Ο πιο ταπεινός
24 Δεκεμβρίου 2009
Με την ταπεινή και άδοξη μορφή του ο Ιησούς είναι ένας άνθρωπος, ο φτωχότερος και ο πολυπαθέστερος στην ιστορία της ανθρωπότητας. Γεννήθηκε μέσα σ’ ένα σταύλο, ανάμεσα στις ακαθαρσίες και στα χνώτα των ζώων. Μεγάλωσε σε μία πολίχνη κακόφημη, τη Ναζαρέτ, απ’ όπου κανείς δεν περίμενε να βγει κάτι καλό και σπουδαίο (Ιω 1,47). Εκεί έζησε μέχρι τα τριάντα του χρόνια εξασκώντας το επάγγελμα του τέκτονα (δηλ. του μαραγκού). Έκανε δηλαδή όλες τις βαρείες χειρωνακτικές δουλειές . Ήταν συγχρόνως μαραγκός, οικοδόμος, πλακάς, σιδηρουργός, σκαφτιάς, φορτοεκφορτωτής, εργάτης κι ότι άλλο απαιτούσαν οι δυσχερείς συνθήκες της φτωχικής κοινωνίας της Ναζαρέτ .
Όταν ως ώριμος άνδρας ο Χριστός, κατά τη δημόσια δράση του, άπλωνε τα χέρια του στους κουρασμένους και βασανισμένους της γης προσκαλώντας «Δεύτε προς με πάντες οι κοπιώντες και πεφορτισμένοι, καγώ αναπαύσω υμάς» (Μθ 11,28), μπορούσε ο καθένας να δει τις παλάμες του ροζιασμένες από τη σκληρή εργασία.
Δεν ήταν από τους πλούσιους της γης. Η οικονομική του κατάσταση ήταν φτωχική. Με τον καθημερινό μόχθο του εξασφάλιζε τα προς το ζην. Κι αν κάτι περίσσευε, το μοίραζε στους φτωχούς. Σ’ όλη του τη ζωή ο Ιησούς δέν απέκτησε ούτε την ελάχιστη περιουσία. Δεν είχε καν ένα δικό του δωμάτιο, μια γωνιά. Όπως ο ίδιος παρατήρησε, οι αλεπούδες και τα πουλιά του ουρανού έχουν φωλιές, ενώ Αυτός δεν είχε που να γείρει το κεφάλι του (Λκ 9,58).
Κανείς δεν έζησε τόσο κοντά στη φτωχολογιά, στο βασανισμένο «άαμ χάρετς», το «λαό της γης», τον περιφρονημένο από τους Φαρισαίους, όσο ο Θεάνθρωπος Κύριος μας. Αλλά και κανείς δεν περιφρονήθηκε, δεν δέχθηκε τόσο σκληρή την καταφρόνια και τον κατατρεγμό των ισχυρών όσο Αυτός. Σ’ όλη τη ζωή του υπήρξε «σημείον αντιλεγόμενον».
Ήταν ακόμη στη βρεφική του ηλικία, όταν κίνησε τη φονική μανία του Ηρώδη, που τρόχιζε τα μαχαίρια του, μόλις πληροφορήθηκε τη γέννηση ενός νέου βασιλιά. Ο αιμοβόρος τύραννος επιχείρησε να τον εξοντώσει σφάζοντας όλα τα αγόρια της Βηθλεέμ «από διετούς και κατωτέρω»!
Με πόσο κόπο και αγωνία η Παρθένος Μητέρα του και ο προστάτης της, ο δίκαιος Ιωσήφ, ξεκίνησαν με τον Ιησού βρέφος μες στη νύχτα για να φθάσουν στη χώρα της Αιγύπτου μετά από τριήμερη κοπιαστική πορεία! Και υπέμειναν εκεί μαζί του όλη τη ταλαιπωρία της ζωής του εξόριστου και του πρόσφυγα.
Αργότερα, όταν κατά τον «χρηματισμόν» του αγγέλου «τεθνήκασιν οι ζητούντες την ψυχήν του παιδίου» (Μθ 2,20) κι ο πολυφαμελίτης Ιωσήφ ξαναγυρνά στο τόπο του, το «παιδίον Ιησούς» θα γευθεί όλη τη φτώχεια και τη στέρηση μεγαλώνοντας σαν το στερνοπαίδι μιας ταπεινής άσημης οικογένειας.
Έτσι τον έζησε η κοινωνία της Ναζαρέτ. Γι’ αυτό είχαν καταπλαγεί οι Ναζαρηνοί, όταν τον πρωτάκουσαν να διδάσκει μ’ όλη τη δύναμη και τη γλυκύτητα του στη συναγωγή. Ξαφνιασμένοι αναρωτιούνταν «ουχ ούτος εστίν ο τέκτων, ο υιός της Μαρίας;» (Μαρκ. 6,3).
Αλλά και στη συνέχεια, στη δημόσια ζωή του, ως διδάσκαλος και προφήτης του Ισραήλ, ο Ιησούς γεύθηκε την πίκρα και την περιφρόνηση. Γνώρισε τον πόνο και την εγκατάλειψη ακόμη κι από τους πιό δικούς του. Μας συγκινεί συνήθως η σκέψη ότι ο Ιησούς Χριστός υπέμεινε τα φρικτά πάθη και τη σταύρωση πάνω στο Γολγοθά. Μας κάνει να πονούμε το γεγονός ότι πορεύθηκε από το «πραιτόριο» μέχρι το λόφο του Γολγοθά «βαστάζων τον σταυρόν αυτού» (Ιω 19,17). Αλλά δεν είναι μόνον αυτός ο σταυρός που βάραινε πάνω στους αχράντους ώμους του Κυρίου. Πριν απ’ αυτόν, καθ’ όλη τη διάρκεια της δημόσιας δράσης του σήκωνε άλλους δύο σταυρούς, φοβερούς και δυσβάστακτους: το σταυρό της αντιλογίας και αντίρρησης, που πρόβαλλαν οι δικοί του άνθρωποι, και το σταυρό της αποδοκιμασίας και καταφρόνιας, που του φόρτωναν οι θρησκευτικοί άρχοντες του Ισραήλ.
Ποιός τάχα θα μπορούσε να νιώσει πόσο βαθιά και πικρά πόνεσε ο Ιησούς Χριστός από την αδιαφορία και την αχαριστία του ισραηλιτικού λαού; Ήταν «οι ίδιοι», οι δικοί του. Δεν τον αποδέχτηκαν όμως όταν ήρθε να τους επισκεφθεί.
♦ Οι συντοπίτες του Ναζαρηνοί θέλησαν να τον «κατακρημνίσουν» στη χαράδρα (Λκ 4,29).
♦ Οι συμφυλέτες του ακροατές των κηρυγμάτων του επιχείρησαν να τον λιθοβολήσουν (Ιω 8,59· 10,31). Κι ήταν όλοι τους τόσο ευνοημένοι και ευεργετημένοι από το λόγο, από τις θεραπείες και τα τόσα σημεία που έκανε ο Ιησούς!
♦ Αλλά μήπως ήταν καλύτερη η συμπεριφορά των ανθρώπων που αποτελούσαν το στενό οικογενειακό περιβάλλον του; Μήπως τον αναγνώρισαν τα παιδιά του Ιωσήφ, τα οποία ο κόσμος νόμιζε ως τα μεγαλύτερα αδέλφια του Κυρίου; Ούτε κι αυτοί «οι αδελφοί» του δεν τον πίστευαν. Γι’ αυτό συχνά τον προκαλούσαν (Ιω 7,3-5). Κάποτε μάλιστα έτρεξαν στον τόπο όπου κήρυττε ο Ιησούς, για να τον πιάσουν και να τον περιορίσουν. Είχαν επηρεασθεί από τις δόλιες συκοφαντίες των αδίστακτων έχθρων, που διέδιδαν ότι «εξέστη», είναι εκτός εαυτού.
♦ Το θλιβερότερο όμως ήταν ότι κι αυτοί οι μαθηταί του δεν καταλάβαιναν το βάθος της διδασκαλίας του και συνεχώς του έφερναν αντιρρήσεις.
Αλλά δεν ήταν ελαφρύτερος και ο σταυρός της αποδοκιμασίας και καταφρόνιας, που του φόρτωσε το Μέγα Συνέδριο: οι αρχιερείς (σαδδουκαίοι), οι γραμματείς (φαρισαίοι) και οι πρεσβύτεροι του λαού (βουλευταί). Με αξιέπαινη εξαίρεση το φαρισαίο Νικόδημο και το βουλευτή Ιωσήφ από Αριμαθείας, οι ηγέτες του Ισραήλ αντιτάχθηκαν στον Ιησού. Εχθρότητα και περιφρόνηση, συκοφαντία και ραδιουργία ήταν η μόνιμη στάση τους απέναντι του.
> Αυτοί, οι οικοδόμοι του Ισραήλ, αποδοκίμασαν το αγκωνάρι και το θεμέλιο Ιησούς.
> Αυτοί, οι ποιμένες του λαού, που όφειλαν να εμπιστευθούν το ποίμνιο στον αρχιποιμένα Χριστό, τον κυνήγησαν και τον βλασφήμησαν. Τον έκριναν και τον κατέκριναν ως τον πιό μεγάλο εχθρό του λαού.
> Τον είπαν Σαμαρείτη.
> Τον κατηγόρησαν ότι έχει δαιμόνιο.
> Απέδωσαν το έργο του στον Βεελζεβούλ, τον άρχοντα των δαιμονίων,
> Η «ευαίσθητη συνείδηση» τους τον θεώρησε χειρότερο και από τον πιό άγριο ληστή της Παλαιστίνης. Γι’ αυτό προτίμησαν ν’ αμνηστεύσουν το Βαραββά και ν’ αφανίσουν τον Ιησού με το πιό ατιμωτικό θάνατο: υψώνοντας τον σαν κακούργο στο σταυρό. Δικαιολογημένα ο απόστολος Παύλος συνιστά στους Εβραίους· «αναλογίσασθε τον τοιαύτην υπομεμενηκότα υπό των αμαρτωλών εις αυτόν αντιλογίαν» (Έβ 12,3)·
Χωρίς θόρυβο και επισημότητες, σκανδαλιστικά ταπεινή υπήρξε η παρουσία του μεγάλου Θεού στο κόσμο.
* Γεννήθηκε σ’ ένα στάβλο.
* Ανακλίθηκε σε μια φάτνη.
* Ταλαιπωρήθηκε στη προσφυγιά.
* Έζησε στη κοινωνία ως ένας άσημος άνθρωπος.
* Πείνασε.
* Νύσταξε.
* Ίδρωσε μες στο κόπο.
* Κακοποιήθηκε από τους ευεργετημένους.
* Εγκαταλείφθηκε από τους φίλους.
* Προδόθηκε από το μαθητή.
* Δικάστηκε και καταδικάστηκε ο Αθώος.
* Περιπαίχθηκε και ραπίστηκε.
* Ποτίσθηκε χολή και όξος.
* Πέθανε καρφωμένος σ’ ένα σταυρό.
Πόσοι άνθρωποι, στ’ αλήθεια, μες στη παγκόσμια ιστορία έχουν να δείξουν στη πορεία της ζωής τους αυτά τα ταπεινά και εξουθενωτικά στοιχεία;
(Στεργ. Ν. Σάκκου, «Ο Μεγάλος Επισκέπτης», εκδ. «Χριστανική Ελπίς». Θεσσαλονίκη 2002)