Η αγιότητα και η αναμαρτησία της Θεοτόκου (1)
15 Αυγούστου 2009
Πρωτοπρεσβύτερος Θεόδωρος Ζήσης
Ένα από τα βασικά θέματα το οποίο η Εκκλησία μας προβάλλει για το σεπτό πρόσωπο της Υπεραγίας Θεοτόκου είναι ότι χαρακτηρίζεται ως Παναγία. Χαίρε Αγία, Αγίων μείζων. Είναι κατά πάντα Αγία, σε όλα είναι Αγία· δεν υπάρχει τίποτε το μεμπτό στη ζωή της, στις σκέψεις της, στις επιθυμίες της, στις πράξεις της, στις θελήσεις της, στα έργα της, στις κινήσεις και στην εμφάνιση της, στο παρουσιαστικό της, όλα είναι άγια και όλα είναι αγνά, “Αγνείας θησαύρισμα”, καθ’ όλα Αγία, Παναγία.
1. Φυσική η γέννηση της Θεοτόκου
Πού όμως οφείλεται αυτή η αγιότης της Παναγίας μας; Μπορούμε άραγε εμείς οι θνητοί άνθρωποι, οι απλοί πιστοί να αποκτήσουμε αυτήν την αγιότητα; Κι αν δεν γίνουμε και εμείς πανάγιοι, κι’ αν δεν γίνουμε παναγίες, μπορούμε τουλάχιστον να γίνουμε άγιοι ή να ακολουθήσουμε ένα δρόμο που οδηγεί προς την αγιότητα; Τί το εξαιρετικό είχε η Παναγία και κατόρθωσε και απέκτησε αυτήν την αγιότητα; Η Παναγία ως γνωστόν ήταν ένας άνθρωπος καθ’ όλα όμοιος προς εμάς, γεννήθηκε από ένα γεροντικό άγιο ζευγάρι, τον Ιωακείμ και την Άννα ως καρπός προσευχής. Σε μεγάλη ηλικία, ώριμοι, άτεκνοι παρακάλεσαν τον Θεό να τους χαρίσει ένα παιδί. Κάποια φορά μάλιστα λέγει η παράδοση ότι ο Ιωακείμ εξεδιώχθη από τους ιερείς μέσα από τον Ναό του Σολομώντος, διότι πήγε να προσφέρει δώρα. Επειδή στην Παλαιά Διαθήκη η ατεκνία εθεωρείτο όνειδος, όποιος δεν είχε παιδιά εθεωρείτο ατιμασμένος, πως δεν ήταν ευλογημένος από τον Θεό – δεν ισχύει αυτό για την Καινή Διαθήκη, ανατράπηκε αυτό, σημασία έχουν οι πράξεις, όχι τα παιδιά – επειδή λοιπόν έτσι επιστεύετο, ότι όποιος δεν έχει παιδιά δεν είναι ευλογημένος από τον Θεό, έδιωξαν οι ιερείς τον γέροντα Ιωακείμ από τον ναό, και εκείνος με δάκρυα στα μάτια, πήγε στην έρημο επί 40 ήμερες και παρακαλούσε θερμά το Θεό εν προσευχή και νηστεία να του δώσει παιδί. Το ίδιο έκαμε και η μητέρα της Παναγίας, η Άννα, στο σπίτι της. Και ο Θεός άκουσε τις προσευχές τους και τους χάρισε όχι απλώς ένα παιδί σαν όλα τα άλλα· τους χάρισε εκείνο το παιδί από το όποιο επρόκειτο να λυτρωθεί ο κόσμος, να γεννηθεί ο λυτρωτής του κόσμου. Δεν υπάρχουν άλλοι γονείς οι όποιοι να έχουν αυτό το προνόμιο που είχαν οι άγιοι Ιωακείμ και η Άννα, να γεννήσουν μια κόρη, να αποκτήσουν ένα παιδί από το όποιο επρόκειτο να γεννηθεί ό Θεός. Ήταν λοιπόν καρπός προσευχής η γέννηση της Παναγίας μας. Κατά τα άλλα όμως η Παναγία ήταν ένας συνηθισμένος άνθρωπος σαν όλους εμάς. Και κάνω αυτή την επισήμανση ότι η Παναγία προήλθε από συζυγία φυσιολογική δύο ανθρώπων, του Ιωακείμ και της Άννας, από μία εμπαθή θα έλεγα γέννηση, αφού στην συνάντηση ανδρός και γυναικός, όσο άγιοι και αν είναι οι άνθρωποι, υπάρχει η επιθυμία, υπάρχει η ηδονή, και υπάρχει πάθος· «Ιδού γάρ εν ανομίαις συνελήφθην, και εν αμαρτίαις εκίσσησέ με η μήτηρ μου» λέγει ο ψαλμός. Η Παναγία λοιπόν γεννήθηκε από αυτήν τη συνηθισμένη ανθρώπινη συνάντηση, από την συνηθισμένη συζυγία του Ιωακείμ και της Άννας, δεν είχε τίποτε διαφορετικό από όλους τούς άλλους ανθρώπους. Το τονίζουμε αυτό, διότι τον περασμένο αιώνα ο πάπας διετύπωσε ένα δόγμα αντιπαραδοσιακό, εναντίον αυτών που διδάσκει η Αγία Γραφή και η Παράδοση της Εκκλησίας μας, το δόγμα της «ασπίλου συλλήψεως της Θεοτόκου»,
2. Η «άσπιλη σύλληψη» της Θεοτόκου
Το δόγμα αυτό, το όποιο διετύπωσε το 1854 ο Πάπας Πίος ο 9ος, σημαίνει ότι η Παναγία γεννήθηκε άσπιλη, αναμάρτητη, δεν είχε το προπατορικό αμάρτημα, όπως το έχουμε όλοι οι άνθρωποι. Η διδασκαλία αυτή βέβαια περί της ασπίλου συλλήψεως δεν στηρίζεται πουθενά, ούτε στην Αγία Γραφή, ούτε στην διδασκαλία των Πατέρων της Εκκλησίας και έχει επίσης πολλά τρωτά σημεία.
Ένα τρωτό σημείο αυτής της διδασκαλίας είναι ότι προσβάλλει την μοναδικότητα της γεννήσεως του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. Μόνο ο Χριστός γεννήθηκε αναμάρτητος εκ Πνεύματος Αγίου, είναι η μοναδική περίπτωση κατά την οποία δεν μεσολάβησε σάρκα και αίμα. Ο Χριστός μας γεννήθηκε από την Παρθένο Μαρία, άνευ συνάφειας ανδρός. Δεν ήλθε σε σαρκική ένωση η Παναγία με άνδρα. Το Άγιο Πνεύμα επισκίασε την Παναγία και δι’ Αγίου Πνεύματος εγεννήθηκε ο Κύριος μας· ο Ιησούς Χριστός γεννήθηκε εκ Πνεύματος Αγίου από την Παρθένο Μαρία, γι’ αυτό και είναι αναμάρτητος. Η Παναγία όμως δεν γεννήθηκε εκ Πνεύματος Αγίου· γεννήθηκε από γονείς φυσιολογικά, κανονικά, από τον Ιωακείμ και από την Άννα. Προσβάλλει επομένως η διδασκαλία αυτή την μοναδικότητα της γεννήσεως του Χριστού. Η μοναδική γέννηση, η οποία έγινε εκ Πνεύματος Αγίου και είναι γι’ αυτό άσπιλη, είναι η γέννηση του Κυρίου μας Ιησού Χριστού.
3. Οι ακρότητες της Μαριολατρείας και του Αντιδικομαριανισμού
Το δεύτερο στοιχείο για το οποίο αυτή η διδασκαλία δεν είναι ορθή είναι ότι ουσιαστικώς δεν ανεβάζει την Παναγία, την μειώνει, ενώ οι Παπικοί θέλουν να υψώσουν την Παναγία, υπερβολικά μάλιστα. Υπάρχουν εδώ ακρότητες, και ας πω για τις δύο αυτές ακρότητες και θα συνεχίσω τις σκέψεις που έκαμα προηγουμένως. Στην διδασκαλία για την Θεοτόκο υπάρχουν δύο ακρότητες. Η Ορθόδοξος εκκλησία είναι ανάμεσα, ακολουθεί τη χρυσή οδό. Ποιες είναι οι δύο αυτές ακρότητες; Η μια ακρότητα είναι αυτή η όποια υπερεξαίρει την Παναγία, κάνει την Παναγία Θεά, θεοποιεί την Παναγία, είναι η Μαριολατρεία. Διδάσκει ότι η Παναγία είναι Θεός, και αυτή την τάση υπηρετεί η διδασκαλία της Ρωμαϊκής εκκλησίας, της Παπικής εκκλησίας, περί του ότι η Παναγία είναι άσπιλη, την εξισώνει με τον Χριστό, ένα πρόσωπο της Αγίας Τριάδος.
Στο άλλο άκρο είναι ο λεγόμενος Αντιδικομαριανισμός, οι αντίθετοι, οι αντίδικοι της Μαρίας, οι εχθροί της Μαρίας, στην εποχή μας οι Προτεστάντες. Από την μία πλευρά οι παπικοί, οι Ρωμαιοκαθολικοί έχουν την Μαριολατρεία, κάνουν την Θεοτόκο Θεό, και από την άλλη πλευρά στη Δύση και πάλι, στην Ευρώπη, υπάρχει τελείως αντίθετη τάση, των έχθρων της Παναγίας. Ας αναφέρουμε εδώ, αυτό που είπαμε και άλλη φορά, ότι ο πατήρ Θεόκλητος ο Διονυσιάτης σ’ ένα βιβλίο το όποιο έχει γράψει για την Παναγία δημοσιεύει ένα γράμμα του γέροντος του, Αθανασίου του Ιβηρίτη, ο όποιος αναφερόταν σ’ αυτήν την εχθρότητα που έχουν οι Προτεστάντες εναντίον της Παναγίας. Εάν πάτε σ’ έναν ναό προτεσταντικό-ευαγγελικό, υπάρχουν και εδώ στην πόλη μας, γιατί και έδώ υπάρχουν Ευαγγελικοί-Προτεστάντες, δεν θα δείτε πουθενά εικόνες, δεν έχουν καμία τιμή, κανένα σεβασμό προς την Παναγία. Αντίθετα εκφράζονται υποτιμητικά γι’ Αυτήν. Έχοντας λοιπόν κατά νουν ο Γέρων Αθανάσιος ο Ιβηρίτης την ασέβεια προς την Παναγία, εκφράζεται στο γράμμα αυτό πολύ σκληρά για τους Προτεστάντες και τους προτεσταντίζοντες. Δεν διστάζουν οι Άγιοι να χρησιμοποιήσουν σκληρές λέξεις, όταν υβρίζονται άγια πρόσωπα. Για μας αυτό θα φαινότανε βαρύ, τους δήθεν ευγενείς, τους δήθεν προοδευμένους, τους ανθρώπους των σαλονιών. Μπορεί να υβρίζουμε άγιους, αλλά θέλουμε μια εκλεπτυσμένη γλώσσα στις μεταξύ μας σχέσεις. Ανάμεσα λοιπόν στις δύο αυτές τάσεις, από την μια πλευρά της Μαριολατρείας του Παπισμού και της εχθρότητος προς την Παναγία, της μειώσεως της Παναγίας, των Προτεσταντών είναι η δική μας η Ορθόδοξη εκκλησία, η όποια σέβεται και τιμά και υμνεί την Θεοτόκο με τόσους ύμνους, δεν κάνει όμως την Παναγία Θεά. Την τοποθετεί μετά τη Θεότητα “τα δευτερεία της Τριάδος η έχουσα”. Οι ιερείς μνημονεύουμε πρώτα τον Χριστό και μετά την Παναγία.
Ας επανέλθουμε όμως στο δεύτερο τρωτό σημείο της “άσπιλης σύλληψης”. Ενώ λοιπόν νομίζουν ότι με την άσπιλη σύλληψη υπερυψώνουν την Παναγία, ουσιαστικώς την μειώνουν. Γιατί η Παναγία εξυψώνεται πιο πολύ αν παρουσιασθεί ότι αυτά που κατόρθωσε, αυτή η αγιότης την οποία κατόρθωσε, δεν τα κατόρθωσε γιατί ήταν αναμάρτητη εκ φύσεως, τα κατόρθωσε γιατί ενώ ήταν άνθρωπος σαν εμάς, γεννήθηκε από φυσικούς γονείς, από τον Ιωακείμ και την Άννα, ενώ ήταν άνθρωπος καθόλα φυσιολογικός, είχε αυτήν την δική μας τη φύση, η οποία ρέπει προς την αμαρτία, κατόρθωσε εν τούτοις να καλλιεργήσει τις αρετές με πολλή άσκηση, με προσευχή, με νηστείες με εγκράτεια, με αγνότητα ιδιαιτέρως, και να φθάσει στα ύψη αυτά της αγιότητος, συνεργώντας και κοπιάζοντας η ίδια.
Εμείς αγαπητοί μου, που ζούμε στον χώρο αυτό τον ευλογημένο της Εκκλησίας, θα πρέπει να τήν έχουμε ως παράδειγμα και ως δίδαγμα και ως στόχο. Εκείνη κατόρθωσε να φθάσει σ’ αυτήν την αγιότητα και να υμνείται δι’ όλων των αιώνων· “Ιδού γαρ από του νυν μακαριούσι με πάσαι αι γενεαί. Ότι εποίησέ μοι μεγαλεία ο δυνατός”. Εκείνη ήταν σκεύος εκλογής· λόγω της αγιότητός της κατόρθωσε και είλκυσε την προσοχή του Θεού και έγινε η αγαπητή του Θεού: «Χαίρε Κεχαριτωμένη. Ο Κύριος μετά σου. Ευλογημένη συ εν γυναιξί». Έδειξε με την άγια ζωή της, την άφθαστη υπακοή της, την πολλή ταπείνωση, την ανυπέρβλητη αγνότητα, μέχρι που μπορεί να υψωθεί ο άνθρωπος. Δεν πρόκειται βέβαια εμείς να φθάσουμε το μοναδικό μεγαλείο της Παναγίας· μπορούμε όμως να μπούμε σ’ ένα δρόμο αγιότητος να υψωθούμε και εμείς αναλογικά, να καταπολεμήσουμε τα πάθη και τις κακίες μας, ώστε όταν ψάλλουμε στην Υπεραγία Θεοτόκο, να ψάλλουμε μέσα από αγνές καρδιές και άγια χείλη.
Συνεχίζεται…