ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΙΩΣΗΦ (15)-ΑΣΚΗΣΗ, Η ΜΗΤΕΡΑ ΤΟΥ ΑΓΙΑΣΜΟΥ
27 Απριλίου 2009
Η ΑΠΟΘΑΡΡΥΝΣΗ ΕΝΑΣ ΥΠΟΥΛΟΣ ΕΧΘΡΟΣ
Ο Κύριος μας γνωστοποιεί ποιος έμπρακτα τον αγαπά: «Ο έχων τας εντολάς μου και τηρών αυτάς εκείνος εστιν ο αγαπών με. Ο μη αγαπών με ου τηρεί τους λόγους μου» (Ιω. ιδ΄ 21, 24). Η τήρηση, λοιπόν, των εντολών επισφραγίζει την έμπρακτη αγάπη μας προς το Χριστό. Είναι η επίμονη άρνηση των εμπαθών πράξεων και σκέψεών μας. Είναι η άρνηση του παραλόγου, της παρά φύση ζωής, του παλαιού ανθρώπου, που είναι η πλήρης παραχάραξη της προσωπικότητας που περιείχε το πρωτόκτιστο κάλλος του «κατ΄ εικόνα και ομοίωσιν».
Εάν ο σκοπός της δικής μας δημιουργίας είναι η εκπλήρωση του «ενοικήση εν ημίν ο Θεός και εμπεριπατήσει και έσται ημίν εις Πατέρα ημείς δε υιοί και θυγατέρες», ποια πρέπει να είναι η δική μας αναστροφή και όλες μας οι ενέργειες;
Επειδή δεν μπορούμε να ανταποκριθούμε στον πρωταρχικό μας στόχο, τουλάχιστο ας κρατήσουμε τη μετάνοια, που η θεία παναγαθότητα μας χάρισε για να επαναφέρουμε σχετική ισορροπία.
Άρα η τήρηση των εντολών ως νομοθεσία δεν είναι κυριαρχική απαίτηση δεσπότη προς υποτελείς, αλλά επείγουσα αναγκαιότητα αρρώστων και μελλοθανάτων που έχουν ανάγκη ανάρρωσης και θεραπείας. Εάν κατά τη Γραφή «ψυχή η αμαρτάνουσα αυτή αποθανείται» (Ιεζ. ιη’ 4) και « εν σώματι καταχρέω αμαρτίας Θεός ουκ εισελεύσεται» (πρβλ. Σοφ. Σολ. α’ 4) επιβάλλεται απαραίτητα η εφαρμογή των εντολών ως του απόλυτου μέσου για τη σωτηρία.
Πολύ συχνά ακούεται η αφελέστατη κρίση: «Μα δεν σκότωσα κανένα για να είμαι ένοχος!». Ο κατώτερος σταθμός της διαστροφής! Για τον άνθρωπο που πλάστηκε «κατ’ εικόνα Θεού και ομοίωσιν» δεν είναι μόνο το έγκλημα ενοχή. Το έγκλημα είναι όρος της κτηνωδίας. Και για την απραξία της ενάρετης ζωής καταλογίζεται ευθύνη. «Τω ειδότι ουν καλόν ποιείν και μη ποιούντι αμαρτία αυτώ εστιν» (Ιακ. δ’ 17).
Ο επιτυχημένος τρόπος της τήρησης των εντολών είναι πρώτα η πρακτική αντίσταση κατά των πονηρών συνηθειών και των παθών που αποκομίσαμε από την προηγούμενη ζωή της αμέλειας και δεύτερο, ο αποχωρισμός μας από τα αίτια και τις ύλες που μας παρακινούν και που με αυτά επιβάλλεται η έξη της αμαρτίας. Σ αυτό επιμένουν οι Πατέρες ως έμπειροι εφαρμοστές αυτής της επιτυχίας. Αρα «καιρός ημάς εξ ύπνου εγερθήναι. Τα αρχαία παρήλθεν ιδού γέγονεν καινά τα πάντα» (Β’ Κορ. ε’ 17).
Λέγει ο Κύριός μας: «Όπου ειμί εγώ εκεί και ο διάκονος ο εμός έσται» (‘Ιω. ιβ’ 26) και πάλιν «ο μη ων μετ’ εμού κατ’ εμού εστι και ο μη συνάγων μετ’ εμού σκορπίζει» (Ματθ. ιβ’ 3θ). Ο παμπόνηρος και πολυμήχανος εχθρός μας διάβολος πολεμά με ανεπτυγμένο και συστηματικό πρόγραμμα. Και το πλείστον του δικού μας γένους βρίσκεται σε άγνοια του μυστηριώδους τούτου τρόπου της μάχης και της πάλης. Πέραν των ακατονόμαστων τρόπων και μορφών της πλάνης και απάτης που προβάλλει «εξ αριστερών», με την περιεκτική κακοήθεια, δεν σταματά να πολεμά και «εκ δεξιών».
Ένα εξαιρετικό όπλο, που χρησιμοποιεί στους καιρούς μας, είναι η ολέθρια αποθάρρυνση, που οδηγεί στην απογοήτευση παρά στην ελπίδα και το θάρρος που ανήκει στους πιστούς που ζουν με τη Χάρη και την πίστη. Η αποθάρρυνση, εάν δεν ανακοπεί και προχωρήσει, γίνεται απόγνωση και απελπισία. Αυτό είναι το τέρμα των δεινών της ανθρώπινης δυστυχίας, το τέρμα του ολέθρου και της καταστροφής, στην οποία καταντήσαμε μεταπτωτικά.
Απαράβατος σχεδόν κανόνας της δικής μας ευτέλειας είναι η τρεπτότητα και μεταβολή που προήλθε από την πτώση. Η διάνοια υφίσταται διαρκώς την τροπή και μεταβολή «επί τα πονηρά» και άρα κανένας δεν εξαιρείται «καν μία ημέρα εστίν η ζωή αυτού». Ο παμπόνηρος εχθρός και εκδικητής παρακάθεται σ’ αυτό το κέντρο.
Με την ορθή πρόθεσή μας να ευαρεστήσουμε το Θεό υπογράφονται οι συνθήκες του κανόνα της ζωής μας. Τα πάθη όμως που επικρατούν, οι συνήθειες, το περιβάλλον και ιδιαίτερα η απειρία της πάλης αυτής, μας προκαλεί ολισθήματα αφού υπάρχουν και αυτές οι αλλοιώσεις, ως κακοί γείτονες.
Αυτή η αρρώστια της αποθάρρυνσης έχει και φυσικά ερείσματα, έχει και επίκτητα που οφείλονται στο φθόνο του διαβόλου. Είναι φυσικό να δημιουργείται αποθάρρυνση αμέσως μετά το πρακτικό λάθος και το σφάλμα του ανθρώπου, όπως δημιουργείται ο πόνος μετά το τραύμα και όπως ακολουθεί η σκια πίσω από κάθε σώμα. Ο διάβολος μετά το σφάλμα επιδιώκει με αυτό το όπλο να εξουδετερώσει τελείως το θύμα του. Και να γιατί. Όλη η δραστηριότητα του ανθρώπου έγκειται στο ζήλο και την προθυμία του. Ο ζήλος είναι η κινητήρια δύναμη όλης της πρακτικής ενέργειας. Ο Κύριος μας αναφέρει σαφέστατα:«Έ- στωσαν υμών αι οσφύες περιεζωσμέναι και οι λύχνοι καιόμενοι» (Λουκ. ιβ’ 35). Το ζώσιμο της «οσφύος» και οι «καιόμενοι λύχνοι» αυτόν το ζήλο συμβολίζουν. Αν αυτόν τον κρατούμε και ενεργεί, σηκώνει αυτός το βάρος του κόπου όλης της δραστηριότητας του διπλού μας καθήκοντος. Της πάλης προς τα πάθη και του γενικού κακού και της εφαρμογής των θείων εντολών. Γνωρίζοντας ο εχθρός μας τη μεγάλη σημασία αυτού του μέσου της επιτυχίας, ευμέθοδα φροντίζει να το αδρανοποιήσει και να μας αφοπλίσει στον αγώνα εναντίον του. Με την αποθάρρυνση και απογοήτευση ο εχθρός προσβάλλει και αφανίζει αυτόν το ζήλο, που είναι όλη η πρόθεση και η θέρμη της απόφασης και έτσι ο άνθρωπος παραδίδεται στη μάχη άνευ όρων. Περισσότερο λειτουργούν σε μας οι φυσικοί παράγοντες παρά οι σατανικές επιβουλές, που πιο πολύ παραχωρούνται στους προχωρημένους στην αρετή και την πείρα.
Το πρώτο τραύμα στη φύση μας, που συνέβη μετά την παρακοή των πρωτοπλάστων, ήταν βλέπετε ο φόβος και η δειλία που γεννούν την αποθάρυνση. Οι Πατέρες μας, που ήταν έμπειροι στη νοητή πάλη, μας ερμηνεύονν με σαφήνεια αυτά τα μυστικά της μάχης προς τον εχθρό. Απαραίτητος κανόνας στο χώρο της μετάνοιας είναι η επίγνωση με λεπτομέρεια του τρόπου της πάλης επειδή αλάνθαστη ζωή δεν υπάρχει και άρα η μετάνοια παραμένει ως μόνιμο καθήκον. Για να επιτύχει κάποιος στην εργασία της μετάνοιας πρέπει με κάθε τρόπο να εκτοπίσει την αποθάρυνση για να μείνει μαζί του αμετάβλητη η θέρμη του θείου ζήλου, με το θάρρος του οποίου θα γίνουμε νικητές.
Συνεχίζεται…