Ἡ μάννα τοῦ ξενιτεμένου
19 Μαΐου 2022
“Σ’ ἀφήνω γειά, μαννούλα μου, σ’ ἀφήνω γειά, πατέρα,
ἔχετε γειά, ἀδερφάκια μου καὶ σεῖς ξαδερφοπούλαις.
Θὰ φύγω, θὰ ξενιτευτῶ, θὰ πάω μακριὰ ‘ς τὰ ξένα.
Θὰ φύγω, μάννα, καὶ θὰ ρτῶ καὶ μὴν πολυλυπειέσαι.
Ἀπὸ τὰ ξένα ποὺ βρεθῶ, μηνύματά σοῦ στέλνω
μὲ τὴ δροσιὰ τῆς ἄνοιξης, τὴν πάχνη τοῦ χειμώνα,
καὶ μὲ ταστέρια τουρανοϋ, τὰ ρόδα τοῦ Μαΐου.
Θανά σοῦ στέλνω μάλαμα, θανά σοῦ στέλνω ἀσήμι,
θανά σοῦ στέλνω πράματα, π’ οὐδὲ τὰ συλλογειέσαι.
-Παιδί μου, πάαινε ‘ς τὸ καλὸ κι’ ὅλοι οἱ ἁγιοὶ κοντά σου,
καὶ τῆς μαννούλας σου ἡ εὐχὴ νὰ εἶναι γιὰ φυλαχτό σου,
νὰ μὴ σὲ πιάνει βάσκαμα καὶ τὸ κακὸ τὸ μάτι.
Θυμήσου μέ, παιδάκι μου, κ’ ἐμὲ καὶ τὰ παιδιά μου,
μὴ σὲ πλανέση ἡ ξενιτειὰ καὶ μᾶς ἀλησμονήσης.
-Κάλλιο, μαννοϋλα μοῦ γλυκεία, κάλλιο νὰ σκάσω πρῶτα,
παρὰ νὰ μὴ σᾶς θυμηθῶ ‘ς τὰ ἔρημα τὰ ξένα.”
Δώδεκα χρόνοι ἀπέρασαν καὶ δεκαπέντε μῆνες,
καράβια δὲν τὸν εἴδανε, ναύταις δὲν τόνε ξέρουν.
Πρῶτο φιλὶ ἀναστέναξε, δεύτερο τὸν πλανάει,
τρίτο φιλὶ φαρμακερὸ τὴ μάννα ἀλησμονάει.
Πηγή: agiazoni.gr