Ο Όσιος Εφραίμ ο Σύρος
28 Ιανουαρίου 2024
Ο Όσιος Εφραίμ καταγόταν από την Ανατολή και γεννήθηκε στην πόλη Νίσιβη της Μεσοποταμίας πιθανώς το 308 μ.Χ. ή και ενωρίτερα. Ήκμασε επί Μεγάλου Κωνσταντίνου (324-337 μ.Χ.), Ιουλιανού του Παραβάτου (361-363 μ.Χ.) και των διαδόχων αυτού. Από την μικρή του ηλικία διδάχθηκε την πίστη και την αρετή από τον Επίσκοπο της γενέτειράς του Ιάκωβο (309-364 μ.Χ.), ο οποίος και τον χειροτόνησε διάκονο, αλλά ο Όσιος αρνήθηκε να λάβει μεγαλύτερο αξίωμα. Ακολούθησε πολύ νωρίς τον μοναχικό βίο και με το φωτισμό του Παρακλήτου έγραψε πάρα πολλά συγγράμματα πνευματικής και ηθικής οικοδομής. Γι’ αυτό και θαυμάζεται για το πλήθος και το κάλλος των έργων του. Γνώστης ακριβής όλων των δογματικών θεμάτων, ήξερε να καταπολεμά τις αιρέσεις και να υπερασπίζει με θαυμάσια σαφήνεια την Ορθοδοξία. Ήταν εκείνος που κατατρόπωσε σε διάλογο τον αιρετικό Απολλινάριο και οδήγησε πολλούς αιρετικούς να επιστρέψουν στην πατρώα ευσέβεια.Όταν, διά της συνθήκης του έτους 363 μ.Χ., που υπέγραψε ο διάδοχος του Ιουλιανού του Παραβάτου, Ιοβιανός (363-364 μ.Χ.), η Νίσιβης παραδόθηκε στους Πέρσες, ο Όσιος Εφραίμ εγκατέλειψε την πατρίδα του και ήλθε στην …Έδεσσα, όπου ασκήτεψε σε παρακείμενο όρος. Το έτος 370 μ.Χ. επισκέφθηκε τον Μέγα Βασίλειο στην Καισάρεια της Καππαδοκίας και λίγο αργότερα τους Πατέρες και Ασκητές της Αιγύπτου.
Ο Όσιος Εφραίμ κοιμήθηκε με ειρήνη το έτος 373 μ.Χ. και η Σύναξή του ετελείτο στο Μαρτύριο της Αγίας Ακυλίνας, στην περιοχή Φιλοξένου, κοντά στην αγορά.
Απολυτίκιο. Ήχος γ’. Θείας πίστεως.
Ρείθρον άυλον, εν τη ψυχή σου, τον ζωήρρυτον, πλουτήσας φόβον, κατανύξεως κρατήρ αναδέδειξαι, όθεν ημάς προς ηθών τελειότητα, τοις ιεροίς σου ρυθμίζεις διδάγμασιν. Εφραίμ Όσιε, Χριστόν τον Θεόν ικέτευε, δωρήσασθαι ημίν το μέγα έλεος.
Κοντάκιον. Ήχος β’. Τα άνω ζητών.
Την ώραν αεί, προβλέπων της ετάσεως, εθρήνεις πικρώς, Εφραίμ ως φιλήσυχος, πρακτικός δε γέγονας, εν τοις έργοις διδάσκαλος Όσιε. Όθεν Πάτερ παγκόσμιε, ραθύμους εγείρεις προς μετάνοιαν.
ΛΟΓΟΣ ΠΕΡΙ ΜΕΤΑΝΟΙΑΣ
«Ας μην κυριευόμαστε λοιπόν από εκείνο το φόβο που έχει σχέση με τα πράγματα και τις καταστάσεις του μάταιου αυτού κόσμου. Να μην φοβόμαστε δηλαδή εκεί που δεν υπάρχει φόβος (Α΄ Ιωαν. 4:18). Γιατί ποιος ανθρώπινος φόβος μπορεί να συγκριθεί με το θείο φόβο; Και ποια φθαρτή ανθρώπινη δόξα μπορεί να συγκριθεί με την μεγαλοσύνη, την ανέκφραστη δύναμη και την άφθαρτη δόξα του Θεού;
Επειδή όμως μας παρασύρουν τα γήινα πράγματα, δεν μπορούμε, με τη δύναμη της πίστης και το φωτισμό της γνώσης, να προσηλώσουμε το νου μας στα αόρατα. Αν λοιπόν, έστω και μόνο από τη θέα των ορατών πραγμάτων οδηγούμαστε στην κατανόηση της ανέκφραστης δύναμης του άφθαρτου Θεού, ας σταθούμε ενώπιόν Του με δέος και άπειρο σεβασμό.
Ας γονατίσουμε λοιπόν ενώπιόν Του κι ας κλάψουμε (Ψαλμ. 94, 6) μπροστά στην αγαθότητά Του, μιλώντας απ’ την καρδιά μας και λέγοντας: «Εσύ Κύριε, είσαι ο Θεός μας και κανένας άλλος. Ενώπιόν Σου αμαρτήσαμε κι ενώπιόν Σου τώρα προσπίπτουμε. Αν Συ θελήσεις, να μας σώσεις Κύριε, κανένας δεν μπορεί ν’ αναχαιτίσει τούτη την απόφασή Σου και να Σε δυσκολέψει».
Ο Κύριος είναι εύσπλαχνος και αγαθός. Κι αν ακόμα εμείς παρασυρθήκαμε και αμαρτήσαμε από απερισκεψία, ας φροντίσουμε να θεραπευθούμε με την μετάνοια. Αν πάλι, ως άνθρωποι παρασυρθήκαμε από κάποιο πάθος, ας μην απελπιστούμε εντελώς, αλλά γνωρίζοντας Ποιος Θεός μας έχει προσκαλέσει και έχοντας συναίσθηση της κλήσης μας, ας ακούσουμε Εκείνον που λέει: «Μετανοείται, γιατί έφθασε η βασιλεία των ουρανών» (Ματθ. 4:17).
Δεν όρισε την μετάνοια σαν φάρμακο για κάποια μονάχα αμαρτήματα, αποκλείοντας κάποια άλλα. Για κάθε είδους τραύμα της αμαρτίας, για κάθε αμάρτημα πνευματικό, ο Μεγάλος Γιατρός των ψυχών μας, μας την έχει σαν φάρμακο χαρίσει.
Ας ξεριζώσουμε λοιπόν τις κακές συνήθειες της ψυχής μας. Αντί για τους καυστήρες ας μεταχειριστούμε το φόβο του Θεού, με τον οποίο θα μπορέσουμε να αντικρούσουμε όλες τις άστοχες επιθυμίες που φέρουν μέσα τους τα αγκάθια της αμαρτίας. Ας αντιταχθούμε με το συνετό λογισμό, σε αυτά που μας υπαγορεύουν οι φιλήδονοι λογισμοί, γιατί είναι γραμμένο: «Να γίνεσθε άγιοι, γιατί εγώ είμαι άγιος» (Α΄Πετρ. α΄ 16).
Έτσι, με τη Χάρη του Σωτήρα μας Θεού, θα επιτύχουμε την άφθαρτη ζωή. Ο Κύριος για την επιστροφή και την ειλικρινή μετάνοιά μας θα συγχωρέσει και θα παραγράψει τις αμαρτίες μας, γιατί είναι ελεήμων και εύσπλαχνος.
Κι αν κάποιος από εκείνους, που έχουν την εντύπωση πως έχουν κοπιάσει περισσότερο στην άσκηση και την αρετή, γογγύσει, για τη μεγάλη ευσπλαχνία του Δεσπότη Χριστού, -επειδή τάχα επειδή μπήκαμε στη δουλειά πολύ αργά, μας πληρώνει το ίδιο με τους πρώτους- θα δώσει για μας απολογία ο Ίδιος ο Κύριος και Δημιουργός και θα πει: «Φίλε, δεν σε αδικώ. Δεν έχεις μαζί μου συμφωνήσει να εργαστείς για ένα δηνάριο; Πάρε ό,τι έχουμε συμφωνήσει και πήγαινε στο καλό. Εγώ θέλω να δώσω σε τούτον που ήρθε τελευταίος στη δουλειά, ό,τι ακριβώς έδωσα και σε σένα του πρώτου» (Ματθ. 20: 13-14).
Ο Θεός είναι Εκείνος που κρίνει και δικαιώνει. Ποιος μπορεί να βγει μπροστά Του και να μας καταδικάσει; (Ρωμ. 8:34).
Σ’ αυτόν ανήκει η δόξα στους αιώνες. Αμήν».