Θαύματα και θαυμαστά γεγονότα

Αυτή είναι! Αυτήν είδαμε!

21 Ιουνίου 2010

Αυτή είναι! Αυτήν είδαμε!

Η ΠΑΝΑΓΙΑ

Η Παναγία είναι ο μεγαλύτερος ευεργέτης όλου του ανθρώπινου γένους. Μας έκαμε την μεγαλύτερη ευεργεσία. Γιατί χάρις στην δική της αρετή επισκέφθηκε τη γη ο Ύψιστος Θεός και έγινε άνθρωπος στην άχραντη κοιλία της. Και έτσι σώθηκε ο κόσμος. Υπάρχει άλλη ευεργεσία πιο μεγάλη από αυτή; Μας έφερε τον Σωτήρα και Λυτρωτή. Γι’ αυτό ονομάζεται “ευεργέτης”. Γιατί κανείς δεν μας ευεργέτησε τόσο, όσο η αγία Μητέρα του Χριστού.

Και εμείς το ξέρομε. Μας το είπαν οι απόστολοι. Μας το κήρυξαν οι άγιοι πατέρες. Μας το υπενθυμίζουν κάθε ήμερα οι κληρικοί μας στις εκκλησίες μας. Και καταφεύγουμε σ’ Αυτήν με πίστη.

 Και ψάλλομε:
“Τη Θεοτόκω εκτενώς νυν προσδράμωμεν, αμαρτωλοί και ταπεινοί, και προσπέσωμεν εν μετάνοια· κράζοντες εκ βάθους ψυχής: Δέσποινα, βοήθησον, εφ’ ημίν σπλαγχνισθείσα”.

• Παναγία μου! φωνάζει η πονεμένη μάνα στο προσκέφαλο του άρρωστου παιδιού της.

• Παναγία μου! φωνάζει ο ναύτης στην αγριεμένη θάλασσα.

• Παναγία μου! παρακάλεσε ο Κολοκοτρώνης, όταν κινδύνευε ή Ελλάδα από τον Δράμαλη.

• Παναγία μου! φωνάζει η κοπέλα.

• Παναγία μου! κλαίει η χήρα.

• Παναγία μου! ακούς από παντού: από καλύβες και μέγαρα, από τρώγλες και ανάκτορα.

Ας θυμηθούμε μια αληθινή ιστορία.

Ένα καράβι ταξίδευε στο πέλαγος. Και το έπιασε φοβερή τρικυμία. Φόβος παγερός είχε καταλάβει καπετάνιο και πλήρωμα. Δεν ήταν η σημερινή εποχή. Τότε τα καράβια ήταν ξύλινα. Και με πανιά! Και το παλιοκάραβο είχε αρχίσει να μπάζει νερά. Η τρόμπα δούλευε αδιάκοπα. Μα δεν πρόφθανε! Και το καράβι είχε αρχίσει να βουλιάζει. Αν το καράβι χανόταν, τί να τους έκαναν οι βαρκούλες του και τα σωσίβια; Ένοιωσαν όλοι, πως κάθε ελπίδα είχε χαθεί. Και τότε έστρεψαν τον νου στην Παναγία, που είναι: “ελπίς απηλπισμένων”.
– Φτάσε, Παναγία Μυρτιδιώτισσα, Προστάτρια και Σκέπη του νησιού μας. Σώσε μας. Λυπήσου τα παιδιά μας και τους γέροντες γονείς μας, που μας περιμένουν!…

Λίγο ήθελε ακόμη το καράβι να βουλιάξει. Μα ξαφνικά φάνηκε ανάμεσα τους μια ολόφωτη γυναίκα: Και τους είπε:

• Ήρθα! Μη φοβείσθε! Το καράβι σας θα σωθεί!

Και βούτηξε μέσα στην θάλασσα με ένα σφουγγάρι στο χέρι και έκλεισε την τρύπα που είχε ανοίξει στο σκάφος!

Σε λίγα λεπτά, το καράβι συνέχιζε ήσυχο το δρόμο του.
Στο πρώτο λιμάνι επήγαν το σκάφος για επισκευή. Και τι θαύμα είδαν! Είδαν την τρύπα, που είχε ανοίξει στο σκάφος, βουλωμένη με το σφουγγάρι που κρατούσε στα χέρια της η Παναγία, όταν φάνηκε στο καράβι τους! Όλος ο κόσμος το είδε αυτό το θαύμα.

Γεμάτος συγκίνηση ο καπετάνιος αγόρασε κερί καθαρό και έφτιαξε μια λαμπάδα σαν το κατάρτι του καραβιού. Επήρε και το σφουγγάρι της Παναγίας σε ένα κουτί. Έφτιαξε και ένα ασημένιο καραβάκι. Και γύρισε στην πατρίδα του, τη Χίο. Και τα πήγε στο Μοναστήρι της Παναγίας της Μυρτιδιώτισσας. Και όταν επήγε να προσκυνήσει την θαυματουργή της εικόνα, φώναξε γεμάτος συγκίνηση:
– Αυτή είναι! Αυτήν είδαμε! Παναγία μου! Παναγία μου!…

Γονάτισαν όλοι μπροστά στην Παναγία. Έκαμαν με ευλάβεια τον Σταυρό τους. Την ευχαρίστησαν από τα βάθη της ψυχής τους. Και της πρόσφεραν τα μικρά τους δώρα, που σώζονται μέχρι σήμερα.

Μα μόνο σε εκείνους εφάνη καλή η Παναγία; Όχι. Για όλους τρέχει και για όλους φροντίζει. Ένα τροπάριο της Εκκλησίας μας λέει:

“Ουδείς προστρέχων επί Σοι, κατησχυμένος από Σου εκπορεύεται, Αγνή Παρθένε Θεοτόκε. Αλλ’ αιτείται την χάριν και λαμβάνει το δώρημα προς το συμφέρον της αιτήσεως”.

Αν λοιπόν καμιά φορά έχουμε την αίσθηση ότι δεν μας ακούει, ας διερωτόμαστε: Μήπως δεν είναι συμφέρον μας, να λάβουμε το δώρημα, αυτό που ζητήσαμε;

Ας την παρακαλέσουμε και εμείς.

• Παναγία Θεοτόκε Παρθένε, εμείς σήμερα κινδυνεύομε από χειρότερο κίνδυνο. Οι ηθικές αξίες έπεσαν. Η κοινωνία διαλύεται. Η νεολαία χάνεται. Οι οικογένειες έπαψαν να είναι εστίες αρετής και ευσέβειας. Το έθνος μας καταρρέει.

• Έλα, Παναγία Μητέρα μας! Φτάσε! Φρονημάτισε τον λαό μας και τους άρχοντες. Μαλάκωσε τις καρδιές μας. Δώσε μας πίστη και ευσέβεια. Δώσε μας μετάνοια και επιστροφή. Οδήγησε μας στον Υιό και Θεό Σου.

• Πρέσβευε, Δέσποινα, υπέρ ημών των αχρείων δούλων Σου!

Σμίξε τα δύο χέρια Σου, μπρος στ’ Άγιο παιδί Σου,

και παρακαλεί, Δέσποινα, ακόμη και για μένα.

Ας ψιθυρίσει έλεος η σπλαχνική φωνή Σου,

κι ας δεηθούν τα χείλη Σου για σπλάχνα πονεμένα.

Εσένα, Παναγία μου, Εσένα έχω μόνο,

εις την ελπίδα, στ’ όνειρο, εις την χαρά, τον πόνο.

Άλλοι σε κράζουν έλεος, ελπίδα ο θλιμμένος,

Βασίλισσα της Εκκλησιάς σε κράζει η καμπάνα,

ελεημοσύνη ο πτωχός, νερό ο διψασμένος,

μα η καρδιά μου Δέσποινα, αυτή σε κράζει Μάνα!

(«Θύρα Ελέους», Έκδ. Ι. Μ. Νικοπόλεως)