Θεολογία και ΖωήΟρθόδοξη πίστη

Πέτρος καὶ Παῦλος: ἀπόστολοι καὶ μάρτυρες τῆς Εὐρώπης (Ciobotea Daniel Μητροπoλίτης Μολδαβίας, Καθηγητής στὸ Πᾶν/μιο του Ἰασίου)

29 Ιουνίου 2023

Πέτρος καὶ Παῦλος: ἀπόστολοι καὶ μάρτυρες τῆς Εὐρώπης (Ciobotea Daniel Μητροπoλίτης Μολδαβίας, Καθηγητής στὸ Πᾶν/μιο του Ἰασίου)

Οἱ Ἅγιοι Πέτρος καὶ Παῦλος -δύο διαφορετικοὶ ἄνθρωποι, τοὺς ὁποίους τοὺς κάλεσε ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς γιὰ νὰ κηρύσσουν τὸ ἴδιο χαρμόσυνο μήνυμα τῆς ἀγάπης καὶ τῆς σωτηρίας.

Πρὶν συναντήσει τὸν Χριστόν, ὁ ὁποῖος τὸν ὀνόμασε Κηφὰ (πέτρα), ὁ Ἁγιος Πέτρος λεγόταν Σίμων. Γεννήθηκε στὴ Βηθσαϊδά της Γαλιλαίας. Ὁ πατέρας του λεγόταν Ἰωνάς. Εἶχε ἀδελφὸ τὸν Ἀνδρέα, τὸν πρωτόκλητο. Ὁ Ἀνδρέας παρουσίασε τὸν Πέτρο στὸν Ἰησοῦ ἀφοῦ πρῶτα τοῦ εἶχε πεῖ «Εὑρήκαμεν τὸν Μεσσίαν» (Ιω. 1,42). Ὁ Σίμων Πέτρος ἦταν ἔγγαμος καὶ ἀσχολοῦνταν μὲ τὴν ἁλιεία. Αὐτὴ ἡ ἀπασχόληση τὸν βοήθησε νὰ ἀντιμετωπίζει τὰ κύματα τῆς θαλάσσης, νὰ κοπιάζει, νὰ χαίρεται τίς ἐπιτυχίες τῆς δουλειᾶς καὶ νὰ ἀναλαμβάνει τίς ἀποτυχίες. Εἶχε δυναμικὸ χαρακτῆρα, ἦταν αὐθόρμητος καὶ μὲ πολὺ ζῆλο. Μιὰ μέρα συνάντησε τὸν Ἰησοῦ ἀπὸ τὴ Ναζαρέτ, ὁ ὁποῖος τοῦ ἄλλαξε τὴ ζωὴ καὶ ἀπὸ κανονικὸ ἁλιέα τὸν ἔκανε «ἁλιέα ἀνθρώπων», δηλαδὴ ἀπόστολο μὲ σκοπὸ νὰ μαζεύει ἀνθρώπους γιὰ τὴ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν, τὴν ὁποίαν τὴν κήρυττε ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Βαπτιστὴς καὶ μετὰ ὁ Ἰησοῦς, λέγοντας «Μετανοεῖτε, ἤγγικε γὰρ ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν» (Μάτθ. 4,7). Τὴν ἰουδαϊκὴ πίστη -κληρονομιὰ ἀπὸ τὴν οἰκογένειά του-  τὴν καλλιέργησε στὴ συναγωγή, μέσα σ’ ἕνα ἰουδαϊκὸ καὶ ἐλαφρὰ ἑλληνιστικὸ περιβάλλον τῆς Γαλιλαίας, ὅπου συνυπῆρχαν διαφορετικὲς φυλές. Καὶ ὅμως, ὁ Σίμων Πέτρος ὑπῆρχε ἁπλὸς ἄνθρωπος, δὲν μιλοῦσε ἑλληνικά, γι’ αὐτὸ μετὰ στὴν ἀποστολή του εἶχε βοηθὸ τὸν μαθητή του, τὸν Ἰωάννη Μάρκο, ὁ ὁποῖος μετέφραζε γι’ αὐτὸν ἀπὸ τὰ ἑβραϊκὰ στὰ ἑλληνικά.

Ὁ Ἅγιος Παῦλος ὀνομαζόταν στὴν ἀρχὴ Σαῦλος. Γεννήθηκε στὴ Ταρσὸ τῆς Κιλικίας (σημερινὴ Τουρκία), στὴ διασπορά, σὰν τέκνο Ἑβραίων ἐξορισμένων ἀπὸ τοὺς Ρωμαίους. Ὑπῆρξε ἄνθρωπος μὲ βαθιὰ θεολογικὴ μόρφωση τὴν ὁποία τὴν ἀπέκτησε στὴν Ταρσὸ καὶ στὴν Ἱερουσαλήμ. Ἦταν Ρωμαῖος πολίτης, δηλαδὴ ἦταν ἕνας διεθνής. Μιλοῦσε ἑλληνικά, σὰν μαθητὴς τοῦ διδασκάλου Γαμαλιήλ, ἑνὸς θεολόγου τοῦ Νόμου του Μωϋσὴ καὶ εἶχε πολὺ ζῆλο. Ἦταν σύγχρονος τοῦ Ἰησοῦ, ἀλλὰ δὲν τὸν εἶχε συναντήσει ὅσο ὁ Ἰησοῦς ζοῦσε στὴ γῆ. Ἀπὸ ζῆλο γιὰ τὴν ἰουδαϊκὴ παράδοση καταδίωκε τὴν καινούργια κοινότητα τῶν μαθητῶν τοῦ Ἰησοῦ. Ὅμως, ἐνῶ κατεδίωκε τοὺς χριστιανοὺς στὴ Συρία, κοντὰ στὴ Δαμασκό, συναντήθηκε μὲ τὸν Ἰησοῦ ποὺ εἶναι ζωντανὸς στοὺς οὐρανούς, μέσα σ’ ἕνα ἀπρόσιτο φῶς, ὁ ὁποῖος τὸν ρώτησε «Σαούλ, Σαούλ, τί μὲ διώκεις;» (Πρ. 9,4). Τότε κατάλαβε ὅτι ὁ Ἰησοῦς ἀπὸ τὴ Ναζαρὲτ εἶναι ζωντανὸς καὶ εἶναι ὁ ἀληθινὸς Μεσσίας. Τότε ἔμαθε ὅτι ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ὁ ἐπί κεφαλῆς τῆς Ἐκκλησίας, εἶναι ἀχωρίστως συνδεδεμένος μὲ τὴν Ἐκκλησία -τὸ Σῶμα Του. Ὁ Σαῦλος χτυποῦσε τοὺς χριστιανούς, ἀλλὰ ὁ Χριστὸς αἰσθανόταν τὸν πόνο τους, ἐπειδὴ ἡ ζωή τους ἦταν ἡ δικιὰ Του ζωὴ καὶ ἡ ζωὴ Του ἦταν ἡ ζωή τους. Μετὰ ὁ Σαῦλος, ὁ διώκτης, ἀφοῦ προσηλυτίστηκε καὶ βαπτίστηκε, γίνεται ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, ὁ πιὸ ζηλωτὴς ἱεραπόστολος τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς Ἐκκλησίας Του.

Διαφορετικοὶ ὅσον ἀφορᾶ τὸν τόπο γεννήσεως καὶ τὸν πολιτισμό, τὴ μόρφωση, οἱ Ἅγιοι Πέτρος καὶ Παῦλος κλήθηκαν νὰ γίνουν ἀπόστολοι πάλι μὲ διαφορετικὸ τρόπο καὶ δέχτηκαν ἀπὸ τὸν Χριστὸ καὶ ἀπὸ τίς Ἐκκλησίες διαφορετικὲς ἀποστολὲς: ὁ Ἅγιος Πέτρος νὰ κηρύσσει τὸ Εὐαγγέλιο στοὺς Ἰουδαίους καὶ ὁ Ἅγιος Παῦλος στὰ ἔθνη. Ὁ Ἅγιος Πέτρος εἶναι ἕνας ἀπὸ τοὺς 12 Ἀποστόλους, ὁ Ἅγιος Παῦλος εἶναι ὁ 13ος. Στὸ σχέδιο Του γιὰ τὴν σωτηρία τοῦ κόσμου ὁ Χριστὸς προτιμάει κάθε ἄνθρωπο. Ὁ Ἅγιος Ἀνδρέας εἶναι ὁ πρωτόκλητος, ὁ Ἅγιος Πέτρος εἶναι ὁ πρῶτος στὶς λίστες, ὁ Ἅγιος Ἰωάννης εἶναι ὁ πιὸ ἀγαπημένος μαθητής, ὁ Ἅγιος Παῦλος ἂν καὶ ὁ τελευταῖος ποὺ κλήθηκε, γίνεται πρῶτος ἐκ πλευρᾶς τοῦ ἱεραποστολικοῦ ζήλου. Μὲ κάθε πρόσωπο καὶ μὲ κάθε λαό, ὁ Χριστὸς ἔχει στὴν ἀγάπη Του μιὰ προτιμητέα καὶ μοναδικὴ σχέση, ἐπειδὴ Αὐτὸς προσφέρεται ἐντελῶς σ’ ὅλους αὐτοὺς ποὺ πιστεύουν σ’ Αὐτὸν καὶ τὸν ἀγαπᾶνε.

Τί ἔχουν κοινὸ οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι Πέτρος καὶ Παῦλος; Τὸ οὐσιαστικὸ καὶ τὴν πληρότητα, δηλαδὴ τὴ ζεστὴ πίστη στὸ Χριστὸ καὶ τὴ ζωντανὴ κοινωνία μὲ Αὐτόν. Ὁ Ἅγιος Πέτρος ὁμολόγησε τὴ θεότητα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ: «Σὺ εἶ ὁ Χριστὸς ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος» (Μάτθ. 16,16), καὶ ὁ Ἅγιος Παῦλος ὁμολόγησε ὅτι στὸν Χριστὸ «κατοικεῖ πᾶν τὸ πλήρωμα τῆς θεότητος» (Κόλ. 2,9) καὶ μυστικῶς, ἡ χριστιανικὴ πίστη εἶναι τὸ μυστήριο τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος «ἐφανερώθη ἐν σαρκί, ἐδικαιώθη ἐν Πνεύματι, ὤφθη ἀγγέλοις, ἐκηρύχθη ἐν ἔθνεσιν, ἐπιστεύθη ἐν κόσμῳ, ἀνελήφθη ἐν δόξῃ» (Α’ Τίμ. 3,16). Καὶ οἱ δύο Ἀπόστολοι εἶχαν μιὰ δυνατὴ ἐμπειρία τῆς μετάνοιας καὶ τῆς ἀλλαγῆς: ὁ Πέτρος ἀρνήθηκε τὸν Χριστὸ τρεῖς φορές, ὕστερα ἔκλαυσε πικρῶς (Λκ. 22, 62) καὶ ἀγάπησε τὸν Χριστὸ μέχρι τὸ μαρτυρικὸ θάνατό του, ἐνῶ ὁ Παῦλος ἐδίωκε τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, ὕστερα μετανόησε γι’ αὐτὸ σὲ ὅλη του τὴ ζωὴ καὶ ἐργάστηκε γιὰ νὰ πλένει τὸ σφάλμα του στὴν Ἐκκλησία καὶ γιὰ τὴν Ἐκκλησία, περισσότερο ἀπὸ κάθε ἄλλο ἄνθρωπο.

Οἱ Ἅγιοι Πέτρος καὶ Παῦλος, ἔχουν κοινὴ καὶ τὴν δυνατή τους ἀγάπη γιὰ τὸν Χριστὸ καὶ τὴν Ἐκκλησία Του. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι θεμελιωμένη ἐπάνω στὴν πέτρα τῆς ὁμολογουμένης ἀπὸ τὸν Πέτρο πίστης, δηλαδὴ ἐπάνω στὴν ὁμολογία τῆς θεότητας τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ (Μθ. 16, 13-20). Γι’ αὐτὸ ὁ Ἅγιος Πέτρος ὁ ἴδιος ὁμολογεῖ ὅτι ὄχι αὐτός, ἀλλὰ ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ ἀκρογωνιαῖος λίθος ποὺ ἑνώνει, μέσα στὴν Ἐκκλησία, τοὺς Ἰουδαίους μὲ τοὺς ἄλλους λαοὺς τοῦ κόσμου: «πρὸς ὅν προσερχόμενοι, λίθον ζῶντα, ὑπὸ ἀνθρώπων μὲν ἀποδεδοκιμασμένον. Παρὰ δὲ Θεῶ ἐκλεκτόν, ἔντιμον καὶ αὐτοὶ ὡς λίθοι ζῶντες οἰκοδομεῖσθε, οἶκος πνευματικός, ἰεράτευμα ἅγιον, ἀνενέγκαι πνευματικὰς θυσίας εὐπρόσδεκτους τῷ Θεῷ διὰ Ἰησοῦ Χριστοῦ… ὑμεῖς δὲ γένος ἐκλεκτόν, βασίλειον ἰεράτευμα ἅγιον, λαὸς εἰς περιποίησιν, ὅπως τὰς ἀρετὰς ἐξαγγείλητε τοῦ ἐκ σκότους ὑμᾶς καλέσαντος εἰς τὸ θαυμαστὸν αὐτοῦ φῶς οἱ ποτὲ οὐ λαός, νῦν δὲ λαὸς Θεοῦ, οἱ οὐκ ἠλεημένοι, νῦν δὲ ἐλεηθέντες (Α’ Πέ. 22, 4-5, 9-10). Γι’ αὐτό, ὁ Ἅγιος Πέτρος ἀπαιτεῖ νὰ διατηρηθεῖ ἡ σωστὴ πίστη καὶ ἡ ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας, μὴ δίνοντας σημασία στὶς ψευδοπροφητεῖες: «Ἐγένετο δὲ καὶ ψευδοπροφῆται, ἐν τῷ λαῷ ὡς καὶ ἐν ὑμῖν ἔσονται ψευδοδιδάσκαλοι, οἵτινες παρεισάξουσιν αἱρέσεις ἀπωλείας, καὶ τὸν ἀγοράσαντα αὐτοὺς δεσπότην ἀρνούμενοι ἐπάγοντες ἑαυτοῖς ταχινὴν ἀπώλειαν…» (Β’ Πέ. 2,1-22).

Ὁ Ἅγιος Παῦλος, δείχνοντας τὴν ἀγάπη πρὸς τὸν Χριστὸ λέει: «τίς ἡμᾶς χωρίσει ἀπὸ τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ; θλῖψις ἢ στενοχωρία ἢ διωγμὸς ἢ λιμὸς ἢ γυμνότης ἢ κίνδυνος ἢ μάχαιρα; …πέπεισμαι γὰρ ὅτι οὔτε θάνατος οὔτε ζωὴ οὔτε ἄγγελοι οὔτε ἀρχαὶ οὔτε δυνάμεις οὔτε ἐνεστῶτα οὔτε μέλλοντα οὔτε ὕψωμα οὔτε βάθος οὔτε τίς κτίσις ἑτέρα δυνήσεται ἡμᾶς χωρίσαι ἀπὸ τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ τῆς ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ τῷ Κυρίω ἡμῶν». Καὶ σὲ ἄλλο σημεῖο ἐνδιαφέρεται γιὰ τὴν Ἐκκλησία στὸ ἱεραποστολικό του ἔργο: «χωρὶς τῶν παρεκτὸς ἡ ἐπισύστασίς μου ἡ καθ’ ἡμέραν, ἡ μέριμνα πασῶν των ἐκκλησιῶν» (Β’ Κόρ. 11, 28).

Οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι Πέτρος καὶ Παῦλος ἔχουν κοινὸ καὶ τὸ μαρτύριό τους στὴ Ρώμη, τὴν ἐποχὴ τῶν διωγμῶν τοῦ αὐτοκράτορα Νέρωνα ἐναντίον τῶν χριστιανῶν, τὸ ἔτος 67, τὸ ὁποῖο μαρτύριο γιορτάζεται στὴν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας κάθε 29 Ἰουνίου. Ἔτσι, αὐτοὶ μποροῦν νὰ ὀνομαστοῦν Ἀπόστολοι τῆς Εὐρώπης καὶ Μάρτυρες τῆς Εὐρώπης.

Τί ἀντιμετώπισαν αὐτοὶ στὴν Εὐρώπη τὴν ἐποχή τους;

Πρῶτον, μιὰ πολυθεϊστικὴ θρησκευτικότητα, εἰδωλολατρικὴ καὶ ἀσαφῆ, ἡ ὁποία συγχύζει τὸν Κτίστη καὶ τὴν κτίση (Ρώμ. 2,25) ἐξουδετερώνει τὴν ἐλευθερία καὶ μειώνει τὴν ἀξιοπρέπεια τοῦ ἀνθρώπου, πολλαπλασιάζοντας τίς μορφὲς τῆς πνευματικῆς καὶ κοινωνικῆς δουλείας.

Δεύτερον, ἀντιμετώπισαν τὴν αὐτάρκεια καὶ τὴν ὑπερηφάνεια τῆς ἑλληνορωμαϊκῆς φιλοσοφίας ἡ ὁποία δὲν μποροῦσε νὰ δεχθεῖ τὸν Σταυρὸ καὶ τὴν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, δηλαδὴ τὴν ταπεινὴ ἀγάπη τοῦ Παντοδύναμου καὶ τὴν Ἀνάσταση τοῦ σώματος, ἐπειδὴ ὁ θάνατος κρατοῦσε ὅλο τὸν ἀρχαῖο κόσμο σὲ μιὰ δουλεία τοῦ πνεύματος: «καὶ ἀπαλλάξη τούτους, ὅσοι θανάτου διὰ παντός του ζῆν ἔνοχοι ἦσαν δουλείας» (Ἐβρ. 2,15). Ἑπομένως, ἡ πίστη στὸν Θεό, ἡ ὁποία δὲν ταυτίζεται μὲ τὸν φθαρτὸ κόσμο καὶ νίκησε τὸν θάνατο, δὲν ἀποτελοῦσε τίποτα ἄλλο παρὰ τὴν ἐλευθερία τῶν ἀνθρώπων.

Τρίτον, αὐτοὶ ἀντιμετώπισαν τὴν αὐτάρκεια καὶ τὴν ἐχθρότητα τῆς αὐτοκρατορικῆς πολιτικῆς ἐξουσίας. Οἱ Ἅγιοι Πέτρος καὶ Παῦλος ἀπαιτοῦν στὶς ἐπιστολές τους σεβασμὸ στὴν αὐτοκρατορικὴ πολιτικὴ ἐξουσία καθὼς καὶ τὴ διοικητικὴ καὶ στρατιωτικὴ ἐξουσία. Ἐπιπλέον, τίς ὀνομάζουν ὑπηρέτες τοῦ κοινωνικοῦ καλοῦ καὶ ὄργανο ποὺ τιμωρεῖ τοὺς κακοποιοὺς (Α’ Πέτρου 2,13-14, Ρώμ. 13,1-13). Παρ’ ὅλα αὐτά, οἱ ἴδιοι δὲν ταύτιζαν τὴ ρωμαϊκὴ αὐτοκρατορία μὲ τὴ Βασιλεία τῶν οὐρανῶν καὶ τὸν αὐτοκράτορα μὲ τὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό, ὁ ὁποῖος εἶναι αἰωνίως ζωντανός. Γι’ αὐτὸ ἔχουν ὑποφέρει γιὰ τὸν Χριστὸ μέχρι τὸν θάνατο. Οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι Πέτρος καὶ Παῦλος εἶναι γιὰ μᾶς διδάσκαλοι τῆς πίστεως, παραδείγματα ἱεραποστόλων καὶ πρεσβευτὲς γιὰ τὴ ζωὴ καὶ τὴν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας. Διὰ τῆς ζωῆς, τῶν πράξεων καὶ τῶν συγγραμμάτων τους, μᾶς διδάσκουν νὰ ἀγαπᾶμε τον Χριστό, τὸ Εὐαγγέλιο καὶ τὴν Ἐκκλησία Του, νὰ δουλεύουμε γιὰ τὴ θεραπεία καὶ τὴ σωτηρία ὅλων τῶν ἀνθρώπων χωρὶς διάκριση ὅσον ἀφορᾶ τὴ φυλὴ καὶ τὸ φῦλο, τὸ ἔθνος καὶ τὴν κοινωνικὴ τάξη. Αὐτοὶ εἶναι γιὰ μᾶς διδάσκαλοι τῆς συμφιλίωσης, τῆς συγχώρησης, τῆς ἑνότητας καὶ τῆς ἁγιότητας. Μᾶς διδάσκουν νὰ προσευχόμαστε ἀδιαλείπτως, νὰ πράττουμε συνεχῶς καλὰ ἔργα καὶ νὰ μὴν βασιστοῦμε ποτὲ στὸν ἑαυτό μας, ἀλλὰ στὴ χάρη τοῦ Θεοῦ του ζῶντος, ὁ ὁποῖος φανερώθηκε στὸ πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Στὴν ὀρθόδοξη εἰκονογραφία, οἱ Ἅγιοι Πέτρος καὶ Παῦλος, ὁ πρῶτος καὶ ὁ τελευταῖος τῶν Ἀποστόλων, συμβολίζουν τὴν κοινωνία τοῦ Ἰσραὴλ (Πέτρος) μὲ ὅλους τους λαοὺς τοῦ κόσμου (Παῦλος). Τὰ κλειδιὰ τοῦ Ἁγίου Πέτρου συμβολίζουν τὴ μετάνοια καὶ τὴ συγχώρηση, τὴν ταπεινοφροσύνη καὶ τὴν ἀγάπη ποὺ διευκολύνουν τὴν εἴσοδο στὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Τὸ σπαθὶ τοῦ Ἁγίου Παύλου συμβολίζει τὴ δύναμη τοῦ πνευματικοῦ λόγου ποὺ διακρίνει μεταξὺ αἱρέσεως καὶ ἀληθείας, ἐγωισμοῦ καὶ ἀγάπης, θανάτου και ζωῆς.

Ἂς ἱκετεύουμε τοὺς Ἁγίους Πέτρο καὶ Παῦλο, κορυφαίους των Ἀποστόλων, νὰ μᾶς βοηθοῦν νὰ εἴμαστε καὶ ἐμεῖς ζηλωτὲς ἱεραπόστολοι τῆς σημερινῆς Εὐρώπης, ὅπως ὑπῆρξαν αὐτοί, ἱεραπόστολοι τῆς Εὐρώπης τῆς ἐποχῆς τους, γιὰ νὰ μποροῦμε νὰ λέμε σ’ ὅλες τίς Ἐκκλησίες τῆς Εὐρώπης: «Χαίρετε ἐν Κυρίω πάντοτε, πάλιν ἐρῶ χαίρετε» (Φιλιπ. 4,4).

Πηγή: agiazoni.gr