Για μια πολυδιάστατη, ουσιαστική ειρήνη
28 Δεκεμβρίου 2009
Δόξα εν υψίστοις Θεώ και επί γης ειρήνη εν ανθρώποις ευδοκία
Μέσα στην αναστάτωση και τον πανικό που έχουν προκαλέσει τους τελευταίους μήνες οι νέες μορφές τρομοκρατίας, μέσα στην ανασφάλεια που συνταράσσει τον κόσμο, ο αγγελικός αυτός ύμνος αποκτά ιδιαίτερη επικαιρότητα. Έκτος όμως από τα συνταρακτικά γεγονότα, τα οποία κάθε τόσο προβάλλονται από τα μέσα ενημερώσεως, η ειρήνη υπονομεύεται και καταστρέφεται μέσα στις πόλεις, στα χωριά, τις οικογένειες και μέσα στην καρδιά μας, με ποικίλους, ανυποψίαστους τρόπους. Δεν κάνουν όλοι αυτοί πολύ θόρυβο, αλλά παραμένουν καταστροφικοί, όπως ο καρκίνος για τον οργανισμό. Φθοροποιά πάθη διώχνουν την ειρήνη από την ψυχή των ανθρώπων και επιβάλλουν τη σύγχυση και την ταραχή.
Σ’ αυτή τη ζοφερή κατάσταση που βαραίνει τις καρδιές αναρίθμητων ανθρώπων, η Εκκλησία μας καλεί να προσέξουμε και να επαναλάβουμε ελπιδοφόρα τον αγγελικό ύμνο, «Δόξα εν υψίστοις Θεώ και επί γης ειρήνη». Για όσους έχουν ανατραφεί χωρίς πίστη, αυτό συνήθως ακούγεται σαν παραμύθι. Για όσους όμως πιστεύουμε στον θεάνθρωπο Ιησού, ο ύμνος των αγγέλων στη Γέννησή Του συμπυκνώνει την ελπίδα και τη δύναμή μας για την εξουδετέρωση της πολύμορφης αναταραχής, που σαν επικίνδυνη ραδιενέργεια εξαπλώνεται στη γη· αλλά και για την υπέρβαση της προσωπικής μας ανησυχίας.
Συγχρόνως με την ενανθρώπηση του Υιού του Θεού καθορίζονται και οι βασικές συνέπειες του έργου Του: Η δόξα και η ειρήνη. Δόξα στο άπειρο θείο μεγαλείο και ειρήνη στη γη. Δεν πρόκειται για απλή ευχή άλλα για ουσιαστική υπόσχεση που αναφέρεται στη σωτηρία του όλου ανθρώπου, η οποία αρχίζει με τη σάρκωση του Λόγου του Θεού, με προοπτική να ολοκληρωθεί στο τέλος της ιστορίας, στα «έσχατα». Αυτή η ειρήνη δεν εξαρτάται από τις ανθρώπινες διαβουλεύσεις και τις ιδιοτέλειες των ισχυρών. Έχει αφετηρία τον Θεό της αγάπης. Γι’ αυτό η πρώτη φράση είναι «δόξα εν υψίστοις Θεώ». Πρόκειται για το κατεξοχήν γεγονός που δοξάζει τον Θεό.
Στη ζωή του Χρίστου, που κορυφώθηκε στον Σταυρό και την Ανάστασή Του, αποκαλύφθηκε η πολυεδρική ειρήνη, που Εκείνος χαρίζει στον κόσμο. Ο Θεός, στον οποίο έχουμε στηρίξει την εμπιστοσύνη μας, είναι «Θεός ειρήνης». Η ειρήνη αυτή αρχίζει από τα βάθη της ανθρωπίνης υπάρξεως, για να γίνει η ευεργετική δύναμη που γαληνεύει τον κόσμο ολόκληρο. Η ειρήνη την οποία κηρύττει η Καινή Διαθήκη είναι πολυδιάστατη: προσωπική, κοινωνική, και συγχρόνως αγιαστική, ολική, εσχατολογική.
Η χριστιανική έννοια της εσωτερικής ειρήνης είναι κάτι πολύ βαθύτερο και πλατύτερο από την αταραξία των στωικών ή τη νιρβάνα των βουδιστών, και δεν σχετίζεται καθόλου με την απάθεια για τα συμβαίνοντα γύρω μας. Το Ευαγγέλιο αποκάλυψε ότι το αντίθετο της ειρήνης δεν είναι ο πόλεμος αλλά ο εγωισμός, ο προσωπικός, ο κοινοτικός, ο εθνικός, ο φυλετικός εγωκεντρισμός. Εδώ βρίσκεται η ρίζα της απειλής κατά της ειρήνης κι’ εδώ πρέπει να στραφεί η προσοχή και η προσπάθειά μας.
Η ορθόδοξη πνευματική εμπειρία δεν επιδιώκει μια συμβατική, επιφανειακή ειρήνη, περιορισμένη σε μερικές μόνο περιοχές, αλλά την πλήρη ειρήνη, με τους άλλους, με τον εαυτό μας, με τον Θεό, με τήν κτίση.
«Δόξα εν υψίστοις Θεώ και επί γης ειρήνη». Τελευταία, στο λεξιλόγιο μικρών και μεγάλων δεσπόζουν οι λέξεις «τρομοκρατία», «βία», «πόλεμος». Παρ’ όλο όμως το ποικίλο ενδιαφέρον για την επικράτηση της ειρήνης, πολλές διακηρύξεις μοιάζουν με μάσκες που καλύπτουν ιδιοτελή συμφέροντα. Ο τραγικότερος βιασμός σήμερα είναι ο βιασμός της περιπόθητης ειρήνης. Κάποτε νιώθουμε κουρασμένοι πια να ακούμε για την προδομένη και βιασμένη παγκόσμια ειρήνη. Μόνιμη πάντως παραμένει η επιθυμία των ανθρώπων για ειρηνική συμβίωση. Και η Εκκλησία μας ακατάπαυστα δέεται «υπέρ της ειρήνης του σύμπαντος κόσμου», «υπέρ της άνωθεν ειρήνης». Η ειρήνη δεν μπορεί να εξασφαλισθεί ερήμην του Θεού. Την αλήθεια αυτή, πολλοί άνθρωποι στην εποχή μας, ακόμα και μεταξύ των χριστιανών, εύκολα τη λησμονούν.
Για να γιορτάσουμε πιο ουσιαστικά την εορτή των Χριστουγέννων, οφείλουμε -πέρα από τις τυπικές ευχές- να αποδεχθούμε στη ζωή μας την ειρήνη, με οδηγό και εμπνευστή τον «Άρχοντα ειρήνης». Άμεσο χρέος όλων όσοι πιστεύουμε στον «Θεό της ειρήνης», όσων Τον δοξολογούμε με τον ύμνο των αγγέλων, είναι: Πρώτον, να είμαστε εσωτερικά ειρηνικοί. «Ζήτησον ειρήνην και δίωξον αυτήν», παρακινεί ο Δαυίδ. «Ειρηνεύετε · και ο Θεός της αγάπης και ειρήνης έσται μεθ’ υμών», επιμένει ο Απόστολος Παύλος.
Αυτός είναι ο ασφαλής δρόμος πού οδηγεί στην πνευματική τελείωση: «Ειρήνην διώκετε μετά πάντων, και τον αγιασμόν, ου χωρίς ουδείς όψεται τον Κύριον».
Δεύτερον, οφείλουμε να είμαστε παράγοντες ειρήνης. «Μακάριοι οι ειρηνοποιοί ότι αυτοί υιοί Θεού κληθήσονται». «Τίποτε δεν είναι τόσο χαρακτηριστικό του χριστιανού όσο το να αγωνίζεται για την ειρήνη· ένεκα τούτου ο Κύριος μας υποσχέθηκε γι’ αυτό τη μέγιστη ανταμοιβή» («Ουδέν γαρ ούτως ίδιον χριστιανού ως το ειρηνοποιείν· διό και τον επ’ αυτώ μισθόν μέγιστον ημίν ο Κύριος επηγγείλατο»), λέγει ο Μέγας Βασίλειος.
Όσο λοιπόν εξαρτάται από μας, ας διατηρούμε σχέσεις ειρηνικές προς όλες τις κατευθύνσεις («ει δυνατόν το εξ υμών, μετά πάντων ανθρώπων ειρηνεύοντες»). Και ακόμη, να μην μένουμε απαθείς στις εντάσεις και συγκρούσεις που εξελίσσονται γύρω μας – στο οικογενειακό, το κοινωνικό, το θρησκευτικό περιβάλλον. Ας συμβάλλουμε με τον συνετό λόγο, τη διακριτική σιωπή, την όλη ειρηνική παρουσία μας, στην υπέρβαση των παρεξηγήσεων, τη συμφιλίωση προσώπων και ομάδων.
Κυρίως, ας μη λησμονούμε ότι η ειρήνη δεν μπορεί να αναπτυχθεί μόνη της. Συνδέεται με άλλες, σπουδαίες αξίες της ζωής– και πριν από όλα με τη δικαιοσύνη. Ένας άδικος, παράνομος κόσμος δεν μπορεί να περιμένει ειρήνη. Ο γνήσιος πόθος για ειρήνη σε παγκόσμιο, τοπικό ή προσωπικό επίπεδο εκφράζεται με αγώνα για δικαιοσύνη. Αλλά σήμερα πλέον, η ειρήνη και η δικαιοσύνη έχουν και ένα άλλο προσωνύμιο: «ανάπτυξη». Και όλοι όσοι μπορούμε πρέπει να συνεισφέρουμε στην ανάπτυξη των φτωχότερων περιοχών. Όταν οι άλλοι, μακριά μας ή κοντά μας, στερούνται τα πιο αναγκαία για τη στοιχειώδη επιβίωσή τους, δεν είναι παράξενο να στρέφονται προς άλλες κατευθύνσεις και να υιοθετούν άλλες, επικίνδυνες, θρησκευτικές απόψεις περί της σημασίας της ζωής και του θανάτου. Και βεβαίως δεν ευθύνονται μόνον εκείνοι για τον τραγικό αυτό προσανατολισμό.
«Δόξα εν υψίστοις Θεώ και επί γης ειρήνη». Αδελφοί μου, σ’ αυτή τη μεγάλη γιορτή της Εκκλησίας μας, ας προσπαθήσουμε περισσότερο να κατανοήσουμε τη σχέση ειρήνης και εμπιστοσύνης στον Θεό, τη σχέση ειρήνης και δικαιοσύνης, τον δεσμό της ειρήνης με την αγάπη και τη χαρά. Ας συνδεθούμε περισσότερο με τον νεογέννητο «Άρχοντα ειρήνης». Και ας ζητήσουμε να μας δώσει τη δική Του ειρήνη, όπως εκείνος την κήρυξε και την έζησε. Αντί για άλλα δώρα και ευχές, ας κάνουμε συγκεκριμένες προσπάθειες για να αυξήσουμε την ειρήνη, μέσα μας, μέσα στο σπίτι μας, στο περιβάλλον όπου ζούμε, στην κοινωνία, στη χώρα μας. «Και η ειρήνη του Θεού η υπερέχουσα πάντα νουν (που είναι ασύλληπτη στο ανθρώπινο μυαλό) φρουρήσει τας καρδίας ημών και τα νοήματα υμών εν Χριστώ Ιησού».
Καλά Χριστούγεννα, αδελφοί μου. Ας πλημμυρίσει την ψυχή μας, την κοινωνία μας, τον κόσμο μας, περισσότερη ειρήνη, αυθεντικότερη ειρήνη.
(Αναστασίου, Αρχιεπισκόπου Τιράνων και πάσης Αλβανίας «Θεός εφανερώθη εν σαρκί». Εκδ. Μαΐστρος, Γ’ έκδοση, Αθήνα 2006)