Η σωτήρια δράση του επαναστατημένου ελληνικού στόλου στην καταστροφή των Κυδωνιών από τους Τούρκους το 1821
25 Μαρτίου 2013
Πρόλογος – Οι Κυδωνιές στις αρχές του 19ου Αιώνα
Στο ψηφιδωτό των χριστιανικών κοινοτήτων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας οι Κυδωνιές (Αϊβαλί) κατείχαν μια περίοπτη θέση. Και αυτό γιατί ήταν από τις ελάχιστες πόλεις της Μικράς Ασίας που δεν είχε σχεδόν καθόλου μουσουλμάνους κατοίκους.
Οι Κυδωνιές ιδρύθηκαν στο τέλος του 16ου ή στις αρχές του 17ου αιώνα από κατοίκους της Λέσβου, οι οποίοι εγκατέλειψαν την πατρίδα τους αναζητώντας προστασία από τις επιδρομές των πειρατών αλλά και καλύτερους όρους διαβίωσης. Είναι άγνωστο πόσοι ήταν οι άποικοι, όταν δημιουργήθηκε ο πρώτος οικισμός· η ανάπτυξη όμως της πόλης υπήρξε ραγδαία και από τα μέσα του 18ου αιώνα διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στην οικονομική και πνευματική ζωή της περιοχής.
Το 1773, κατά την επικρατέστερη άποψη, ο Σουλτάνος παραχώρησε ειδικά προνόμια στην Μικρασιατική πόλη, χάρις τον κληρικό Ιωάννη Δημητρακέλλη, γνωστό και ως Οικονόμο (από το εκκλησιαστικό αξίωμα του) και τον δραγουμάνο του στόλου Νικολάου Μαυρογένη (1770-1786). Σύμφωνα με τα προνόμια αυτά ο Σουλτάνος αναγνώριζε τις Κυδωνιές ως καθαρά χριστιανική κοινότητα, ενώ και η φορολογία που επιβαλλόταν ήταν περιορισμένη, σε σχέση με την σκληρή φορολογία που πλήρωναν οι χριστιανικές κοινότητες. Ουσιαστικά η Τουρκική εξουσία αντιπροσωπευόταν μόνο από τον καδή και τον βοεβόδα οι οποίοι διορίζονταν με την συγκατάθεση της κοινότητας και μισθοδοτούνταν από αυτήν.
Χάρις τα προνόμια αυτά και την ελαστική φορολόγηση, πολύ σύντομα στις Kυδωνιές αναπτύχθηκε το εμπόριο κι η ναυτιλία κομίζοντας σημαντικά οικονομικά οφέλη στους κατοίκους της. Στις αρχές του 19ου αιώνα οι Κυδωνίες διέθεταν νοσοκομείο, λεπροκομείο, σχολεία και ήταν ένα από τα μεγαλύτερα κέντρα του Ελληνισμού στην Μικρά Ασία. Το μεγαλύτερο πολιτιστικό επίτευγμα της
πόλης ήταν η περίφημη Ακαδημία της στην οποία είχαν διδάξει οι μεγάλοι διδάσκαλοι του Γένους Βενιαμίν Λέσβιος (δίδαξε φιλοσοφία, μαθηματικά και φυσιογνωστικές επιστήμες, μαθήματα «καινοφανή» για την εποχή) και Θεόφιλος Καΐρης. Οι Κυδωνίες είχαν περίπου 25.000 κατοίκους, ενώ γύρω στους 400 ήταν μυημένοι στην Φιλική Εταιρεία.
Ο Ελληνικός στόλος εμφανίζεται μπροστά στο λιμάνι των Κυδωνιών
Μετά την επανάσταση των Ελλήνων την 25η Μαρτίου 1821 και την συμμετοχή των σημαντικότερων πλοιοκτητικών νησιών του Αιγαίου σε αυτή, ο καθαρά χριστιανικός χαρακτήρας της πόλης των Κυδωνιών και η πιθανότητα συμμετοχής της στην επανάσταση είχε προβληματίσει ιδιαίτερα την Οθωμανική ηγεσία. Ο Σουλτάνος Μαχμούτ Β΄ έδωσε αυστηρές οδηγίες στον Τούρκο διοικητή του Αϊδινίου να εξασφαλίσει την τάξη στην περιοχή. Αυτός απέστειλε αμέσως 700 στρατιώτες στην περιοχή των Κυδωνιών, οι οποίοι στρατοπέδευσαν έξω από την πόλη δημιουργώντας συνεχώς προστριβές με τον τοπικό πληθυσμό. Πολύ σύντομα οι Τούρκοι ενισχύθηκαν από άτακτα στίφη μουσουλμάνων οπλοφόρων της περιοχής (ζεϊμπέκιδες κτλ) που εποφθαλμιούσαν τον πλούτο των κατοίκων, ελπίζοντας σε μια ένοπλη επέμβαση και λεηλασία της, ενώ και ο Τουρκικός στόλος έκανε την εμφάνιση του στο λιμάνι της πόλης. Οι κάτοικοι των Κυδωνιών συνεχώς διαβεβαίωναν τις Οθωμανικές Αρχές για την νομιμοφροσύνη τους, ενώ οι πρόκριτοι τους είχαν μεταβεί στην Πέργαμο ως αιχμάλωτοι. Οι Κυδωνιείς πλέον ζούσαν σε ένα καθεστώς καθημερινής τρομοκρατίας και αντιλαμβάνονταν ότι η επίθεση των μουσουλμάνων ήταν απλώς θέμα χρόνου.
Στις 24 Μαΐου εμφανίζεται στην περιοχή της Μυτιλήνης απέναντι από τις Κυδωνίες ο ενωμένος επαναστατικός Ελληνικός στόλος που τον αποτελούσαν 52 πλοία, 30 μίστικα και δύο πυρπολικά υπό την ηγεσία του Υδραίου Γιακουμάκη Τομπάζη. Σκοπός του Ελληνικού στόλου ήταν να εμποδίσει τον Τουρκικό στόλο να επιβάλλει ξανά την εξουσία του Σουλτάνου στο Αιγαίο, εξασφαλίζοντας την
μεταφορά Τουρκικών στρατευμάτων από την Μικρά Ασία στην επαναστατημένη Ελλάδα. Στις 27 Μαΐου ο Ελληνικός στόλος σημειώνει την πρώτη μεγάλη του επιτυχία με την ανατίναξη του απομονωμένου από τον υπόλοιπο στόλο Τουρκικού δικρότου (1) “Μανσουριγιέ” από τον Ψαριανό πλοίαρχο Δημήτριο Παπανικολή με πυρπολικό.
Μετά την αξιοσημείωτη αυτή πρώτη επιτυχία που αναπτέρωσε το ηθικό των Ελλήνων, ο Ελληνικός στόλος εμφανίστηκε στις 2 Ιουνίου μπροστά στο λιμάνι των Κυδωνιών το οποίο είχε εκκενωθεί εσπευσμένα από τον Τουρκικό στόλο που αποσύρθηκε στον Ελλήσποντο λόγω του φόβου των Ελληνικών πυρπολικών (2). Η εμφάνιση του Ελληνικού στόλου έδωσε το έναυσμα (3) στους τρεις χιλιάδες ένοπλους μουσουλμάνους υπό τον Δαούτ Πασά να εισβάλλουν στην πόλη και να οχυρωθούν στα σπίτια και στο λιμάνι της. Αποσπάσματα Τούρκων κυκλοφορούσαν στου δρόμους της πόλης υβρίζοντας χυδαία τους κατοίκους για το χριστιανικό τους φρόνημα και δημιουργώντας συνεχώς βίαια επεισόδια εις βάρος τους. Η καθημερινή αυτή αφόρητη κατάσταση μεγάλωσε την αγωνία των κατοίκων που καταλάβαιναν πως η καταστροφή πλησίαζε. Ήδη από τις προηγούμενες ημέρες οι ευπορότεροι Κυδωνιείς είχαν ξεκινήσει να εκκενώνουν την πόλη μεταφέροντας τις οικογένειες τους και την κινητή τους περιουσία στα επαναστατημένα γειτονικά Μοσχονήσια.
Ο Ελληνικός στόλος μετέφερε για λόγους ασφαλείας, όλους τους Κυδωνιείς που είχαν καταφύγει στα Μοσχονήσια (αλλά και ντόπιους Μοσχονησιώτες) στα Ψαρά. Η πλειοψηφία όμως των κατοίκων των Κυδωνιών που είχαν παραμείνει στην πόλη, βρισκόταν σε πολύ μεγάλο κίνδυνο λόγω της παρουσίας των Τουρκων που είχαν κατασκηνώση στην ύπαιθρο. Έτσι, οι κάτοικοι που βρίσκονταν εγκλωβισμένοι στις Κυδωνίες απέστειλαν τον Βενιαμίν Λέσβιο στα Μοσχονήσια για να ζητήσουν από τον Τομπάζη να σώσει και αυτούς, μεταφέροντας τους στα Ψαρά. Ο Τομπάζης
αποφάσισε την επομένη να πλεύσει με όλο τον στόλο και να σώσει όσους περισσότερους Κυδωνιείς μπορούσε. Τα χαράματα της 3ης Ιουνίου 1821 ημέρα Παρασκευή, ξημέρωνε άλλη μια τραγική ημέρα για τον Ελληνισμό, με τον Ελληνικό στόλο να προβάλλει ενώπιον της Τουρκοκρατούμενης πόλης. Χιλιάδες κάτοικοι της πόλης βρίσκονταν συνωστισμένοι στο λιμάνι της πόλης εκλιπαρώντας για την σωτηρία τους, πολλοί άλλοι παρέμεναν ακόμη στην πόλη διστάζοντας να εγκαταλείψουν τις εστίες τους, ελπίζοντας ότι το κακό μπορούσε να αποτραπεί τελικά. Η πρόσθετη δυσκολία ήταν ότι ο Ελληνικός στόλος δεν μπορούσε να πλησιάσει γιατί τα νερά του λιμανιού ήταν αβαθή.
Η καταστροφή των Κυδωνιών και ο εξανδραποδισμός των κατοίκων της από τον Τουρκικό όχλο
Η δυσκολία της επιχείρησης ήταν καταφανής καθώς οι Τούρκοι είχαν οχυρωθεί στην ακτή, οι Έλληνες όμως δεν δείλιασαν. Υπό το σφοδρό πυρ των Τούρκων (4), τα μικρά σκάφη που ήταν εφοδιασμένα και με μικρά κανόνια, αποβίβασαν άγημα χιλίων επίλεκτων Ελλήνων ναυτών, οι οποίοι χάρις τη βοήθεια ενόπλων Κυδωνιατών που είχαν οχυρωθεί σε σπίτια και πυροβολούσαν τους Τούρκους, απώθησαν τους μουσουλμάνους προς την πόλη μετά από αγωνιώδεις μάχες σώμα με σώμα. Οι Τούρκοι μετά την αρχική τους υποχώρηση, συγκεντρώθηκαν στο κέντρο της πόλης όπου σύναψαν μάχη με τους Έλληνες, στην οποία ηττήθηκαν εκ νέου, υποχωρώντας προς τις ακραίες συνοικίες της πόλης. Μετά την υποχώρηση τους, οι Τούρκοι ξεκίνησαν να λεηλατούν τα σπίτια χριστιανών και να τα πυρπολούν. Η φωτιά δεν άργησε να μεταδοθεί στις υπόλοιπες συνοικίες της πόλης δημιουργώντας πανικό στους εναπομείναντες αμάχους κατοίκους που σε κατάσταση αλλοφροσύνης συνέρρεαν προς το λιμάνι για να σωθούν. Σε λίγες ώρες το μεγάλο εμπορικό και πολιτιστικό κέντρο των Κυδωνιών δεν υπήρχε πια. Η φωτιά κατέκαψε τα σπίτια και τα δημόσια κτήρια της πόλης, ενώ στάχτη έγινε η Ακαδημία των Κυδωνιών (5)με το καινούργιο της τυπογραφείο το οποίο η κοινότητα είχε αγοράσει μόλις δύο χρόνια πριν από το Παρίσι. Ο τυπογράφος Κωνσταντίνος Τόμπρας που είχε εκπαιδευτεί δυο χρόνια στο εξωτερικό με έξοδα της κοινότητας για να λειτουργήσει το τυπογραφείο, γλύτωσε από την καταστροφή και κατέφυγε στην επαναστατημένη Ελλάδα όπου έμελλε να προσφέρει τις πολύτιμες υπηρεσίες του. Σύμφωνα με την περιγραφή τού Ιωάννου Φιλήμωνος,
«η πυρκαϊά, άμα τεθείσα, ηυξήθη κολοσσιαία, ένεκα τών πολλών ελαιουργείων και ελαιοπωλείων· οι ναοί, η σχολή, η βιβλιοθήκη και πάντα τα καταστήματα κατέπεσαν ολόκαυστα. Πατέρες, σύζυγοι, τέκνα, περιέτρεχον από τού ενός εις το άλλο μέρος τρομώδη και αμηχανούντα, όπως διεκφύγωσι την σφαγήν… Ούτω κατεστράφη η πόλις τών Κυδωνιών, σφαγείσα και αιχμαλωτισθείσα κατά το έν τρίτον, λεηλατηθείσα κατά το όλον και αποτεφρωθείσα κατά κράτος».
Μέσα στο νερώνειο σκηνικό της φλεγόμενης πόλης οι Έλληνες ναυτικοί κατάφεραν με αυτοθυσία όχι μόνο να εκκενώσουν το λιμάνι από τους Κυδωνιείς που είχαν καταφύγει εκεί, αλλά και να σώσουν πολλούς μέσα από την πύρινη κόλαση που κατέστρεφε την πόλη. Τα πλοιάρια πηγαινοέρχονταν από την ακτή στα Ελληνικά πλοία με όση ταχύτητα επέτρεπαν τα κουπιά των ναυτών μεταφέροντας αμάχους. Αλλά καμία ανθρώπινη δύναμη υπό τόσο αντίξοες συνθήκες δεν θα μπορούσε να σώσει το σύνολο του πληθυσμού της πόλης. Πολλοί Κυδωνιείς είτε κάηκαν ζωντανοί, είτε πνίγηκαν στην προσπάθεια τους να κολυμπήσουν προς τα Ελληνικά πλοία για να σωθούν, όπως επίσης υπήρχαν μαρτυρίες για γυναίκες που έπεσαν στην θάλασσα για να γλιτώσουν από τα χέρια των Τούρκων. Στις συμπλοκές που έγιναν μέσα στην πόλη σκοτώθηκαν 200 Έλληνες του ναυτικού αγήματος που έκανε την εξόρμηση και 500 Τούρκοι.
Η συμπεριφορά των σκληροτράχηλων Ελλήνων ναυτικών προς τους δοκιμαζόμενους Κυδωνιείς υπήρξε από κάθε άποψη υποδειγματική. Πολλοί ναύτες παρέδωσαν πολύτιμα αντικείμενα που βρήκαν σε σπίτια Κυδωνιατών στους κατόχους τους(6). Στο ημερολόγιο του Αναστασίου Τσαμαδού (17 Ιουνίου) καταγράφεται ότι οι ναυτικοί με ζήλο όλη την νύχτα περιποιήθηκαν τις γυναίκες και τα παιδιά που ήταν μισοπεθαμένοι από τα τραγικά γεγονότα και τη ζάλη της θάλασσας, ενώ τους σκέπαζαν με πανιά, παντιέρες ή ακόμη και με τα ίδια τους τα ρούχα. Σύμφωνα πάντα με το ημερολόγιο εν πλώ γεννήθηκαν και παιδιά από ετοιμόγεννες γυναίκες, Το μοναδικό αγόρι που γεννήθηκε βαπτίστηκε “Ελευθέριος”. Ο Ελληνικός στόλος έπλεε προς τα Ψαρά κομίζοντας χιλιάδες Κυδωνιείς πρόσφυγες που κοιτούσαν τη φλεγόμενη πόλη τους με δάκρυα στα μάτια για την καταστροφή των σπιτιών, των περιουσιών και των ζωών τους. Μόνο στο “Θεμιστοκλή” του Τομπάζη βρίσκονταν 800 πρόσφυγες. Πολλοί άλλοι όμως που εγκλωβίστηκαν στην φλεγόμενη πόλη, αιχμαλωτίστηκαν από τους Τούρκους και μεταφέρθηκαν στην Κωνσταντινούπολη. Εκεί πουλήθηκαν στα σκλαβοπάζαρα με τίμημα 25 γρόσια ανά άτομο.
Επίλογος – η πρώτη καταστροφή του Μικρασιατικού Ελληνισμού
Οι Τούρκοι οργίστηκαν από τις απώλειες που είχαν στις Κυδωνιές και ξεκίνησαν να λεηλατούν όλες τις μικρές χριστιανικές κοινότητες της βορειοδυτικής Μικράς Ασίας. Μέρος του Ελληνικού στόλου παρέμεινε στην περιοχή για να σώσει όσες χριστιανικές οικογένειες κατέφευγαν στα παράλια για να σωθούν. Στις ημέρες που ακολούθησαν διασώθηκαν ακόμη 400 κάτοικοι του Γενιτσαροχωρίου. Χάρις τις γενναίες προσπάθειες του Ελληνικού στόλου διασώθηκαν στα Ψαρά πάνω από 25.000 πρόσφυγες από την ευρύτερη περιοχή της βορειοδυτικής Μικράς Ασίας. Η κατάσταση των προσφύγων σύμφωνα με τις αναφορές της βουλής των Ψαρών προς τους προκρίτους της Ύδρας, ήταν αληθινά τραγική. Πολλοί εξ αυτών ήταν τραυματισμένοι σοβαρά, άλλοι είχαν χάσει τα λογικά τους από την τραγική τους μοίρα, ενώ μέλη πολλών οικογενειών είχαν χαθεί μεταξύ τους.
“Τους δε επίλοιπους τους εβγάλαμεν εις την γην δια να ρεποζάρουν και να εγνωρισθούν τα παιδιά με τες μητέρες των και οι γυναίκες με τους άνδρες των, οπου τη αληθεία, αδελφοί, σας λέμεν, κλαίγει τινάς να παρατηρή την αξιοθρήνητον αυτών κατάστασιν….”
Οι Ψαριανοί δέχθηκαν με καλοσύνη και ανθρωπισμό τους δυστυχισμένους αυτούς ανθρώπους τους εγκατέστησαν σε σπίτια στην εξοχή, ενώ τους επέτρεψαν να χρησιμοποιούν τα αμπέλια και τα οπωροφόρα δέντρα για την επιβίωσή τους. Επειδή όμως οι πρόσφυγες συνεχώς αυξάνονταν, η βουλή των Ψαρών έστειλε πολλούς και στα υπόλοιπα νησιά, ώστε να αποφευχθεί ο συνωστισμός και οι μεταδοτικές ασθένειες που εκείνη την εποχή θέριζαν τους πληθυσμούς των νησιών. Οι περισσότεροι άνδρες Κυδωνιείς υπηρέτησαν στα πλοία του Ελληνικού ναυτικού, ενώ κάποιοι άλλοι σχημάτισαν εθελοντικό στρατιωτικό σώμα υπό τον Θεόφιλο Καΐρη και πολέμησαν με γενναιότητα μέχρι την απελευθέρωση.
Τα αιματηρά γεγονότα των Κυδωνιών είχαν φοβερές επιπτώσεις και στους χριστιανούς της Σμύρνης. Εκεί, ήδη από τον Μάρτιο ο Σουλτάνος είχε επιτρέψει στον Τουρκικό όχλο να εξοπλιστεί για να αντιμετωπίσει μια πιθανή εξέγερση των Ελλήνων της πόλης. Το γεγονός αυτό σε συνδυασμό με την παρουσία ατάκτων οπλοφόρων που συγκεντρώνονταν στην περιοχή για να μεταφερθούν δια θαλάσσης στην επαναστατημένη Πελοπόννησο, δημιούργησαν μια αφόρητη κατάσταση για τους κατοίκους της πόλης με καθημερινά επεισόδια, βιαιοπραγίες και λεηλασίες των περιουσιών τους. Μετά τα γεγονότα στις Κυδωνιές, Τουρκικές οπλισμένες συμμορίες διέτρεχαν τους δρόμους της πόλης δολοφονώντας Έλληνες όπου τους έβρισκαν. Σύμφωνα με αναφορές προξένων κατά μέσο όρο δολοφονούνταν 8 με 10 Έλληνες την ημέρα, ενώ συνολικά από τον Απρίλιο ως τον Αύγουστο είχαν δολοφονηθεί στην Σμύρνη 2.000 Έλληνες….
Ι. Β. Δ.
Σημειώσεις
(1) Δίκροτο λεγόταν το πολεμικό πλοίο που είχε δύο συστοιχίες πυροβόλων. Η ακριβής ορολογία στα Αγγλικά είναι ship of the line. (Όσοι από εσάς έχετε παίξει CIVILISATION 4 στον υπολογιστή θα με καταλαβαίνετε…)
(2) Σύμφωνα με τον Διονύσιο κόκκινο , ο Τουρκικός στόλος αποσύρθηκε στον Ελλήσποντο, επειδή ο Καπουδάν πασάς φοβόταν πιθανή απώλεια άλλου πλοίου. Ο Τουρκικός στόλος λάμβανε χρηματοδότηση απευθείας από το θυσαυροφυλάκιο του Σουλτάνου, ο οποίος για τον λόγο αυτό δεν ανεχόταν απώλεια πλοίου επί ποινή θανάτου του υπευθύνου. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο ναύαρχος του Τουρκικού στόλου ανέφερε στον Σουλτάνο ότι το δίκροτο που βύθισε ο Παπανικολής είχε δήθεν ναυαγήσει…
(3) Σύμφωνα με την Τουρκική εκδοχή των γεγονότων, η τελική καταστροφή της πόλης προήλθε από την παρουσία του Ελληνικού στόλου και τον φόβο των Τούρκων για πιθανή απόβαση των Ελλήνων και αποστασία των Κυδωνιών. Άλλοι αναφέρουν ότι η καταστροφή της πόλης ήταν τα Τουρκικά αντίποινα στην ανατίναξη του Τουρκικού δικρότου από τον Παπανικολή στην Ερεσό λίγες μέρες πριν.
(4) Οι Τούρκοι δεν πυροβολούσαν αμάχους καθώς αυτοί θα τους ήταν πιο χρήσιμοι ως εμπόρευμα στα σκλαβοπάζαρα της Ανατολής
(5) Είναι χαρακτηριστικό ότι εν μέσω μιας τόσο κρίσιμης κατάστασης, ο πλοίαρχος Σαχτούρης ζητούσε επίμονα από τους ναύτες που μετέφεραν κατοίκους να σώσουν όσα περισσότερα βιβλία της Ακαδημίας μπορούσαν (Κόκκινος τόμος Α΄, σελ 584)
(6) Πράξη ομολογουμένως πρωτόγνωρη, αν φανταστούμε ότι οι περισσότεροι Έλληνες ναύτες είχαν υπάρξει πειρατές στο παρελθόν και είχαν επιδοθεί κατά καιρούς σε ληστείες εμπορικών πλοίων
Πηγές
Απόστολος Βακαλόπουλος, Ιστορία νέου Ελληνισμού τόμος Ε΄, εκδόσεις Αντ. Σταμούλη
Διονύσιος Κόκκινος, Η Ελληνική επανάστασις τόμος Α΄, εκδόσεις Μέλισσα
Σπυρίδων Τρικούπης, Ιστορία της Ελληνικής επαναστάσεως τόμος Α΄, εκδόσεις Γιοβάνη
Τάσος Βουρνάς, Θεόφιλος Καΐρης, εκδόσεις Μπούζας
Πηγή:istorikathemata.com