Η ορθόδοξη πνευματικότητα κατά τους Πατέρες
23 Φεβρουαρίου 2010
“Οι εικόνα χρησιμοποιείται με άδεια από www.eikonografos.com“
Αυτό το θέμα είναι από τα δυσκολότερα που μπορεί ν’ αντιμετωπίσει ένας Χριστιανός, η ορθόδοξη πνευματικότης, και μάλιστα όταν αυτή θεωρείται από την γωνιά των πατέρων της Εκκλησίας οι οποίοι βίωσαν την ορθόδοξο πνευματικότητα και μας την παρέδωσαν ως καρπό της προσωπικής τους πείρας.
Εμείς γύρω από την ορθόδοξο πνευματικότητα έχουμε θεωρητικές γνώσεις. Οι Χριστιανοί της εποχής μας δεν κατορθώνουν να πείσουν τον εαυτό τους να είναι συνεπείς προς την πίστη τους, και πέραν της θεωρητικής γνώσεως να καταστήσουν την ορθόδοξο πνευματικότητα προσωπικό τους αγώνα και προσωπική τους εμπειρία. Σ’ αυτό το θέμα έχουμε άγνοια εμπειρική.
Αλλά επειδή δεν πρέπει ν΄ αποφεύγουμε να λέμε την αλήθεια, επειδή η αλήθεια είναι ζήτημα ζωής ή θανάτου για τον άνθρωπο θα μιλήσουμε γι’ αυτό το θέμα, όσο δύσκολο και κοπιαστικό και αν είναι.
Μιλάμε για την ορθόδοξο πνευματικότητα, γιατί έχουν και οι Παπικοί πνευματικότητα και οι Προτεστάντες και οι αλλόθρησκοι, καθώς και οι διανοούμενοι άνθρωποι έχουν την δική τους πνευματικότητα.
Η ορθόδοξος πνευματικότητα διαφέρει ριζικά προς όλες αυτές τις πνευματικότητες, με απαίτηση να τοποθετηθεί αυτή στην κορυφή κάθε πνευματικότητας. Στο βιβλίο της Γενέσεως στους πρώτους στίχους, συναντάμε ΄το τρίτο πρόσωπο της Αγίας Τριάδος, το Άγιο Πνεύμα. Ο Μωϋσής, μας λέει ότι στην αρχή του κόσμου «πνεύμα Θεού επεφέρετο επάνω του ύδατος» που κατακάλυπτε τότε την γη. Επομένως το Παράκλητο Πνεύμα συμμετείχε στην δημιουργία του κόσμου, όπως συμμετείχε και στην δημιουργία του ανθρώπου.
Η παρουσία του είχε έργο συγκεκριμένο, να ζωοποιήσει την νεκρή ύλη η οποία ήρθε από την ανυπαρξία στην ύπαρξη, άρχισε να υπάρχει αλλά κάποιο τμήμα αυτού του κτιστού κόσμου, δεν έπρεπε απλώς να υπάρχει έπρεπε και να ζει. Και αυτό που άρχισε να ζει με την ενέργεια του Αγίου Πνεύματος, είναι η ζωή επάνω στον πλανήτη σ΄ όλες της τις μορφές και προ παντός η ζωή του ανθρώπου. Οι πρώτοι άνθρωποι ενώθηκαν με το Άγιο Πνεύμα, πλουτίστηκαν και χαριτώθηκαν από το ΄Αγιο Πνεύμα, μέχρι την στιγμή που οι πρώτοι άνθρωποι με την θέλησή τους διέκοψαν την επαφή τους με το Άγιο Πνεύμα. Αυτή ήταν η πτώση του ανθρώπου, αυτή ήταν η ύβρις του ανθρώπου. Διότι προ της συγκεκριμένης παρακοής των πρωτοπλάστων, προκλήθηκε η κίνηση αυτή του ανθρώπου που θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ως κίνηση που αποκαλύπτει ότι οι πρώτοι εκείνοι άνθρωποι έπαψαν να πεινάνε και να διψάνε τον Θεό.
Να ενδιαφέρονται για μία συνειδητή προσωπική κοινωνία με τον Θεό. Και η κοινωνία αυτή διεκόπη, με όλες τις γνωστές συνέπειες της πτώσεως.
Και τότε το Πνεύμα απεσύρθη από τον άνθρωπο, αφού ο άνθρωπος το έδιωξε. Θα έλεγε κανείς ότι έμεινε κάπου πλησίον του ανθρώπου περιμένοντας τον άνθρωπο να το καλέσει να ξαναμπεί στη ζωή του.
Από το γεγονός της πτώσεως πέρασαν οι γνωστοί αιώνες και φθάνουμε στην εποχή του προφήτου Ιωήλ ο οποίος προφήτευσε τα εξής: «και έσται μετά ταύτα και εκχεώ από του πνεύματός μου επί πάσαν σάρκα και προφητεύσουσιν οι υιοί υμών και θυγατέρες υμών».
Προφητεύεται η επάνοδος του Αγίου Πνεύματος στην ζωή του ανθρώπου. Θα εκχυθεί επί πάσα σάρκα, διότι ο άνθρωπος με την πτώση του έπαψε να είναι πνευματοφόρος και έμεινε μία απλή σάρκα, μία βιολογική ύπαρξη σαρκικώς και με σαρκικές σκέψεις και διαθέσεις και έργα.
Τώρα εκχυνόμενο το Παράκλητο Πνεύμα επάνω στους ανθρώπους θα τους εμπλουτίσει και με πρώτο χάρισμα θα τους δώσει την ικανότητα προφητείας, την ικανότητα να γνωρίσουν την αλήθεια την οποία είχαν χάσει απ΄ το οπτικό τους πεδίο. Να ερμηνεύσουν με την βοήθειά του το παρελθόν, το παρόν και να προφητεύσει για το μέλλον. Αυτό που προφητεύτηκε πολλούς αιώνες προ Χριστού, πραγματοποιήθηκε την ημέρα της Πεντηκοστής. Λέει ο Λουκάς «Και εν τω συμπληρούσθαι την ημέρα της πεντηκοστής……και επλήσθησαν άπαντες Πνεύματος Αγίου» πλημμύρισαν από το Άγιο Πνεύμα.
Και όπως το Άγιο Πνεύμα κατά την δημιουργία επεφέρετο επάνω του ύδατος, σαν άνεμος και σαν μία αόρατος παρουσία του ακτίστου Αγίου Πνεύματος, έτσι και την ημέρα της Πεντηκοστής το αόρατο άκτιστο Πνεύμα εμφανίζεται «ώσπερ φερομένης πνοής βιαίας» σαν άνεμος όπως και τότε στη δημιουργία του κόσμου. Γιατί έρχεται ν’ αναπλάσει την ανθρωπότητα, εκείνη την ανθρωπότητα η οποία αφού πήρε τα δώρα του Θεού την στιγμή της δημιουργίας, τα κατασπατάλησε και έπρεπε τώρα να τα αναδημιουργήσει αυτά τα δώρα. Από την Πεντηκοστή το Άγιο Πνεύμα εγκατεστημένο και πάλι στον κόσμο μας μέσα στην Εκκλησία είναι πνεύμα ζωοποιόν. Αυτό είναι το έργο του, να δίνει ζωή.
Αυτό το Πνεύμα ανέστησε και τον Κύριό μας «είδε το Πνεύμα του εγείροντος Ιησού εκ νεκρών οικεί εν υμίν, ο εγείρας τον Χριστόν εκ νεκρών ζωοποιήσει και τα θνητά σώματα υμών δια το ενοικούν αυτού πνεύμα εν υμίν».
Έδωσε και πάλι ζωή στον Χριστό. Αυτός ο Χριστός που αναστήθηκε εκ νεκρών, τώρα θα ζωοποιήσει με την χάρη του Αγίου Πνεύματος και τα θνητά μας σώματα.
Άρα θα καταργήσει τον θάνατο. Έτσι από την Πεντηκοστή και δω η παρουσία του Αγίου Πνεύματος είναι ζήτημα ζωής και θανάτου για τον άνθρωπο. Ξαναδίνει ζωή και αν δεν αίρεται μ’ αυτήν του την ενέργεια ο προσωρινός θάνατος, είναι όμως βέβαιο ότι μέσω του θανάτου έχουμε τις εγγυήσεις της αναστάσεώς μας.
Αφού ήγειρε τον Χριστό θα εγείρει και μας που ανήκουμε στον Χριστό, εάν ανήκουμε στον Χριστό.
Το δώρο που έχουμε από το ΄Αγιο Πνεύμα, μας το λέει ο απόστολος Παύλος στην προς Ρωμαίους επιστολή του. (Η΄ 14) «όσοι γαρ Πνεύματι Θεού άγονται, ούτοι εισίν υιοί Θεού». Μας χαρίζει την ζωή, μας χαρίζει την ανάσταση, μας προσφέρει και την υιοθεσία. Και αυτό δεν είναι σχήμα λόγου. Εάν ο Χριστός είναι κατά φύση υιός του Θεού, εμείς είμαστε κατά χάρη.
Κληρονόμοι της βασιλείας του, συγκληρονόμοι με τον Χριστό. Είναι μία πραγματικότητα συγκλονιστική η υιοθεσία του ανθρώπου από τον Θεό, που δείχνει ότι η σχέση του Θεού προς τον άνθρωπο είναι σχέση Πατρός προς υιούς και υιών προς Πατέρα. Και δεν υπάρχει καλλίτερη σχέση απ΄ αυτήν. Διότι οι φιλόσοφοι και των άλλων θρησκειών οι άνθρωποι, φαντάσθηκαν τον Θεό σε μια μεγάλη απόσταση από τον άνθρωπο, ένα Θεό τρομερό και πολλές φορές αδυσώπητα αντίπαλο προς τον άνθρωπο. Αν ο Θεός είναι πατέρας και μας έχει υιοθετήσει, τότε ξέρουμε ποια είναι η διάθεση της καρδιά του απέναντί μας. Είναι καρδιά στοργική, πατρική με κατανόηση με πνεύμα προνοίας και φροντίδας για μας παντοτινή. Τότε δεν δικαιολογείται ο άνθρωπος να έχει φόβο μέσα στην ψυχή του για οτιδήποτε.
Γι’ αυτό το λόγο εμείς που λάβαμε πνεύμα υιοθεσίας με το Βάπτισμά μας, τον επικαλούμαστε «αββά ο Πατήρ». Τον φωνάζουμε Πατέρα για να δείξουμε την σχέση μας απέναντί του. Σαν υιοθετημένοι από τον Θεό έχουμε τώρα τον Θεό σαν πρότυπο της ζωής μας. Το ήθος του Θεού είναι και ήθος δικό μας.
Τώρα «περιπατούμε εν πνεύματι» όπως λέει ο απόστολος Παύλος, και μας προτρέπει να επιμείνουμε να ζούμε με το πνεύμα για να κατορθώσουμε το μεγάλο κατόρθωμα στο οποίο αποτυγχάνουν οι περισσότεροι άναθρωποι «πνεύματι περιπατείτε και επιθυμίαν σαρκός ου μη τελέσητε». Ένας πνευματοφόρος Χριστιανός, έχει εκ Πνεύματος Αγίου και με την καλή διάθεση, την δυνατότητα να νικήσει την επιθυμία της σαρκός.
Αυτήν την παγίδα στην οποία έχει πέσει το ανθρώπινο γένος μετά την πτώση. Διότι κατά την πτώση ο διάβολος έπληξε σ’ αυτό το σημείο κυρίως τον άνθρωπο. Την αδύνατη σάρκα και την επιστράτευσε εναντίον του Πνεύματός του.
Από που θα καταλάβουμε ότι έχουμε το Πνεύμα του Θεού μέσα μας; Μας το λέει ο απόστολος Παύλος.
Έχουμε το Πνεύμα του Θεού όταν καρπός του Πνεύματος είναι η αγάπη, η ειρήνη, η χαρά, μακροθυμία, χρηστότης, αγαθοσύνη, πίστη, πραότης, εγκράτεια. Αν αυτά τα στοιχεία υπάρχουν μέσα μας καθαρά και αναλλοίωτα, τότε έχουμε μέσα μας το Πνεύμα του Θεού. «Το Πνεύμα του Θεού οικεί εν ημίν. Ει Πνεύματι ζώμεν, Πνεύματι και στιχώμεν» ας ακολουθούμε τις υποδείξεις του Αγίου Πνεύματος.
Δείχνουμε ότι υπακούμε στα κελεύσματα του Αγίου Πνεύματος όταν δεν γινόμαστε κενόδοξοι «αλλήλους προκαλούμενοι, αλλήλους φθονούντες».
Η κενοδοξία, ο φθόνος, η αντιπαράθεση προς τους άλλους, είναι δείγμα απουσίας του Πνεύματος από την ζωή μας. Όλα αυτά αποτελούν στοιχεία από την Αγία Γραφή, και δεν είναι επινοήματα των πατέρων όσα λένε για την ορθόδοξη πνευματικότητα.
Αλλά πήραν τα στοιχεία ζωής από την Αγία Γραφή, την ζωή του Αγίου Πνεύματος την πήραν από τον λόγο του Θεού, την εγκολπώθηκαν και την έκαναν δική τους εμπειρία. Έτσι η ορθόδοξος πνευματικότητα στηρίζεται στο πνεύμα του Θεού που υπάρχει στην Αγία Γραφή, στους θεόπνευστους πατέρες που έγραψαν όσα υπάρχουν στην Αγία Γραφή και η πνευματικότητα των αγίων πατέρων είναι η πνευματικότητα των Αποστόλων. Είναι η πνευματικότητα που έζησε ο Χριστός και που μας έδειξε ο Χριστός. Επομένως το πνεύμα του Θεού δια των προφητών, των αποστόλων και των αγίων, μας καλεί ν’ ακολουθήσουμε την κατά Πνεύμα ζωή, αυτή την πολύ μεγάλη δωρεά του Θεού προς τον άνθρωπο. Να δεχθούμε αυτή τη ζωή σαν την κορυφαία πράξη της ζωής μας, σαν σωτήριο πράξη επικοινωνίας μας.
Επειδή είμαστε φτωχοί σε πνευματικότητα, δεν έχουμε γνώσεις ή εμπειρία επικαλούμαστε τους πατέρες να μας μιλήσουν. Ο Νικήτας Στηθάτος, ένας άγιος άνθρωπος που έζησε τον 11ο αιώνα, μέσα σε λίγες σελίδες έδωσε όλα τα στοιχεία της πνευματικότητας, σαν προσωπική του εμπειρία. Εμπειρία όμως παράλληλη με όλων των αγίων της εποχής του και προς αυτής. Λέει: «όπου υπάρχει έρως προς τον Θεόν και όπου υπάρχει η εργασία των πνευματικών πραγμάτων, όπου υπάρχει η προσπάθεια του ανθρώπου να μεταλάβει απρόσιτο φως του Θεού, εκεί σ’ αυτόν τον άνθρωπο υπάρχει η ειρήνη των δυνάμεων της ψυχής και η κάθαρση του νου και η ενοίκηση της Αγίας Τριάδος μέσα σ΄ αυτόν. Διότι ο Κύριος είπε, όποιος με αγαπά θα τηρήσει τον λόγο μου και ο Πατέρας μου θα τον αγαπήσει και θα έρθουμε σ’ αυτόν και θα κατοικήσουμε για πάντα μαζί του. Τρεις καταστάσεις του βίου υπάρχουν, η σαρκική, η ψυχική και η πνευματική. Η κάθε μία από αυτές έχει αντίστοιχη διάθεση και τρόπο ζωής που διαφέρει η μία από την άλλη. Η σαρκική κατάσταση του βίου καταγίνεται όλως διόλου στις ηδονές και απολαύσεις της παρούσας ζωής και δεν έχει κανένα κοινό με την ψυχική και την πνευματική κατάσταση, ούτε και είναι στο μεταίχμιο κακίας και αρετής και προσβλέπει μόνο στην φροντίδα και ευρωστία του σώματος και στον έπαινο των ανθρώπων. Αποφεύγει εξίσου και τους κόπους της αρετής και τις πράξεις της σάρκας. Δεν κλίνει ούτε στην αρετή ούτε στην κακία λόγω της αντιθέσεως που υπάρχει μεταξύ τους. Ο ψυχικός άνθρωπος δεν κλίνει προς την αρετή διότι είναι σκληρή και κοπιαστική. Δεν κλίνει προς την κακία για να μην χάσει τους επαίνους των ανθρώπων. Η πνευματική όμως κατάσταση του βίου, ούτε θέλει να έχει ούτε καταγίνεται με αυτά τα δύο δεινά, αλλά είναι τελείως ελεύθερη από την μία και την άλλη κατάσταση.
Με τα φτερά της αγάπης και της απαθείας πετάει πάνω και από τις δύο καταστάσεις των σαρκικών και ψυχικών ανθρώπων. Δεν κάνει κάτι το απαγορευμένο και αποφεύγει την παράληψη των καλών.
Εκείνοι που ζουν σαρκικώς κυριαρχούνται από τα φρονήματα της σάρκας και είναι ολότελα σάρκες.
Δεν είναι δυνατόν ν’ αρέσουν στον Θεό. Η Παλαιά Διαθήκη, μας λέει ότι ο κατακλυσμός έγινε όταν όλοι είχαν γίνει σάρκα. Είχαν καταντήσει σε μία τελείως ζωώδη κατάσταση. Οι σαρκικοί άνθρωποι καλύπτονται από τα νέφη των παθών τα οποία εμποδίζουν τις ακτίνες του φωτός και έτσι μένουν αφώτιστοι.
Αυτό το βλέπουμε στους ανθρώπους της εποχής μας. Τους μιλάς και αυτοί δεν καταλαβαίνουν. Επειδή είναι ανάπηρες οι αισθήσεις τους δεν μπορούν ν’ ανυψωθούν προς τον Θεό και να δουν το φως της όντως αληθούς ζωής.
Δεν μπορούν να υψωθούν πάνω από την ταπεινότητα των ορατών πραγμάτων, αλλά σαν να έγιναν κτήνη διατηρώντας μόνο την απλή αίσθηση του κόσμου, δεσμεύουν το αξίωμα του λογικού στα αισθητά και τα ανθρώπινα πράγματα.
Και αφιερώνουν όλες τις δυνάμεις τους για τα ορατά και μάχονται γι’ αυτά μεταξύ τους και καμιά φορά δίνουν για χάρη τους και την ζωή τους. Είναι προσηλωμένοι στα χρώματα, στην δόξα, στις ηδονές της σάρκας και όταν δεν πετυχαίνουν το θεωρούν μεγάλη ζημιά. «Δεν θα μείνει το πνεύμα μου σ’ αυτούς τους ανθρώπους διότι είναι σάρκες» είπε ο Θεός.
Εκείνοι που ζουν ψυχικώς και γι΄ αυτό ονομάζονται ψυχικοί, είναι μισοανόητοι και σαν να έχουν παράλυτα τα μέλη τους. Δεν προθυμοποιούνται ποτέ να κοπιάσουν προς χάρη της αρετής και της εντολής του Θεού. Αποφεύγουν τις αξιοκατάκριτες πράξεις για να λάβουν τιμές από τους ανθρώπους.
Υποδουλωμένοι στην φιλαυτία η οποία τρέφει όλα τα πάθη δεν παραλείπουν καμία φροντίδα για την υγεία και τις απολαύσεις της σάρκας.
Αποφεύγουν κάθε θλίψη και κόπο και κοποπάθεια προς χάρη της αρετής. Περιποιούνται πέραν του πρέποντος το πολέμιο σώμα. Ζώντας με αυτό τον τρόπο ο νους τους γίνεται καθ’ ολοκληρία γη, καθώς παχύνεται από τα πάθη και δεν μπορούν ν’ ανεχθούν τα νοητά και θεία πράγματα.
Αυτό το παθαίνουν διότι κατέχονται ακόμα από το υλιστικό πνεύμα καθώς αγαπούν την ζωή τους και προτιμούν να εκτελούν τα υλικά τους εμπαθή θελήματα. Επειδή είναι άδειοι από την χάρη του Αγίου Πνεύματος. Γι’ αυτό ούτε είναι δυνατόν να δει κανείς σ’ αυτούς, θεϊκό καρπό, δηλαδή αγάπη προς τον Θεό και τον πλησίον, ή χαρά στις θλίψεις και την πτωχεία ή ειρήνη ψυχής, ή βαθειά πίστη, ή εγκράτεια, κατάνυξη, δάκρυα, ταπείνωση και συμπάθεια. Όλα σ’ αυτούς είναι γεμάτα έπαρση και υπερηφάνεια, γι’ αυτό δεν μπορούν μόνοι τους να εμβαθύνουν στα άδυτα του πνεύματος.
Δεν έχουν κανένα φως μέσα τους που να φωτίζει τον νου τους για να κατανοήσουν τις Γραφές. Αλλά ούτε και ανέχονται να τ΄ ακούνε από άλλους.
Δικαίως, λοιπόν, γι’ αυτούς είπε ότι άνθρωπος ψυχικός δεν δέχεται τα του πνεύματος του Θεού, αφού γι΄ αυτόν είναι μωρία και εν γνωρίζει ότι ο νόμος είναι πνευματικός και επομένως κατανοείται μόνο με την βοήθεια του πνεύματος, λέει ο απόστολος Παύλος.
Εκείνοι που ζουν εναρμονισμένοι με το Άγιο Πνεύμα και έχουν αναλάβει αποκλειστικώς την πνευματική ζωή, είναι ευάρεστοι στον Θεό, αφιερωμένοι σ’ Αυτόν διότι πάντοτε με τους κόπους τους καθορίζουν τις ψυχές τους, τηρούν τις εντολές του Κυρίου, και χύνουν το αίμα τους για την αγάπη Του. Καθορίζουν την σάρκα με νηστείες και αγρυπνίες, νεκρώνουν τα μέλη τους με κακοπάθειες, με προσευχή και μελέτη, γεμίζουν με φως τον νου τους. Με την απάρνηση των θελημάτων τους αποδεσμεύουν τις ψυχές τους από τις εμπαθείς κλίσεις του σώματος. Ενώνονται ολόκληροι μόνο με το Πνεύμα.
Γι΄ αυτό δικαίως όχι μόνο αναγνωρίζονται ως πνευματικοί, αλλά και έτσι ονομάζονται. Φθάνοντας σε μεγάλα ύψη απάθειας και αγάπης, παίρνουν φτερά προς θεωρία της κτίσεως και από εκεί δέχονται την γνώση της κτίσεως η οποία είναι κρυμμένη στον Θεό. Και δίνεται μόνο σ’ εκείνους οι οποίοι υπερέβησαν την ταπεινότητα του σώματος.
Επομένως η φοίτηση στην ζωή του Αγίου Πνεύματος, η ένωση με το Άγιο Πνεύμα είναι χορηγός όλων αυτών των ιδιοτήτων που αρχίζουν να μας αποκαλύπτονται.
Ο άνθρωπος φωτισμένος από το Άγιο Πνεύμα αρχίζει να βλέπει διαφορετικά το μυστήριο του Θεού, το μυστήριο του κόσμου και το μυστήριο του ανθρώπου.
Βαθαίνει σε γνώση με στα τρία αυτά μεγάλα μυστήρια. Αφού υπερβούν την αίσθηση του κόσμου οι πνευματικοί άνθρωποι και φθάσουν με φωτεινή διάνοια στο υπέρ αίσθηση, αποκτούν δύναμη λόγου και απευθύνουν στην Εκκλησία του Θεού και στο πλήθος των πιστών λόγους αγαθούς από τα βάθη καθαρής καρδιάς. Είναι συντριπτικός ο λόγος γιατί είναι σαν να μας λέει, όταν βγεις να μιλήσεις ν’ αποκαλύψεις τον λόγο του Θεού πρέπει να έχεις όλες αυτές τις προϋποθέσεις, να είσαι πνευματικός άνθρωπος.
Γίνονται για τους ανθρώπους αυτοί οι άνθρωποι άλας και φως όπως λέει ο Κύριος «Σχολάσατε και γνώτι ότι εγώ ειμί ο Θεός» και αυτό το γνωρίζουν οι πνευματικοί άνθρωποι.
Επομένως δεν είναι προνόμιο ολίγων αυτά που είπαμε, αλλά είναι δυνατόν να γίνουν προνόμιο όλων των Χριστιανών εάν αφήσουν τον εαυτό τους να άγεται από το Άγιο Πνεύμα. Είναι λοιπόν, συμφέρον σ’ αυτόν που απαρνήθηκε την πολυτάραχη ματαιότητα του κόσμου, να στρέφεται στον εαυτό του με μεγάλη προσοχή και να ζητά να γνωρίσει καλά τον Θεό μέσα του, αφού η Βασιλεία του Θεού είναι εντός ημών.
Όταν κανείς ενεργήσει έτσι, μόλις μετά από την πάροδο ετών θα κατορθώσει να εξαλείψει από την ψυχή του τα σημάδια της κακίας και αφού ξαναβρεί το αρχαίο κάλλος να το παρουσιάσει καθαρό στον Θεό που του το έδωσε. Επομένως η πνευματική ζωή είναι ένα αγώνισμα που θέλει χρόνο. Δεν είναι εύκολη η κατάκτηση της πνευματικότητας, αλλά είναι επίπονη. Ο καρπός του Αγίου Πνεύματος όπως μας είπε ο απόστολος Παύλος είναι η αγάπη, η χαρά, η ειρήνη κ.λπ, αντιθέτως ο καρπός του πονηρού πνεύματος είναι μίσος, κοσμική αθυμία, ακαταστασία της ψυχής, πονηρία, περιέργεια, οργή, απιστία, πολυφαγία, μέθη, κατάκριση, επιθυμία των οφθαλμών, υπερηφάνεια. Εάν υπάρχει ένα από αυτά σ’ έναν Χριστιανό, δεν μπορεί να πει ότι έχει αποκτήσει το Άγιο Πνεύμα. Από αυτούς τους καρπούς θ’ αναγνωρίσεις τι πνεύμα έχει καθένας που σε πλησιάζει. Ο αγαθός θα βγάλει από την καρδιά του αγαθά, ενώ ο κακός θα βγάλει κακά.
Σ΄ εκείνους που υπάρχουν τα σημεία του Αγίου Πνεύματος κατοικεί ο Θεός. Αυτό είναι μία συγκλονιστική πραγματικότητα.
Ο Άγιος Συμεών μία ημέρα που κοινώνησε και πήρε έμπνευση από το δέος της Θείας Κοινωνίας, γράφει «Θεέ μου, πες μου τώρα που σε κοινώνησα και ενώθηκα μαζί σου πως να διαθέσω αυτό το σώμα, πως να χρησιμοποιήσω αυτά τα χέρια που είναι xριστοφόρα και τα πόδια μου και τον νου μου, πως να τα διαθέσω αφού είναι διαποτισμένα από την παρουσία Σου». Απ’ αυτούς τους ανθρώπους αναβλύζει η καθαρή πηγή του λόγου με σοφία και γνώση. Είτε ταπεινολογούν είτε λέγουν μεγάλα λόγια. Σ’ αυτούς που φαίνονται τα σημάδια του κακού πνεύματος, υπάρχει σκότος άγνοιας του Θεού, πλήθος παθών, είτε ταπεινά λέγουν και ντύνονται, είτε λέγουν μεγάλα λόγια και φορούν στολή επίσημη και έχουν εξωτερική μεγαλοπρέπεια.
Η εποχή μας έχει το προνόμιο να βλέπει κατ’ εξοχήν τους καρπούς των πονηρών ανθρώπων.
Γι’ αυτό και το κακό τρέχει στις κοινωνίες μας με ιλιγγιώδη ταχύτητα και διαδίδεται. Ο άνθρωπος βλέπει και ακούει, παίρνει πληροφορίες από παντού γι’ αυτό το κακό πνεύμα και δεν ανθίσταται εναντίον του, αλλά υποκύπτει.
Η αλήθεια δεν έχει διακριτικό γνώρισμα στα πρόσωπα, στα σχήματα ή στα λόγια, ούτε σ’ αυτά αναπαύεται ο Θεός, αλλά αναπαύεται ο Θεός σε καρδιές συντετριμμένες και σε πνεύματα με ταπείνωση και σε ψυχές φωτισμένες από την γνώση του Θεού.
Ο Θεός δεν παρατηρεί την επιφάνεια αυτών που λέμε και κάνουμε, αλλά τις διαθέσεις των ψυχών και τον σκοπό για τον οποίο κάνουμε κάτι. Ο άνθρωπος βλέπει το πρόσωπο, ο Θεός βλέπει την καρδιά.
Κανένα άλλο δεν εξυψώνει τόσο την ψυχή στον θείο έρωτα και στη αγάπη των ανθρώπων, όσο η ταπεινοφροσύνη, η κατάνυξη και η καθαρή προσευχή.
Η ταπεινοφροσύνη, μαθαίνει τον άνθρωπο να γνωρίζει τα μέτρα του, φέρνοντας μπροστά του την ανθρώπινη μικρότητα. Η κατάνυξη, καθορίζει τον νου από την ύλη και φωτίζει την καρδιά. Η προσευχή, ενώνει ολόκληρο τον άνθρωπο με τον Θεό, τον κάνει όμοιο με τους αγγέλους, γεύεται την γλυκύτητα των αιωνίων αγαθών του Θεού, του δίνει θησαυρούς μεγάλων μυστηρίων και με την αγάπη που νοιώθει ο άνθρωπος, είναι έτοιμος να θυσιάσει την ζωή του προς χάριν των αγαπητών του. Επειδή υπερέβη τα όρια της ταπεινότητας του σώματος. Στους ταπεινούς ανθρώπους αναπαύεται ο Κύριος και μοιράζει τις δωρεές του Αγίου Πνεύματος και τους χαρίζει τα μεγάλα αξιώματά του, δηλαδή, τον λόγο της γνώσεώς του, την απόρρητο σοφία του, την διόραση των θείων πραγμάτων, την ζωοποιό νέκρωση του σώματος δια μέσου της απαθείας και την ένωση μαζί του, για να συμβασιλεύει με αυτόν στην βασιλεία του Θεού, όπως ο ίδιος παρακάλεσε για μας τον Πατέρα Του «Πάτερ, θέλω αυτοί που μου έδωσες να είναι όπου είμαι και εγώ». Το φως του Αγίου Πνεύματος συνήθως χάνεται από αμέλεια και απροσεξία στα λόγια και στα φαγητά, διότι η προσήλωση στα φαγητά, η ακράτεια της γλώσσας και η αφυλαξία των ματιών διώχνουν το φως του Αγίου Πνεύματος και όταν βρισκόμαστε μέσα στο σκοτάδι ξυπνούν όλα τα πάθη μας. Αλλά η εγκράτεια και η προσευχή μας προφυλάσσουν από αυτά και διατηρούν και το φως άσβεστο στην ψυχή μας.
Ο πνευματικός άνθρωπος έχει το προνόμιο να γνωρίσει την ώρα της εξόδου του από την ζωή και δεν τρομάζει αλλά χαίρεται διότι θα περάσει από τον χρόνο στην αιωνιότητα και η χαρά του είναι παντοτινή. Άρα εκείνος που αξιώθηκε από τώρα να τον επισκεφθεί ο Παράκλητος με την καλλιέργεια των αρετών είναι γεμάτος από χαρά και αγάπη αφού κάθε φόβος έχει φύγει πλέον οριστικά. Αναχωρεί γεμάτος χαρά από τα ορατά από την αίσθηση των οποίων είχε ελευθερωθεί ο ίδιος στην ζωή του. Και αναπαύεται πλέον μέσα στην χαρά και το φως, εκεί όπου όσοι κατοικούν έχουν διαρκή ευφροσύνη. Όταν μιλάμε για την ορθόδοξη πνευματικότητα εννοούμε ότι ο Χριστιανός άνθρωπος καλείται να προσθέσει στην ύπαρξή του μία Τρίτη υπόσταση, σώμα, ψυχή και Πνεύμα Θεού για να γίνει ολοκληρωμένος άνθρωπος και αυτό επιτυγχάνεται με την κάθαρση, μετάνοια, ταπείνωση, πίστη, ελπίδα, αγάπη και την Θεία Κοινωνία που ολοκληρώνει την ένωσή του με τον Θεό.