου αντανακλάται από τα πολυάριθμά της παλάτια, φρούρια και ναούς. Εδώ επισκεφθήκαμε τον πύργο του Ωρολογίου, το Σαδάρ Μπαζάρ και το παλάτι Umaid Bhawan, που θεωρείται η μεγαλύτερη ιδιωτική κατοικία στον κόσμο, και την επομένη το μεγαλοπρεπές Mehrangarh, την παλαιά πρωτεύουσα του κράτους Marwar και το μαυσωλείο της βασιλικής οικογένειας.

Μετά πήγαμε στην Jaipur, «η ροζ πόλη της ερήμου», όπου για να φθάσουμε στην κορυφή του λόφου που είναι κτισμένο το φρούριο Amlur, η προηγούμενη βασιλική πρωτεύουσα, νοικιάσαμε κατά το τυπικό, ελέφαντες, στις πλάτες των οποίων καθίσαμε πιο άνετα απ’ ότι περιμέναμε. Έπειτα επισκεφθήκαμε το Hawa Mahal, «το παλάτι των ανέμων», με τα 953 παράθυρα που έκρυβαν τα περίεργα βλέμματα των παλακίδων της αυλής προς την θορυβώδη πόλη. Επίσης το παλάτι Μaharaj, το αστρονομικό πλανητάριο Jantar Mantar  και τον ναό Birla.

Στον δρόμο προς την Agra σταματήσαμε στην Fatehpur Sikri, την παλαιά πρωτεύουσα του βασιλέα Akbar, μία πόλη αριστούργημα από μάρμαρο με τα παλάτια και τις αυλές της. Στην Agra βεβαίως ο πρώτος στόχος ήταν το περίφημο Taj Mahal, το πιο εντυπωσιακό και ωραίο ισλαμικό παλάτι στον κόσμο που κτίστηκε από τον βασιλέα Shahjahan για την αγαπημένη σύζυγό του Mumtaz Mahal. Μετά από άλλα μνημεία  επισκεφθήκαμε τους ναούς Mathura και Vrindavan συνδεδεμένους με την γέννηση και την παιδική ηλικία του Shri Krishna, του πιο αγαπημένου θεού τους.

Περάσαμε και σε άλλα παλάτια, ναούς και μνημεία των οποίων τα ονόματα άρχισα τώρα να τα συγχέω, επειδή έμοιαζαν αρκετά μεταξύ τους, καθώς κτίστηκαν σχεδόν την ίδια περίοδο. Θυμάμαι ακόμη τους ναούς στην Khajuraho κτισμένους στις αρχές του 11ου αιώνα που εντυπωσιάστηκα με τα πολυάριθμα γλυπτά τους, φτιαγμένα σε συνθέσεις και σκηνές από το Κάμα Σούτρα για το οποίο θα αναφερθώ παρακάτω.

Στην Varanasi, την πιο παλαιά και ιερή Ινδουιστική πόλη, γνωστή για τις τελετές και τα παραδοσιακά έθιμά της, όπου κάθε χρόνο συγκεντρώνεται αναρίθμητο πλήθος κάθε χρώματος και κάθε ινδουιστικής σέκτας, πήγαμε πρωί πρωί με ένα μικρό πλοίο διασχίζοντας τον ποταμό Γάγγη και είδαμε για πρώτη φορά πως καίγανε τους νεκρούς τους.

Η δύσκολη καθημερινότητα

Τα τοπία στην Ινδία είναι πολυποίκιλα όπως και το κλίμα, διότι η χώρα απλώνεται σε μία τεράστια έκταση. Η βόρια πλευρά στην οποία ταξιδέψαμε εμείς παρουσιάζει περισσότερο χαρακτηριστικά θεάματα για το ξηρό κλίμα: πετρώδες έδαφος και καμένο χώμα, σκληρή και ακανθώδη χλωρίδα και πολλά βάγια. Υπάρχει εκεί μία περιοχή όπου έχει ολόχρονη ανομβρία.

Τα συνηθισμένα ζώα στα χωριά τους είναι η καμήλα και ένα είδος βουβάλου. Συχνά στα χωριά συναντούσαμε στον δρόμο ντόπιους που πουλούσαν στους τουρίστες των λεωφορείων ένα είδος μικρών και πολύ γλυκών μπανανών και ινδοκάρυδα κομμένα φέτες. Είδαμε και καλλιέργειες δημητριακών, ιδιαίτερα σιταριού το οποίο οι χωριανοί το μαζεύουν σε δέσμες που τις βάζουν στον δρόμο μπροστά στα αυτοκίνητα για να αλωνιστούν. Συνήθως τα σπίτια δεν έχουν παράθυρα και αυτό μάλλον γίνεται εξαιτίας της ζέστης που υπάρχει εκεί. Παντού σε προϋπαντεί το πρωτόγονο, ο αυτοσχεδιασμός και η σκόνη. Η σκόνη μπαίνει παντού και στρώνεται στα αντικείμενα, στα φαγητά, στα ρούχα (ίσως και στις ψυχές!). Μπήκα από περιέργεια σε ένα τέτοιο χωριάτικο σπίτι διότι δεν έχουν φράκτες –οι κάτοικοι όχι μόνο δεν σε εμποδίζουν, αλλά χαίρονται όταν τους επισκέπτεσαι– και είδα κάτι πολύ χαμηλά και μαλακά κρεβάτια φτιαγμένα από ένα υλικό που δεν μπορούσα να καταλάβω τι ήταν (ένα είδος μαλακού χόνδρου).

Κάτι άλλο που σε φέρνει σε δύσκολη θέση συχνά είναι η έλλειψη τουαλεττών. Σε όλη την διαδρομή, στις πόλεις και στα χωριά –με εξαίρεση τα ξενοδοχεία– οι τουρίστες αλλά και οι κάτοικοι είναι αναγκασμένοι να κάνουν τις ανάγκες τους δίπλα από ένα τοίχο, δένδρο η πάνω στην ρόδα του λεωφορείου. Οι Ινδοί το συνήθισαν και δεν τους φαίνεται τίποτε ενοχλητικό. Συχνά η δυσοσμία των ούρων κυριαρχεί στην ατμόσφαιρα. Γενικά, με εξαίρεση όπως είπαμε τα ξενοδοχεία για τους ξένους, η υγιεινή είναι ανύπαρκτη. Οι αρρώστιες είναι πάρα πολλές και η θνησιμτότητα πολύ υψηλή. Το νερό (ακόμα και το υπόγειο) είναι μολυσμένο και ανθυγιεινό. Από τον φόβο των ασθενειών πολλές φορές πλενόμασταν η πλέναμε τα φρούτα με μεταλλικό εμφιαλωμένο νερό που ήταν και πολύ ακριβό. Φαίνεται ότι οι Ινδοί έχουν αποκτήσει φυσιολογικά, εκ γενετής, ένα ισχυρό ανοσοποιητικό σύστημα, ενώ οι τουρίστες είναι πιο εκτεθειμένοι στις αρρώστιες. Φοβόμασταν να πίνουμε το νερό τους και αποφεύγαμε όσο ήταν δυνατό και τα τρόφιμα από την αγορά. Μας είχαν προειδοποιήσει εξάλλου γι’ αυτό το θέμα.

Ο ηλεκτρισμός, όπου υπάρχει, μεταφέρεται με διασκορπισμένα καλώδια που κρέμονται χαοτικά σαν κληματσίδες,  η καλυτέρα σαν μπερδεμένα εντόσθια πάνω στους ξεφλουδισμένους τοίχους των διώροφων κτηρίων, που συναντά κάποιος συνήθως στους στενούς δρόμους των πόλεων. Στα σκουριασμένα λεωφορεία χωρίς τζάμια που κυκλοφορούν στους δρόμους, οι άνθρωποι στριμώχνονται ο ένας πάνω στον άλλο.

Οι πολιτισμένες συνοικίες βρίσκονται ξεχωριστά προς το κέντρο της πόλεως και τα σπίτια είναι πολύ ακριβά και απρόσιτα όχι μόνο εξαιτίας της τιμής, αλλά και εξαιτίας του νόμου των καστών (δηλ. των κοινωνικών τάξεων) η μάλλον της νοοτροπίας που δημιουργήθηκε από αυτόν τον νόμο. Έτσι οι φτωχοί είναι καταδικασμένοι στην φτώχεια όλη την ζωή τους. Ο πληθυσμός, αν και όχι επίσημα, βρίσκεται ακόμα μοιρασμένος σε κάστες, πάνω από 50% ζώντας με χαμηλό βιοτικό επίπεδο. Στην Ινδία υπάρχουν και πολλά διαφορετικά έθιμα διότι ο ινδουισμός έχει πολλές αιρέσεις και σχίσματα. Στην ουσία η Ινδία είναι μία ένωση κρατών και διαλέκτων.

Αισιοδοξία

Παρόλες αυτές τις δύσκολες συνθήκες ζωής, που μπορούν όμως να φανούν ελκυστικές στα μάτια των εραστών του εξωτισμού, οι άνθρωποι είναι χαρούμενοι, γεμάτοι ζωή και αισιοδοξία. Τα παιδιά είναι ζωηρά και ανταγωνίζονται σε αταξίες με τις μαϊμούδες, που κυκλοφορούν ελεύθερες παντού και έχουν συνηθίσει τόσο πολύ τους ανθρώπους όπως τα περιστέρια στην πλατεία του Αγίου Μάρκου της Βενετίας. Οι γυναίκες συνήθως αποφεύγουν τους ξένους, δεν συζητάνε, δεν προκαλούν. Οι άντρες όμως είναι πολύ ανοιχτοί, αγαπούν τους τουρίστες, είναι πολύ φιλόξενοι. Πολλές φορές εξευτελίζονται ελεεινά μπροστά στους ξένους. Επιμένουν πολύ για να σου πουλήσουν το εργόχειρό τους.

Αγαπούν πολύ την μουσική και το κουκλοθέατρο. Σχεδόν σε όλα τα ξενοδοχεία μας προϋπαντούσανε στην είσοδο με κούκλες κινούμενες με σχοινιά με μεγάλη επιδεξιότητα. Είναι μία πολύ αγαπητή παραδοσιακή παράσταση των κατοίκων, στην οποία νομίζω ότι αντανακλάει η θρησκευτική τους φιλοσοφία, όπου κυριαρχεί η ιδέα ότι ο καθένας πρέπει να ακολουθεί χωρίς γογγυσμό την τύχη του χαραγμένη από τους νόμους της κάρμας, για να εξουδετερώνει τις αρνητικές συνέπειες των κακών πράξεων από τις περασμένες ζωές του και να φυλαχθεί από το να δημιουργεί άλλες.

Το κουκλοθέατρο εικονογραφεί άριστα την ιδέα της ματαιότητας και της πλάνης του κόσμου, ένα σταθερό συστατικό της δικής τους αντίληψης για την πραγματικότητα. Τους αρέσουν οι κούκλες, διότι οι ίδιοι είναι απλοί και αθώοι σαν τα παιδάκια. Είναι όμως και πολύ συναισθηματικοί και αυτό το εκφράζουν ιδιαίτερα στην μουσική τους. Κοντά στους ναούς η στα αρχαία παλάτια συναντούσαμε πλανόδιους μουσικούς, γέρους η παιδιά, συνήθως φτωχούς, οι οποίοι χειρίζονταν τα παραδοσιακά τους όργανα με μεγάλη δεξιοτεχνία. Ο ήχος από το φλάουτο έκανε την καρδιά σου να σκιρτά και οι χορδές καθώς ταλαντεύονταν τόσο γλυκά έδιναν την εντύπωση ότι είναι πιασμένα με την μία άκρη στο μουσικό όργανο και με την άλλη στην ψυχή. Η αφθονία και η φτώχεια, οι νίκες και οι ήττες, η χαρά και η θλίψη, αλλά περισσότερο η αγάπη, όλα αυτά τα εκφράζουν στην μουσική.

Κάμα Σούτρα

Ο έρωτας για αυτούς είναι ιερός. Θεωρούν ότι είναι μία οδός πνευματικής αναβάσεως. Τον καλλιεργούν σαν μία τέχνη, σαν μία μυστική τέλεση. Έχουν ναούς, των οποίων η διακόσμηση έχει ως σύνθεση αναρίθμητα συμπλέγματα ανθρωπίνων σωμάτων, αλυσοδεμένες σε χορούς η σκηνές με ερωτικό χαρακτήρα, εμπνευσμένες από το ξακουστό Κάμα Σούτρα, μυστικό κείμενο περί της τέχνης του ιερού έρωτος, στο οποίο απαιτείται όχι τόσο η σαρκική (φυσική) ικανοποίηση και εξάντληση, όσο η συνεχής συγκέντρωση και αυτεξουσία κατά την διάρκεια της ερωτικής συνευρέσεως των ερωμένων, στον διακαή πόθο επιτυχίας ενώσεως των ψυχών.

Αυτή η ιδέα σαγήνευσε και πολλούς από τους Δυτικούς, αλλά επειδή ήταν μία πανθεϊστική απατηλή επινόηση του διαβόλου, αποδείχθηκε ότι φέρνει στην πράξη αποτελέσματα ακριβώς αντίθετα του ζητουμένου, οδηγώντας στην ηθική διαφθορά και στον εγκλωβισμό του ατόμου στον εαυτό του, σε έναν αυτοθεωτικό ατομοκεντρισμό και ναρκισσισμό με την ταυτόχρονη εξαφάνιση της αυθεντικής δύναμης στο να μπορεί κάποιος να αγαπά.

Σύμφωνα με τον νόμο στην Ινδία σήμερα ισχύει η μονογαμία. Όμως λόγω των παραδοσιακών θρησκευτικών παραδόσεων στους Ινδουιστές σε μερικές περιοχές επικρατεί η πολυγαμία. Επίσης σε μερικά παρακλάδια των Βουδιστών όπως στους Sepras μπορείς να βρεις το φαινόμενο της πολυανδρίας, δηλαδή η γυναίκα μπορεί να παντρευτεί περισσότερους από έναν συζύγους και να ζουν μαζί στο ίδιο σπίτι.

Παρόλα αυτά υπάρχει κοινωνική σεμνότητα στην Ινδία στον δημόσιο χώρο. Τα αγόρια κάνουν παρέες ξεχωριστά από τα κορίτσια. Δεν είδα πουθενά ζευγάρια να φιληθούν η να αγκαλιαστούν δημόσια. Οι κοπέλλες είναι ντροπαλές και ντύνονται σεμνά, κατά την παράδοση. Δεν τολμούν να ξεγυμνώσουν το πόδι τους και συχνά έχουν το κεφάλι σκεπασμένο. Ντύνονται όμως πολύ ποικιλόχρωμα και φορούν κατά παράδοση σκουλαρίκι στην μύτη και δακτυλίδι και βραχιόλι στα πόδια, εκτός από τα συνηθισμένα και σε μας γυναικεία στολίδια. Στον ναό οι άντρες πηγαίνουν κρατώντας ο ένας τον άλλο από το χέρι σαν σύμβολο πνευματικής ενότητας και κάνουν ομάδες ξεχωριστά από τις γυναίκες. Μόνο οι πλούσιοι πηγαίνουν στον ναό με την οικογένεια και παραμένουν μαζί.

Από ότι κατάλαβα από τον ξεναγό που μας συνόδευε υπάρχει ένας νόμος σύμφωνα με τον οποίο όλοι πρέπει να εκκλησιασθούν, αλλά πόσο πεπεισμένοι είναι σε αυτά που πιστεύουν δεν μπορώ να πω. Πηγαίνουν με άνεση στον ναό, όμως μέσα είναι σοβαροί και ιδιαιτέρα οι γριές. Όταν ένας από την ομάδα μας άρχισε να φωτογραφίζει μέσα σε ένα ναό, μία γυναίκα που ίσως προσευχόταν διαμαρτυρήθηκε έντονα, παρόλο που δεν είχε φωτογραφήσει την ίδια.

Δεισιδαιμονίες και μετεμψύχωση

Όπως είπα, στον ινδουισμό υπάρχουν πολλές αιρέσεις και ακρότητες. Μπορείς να συναντήσεις ανθρώπους που είναι ειλικρινώς αφιερωμένοι στις θρησκευτικές τους αρχές, αλλά και τσαρλατάνους που, κάτω από την μάσκα μίας αυστηρής άσκησης η μιας παράξενης κοινωνικής παρουσίας γοητεύουν τις αφελείς καρδιές των μυστικοεραστών και ζουν σε μία σιωπηλή ζητιανιά και κενοδοξία.

Μέσα στον λαό υπάρχουν πολλές δεισιδαιμονίες και η πίστη στην μετεμψύχωση τους κάνει να παραχωρούν την θεότητα σε άλογα ζώα, πιστεύοντας ότι είναι μετεμψύχωση ενός θεού. Έτσι για παράδειγμα η αγελάδα, αλλά και ο ελέφαντας, και η μαϊμού έχουν αποκλειστικά προνόμια στην Ινδία. Την αγελάδα την βρίσκεις μέσα στην πόλη, στους δρόμους, βόσκοντας ελεύθερα όπου επιθυμεί η ξαπλώνοντας πάνω στα σκουπίδια. Κανείς δεν τολμά να την ταράξει η να την ενοχλήσει με κάτι. Μόνο η αστυνομία δικαιούται να την αγγίζει ελαφρά με την ράβδο για να την βοηθάει να αλλάξει πορεία για να μην μπλοκάρει την κίνηση. Τα κόπρανά της οι κάτοικοι τα σκεπάζουν προσεκτικά με ένα ξύλινο κουτί μέχρις ότου έρθει ο αρμόδιος υπάλληλος που πρέπει να τα συλλέξει. Παίρνουν ακόμα και τα ούρα της που τα ανακατεύουν με λίπος βουβαλιού και τα χρησιμοποιούν για το γυάλισμα των μπρούντζινων αγαλμάτων των ναών, πράγμα που προσθέτει στην ήδη προϋπάρχουσα ατμόσφαιρα, μαζί με τα αρώματα κανέλλας και άλλων εύοσμων ρητινών και μυρωδικών, μία μπόχα που οι Δυτικοί που λατρεύουν τις ινδικές ταινίες για τον μυστικισμό τους δύσκολα θα μπορούσαν να την φανταστούν και να την ανεχθούν.

Η αγελάδα, όπως και ο ελέφαντας, έχουν βαμμένα η γραμμένα στο κεφάλι με έντονα χρώματα μυστικά σύμβολα. Κανείς δεν την αρμέγει, ίσως και διότι έχει πολύ μικρούς μαστούς. Όταν πηγαίνουν στην δουλειά τους, οι κάτοικοι συνηθίζουν να της βάζουν μετάνοια, ίσως για να παίρνουν την ευχή της.

Δεν μπόρεσα να καταλάβω πως συμφιλιώνεται η πανθεϊστική τους αγάπη προς τα ζώα και γενικά προς την φύση με την θυσία των ζώων. Είναι σοκαριστικό να βλέπεις πως σφάζουν τον λαιμό των καημένων ζώων, για να ραντίζουν με το αίμα τους τις ρόδες και το μπροστινό μέρος των ποδηλάτων και των οχημάτων. Έχουν μία εορτή και μία ειδική ιεροτελεστία για αυτό, με θυμίαμα και προσφορά λουλουδιών. Προσκυνούν και κάνουν και μετάνοιες ακόμα μπροστά στα αγιασμένα ποδήλατα. Εμείς κάνουμε αγιασμό με νερό. Αυτοί το κάνουν με αίμα, για να φυλαχθούν από δυστυχήματα.

Βέβαια, για να κρατηθούν όλες αυτές οι μυστικές επιδείξεις, δεν πρέπει να λείπει από την θρησκευτική τους ζωή το θαύμα, το υπερφυσικό στοιχείο. Για παράδειγμα, μιλούσαμε με μία οικογένεια που προσευχόταν μπροστά σε ένα ναό αφιερωμένο στον Κρίσνα και μας έλεγαν πεπεισμένοι ότι ο θεός τους τους ακούει και πραγματοποιεί όλες τις προσευχές των πιστών του, και ότι ο Κρίσνα έχει θεραπεύσει θαυματουργικά ένα από τα παιδιά τους από μία ανίατη νόσο, εκεί που οι ιατροί δεν του έδιναν πλέον καμμία ελπίδα.

Λίγοι γνωρίζουν για την διδασκαλία του Χριστού και είναι αυτοί που έχουν κάποιες σχέσεις με την Δύση. Οι μυστικιστές τους είναι φονταμενταλιστές. Αγαπάνε την δική τους θρησκεία και αποφεύγουν ο,τιδήποτε προέρχεται από την Δύση. Παρόλα αυτά, από ότι έχω ακούσει, η Ορθόδοξη Χριστιανική Εκκλησία αντιπροσωπεύεται όχι από λίγους κατοίκους, αλλά τίποτε δεν φανερώνεται επίσημα εξαιτίας των νόμων που ισχύουν σε μερικές περιοχές της Ινδίας. Είδα μία ελληνική ορθόδοξη εκκλησία του Αγίου Αποστόλου Θωμά. Οι ινδουιστές θεωρούν πάρια (δηλ. απόβλητα της κοινωνίας τους) τους χριστιανούς Ινδούς και τους περιορίζουν η τους καταδιώκουν, αλλά χωρίς χρήση σωματικής βίας.

Στο Νεπάλ

Μετά την πόλη Varanasi αφήσαμε την Ινδία και πήγαμε στο Νεπάλ, στην πρωτεύουσά του, Κατμαντού, που βρίσκεται στις νότιες πλευρές των Ιμαλαΐων. Εκεί συναντήσαμε μία συνύπαρξη του ινδουισμού και του βουδισμού (που στην Ινδία είναι πολύ μειωμένος σήμερα). Είναι ένα ενδιαφέρον μείγμα διαφόρων παραδόσεων που όμως προέρχονται από την ίδια ρίζα. Η παρουσία του βουδισμού οφείλεται στην κοινότητα των Θιβετιανών μεταναστών που έχουν βρει εδώ άσυλο μετά την εισβολή της κομμουνιστικής Κίνας στο Θιβέτ. Η ινδουιστική πλειονότητα και η κουλτούρα εδώ, μοιάζει πολύ με αυτήν της Ινδίας με τους οποίους συγγενεύουν. Εδώ μείναμε τρεις νύχτες.

Πίσω από την ποικιλόμορφη γοητεία των πλατειών συναντήσαμε ξανά την σκοτεινή εικόνα των αποτεφρώσεων στις όχθες ενός παραπόταμου που διέσχιζε την πόλη. Είναι δύσκολο, νομίζω, για έναν χριστιανό και ιδιαιτέρα ορθόδοξο, να βλέπει χωρίς συγκλονισμό την εικόνα που προσφέρει εκείνος ο τόπος εμποτισμένος με δυσοσμία καμένου ανθρωπίνου κρέατος. Σε σκάρες που εξέχουν από τα λιθόστρωτα βήματα των οχθών καίγονται –μόνο με ειδικά ξύλα από τσάνταλι– τα σώματα των νεκρών τυλιγμένα σε λευκά οθόνια. Στο βάθος σχηματίζονται κάποια χαμηλά και μακρόστενα κτίρια που μοιάζουν με σκοτεινές αποθήκες. Οι συγγενείς παρακολουθούν σιωπηλά το ολοκαύτωμα και έπειτα πετούνε την στάχτη και τα απομεινάρια στα θολά νερά του ποταμού.

Σοκαριστική είναι και η εικόνα των παράξενων Aghoris που κάθονται δίπλα στις όχθες σε αποσυρμένες ομάδες, καταξηραμένοι από την άσκηση, βαμμένοι στο μέτωπο με χτυπητά χρώματα, με παγωμένα βλέμματα, ξένα από οποιαδήποτε ίχνη ανθρώπινης χαράς. Παρόλο που εξωτερικά μοιάζουν με τους συνηθισμένους Sadhus που μένουν στα μεγάλα ινδουιστικά τεμένη, όπως αυτό του Pashupatinat της Κατμαντού, δεν είναι από την ίδια αίρεση. Αλείφονται με την στάχτη που έμεινε από τους καμένους νεκρούς στο πρόσωπο, στα γένια, στα μαλλιά αλλά και σε όλο το σώμα. Πιο τρομακτική είναι η φήμη που επικρατεί ότι τρώνε τα απομεινάρια των νεκρών τα οποία τα μαζεύουν από το ποτάμι. Το κάνουν αυτό σαν μυστική ιεροτελεστία.

Κάποιες σέκτες των Aghoris καταδιώκονται και περιορίζονται από τους άλλους ινδουιστές, από τον νόμο και από την θρησκεία. Ευθύνονται ακόμα και για αρπαγές ανθρώπων. Αν περίπου παντού στην Ινδία με ακολουθούσε ένας φόβος και μία απέχθεια –όχι τόσο σωματική όσο ψυχική– μπροστά στην ειδωλολατρία, εδώ τα βίωσα πιο έντονα. Όταν φτάσαμε στο ξενοδοχείο, μπήκα κάτω από το ντους ντυμένος για να βγει η μπόχα του καμένου ανθρωπίνου κρέατος.

Κάποια στιγμή επισκεφτήκαμε έναν ναό αφιερωμένο σε μία ενσωματωμένη θεά (Kumari νομίζω την έλεγαν) που ζούσε έγκλειστη μέσα στον ναό και ήταν προστατευμένη από μύστες γέροντες. Ήταν μία κορούλα δώδεκα χρονών, που είχε γεννηθεί σε μία ευνοϊκή αστρολογική θέση και που την συνόδευαν και διάφορα θαυμαστά γεγονότα την μετεμψύχωσή της την περίμεναν από παλαιά οι γέροντες. Μεγάλο πλήθος του λαού την λατρεύουν και την προσκυνούν, αν και λίγοι είναι εκείνοι που έχουν το προνόμιο να την δουν. Οι περισσότεροι παίρνουν σαν ευλογία μία δική της φωτογραφία. Στους ξένους απαγορεύεται αυστηρά να την δουν. Εμάς μας έδωσαν από μία φωτογραφία, την οποία εγώ την πέταξα με την πρώτη ευκαιρία. Λέγεται ότι κάνει θαύματα και λέει προφητείες, συμβουλεύει και καθοδηγεί όσους την ρωτούν για τα μεγάλα τους προβλήματα.

Τέτοιο φαινόμενο δεν είναι καθόλου σπάνιο στον Ινδουισμό. Περίπου όλοι οι δικοί τους μεγάλοι διδάσκαλοι και πνευματικοί μύστες παρουσιάζονται σαν ενσωμάτωση διαφόρων θεών τους, ιδιαιτέρα του Σίβα.

Στην Κατμαντού παρευρέθηκα και σε μία ζωοθυσία προσφερομένη στην θεά Κάλι η μάλλον στον διάβολο.

Θιβέτ και Βουδισμός

Ο βουδισμός παρουσιάζει διαφορετικές μορφές. Στην Κατμαντού υπάρχουν δύο αρχαίοι μεγάλοι ναοί, «στούπα», όπως ονομάζουν τους βουδιστικούς ναούς, που προσελκύουν βουδιστές προσκυνητές από πολλά μέρη. Και στην Κατμαντού και στην Λάσα –η πρωτεύουσα του Θιβέτ, που ονομάζεται «Η Στέγη του Κόσμου» και στην οποία μείναμε δυό νύχτες μετά από την παραμονή μας στο Νεπάλ– οι κάτοικοι παρουσιάζουν μία χαρακτηριστική φυσιογνωμία –σαν ράτσα αλλά και σαν πνεύμα– προσαρμοσμένη στην σκληρή ζωή του βουνού.

Στα πρόσωπά τους διαφαίνεται η κόπωση, η επιμονή, η αντοχή, αλλά συνδεδεμένα με την απλότητα, αθωότητα και ευλάβεια. Η πόλη Λάσα, κτισμένη στα 3658 μέτρα ύψος, είναι η πόλη με το μεγαλύτερο υψόμετρο του κόσμου. Για εκατοντάδες χρόνια έμεινε τελείως περιορισμένη από τον υπόλοιπο κόσμο. Ξεχωρίζει από την επιβλητική παρουσία του παλατιού Ποτάλα, το πρώην πολιτικό και θρησκευτικό κέντρο του Θιβέτ και χειμωνιάτικη έδρα των διαφόρων Δαλάι Λάμα. Το παλάτι αυτό επεκτείνεται σε 90.000 τετρ. μέτρα, έχει ύψος 117 μέτρα και πάνω από 10.000 δωμάτια.

Εντυπωσιάστηκα από την ευλάβεια που έχουν οι ντόπιοι για την θρησκεία τους. Και στην Κατμαντού και στην Λάσα τους είδα να πηγαίνουν στον ναό (στούπα) μεγάλοι και μικροί, γέροι και νέοι, λαϊκοί και μοναχοί, ντυμένοι με παραδοσιακές στολές, με σοβαρότητα, κρατώντας στο χέρι κομποσχοίνι και προσευχόμενοι η μάλλον επαναλαμβάνοντας το συ-­­
νηθισμένο τους μάντρα για τον διαλογισμό «om mani padmne hum».

Οι στολές τους θυμίζουν τον μεσαίωνα. Οι γυναίκες αφήνουν τα μαλλιά τους μακριά, μπλεγμένα συνήθως σε δυό κοτσίδες. Για πρώτη φορά έμαθα και είδα ότι στον Βουδισμό υπάρχουν και μοναχές. Φοράνε και αυτές κόκκινα η ροζ ενδύματα και έχουν το κεφάλι ξυρισμένο, ώστε δύσκολα τις διακρίνεις από τους μοναχούς. Στους ναούς ανάβουν κεριά, όμως όχι μακριά, όπως εμείς, αλλά χυνομένα σε ποτηράκια. Χαρακτηριστικό στους ναούς τους είναι ένα είδος μεταλλικό κίτρινο ροδάνι, όπου είναι γραμμένη μία προσευχή η ίσως το μάντρα τους, βαλμένα στην σειρά το ένα μετά το άλλο, τα οποία οι πιστοί τα γυρίζουν συνεχώς. Κάτω από αυτά συνήθως καίνε θυμίαμα.

Μου έκανε μεγάλη εντύπωση που έβλεπα τους ντόπιους να κάνουν ένα είδος μετανοιών το μεσημέρι, στο κέντρο της πλατείας η στους δρόμους, προσανατολισμένοι προς τον ναό. Όμως οι μετάνοιές τους είναι κάπως διαφορετικές από τις δικές μας. Ξαπλώνουν στο έδαφος κάτι σαν χαλάκι η στρώμα χαμηλό και στενό όσο είναι το πλάτος ενός ανθρώπου, και από την όρθια στάση, με τα χέρια ενωμένα στο μέτωπο, κατεβαίνουν κάτω, αφήνοντας τα χέρια σε κάποια μαξιλαράκια μικρά γλιστερά, για προστασία, με τα οποία γλιστράνε στο στρώμα μπροστά μέχρι που ξαπλώνουν τελείως με όλο το σώμα με το πρόσωπο στην γη. Κάθονται έτσι σειρές σειρές, ο ένας κοντά στον άλλο, ο καθένας με το στρώμα του, μετρώντας αυτές τις μετάνοιες με τα κομποσχοίνια. Τα πόδια τα δένουν με ένα κορδόνι, ίσως συμβολικά.

Κατάλαβα τότε γιατί μερικοί από τους Δυτικούς που γνωρίζουν εντελώς επιφανειακά τις θρησκείες, βλέπουν την Ορθοδοξία να συγγενεύει με τον θιβετιανό βουδισμό. Θυμάμαι πως μια φορά, ένας κύριος από τον αριστοκρατικό κόσμο της Αγγλίας, βλέποντας την επιγραφή «Ο ΩN» από το στεφάνι του Χριστού σε μία δική μας βυζαντινή εικόνα, εξηγούσε λανθασμένα στην παρέα του ότι είναι η λέξη «ΟΜ» η  «AUM» από την βεδική διδασκαλία που επεξεργάστηκε ο Βούδας, οπότε και εγώ επεμβαίνοντας, έκανα την πρέπουσα διόρθωση. Σε σύγκριση με τον ινδουισμό, η βουδιστική διδασκαλία φαίνεται να είναι πιο εξελιγμένη, πιο επεξεργασμένη διανοητικά. Πρέπει να διευκρινίσουμε ότι ο θιβετιανός βουδισμός δεν είναι ο γνήσιος βουδισμός Χυναυάνα (Hynayana), αλλά μία μεταγενέστερη μορφή που ονομάζεται Μαχαϊάνα (Mahayana).

Εάν στην Ινδία είδα ότι στους ινδουιστικούς ναούς επικρατεί η γλυπτική, στην θιβετιανή τέχνη παρατήρησα μία έντονη γεύση για την ζωγραφική (τοιχογραφία), με χρώματα πολύ ζωντανά και συνθέσεις πολλές φορές αρκετά φορτικές. Παρόλα αυτά, η ατμόσφαιρα στα μοναστήρια τους, όπως μου διηγήθηκαν όσοι επισκέφθηκαν την μονή Jokaung, κοντά στην Λάσα, είναι παγωμένη, εχθρική. Έχεις την αίσθηση ότι βρίσκεσαι περισσότερο σε ένα στρατόπεδο παρά σε ένα τόπο προσευχής. Εκεί επικρατεί ένα πνεύμα εκπαίδευσης, πειθαρχίας, και όχι τόσο πνεύμα πραότητας και ταπεινοφροσύνης, όπως στα δικά μας μοναστήρια. Όταν το γκρουπ ήρθε στο μοναστήρι, οι νεότεροι μοναχοί ήταν μαζεμένοι σε ομάδες από 5-6 άτομα έχοντας και ένα προϊστάμενο, ο οποίος είχε το ρόλο του διδασκάλου. Τους μάθαινε κάποιες μυστικές χειρονομίες (mudra), που η καθεμιά εκφράζει κάτι, μια μυστική ενέργεια, μια δύναμη (mandala), και όταν οι νέοι δεν ήξεραν το νόημά τους, ο προϊστάμενος τους χτυπούσε αρκετά γερά με την παλάμη στο κεφάλι. Έβγαζαν και κραυγές σε όλη αυτή την σκηνή, την οποία την τραβήξανε κρυφά με κάμερα και έτσι την είδαμε και εμείς, οι οποίοι δεν πήγαμε στον ναό.

Η επιβεβαίωση

Η επαφή μου με τον ινδουισμό και τον βουδισμό αυτές τις ημέρες που έμεινα στην Ινδία, το Νεπάλ και το Θιβέτ ασκήσανε μία επίδραση στην καρδιά μου, η οποία ανατράφηκε και μορφώθηκε με το χριστιανικό ορθόδοξο μοναχικό πνεύμα, όχι βέβαια προς μίμηση και αποδοχή της πλανεμένης γνωσιολογίας και ζωής τους, αλλά προς θαυμασμό του αληθινού και ζώντος Θεού, του ενανθρωπήσαντος Ιησού Χριστού και της ελευθερίας που έχει δώσει στον άνθρωπο. Όμως είμαι βέβαιος ότι όχι όλοι που επισκέπτονται η θα επισκεφθούν εκείνους τους τόπους θα δουν και θα αισθανθούν τα πράγματα με το ίδιο πρίσμα, όπως δηλαδή τα αισθάνθηκα εγώ, επειδή είχα αυτό το υγιέστατο στήριγμα στο οποίο ακουμπούσα συνεχώς όσο βρισκόμουν εκεί. Είναι πολλοί ξένοι που πηγαίνουν εκεί ψάχνοντας μία διέξοδο από τον στείρο μηχανισμό του υλιστικού και ευδαιμονιστικού καταναλωτικού πολιτισμού, της τεχνολογικής κουλτούρας.

Οι Δυτικοί των μη ορθοδόξων χριστιανικών ομολογιών πηγαίνουν στην Ανατολή εξαιτίας απουσίας της μυστικής εσωτερικής ζωής. Διότι δεν μπορούν να γεμίσουν το κενό της καρδιάς που αφήνει η καθημερινή ζωή με την ηθικιστική και νοησιαρχική διδασκαλία που προβάλλουν αυτές οι ομολογίες. Είναι και άλλοι που πηγαίνουν εκεί για να κάνουν ιεραποστολή, όμως χωρίς να έχουν το εσωτερικό βίωμα της ευαγγελικής αληθείας, χωρίς την συνεργασία και την εμπειρία της χάριτος του Αγίου Πνεύματος· όχι μόνο δεν καταφέρνουν να παρουσιάζουν μία γνήσια εικόνα της πνευματικής εν Χριστώ ζωής, αλλά και σκορπίζουν έτσι τα ίχνη του ενδιαφέροντος με το οποίο τους υποδέχονται οι καημένοι ειδωλολάτρες.

Ο ινδουισμός και ο βουδισμός προσφέρουν στους πιστούς τους μυστική ζωή, έστω και πλανεμένη. Γι’ αυτό και ο μακάριος Γέροντας Παΐσιος τους έβαζε σε καλύτερη θέση από τους σύγχρονους τεχνοκράτες υλιστές και άθεους της Δύσεως. Λατρεύουν το θείο, μπορεί λανθασμένα και πλανεμένα, αλλά με όλη την έφεση της ψυχής τους. Έχουν αρχαία παράδοση και έθιμα βαθιά ριζωμένα στην ύπαρξή τους, έχουν μία μεταφυσική βάση ψηλαφητή και για αυτό νομίζω ότι δεν μπορούν να πειστούν για την απόλυτη προσωπική αλήθεια του Χριστού παρά μόνο μετά από μία πραγματική επαφή με την χριστιανική αγιότητα.

Αυτή ήταν η εμπειρία μου εκεί. Εκτίμησα την τέχνη, πόνεσα για την φτώχεια, αγάπησα τους ανθρώπους, μίσησα την πλάνη και τον εφευρέτη της διάβολο. Κατά την επιστροφή μας για Βουκουρέστι, την Παρασκευή 26 Οκτωβρίου, κάναμε μία στάση στην Κωνσταντινούπολη για να προσκυνήσουμε την Αγιά Σοφιά. Όταν φθάσαμε εκεί, σκεπτόμενος το μεγαλείο της Ορθοδοξίας, μου ερχόταν να αγκαλιάσω την γη, ενώ μία σκέψη επέμενε στο μυαλό μου, «καλόν εστιν ημάς ώδε είναι» (Ματθ. 17,4).

Φωτογραφίες: του μοναχού Ilie Bobaianu

πηγή: Πεμπτουσία