Η συμβολή των Νεομαρτύρων και των Εθνομαρτύρων στη διατήρηση της Ελληνορθόδοξης συνείδησης των Κυπρίων
22 Μαρτίου 2013
Γενικά περί των Νεομαρτύρων.
Με τον όρο Νεομάρτυρες αποκαλούμε μία ιδιότυπη κατηγορία αγίων που χαρακτηρίζεται από τον ενιαίοφορέα, που επέβαλλε το μαρτύριο και ο οποίος ήταν ο τούρκος κατακτητής, καθώς και από την εμμονή στην ορθόδοξη πίστη, που επεδείκνυαν οι ίδιοι οι μάρτυρες.
Ως χρονικό όριο πρώτης εμφάνισης των Νεομαρτύρων θεωρείται η άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1453, από τον Μωάμεθ τον Β’.
Είναι όμως γεγονός ότι τους δύο αυτούς όρους, που προσδιορίζουν όσους συμπεριλαμβάνονται στην κατηγορία των Νεομαρτύρων, πληρούν και πολλοί άλλοι χριστιανοί, οι οποίοι μαρτύρησαν αμέσως μετά την εμφάνιση, τον 11ο αιώνα, των σελτζούκων στη Μικρά Ασία.
Επομένως το χρονικό όριο της εμφάνισής τους πρέπει να μετακινηθεί αρκετά χρόνια πριν από την άλωση.
Το ίδιο πρέπει να γίνει και για το χρονικό όριο κατά το οποίο έχουμε την τελευταία επίσημη διακήρυξη αγιότητας ατόμου που εντάσσεται στην κατηγορία αυτή, και το οποίο είναι το 1867, οπότε μαρτύρησε ο νεομάρτυρας Γεώργιος στην Κρήτη. Οι ιστορικές μαρτυρίες για την ύπαρξη πολλών χριστιανών που βασανίστηκαν από τους τούρκους και που ομολόγησαν με παρρησία τη χριστιανική τους πίστη και μετά την περίοδο της κρητικής επανάστασης του 1866, μας πείθει για την αναγκαιότητα αυτή. Το όριο αυτό επεκτείνεται και κατά τον 20ό αίώνα οπότε πολλοί έλληνες μαρτύρησαν «υπέρ πίστεως και πατρίδος»…
… Οι Νεομάρτυρες, ανάλογα με τον τρόπο και τις συνθήκες του μαρτυρίου τους, εντάσσονται σε τέσσερις κατηγορίες. Η πρώτη περιλαμβάνει όσους σε κάποια στιγμή της ζωής τους, είτε θεληματικά είτε βίαια, ασπάσθηκαν το Ισλάμ και στη συνέχεια επέστρεψαν στην ορθόδοξη πίστη, την οποίαν και ομολόγησαν δημόσια…
… Μία άλλη κατηγορία Νεομαρτύρων, περιλαμβάνει αυτούς που προτίμησαν το μαρτύριο παρά την άρνηση της ορθόδοξης πίστης. Οι λόγοι που παρακινούσαν τους κατακτητές να τους θανατώσουν ήταν τις περισσότερες φορές ασήμαντοι. Αρκετές φορές οφείλοντο στον φθόνο των τούρκων έναντι των χριστιανών η σε κάποιες χρηματικές διαφορές η σε προστριβές, που δημιουργούντο λόγω συζητήσεων γύρω από θέματα πίστεως…
… Μία τρίτη μεγάλη ομάδα Νεομαρτύρων περιλαμβάνει αυτούς που αγωνίστηκαν στους διάφορους εθνικούς αγώνες και θυσιάστηκαν «υπέρ πίστεως και πατρίδος». Το γεγονός μάλιστα ότι οι Νεομάρτυρες ήσαν και έλληνες οι δε Εθνομάρτυρες των επαναστάσεων ήσαν και χριστιανοί, με αποτέλεσμα στα ίδια πρόσωπα να ζουν και οι δύο παραδόσεις, προκάλεσε κάποια σύγχυση ως προς την κατάταξη στην ανάλογη κατηγορία. Αν ληφθεί δε υπόψη ότι ένας μεγάλος αριθμός Εθνομαρτύρων ήσαν ορθόδοξοι κληρικοί και οι αγώνες τους ήταν και για την πίστη, τότε τα πράγματα περιπλέκονται ακόμη περισσότερο. Το κριτήριο στην προκειμένη περίπτωση είναι η αγάπη που υπερισχύει, και τις περισσότερες φορές ήταν αυτή για την ελευθερία και την Ελλάδα. Αυτό δεν σημαίνει όμως ότι οι Εθνομάρτυρες δεν είχαν τη διάθεση να πεθάνουν και για την πίστη, αφού ήσαν πιστοί χριστιανοί και οι αγώνες τους ήταν και για τη θρησκεία[2]. Χαρακτηριστικά παραδείγματα Εθνομαρτύρων είναι ο Παπαβλαχάβας, ο Σαλώνων Ησαΐας, ο Αθανάσιος Διάκος, ο Παπαφλέσσας και πολλοί άλλοι, που πήραν τα όπλα εναντίον του κατακτητή. Από την άλλη, κίνητρο των Νεομαρτύρων ήταν η αγάπη για τον Χριστό και η απόδειξη με τη θυσία τους του γεγονότος ότι μόνο στον Χριστό υπάρχει σωτηρία. Για τον λόγο αυτό η επίσημη Εκκλησία από το μεγάλο πλήθος των κληρικών Εθνομαρτύρων, στους οποίους περιλαμβάνονται 11 πατριάρχες, 100 περίπου επίσκοποι και περισσότεροι από 6000 κληρικοί, ελάχιστους αγιοποίησε.
Μια τελευταία κατηγορία Νεομαρτύρων περιλαμβάνει αυτούς που από το Ισλάμ μεταστράφηκαν στον Χριστιανισμό συγκλονισμένοι μετά που ανακάλυψαν το σωτηριώδες μήνυμά του. Το αποτέλεσμα ήταν βέβαια η θανάτωσή τους, μόλις γινόταν αντιληπτή η νέα τους θρησκεία.
Η ίδια θαυμαστή παρουσία των Νεομαρτύρων στη ζωή των υποδούλων υπήρξε και στην περίπτωση της Κύπρου. Η επίδραση που ασκούσε η θυσία και ο τρόπος της ζωής τους στη λαϊκή συνείδηση ήταν αρκετά ισχυρή καισυνέβαλε σε μεγάλο βαθμό στη διάσωση και διαφύλαξη της ελληνορθόδοξης συνείδησης του λαού. Σε μια εποχήκατά την οποία κέντρο και συνισταμένη της ζωής των κατοίκων ήταν η ορθόδοξη Εκκλησία, η οποία αναζωογονούσε με την πνευματική της δύναμη το εθνικό σώμα, οι Νεομάρτυρες αποτέλεσαν το πρότυπο αυτών που αγωνίζονταν για τη διατήρηση της χριστιανικής πίστης και μαζί με αυτήν και της εθνικής συνείδησης. Την ίδια επίδραση είχαν στην ψυχή του λαού της Κύπρου, τόσον οι Νεομάρτυρες που κατάγονταν από άλλες περιοχές της υπόδουλης πατρίδας, όσο και οι Νεομάρτυρες που ήταν κυπριακής καταγωγής. Παρόμοια βέβαια υπήρξε ανάμεσαστους κυπρίους και η εμβέλεια της θυσίας αρκετών άλλων, όπως των μαρτύρων της 9ης Ιουλίου του 1821, οι οποίοιμε την εμμονή τους στην ορθόδοξη πίστη στήριξαν τον λαό και τον απέτρεψαν από την αποδοχή του Μουσουλμανισμού[3]…
Οι μάρτυρες του 1821.
Οι κύπριοι μάρτυρες του Ιουλίου του 1821 θεωρούνται από μεγάλο μέρος του Ελληνισμού της Κύπρου ωςΝεομάρτυρες, και τούτο γιατί ουσιαστικά είναι η θυσία τους που διέσωσε τη χριστιανική πίστη στο νησί…
… Είναι γνωστό από διάφορες ιστορικές πηγές ότι οι τούρκοι άσκησαν μεγάλες πιέσεις σε όλους όσους είχαν συλληφθεί, για να εξωμόσουν[4]. Γύρω στους σαράντα από αυτούς, με επικεφαλής τους αδελφούς Ανδρέα και Μάρκο Σολομωνίδη, οι οποίοι μετονομάστηκαν σε Χουρσίτ-αγά και Αχμέτ-αγά αντίστοιχα, αρνήθηκαν τη χριστιανική πίστη και αποδέχθηκαν τον Ισλαμισμό[5]. Αυτό σήμαινε ότι αυτόματα περνούσαν στο αντίθετο στρατόπεδο, γι’ αυτό ο λαός τους θεωρούσε ότι δεν εξισλαμίζονταν απλώς, αλλά ότι τούρκευαν. Αν ο αρχιεπίσκοπος Κυπριανός και οι άλλοι ακολουθούσαν το παράδειγμα των σαράντα και δεν ενέμεναν στην πίστη των πατέρων τους, τότε είναι αμφίβολο αν θα εξακολουθούσε να διατηρείται για μακρό χρονικό διάστημα ελληνική και χριστιανική η Κύπρος. Είναι ενδεικτικό το παράδειγμα των χριστιανών της περιοχής του Όφ στον Πόντο, οι οποίοι τον 16ο αιώνα εξισλαμίστηκαν μαζικά, μετά που ο επίσκοπός τους Αλέξανδρος ασπάστηκε το Ισλάμ. Σε μια περίοδο μάλιστα που στην Κύπρο μεγάλο μέρος του πληθυσμού ζούσε σε καταστάσεις αμάθειας και πνευματικού σκότους εξαιτίας της τουρκικής κακοδιοίκησης, της ανυπαρξίας σχολείων, της φτώχειας και της εξαθλίωσης, ο κίνδυνος του μαζικού εξισλαμισμού, που θα οδηγούσε στον σταδιακό εκτουρκισμό, ήταν ιδιαίτερα μεγάλος. Όπως, πολύ χαρακτηριστικά, αναφέρει ο Βασίλης Μιχαηλίδης στο ποίημά του για την 9η Ιουλίου, αρκετοί από τους εκτελεσθέντες, τόσο πριν να μεταβούν στη Λευκωσία, όσο και αργότερα, είχαν την ευκαιρία να διαφύγουν και να μην μαρτυρήσουν. Δεν το έπραξαν όμως και παρέμειναν στην πρωτεύουσα, όπου και θυσιάστηκαν χάριν του λαού, που τους αποδίδει από τότε τη δέουσα τιμή…
Επίλογος.
Η σημασία της θυσίας των Νεομαρτύρων για τη ζωή του γένους είναι τεράστια, αφού ουσιαστικά έτσι μόνοανακόπηκε το κύμα του εξισλαμισμού, που σε ορισμένες περιοχές είχε πάρει τη μορφή χιονοστιβάδας. Πολλές πόλεις και χωριά της Μικράς Ασίας, της Παλαιστίνης, της Θράκης και της Αλβανίας αποδέχονταν τον Ισλαμισμόκαι σταδιακά οδηγούνταν στον εκτουρκισμό. Το ίδιο ακριβώς γεγονός παρουσιάστηκε και στην Κύπρο, η οποία για μεγάλα χρονικά διαστήματα, κατά την περίοδο της τουρκοκρατίας, επλήττετο από ανομβρίες και μεγάλη φτώχεια, που προκαλούσαν εξαθλίωση στις λαϊκές μάζες. Το αποτέλεσμα ήταν να προσχωρήσουν ομαδικά στο Ισλάμ πολλοί κάτοικοι χωριών της Τηλλυρίας, της ορεινής Πάφου, της Λεμεσού και της Μεσαορίας, αφού έτσι τα ωφέλη που είχαν από την ένταξή τους στην κυρίαρχη τάξη τους επέτρεπαν τουλάχιστον να επιβιώνουν. Δυστυχώς με την πάροδο του χρόνου η πλειονότητά τους υιοθέτησε τον ισλαμικό-τουρκικό πολιτισμό και, αφού εκτουρκίσθηκε, χάθηκε οριστικά για τον Ελληνισμό. Βέβαια δεν υπήρχε ειδικός μουσουλμανικός νόμος η διάταγμα που να επιβάλλει στους χριστιανούς την αποδοχή του Ισλάμ. Το Κοράνι άλλωστε συνιστούσε την ανεκτική στάση έναντι των χριστιανών, όταν αυτοί υποτάσσονταν και ζούσαν ειρηνικά. Οι εξισλαμισμοί[6] όμως γίνονταν σε μεγάλη έκταση, παρά το γεγονός ότι ήσαν επισήμως παράνομοι, αφού οι χριστιανοί που προσχωρούσαν στο Ισλάμ δεν θεωρούνταν πια υπόδουλοι άλλα απολάμβαναν πολλά δικαιώματα. Μπροστά σ’ αυτόν τον θανάσιμο κίνδυνο γιατη ζωή του γένους υψώθηκε ως μόνη αντιστασιακή δύναμη η θυσία των Νεομαρτύρων. Ανθρωποι απλοί και καθημερινοί, με ταπεινά επαγγέλματα, άνδρες και γυναίκες, οι Νεομάρτυρες αποτέλεσαν το πρότυπο για τον λαό, διδάσκοντας εμπράκτως την υπεροχή της δικής τους θρησκείας έναντι αυτής του κατακτητή. Χωρίς να έχουν πάρει τα όπλα εναντίον της τουρκικής εξουσίας, οι Νεομάρτυρες με άκρα ταπείνωση, υπομονή και καρτερία, αρνούνταννα εξωμόσουν κα εξευτέλιζαν τους δυνάστες τους διακηρύσσοντας με όλη τους τη δύναμη το μεγαλείο και την αλήθεια της χριστιανικής πίστης. Η θυσία τους, που ήταν μήνυμα αντίστασης και πηγή δύναμης για τους χριστιανούς της εποχής, καλούσε τους υπόδουλους να διατηρήσουν με κάθε τρόπο την ορθόδοξη τους πίστη, αφούη άρνησή της σήμαινε ταυτόχρονα και τουρκισμό[7].
Από την κυπριακή ιστορία της περιόδου της τουρκοκρατίας γνωρίζουμε ότι οι κάτοικοι σε πολλά χωριά του νησιού είχαν εξισλαμιστεί επιφανειακά, ενώ ταυτόχρονα διατηρούσαν στα κρυφά την πίστη των πατέρων τους… Δυστυχώς, η φαινομενική αποδοχή του Ισλάμ οδήγησε στον σταδιακό εκτουρκισμό πολλών κατοίκων της Κύπρου. Η εμμονή κατά συνέπειαν των Νεομαρτύρων στη φανερή ομολογία της χριστιανικής πίστης και στο σωτήριομήνυμά της, ότι δηλαδή ο θάνατος καταργήθηκε και ότι υπάρχει η δυνατότητα ο άνθρωπος να ζήσει πέρα από οποιαδήποτε σκλαβιά και δοκιμασία[8], υπήρξε καθοριστική για τη διάσωση της ελληνορθόδοξης συνείδησης των κυπρίων. Χωρίς την παρουσία των Νεομαρτύρων, και όλων αυτών που θυσιάστηκαν χάριν του λαού, είναι τελικά αμφίβολο αν η Κύπρος θα διετηρείτο χριστιανική και ελληνική μέχρι τις μέρες μας.
Παραπομπές:
1. Ανάτυπο από την ΕΕΚΕΙΣ, Γ’ (1996) 137-156. Με την άδεια του συγγραφέως εμείς δημοσιεύουμε μέρος της εργασίας αυτής.
2. Σημ. εκδότου- χαρακτηριστικά είναι και τα οσα λέει ο Χριστός Κρικώνης: «Και ενώ αμφότεροι, Νεομάρτυρες και Εθνομάρτυρες, συμπίπτουν χρονικά και υπέστησαν μαρτυρικό θάνατο μετά από σκληρά και απάνθρωπαβασανιστήρια από τους τούρκους, όμως δεν πρέπει να συγχέονται, δεδομένου ότι πολλοί εθνομάρτυρές μας υπήρξαν ορθόδοξοι κληρικοί και όλοι οι νεομάρτυρές μας του ελληνικού χώρου έλληνες. Αμφότεροι ήταν έλληνες και χριστιανοί. Η μεταξύ τους ειδοποιός διαφορά ήταν η συνείδησή τους. Στους νεομάρτυρες το κυριαρχούν στοιχείο στον αγώνά τους γενικότερα και στη στιγμή του μαρτυρικού τους θανάτου ειδικότερα ήταν η ομολογία της πίστεως τους εις Χριστόν. Οι νεομάρτυρες ήταν συνήθως νέοι και απλοί άνθρωποι του λαού στους οποίους συμπεριλαμβάνονταν κατώτεροι και ανώτεροι κληρικοί, οι οποίοι με τον μαρτυρικό τους θάνατο προκαλούσαν τη συγκίνηση στους ομοδόξους τους και επί πλέον τους ενεθάρρυναν να μείνουν σταθεροί στη χριστιανική ορθόδοξη πίστη τους. Ενώ στους εθνομάρτυρες, οι οποίοι αγωνίζονταν για την πατρίδα και την ορθόδοξη πίστη τους, η αγάπη για την πατρίδα ήταν εκείνη που πρωταρχικά τους οδηγούσε στο μαρτύριο και στη θυσία τους, χωρίς νατους λείπει η πίστη εις τον Χριστόν, ούτε η διάθεση να πεθάνουν γι’ αυτήν. Όμως κύριος σκοπός και πρώτιστο έργο τους ήταν ο αγώνας για την απελευθέρωση της πατρίδος τους… Τα περισσότερα μαρτύρια προκαλούσαν όχι μόνο το γενικά παρατηρούμενο στους νεομάρτυρες πνεύμα της αντιστάσεως εναντίον της βίας και της τυραννίας των τούρκων, αλλά και ο βαθύς θρησκευτικός ζήλος και η σταθερή και ακλόνητη πίστη τους. Η ομολογία της πίστεως αυτής, η καταπληκτική εμμονή στην ορθόδοξη χριστιανική ελληνική ιδιότητά τους, η υπομονή και η αξιοθαύμαστη καρτερικότητά τους στα απάνθρωπα βασανιστήρια, καθώς και η ανεξικακία τους για τους διώκτες τους, σε συνδυασμό με τις θαυματουργικές ικανότητες τις οποίες διέθεταν, ήταν τα κυριότερα κοινά χαρακτηριστικά των νεομαρτύρων. Το πνεύμα αυτό της αυτοθυσίας των νεομαρτύρων ετόνωνε το ηθικό του αγωνιζομένου υπόδουλου ελληνικού λαού και αποτελούσε παράδειγμα προς μίμηση». Χρ. Κρικώνη, Ο χριστοκεντρικός χαρακτήρας του μαρτυρίου των νεομαρτύρων, Ο Άγιος και ο Μάρτυρας στη ζωή της Εκκλησίας, εκδ. ΑΔΕΕ, Αθήνα 1994, σσ. 70-71.Σημαντικό επίσης είναι το επόμενο απόσπασμα: «Ανάμεσα στους νεομάρτυρες υπάρχουν και ορισμένοι που χαρακτηρίζονται ως εθνομάρτυρες. Στην πραγματικότητα όμως όλοι οι νεομάρτυρες είναι και εθνομάρτυρες, γιατί η πίστη για την οποία μαρτύρησαν δεν αποτελούσε ένα επιμέρους στοιχείο, άλλα τον συνεκτικό δεσμό της ταυτότητας του γένους. Ο πόθος για την απελευθέρωση του γένους από τον οθωμανικό ζυγό αποτελούσε σημαντικό παράγοντα, που χαρακτήριζε γενικά τους νεομάρτυρες, δημιουργώντας έτσι και την ιδιαιτερότητά τους σε σχέση με τους αρχαίους μάρτυρες». Γ. Μαντζαρίδη, Πρόσωπα και θεσμοί, Θεσσαλονίκη 1997, σσ. 132-134.
3. Για το νόημα της θυσίας τους βλ. π.χ. Μ. Χριστοδούλου, «Το νόημα της θυσίας του εθνομάρτυρος Κυπριανού», στο βιβλίο: Ιδρύματος Αρχιεπισκόπου Μακαρίου Γ’, Διαλέξεις, ομιλίες, εκδηλώσεις, τ. Α’, Λευκωσία 1994, σσ. 85-94.
4. Γ Κηπιάδου, Απομνημονεύματα των κατά το 1821 εν τη νήσω Κύπρω τραγικών σκηνών, ο.π., σ. 27.
5. Κ Κυρρη, «Ανδρέας, Νικόλαος, Χριστόδουλος και Μάρκος Σολομωνίδαι», ΚΣ, 33 (1969) 127-148.
6. Σημ. εκδότου∙ πολύ παραστατική εικόνα των αιτίων των εξισλαμισμών και των μαρτυρίων των νεομαρτύρων δίδουν και τα ακόλουθα αποσπάσματα: «Οι νεομάρτυρες ήταν τα συνήθη θύματα των τούρκων, οι οποίοι με διάφορες προφάσεις και μεγάλες ευκολίες προέβαιναν αδιάκριτα σε θανατώσεις χριστιανών ελλήνων, άλλοτε γιατί ηρνούντο να αλλαξοπιστήσουν και άλλοτε για τις πιο απίθανες κατηγορίες, οι περισσότερες από τις οποίες ήταν καθαρά συκοφαντίες. Τρεις ήταν κυρίως οι βασικοί λόγοι που επέβαλλαν την συμπεριφορά αυτή των τούρκων καιπου αποτελούν και τα κύρια αίτια του εξισλαμισμού και τα αίτια του μαρτυρίου εκείνων που ηρνούντο να αλλαξοπιστήσουν. α) Από τη θρησκευτική μωαμεθανική συνείδηση, σύμφωνα με την οποία οι τούρκοι έπρεπε από τη μια να περιφρονούν τους απίστους και από την άλλη με κάθε τρόπο, ακόμη και βίαια μέσα, έπρεπε να τους αναγκάζουν να δεχθούν τον μωαμεθανισμό, φθάνοντας μέχρι το μαρτύριο για όσους δεν εδέχοντο. β) Από την εθνική συνείδηση των τούρκων, κατά την οποία οι εξισλαμισθέντες υπόδουλοι έλληνες γενόμενοι τούρκοι, εμείωναν έτσι τον αριθμό των εθνικών αντιπάλων τους. γ) Από την οικονομικήν απληστίαν των τούρκων οι οποίοι, γνωρίζοντες ότι οι χριστιανοί συνήθως δεν θα υποχωρούσαν στις πιέσεις για εξισλαμισμό και ότι θα οδηγούντο μετά την ομολογίαν της πίστεώς τους στον μαρτυρικό θάνατο, υπελόγιζαν να αρπάξουν όλα τα περιουσιακά στοιχεία των μαρτύρων. Για αυτούς τους παραπάνω λόγους, έπρεπε ανάλογα με τις περιπτώσεις να εφευρίσκονται κάθε φορά διάφορα προσχήματα και αφορμές για να καλύπτουν τους πραγματικούς λόγους που παρακινούσαν τους τούρκους στις ενέργειές τους αυτές». Χρ. Κρικώνη, Ο χριστοκεντρικός χαρακτήρας, ο.π., σα. 71-72. «Κατά την εποχή των νεομαρτύρων η ιδιότητα του χριστιανού δεν ήταν καταρχήν κολάσιμη, γιατί ο Χριστιανισμός αναγνωριζόταν από το τουρκικό κράτος ως ανεκτή θρησκεία. Η αναγνώριση όμως αυτή ήταν πολύ σχετική και αντιφατική, γιατί παράλληλα επικρατούσε η γενική αρχή, σύμφωνα με την οποία κάθε χριστιανός που καταδικαζόταν σε θάνατο για οποιοδήποτε έγκλημα μπορούσε να απαλλαγεί από την καταδίκη αρνούμενος την πίστη του και προσερχόμενος στον μωαμεθανισμό. Με αυτό τον τρόπο η μη κολάσιμη ιδιότητα του χριστιανού αναγνωριζόταν ως το απεχθέστερο έγκλημα, αφού η αποκήρυξή της μπορούσε να αμνηστεύσει οποιοδήποτε άλλο έγκλημα. Τέλος, ένώ επισήμως υπήρχε η αναγνώριση, οι τούρκοι έβρισκαν τρόπους να πιέζουν τους χριστιανούς. Η έλλειψη οικονομικής ζωής ωθούσε τους τούρκους σε ποικιλόμορφες αυθαιρεσίες και βιαιότητες για την εξεύρεση οικονομικών πόρων. Αυτές εντάθηκαν ακόμα περισσότερο κατά τον δέκατο έβδομο και τον δέκατο όγδοο αιώνα. Οταν βελτιώθηκε η οικονομική κατάσταση των χριστιανών. Γι’ αυτό δεν είναι τυχαίο, ότι ακριβώς κατά την περίοδο αυτή έχουμε και το μεγαλύτερο πλήθος των νεομαρτύρων». Γ. Μαντζαρίδη, Πρόσωπα και θεσμοί, ο.π., σσ. 118-119.
7. Σημ. εκδότου· «αρνούμενοι οι χριστιανοί να αλλαξοπιστήσουν, οδηγούντο ενώπιον τούρκων ιεροδικαστών και χωρίς κάποια νομική διάταξη η συγκεκριμένη διαδικασία “εδικάζοντο και κατεδικάζοντο” σε θάνατο με συνοπτική, θα λέγαμε, διαδικασία. Σ’ αυτή την περίπτωση ανήκει η πλειονότητα, αν όχι η ολότητα των κληρικών νεομαρτύρων, αλλά και των λαϊκών. Τους εζητείτο η άρνηση της χριστιανικής ορθόδοξης πίστεως και η ένταξή τους στον ισλαμισμό, προκειμένου να σώσουν τη ζωή τους. Αυτούς τους μάρτυρες η Εκκλησία αναγνωρίζει, τιμά και ονομάζει νεομάρτυρες, για να διακρίνονται από τους μάρτυρες της αρχαίας Εκκλησίας». Χρ. Κρικώνη, Ο χριστοκεντρικός χαρακτήρας, ο.π., σ. 73. Ο Κυπριανός, πριν την σύλληψή του είχε την δυνατότητα και να φύγει και να σωθεί, προτίμησε όμως να μείνει και να θυσιασθεί για το ποίμνιό του (βλ. ενταύθα, διήγηση John Came, σσ. 311.315), αλλά και μετά από την σύλληψή του μπορούσε να αρνηθεί την πίστη του, για να γλυτώσει την ζωή του (βλ. διήγηση Joseph Wolf, σ. 316 εν τω παρόντι). Το γεγονός δε ότι όσοι αρνήθηκαν τον Χριστό, όχι μόνο την ζωή τους έσωσαν, άλλα και την περιουσία και τις οικογένειές τους, μαρτυρείται και πάλι από τον Carne (ενταύθα, σ 312). Μετά από όλα αυτά, δεν μένει καμμία αμφιβολία ότι ο Κυπριανός και οι συν αυτώ υπέστησαν μαρτυρικό θάνατο, κατά κύριο λόγο, για την πίστη τους στον Χριστό, δεδομένου ότι η απάρνηση της πίστεως αυτής, θα τους απάλλασσε κάθε δυσάρεστης επιπτώσεως.
8. Σημ. εκδότου∙ «η παρρησία και η σταθερότητα αυτή των νεομαρτύρων προέρχεται βασικά από τη βαθειά καιακλόνητη πίστη τους στον Χριστόν. Γιατί θεωρούσαν ότι η πίστη τους στον Χριστό για την οποία οδηγούντο στο μαρτύριο ήταν το σπουδαιότερο και πλουσιότερο αγαθό και ότι η υψίστη τιμή και δόξα τους ήταν η μέλλουσα εν Χριστώ ζωή». Χρ. Κρικώνη, Ο χριστοκεντρικός χαρακτήρας, ο.π., σ. 76.
Πηγή: Αρχιεπίσκοπος Κύπρου Κυπριανός· Ο Μάρτυρας της Πίστεως και της Πατρίδος – Αρχείον Κειμένων», Έρευνα-Σπουδή-Επιμέλεια: Πατέρες Ιεράς Μονής Μαχαιρά, Έκδοση Ιεράς Βασιλικής Σταυροπηγιακής Μονής Μαχαιρά 2009.