Πατριαρχικό Συλλείτουργο στην “Βασιλεύουσα”
5 Ιουλίου 2009
Κων/πολη – «Εν χαρά μεγάλη, αγάπη βαθεία και τιμή πολλή υποδεχόμεθα Υμάς σήμερον εις τας αυλάς της Εκκλησίας εκείνης, εκ της οποίας εξεπέμφθη το ανέσπερον φως της αγίας και αμωμήτου Ορθοδόξου πίστεως προς τον ευγενή και ευλογημένον
υπό του Κυρίου Ρωσσικόν λαόν, τον οποίον, ατενίζοντες την στιγμήν ταύτην εν τω τιμίω προσώπω της Υμετέρας Μακαριότητος, χαιρετίζομεν και ασπαζόμεθα εγκαρδίως, δεόμενοι του Κυρίου όπως επευλογή αυτόν δια της χάριτος Αυτού, στηρίζων αυτόν «εν τη άπαξ παραδοθείση τοις αγίοις πίστει» (Ιούδα 3), και αυξάνων τον ον ούτος έλαβεν εντεύθεν σπόρον του Ευαγγελίου» τόνισε ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος αρχίζοντας την ομιλία του σήμερα κατά την διάρκεια του ιερού συλλείτουργου στο Φανάρι.
Με λαμπρότητα και ιδιαίτερη μεγαλοπρέπεια τελέστηκε σήμερα στον Πατριαρχικό Ιερό Ναό του Αγίου Γεωργίου στο Φανάρι, το Ιερό Συλλείτουργο των δύο Προκαθημένων του Οικουμενικού Πατριάρχη κ. Βαρθολομαίου και του Πατριάρχη Μόσχας και Πάσης Ρωσίας κ. Κυρίλλου Α΄.
Στο ιερό συλλείτουργο συμμετείχαν Αρχιερείς και κληρικοί του Οικουμενικού Θρόνου, και τα Μέλη της Συνοδείας του Πατριάρχη Μόσχας, συμπεριλαμβανομένου και του Προέδρου του Τμήματος των Εξωτερικών Σχέσεων, Αρχιεπίσκοπο Βολοκολάμσκ κ. Ιλαρίωνα.
Τον Πατριαρχικό Ιερό Ναό του Αγίου Γεωργίου κατέκλισαν από το πρωί δεκάδες Έλληνες πιστοί, καθώς και τουρίστες μεταξύ αυτών και από την Ρωσία.
Να αναφερθεί πως σήμερα ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος χειροτόνησε εις πρεσβύτερο, το Ρωσομαθή πατριαρχικό διάκονο Βησσαρίωνα Κομζιά.
Στην ομιλία του ο κ. Βαρθολομαίος ανέφερε ότι « Η από κοινού τέλεσις της Θείας Ευχαριστίας σήμερον, Μακαριώτατε αδελφέ, συνιστά την υψίστην έκφρασιν της ενότητος ημών. Διότι, ως γνωρίζομεν, και ως διδάσκουν οι Πατέρες της Εκκλησίας ημών από του ιερομάρτυρος αγίου Ιγνατίου, Επισκόπου Αντιοχείας, μέχρι και Συμεών του Αρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης και Νικολάου του Καβάσιλα, η Εκκλησία πραγματούται και φανερούται ως σώμα Χριστού κυρίως και κατ ἐξοχήν εν τη Θεία Ευχαριστία. Ως προσφυώς παρατηρεί ο άγιος Νικόλαος Καβάσιλας, μεταξύ Εκκλησίας και Θείας Ευχαριστίας δεν υφίσταται «αναλογία ομοιότητος», αλλά «πράγματος ταυτότης».
Ο Οικουμενικός Πατριάρχη αναφερόμενος και στην Δ΄ Προσυνοδική Πανορθόδοξη Διάσκεψη που πραγματοποιήθηκε στο Σαμπεζύ της Γενεύης τόνισε «Νωπόν εισέτι δείγμα της τοιαύτης ισχυράς βουλήσεως των Εκκλησιών ημών, όπως διασφαλισθή παντί τρόπω η ενότης της Αγίας ημών Ορθοδόξου Εκκλησίας, υπάρχει η εν θαυμαστή ομοφωνία λήξασα προσφάτως Δ’ Προσυνοδική Πανορθόδοξος Διάσκεψις, η εν τω ημετέρω Πατριαρχικώ Κέντρω εν Chambésy της Γενεύης συνελθούσα, ήτις έλαβε σημαντικάς αποφάσεις δια την επίλυσιν του θέματος της Ορθοδόξου Διασποράς, και ήρε δια του τρόπου τούτου εν εκ των πλέον σοβαρών εμποδίων εν τη πορεία της Ορθοδόξου Εκκλησίας ημών προς την πραγμάτωσιν της πανορθοδόξως αποφασισθείσης Αγίας και Μεγάλης Συνόδου αυτής. Δραττόμεθα της ευκαιρίας, ίνα και κατά την ιεράν ταύτην στιγμήν εκφράσωμεν την ικανοποίησιν και τας ευχαριστίας ημών δια την επιδειχθείσαν κατά την εν λόγω Διάσκεψιν εποικοδομητικήν συνεργασίαν της Αντιπροσωπείας της Υμετέρας Εκκλησίας, ήτις από κοινού μετά των άλλων Αντιπροσωπειών των αδελφών Ορθοδόξων Εκκλησιών συνετέλεσεν εις την επιτυχίαν της Διασκέψεως ταύτης».
Ο Προκαθήμενος της Ορθοδοξίας έκανε αναφορά και στο πρόβλημα της Οικονομικής κρίσης, τονίζοντας πως «Η λατρεία του μαμωνά, η οποία ωδήγησεν εις την παρούσαν οικονομικήν κρίσιν, η άδικος κατανομή του πλούτου, η οποία διευρύνει το χάσμα και οξύνει τας αντιθέσεις μεταξύ των κοινωνικών ομάδων, οι πόλεμοι και αι συρράξεις, αι οποίαι, συνεπικουρούμεναι από την καταπίεσιν των αδυνάτων υπό των ισχυρών, οδηγούν πλήθη ανθρώπων εις την περιπέτειαν της αναζητήσεως καλλιτέρας τύχης μακράν της πατρώας γης των, η αύξησις της εγκληματικότητος και πάσης μορφής ηθικών εκτροπών και παραβάσεων, πάντα ταύτα έχουν βαθείας πνευματικάς ρίζας, και καθιστούν την Εκκλησίαν του Χριστού υποχρεωμένην να αρθρώση λόγον και να συμβάλη δια των εις την διάθεσιν αυτής πνευματικών μέσων εις την καλλιέργειαν ηθικής ευαισθησίας εις τας συγχρόνους κοινωνίας».
Ας ενώσωμεν τας χείρας ημών αι δύο Εκκλησίαι ομού μετά των λοιπών αγιωτάτων Ορθοδόξων Εκκλησιών, και «εν ενί στόματι και μια καρδία», ως μία και ενιαία Εκκλησία του Χριστού, ας πορευθώμεν εις την λειτουργίαν την μετά την Λειτουργίαν, κομίζοντες τον Άρτον της ζωής εις τον πεινώντα και διψώντα την δικαιοσύνην και την αγάπην άνθρωπον. Η ενότης ημών, η υπερβαίνουσα τα στενά όρια οιουδήποτε εθνικισμού η φυλετισμού, ας προσφέρη εις τους εγγύς και τους μακράν την ελπίδα, την οποίαν ο κόσμος ούτος αδυνατεί να δώση, ελπίδα ενός κόσμου ειρήνης και αγάπης. Η μόλις τελεσθείσα υφ ἡμῶν Θεία Λειτουργία ας συνεχισθή ως κοινή πορεία εν τω κόσμω προς την Βασιλείαν του Θεού.» τόνισε κλείνοντας ο Οικουμενικός Πατριάρχης.
Τέλος, σε λίγη ώρα εντός του Οικουμενικού Πατριαρχείου θα παρατεθεί επίσημο γεύμα προς τιμήν του Πατριάρχη Μόσχας κ. Κυρίλλου, καθώς και των Μελών της Συνοδείας.
ΟΜΙΛΙΑ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗ ΚΑΤΑ ΤΟ ΙΕΡΟ ΣΥΛΛΕΙΤΟΥΡΓΟ:
Μακαριώτατε και λίαν αγαπητέ εν Κυρίω αδελφέ και συλλειτουργέ κύριε Κύριλλε, Πατριάρχα Μόσχας και πάσης Ρωσσίας, μετά της τιμίας συνοδείας Υμών,
Εν χαρά μεγάλη, αγάπη βαθεία και τιμή πολλή υποδεχόμεθα Υμάς σήμερον εις τας αυλάς της Εκκλησίας εκείνης, εκ της οποίας εξεπέμφθη το ανέσπερον φως της αγίας και αμωμήτου Ορθοδόξου πίστεως προς τον ευγενή και ευλογημένον υπό του Κυρίου Ρωσσικόν λαόν, τον οποίον, ατενίζοντες την στιγμήν ταύτην εν τω τιμίω προσώπω της Υμετέρας Μακαριότητος, χαιρετίζομεν και ασπαζόμεθα εγκαρδίως, δεόμενοι του Κυρίου όπως επευλογή αυτόν δια της χάριτος Αυτού, στηρίζων αυτόν «εν τη άπαξ παραδοθείση τοις αγίοις πίστει» (Ιούδα 3), και αυξάνων τον ον ούτος έλαβεν εντεύθεν σπόρον του Ευαγγελίου.
Η πρώτη αύτη και επίσημος επίσκεψις της Υμετέρας Μακαριότητος, υπό την Πατριαρχικήν αυτής ιδιότητα, εις την έδραν του Οικουμενικού τούτου Θρόνου είναι πλήρης ιερού συμβολισμού και εκκλησιολογικής σημασίας. Διότι δι αὐτῆς δηλούται κατά τρόπον εναργή τούτο μεν ο ακατάλυτος δεσμός των δύο Εκκλησιών ημών, τούτο δε η κατά την κρατούσαν ιεράν και απαράβατον κανονικήν τάξιν ενότης της Αγίας ημών Ορθοδόξου Εκκλησίας. Δικαίως, όθεν, εγγράφει εις τας δέλτους της ιστορίας αυτού το καθ ἡμᾶς Οικουμενικόν Πατριαρχείον την επίσκεψιν Υμών ταύτην ως άξιον ιδιαιτέρας μνείας γεγονός, και αναπέμπει δόξαν τω Δομήτορι της Εκκλησίας, διότι εχαρίσατο ημίν την δωρεάν και ευλογίαν ταύτην.
Η από κοινού τέλεσις της Θείας Ευχαριστίας σήμερον, Μακαριώτατε αδελφέ, συνιστά την υψίστην έκφρασιν της ενότητος ημών. Διότι, ως γνωρίζομεν, και ως διδάσκουν οι Πατέρες της Εκκλησίας ημών από του ιερομάρτυρος αγίου Ιγνατίου, Επισκόπου Αντιοχείας, μέχρι και Συμεών του Αρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης και Νικολάου του Καβάσιλα, η Εκκλησία πραγματούται και φανερούται ως σώμα Χριστού κυρίως και κατ ἐξοχήν εν τη Θεία Ευχαριστία.
Ως προσφυώς παρατηρεί ο άγιος Νικόλαος Καβάσιλας, μεταξύ Εκκλησίας και Θείας Ευχαριστίας δεν υφίσταται «αναλογία ομοιότητος», αλλά «πράγματος ταυτότης». Διο και επάγεται ότι «την του Χριστού Εκκλησίαν, ει τις ιδείν δυνηθείη… ουδέν έτερον η αυτό μόνον το Κυριακόν όψεται σώμα». Τελέσαντες, ουν, από κοινού προ ολίγου την Θείαν Λειτουργίαν εφανερώσαμεν εν χρόνω και τόπω αυτήν ταύτην την Εκκλησίαν του Χριστού, και κοινωνήσαντες του ενός Άρτου και του αυτού Ποτηρίου ηνώθημεν αλλήλοις εις ενός Πνεύματος Αγίου κοινωνίαν.
Την ενότητα ημών ταύτην, την εν τω κοινώ Ποτηρίω κτηθείσαν, ουδείς δύναται να άρη αφ ἡμῶν. «Θλίψις η στενοχωρία η διωγμός η λιμός η γυμνότης η κίνδυνος η μάχαιρα», ίνα κατά τον θείον Απόστολον είπωμεν (Ρωμ. 8, 35), η άλλη τις δύναμις η μεθόδευσις του Αντικειμένου, εις ουδέν ισχύουν έναντι της εν τω Σώματι του Χριστού ενότητος ημών. Σκιαι τινες και νεφύδρια κατά καιρούς καλύπτοντα τας προς αλλήλους σχέσεις των αδελφών ημών Εκκλησιών προσωρινόν μόνον χαρακτήρα κέκτηνται, και εν τη αγάπη του Χριστού «θάττον παρέρχονται», κατά την ρήσιν του αγίου προκατόχου ημών Ιωάννου του Χρυσοστόμου.
Εις ημάς, άλλωστε, τους την ευθύνην και διακονίαν της ηγεσίας των Εκκλησιών ημών εμπεπιστευμένους, ανήκει το χρέος της εξευρέσεως των λύσεων των εκάστοτε αναφυομένων προβλημάτων εν πνεύματι ειρήνης και αγάπης, επί τω τέλει της διασφαλίσεως της ενότητος της Αγίας ημών Ορθοδόξου Εκκλησίας.
Νωπόν εισέτι δείγμα της τοιαύτης ισχυράς βουλήσεως των Εκκλησιών ημών, όπως διασφαλισθή παντί τρόπω η ενότης της Αγίας ημών Ορθοδόξου Εκκλησίας, υπάρχει η εν θαυμαστή ομοφωνία λήξασα προσφάτως Δ’ Προσυνοδική Πανορθόδοξος Διάσκεψις, η εν τω ημετέρω Πατριαρχικώ Κέντρω εν Chambésy της Γενεύης συνελθούσα, ήτις έλαβε σημαντικάς αποφάσεις δια την επίλυσιν του θέματος της Ορθοδόξου Διασποράς, και ήρε δια του τρόπου τούτου εν εκ των πλέον σοβαρών εμποδίων εν τη πορεία της Ορθοδόξου Εκκλησίας ημών προς την πραγμάτωσιν της πανορθοδόξως αποφασισθείσης Αγίας και Μεγάλης Συνόδου αυτής.
Δραττόμεθα της ευκαιρίας, ίνα και κατά την ιεράν ταύτην στιγμήν εκφράσωμεν την ικανοποίησιν και τας ευχαριστίας ημών δια την επιδειχθείσαν κατά την εν λόγω Διάσκεψιν εποικοδομητικήν συνεργασίαν της Αντιπροσωπείας της Υμετέρας Εκκλησίας, ήτις από κοινού μετά των άλλων Αντιπροσωπειών των αδελφών Ορθοδόξων Εκκλησιών συνετέλεσεν εις την επιτυχίαν της Διασκέψεως ταύτης.
Ευελπιστούμεν ότι παρόμοιον πνεύμα αγαστής συνεργασίας θέλει πνεύσει και κατά την συγκληθείσαν δια τον προσεχή Δεκέμβριον Διορθόδοξον Προπαρασκευαστικήν Επιτροπήν προς προετοιμασίαν και των υπολοίπων θεμάτων της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου, την οποίαν ο κόσμος, ο τε εντός και ο εκτός της Ορθοδοξίας, αναμένει εναγωνίως.
Όντως, Μακαριώτατε Άγιε Αδελφέ, οι πάντες έχουν τα βλέμματα αυτών εστραμμένα προς ημάς, και προσδοκούν να οδηγήσωμεν αυτούς δια του λόγου, αλλά κυρίως και του παραδείγματος ημών, εις την τόσον αναγκαίαν σήμερον οδόν της καταλλαγής και της αγάπης.
Δια τούτο και προέχει η παντί τρόπω επίδειξις υφ ἡμῶν ακλονήτου διαθέσεως προς προαγωγήν πρώτιστα πάντων της πανορθοδόξου ημών ενότητος. Έχομεν ήδη την κοινήν ημών πίστιν, την υπό των αγίων Οικουμενικών Συνόδων διατυπωθείσαν και διακηρυχθείσαν. Έχομεν την κοινήν λατρείαν, ως αύτη διεμορφώθη εν τη Πόλει ταύτη και μετεφυτεύθη εις τας λοιπάς Ορθοδόξους Εκκλησίας. Έχομεν και την αυτήν κανονικήν τάξιν, κατά την υπό των αγίων Οικουμενικών Συνόδων αμετακλήτως καθορισθείσαν σειράν και διάρθρωσιν.
Επί των βάσεων τούτων ερείδεται η ενότης ημών. Η κατά Πατριαρχεία και Αυτοκεφάλους Εκκλησίας διάρθρωσις της Εκκλησίας ημών κατ οὐδένα τρόπον υποδηλοί ότι αποτελούμεν Εκκλησίας και όχι Εκκλησίαν. Δεν διαθέτει βεβαίως η Ορθόδοξος Εκκλησία πρωτείον εξουσίας, αλλά και δεν στερείται συντονιστικού οργάνου, μη επιβάλλοντος αλλ ἐκφράζοντος την ομοφωνίαν των κατά τόπους Εκκλησιών ημών.
Την διακονίαν ταύτην από μακραίωνος και ιεράς παραδόσεως ταπεινώς ασκεί ο μαρτυρικός ούτος Θρόνος εν απολύτω πιστότητι προς τας επιταγάς της Ορθοδόξου εκκλησιολογίας. Αλλ ἡ ενότης της Αγίας ημών Ορθοδόξου Εκκλησίας δεν αποτελεί αυτοσκοπόν.
Κατά τους λόγους του Κυρίου ολίγον προ του Πάθους Αυτού, η κατά το πρότυπον της Αγίας Τριάδος ενότης των μαθητών Του έχει ως σκοπόν «ίνα ο κόσμος πιστεύση ότι Συ με απέστειλας» (Ιωάν. 17, 21). Η Εκκλησία, ούσα «καθολική», εκτείνεται μεταφέρουσα την αγάπην του Θεού προς πάντας ανθρώπους και προς αυτήν την υλικήν δημιουργίαν. Υπάρχομεν ως Εκκλησία ουχί δι ἑαυτούς, αλλά δια τον άνθρωπον και την κτίσιν.
Προσφέρομεν την Θείαν Ευχαριστίαν «υπέρ της οικουμένης» και υπέρ όλης της κτίσεως. Δεν δυνάμεθα, συνεπώς, αυταρέσκως και φιλαρέσκως να αδιαφορώμεν δια τους εκτός των τειχών της Ορθοδόξου Εκκλησίας ευρισκομένους, ικανοποιούμενοι και καυχώμενοι ότι ημείς «εύρομεν την αλήθειαν».
Δια τούτο χαίρομεν, προσφιλέστατε εν Κυρίω αδελφέ, ότι και η Αγιωτάτη Εκκλησία της Ρωσσίας, παρά τας τυχόν επιφυλάξεις η και αντιρρήσεις κύκλων τινών εντός αυτής, συμμετέχει πλήρως εις τους πανορθοδόξως εγκεκριμένους θεολογικούς διαλόγους μετά των μη Ορθοδόξων Χριστιανών, και συμβάλλει από μακρού χρόνου εις την προώθησιν της χριστιανικής ενότητος.
Υπάρχουν βεβαίως δυσκολίαι, και ουχί σπανίως απογοητεύσεις. Η Υμετέρα Μακαριότης, έχουσα μακράν πείραν εις τον τομέα τούτον, γνωρίζει πόσον δύσκολος και τραχύς είναι ο δρόμος ούτος. Αλλ εἶναι δρόμος, τον οποίον κατ ἐντολήν του Κυρίου οφείλομεν να διανύσωμεν, έστω και οδυνόμενοι η και ψυχικώς αιμάσσοντες, παραμένοντες πάντοτε πιστοί εις την ην παρελάβομεν αλήθειαν, «άχρις ου καταντήσωμεν οι πάντες εις την ενότητα της πίστεως» (Εφ. 4, 13).
Πέραν τούτου, υψούνται ενώπιον ημών τα φλέγοντα και κατεπείγοντα προβλήματα του συγχρόνου ανθρώπου, τα οποία συνεσώρευσεν η ροπή αυτού προς την φιλαυτίαν, την φιληδονίαν και τον ευδαιμονισμόν, άτινα ατυχώς προβάλλει, καλλιεργεί και προάγει και ο σύγχρονος πολιτισμός.
Τα προβλήματα αυτά ογκούνται καθ ἡμέραν εις τας συγχρόνους κοινωνίας, και ένεκα των υφισταμένων τάσεων της καλουμένης παγκοσμιοποιήσεως τείνουν να λάβουν οικουμενικόν χαρακτήρα. Η λατρεία του μαμωνά, η οποία ωδήγησεν εις την παρούσαν οικονομικήν κρίσιν, η άδικος κατανομή του πλούτου, η οποία διευρύνει το χάσμα και οξύνει τας αντιθέσεις μεταξύ των κοινωνικών ομάδων, οι πόλεμοι και αι συρράξεις, αι οποίαι, συνεπικουρούμεναι από την καταπίεσιν των αδυνάτων υπό των ισχυρών, οδηγούν πλήθη ανθρώπων εις την περιπέτειαν της αναζητήσεως καλλιτέρας τύχης μακράν της πατρώας γης των, η αύξησις της εγκληματικότητος και πάσης μορφής ηθικών εκτροπών και παραβάσεων, πάντα ταύτα έχουν βαθείας πνευματικάς ρίζας, και καθιστούν την Εκκλησίαν του Χριστού υποχρεωμένην να αρθρώση λόγον και να συμβάλη δια των εις την διάθεσιν αυτής πνευματικών μέσων εις την καλλιέργειαν ηθικής ευαισθησίας εις τας συγχρόνους κοινωνίας. Η Υμετέρα Μακαριότης έχει ιδιαιτέρως επιδείξει ευαισθησίαν εις τα θέματα αυτά, και έχει αποδείξει το έντονον αυτής ενδιαφέρον.
Αλλά και η ημετέρα Εκκλησία, το Οικουμενικόν Πατριαρχείον, επιδεικνύει ανάλογον ευαισθησίαν εις την αντιμετώπισιν των προβλημάτων του συγχρόνου ανθρώπου, ως είναι η απειλούσα τον πλανήτην και τον άνθρωπον οικολογική κρίσις, εν τη προσπαθεία να αναδείξη τα βαθύτερα, πνευματικά και ηθικά αίτια της κρίσεως ταύτης και να διαγείρη τας συνειδήσεως των ανθρώπων, και μάλιστα των πιστών, ως προς την σοβαρότητα της κρίσεως και την ανάγκην λήψεως μέτρων προς αντιμετώπισιν αυτής.
Ωσαύτως, εν συναισθήσει της σοβαρότητος των προβλημάτων και εν επιγνώσει του χρέους της Εκκλησίας έναντι αυτών, το Οικουμενικόν Πατριαρχείον έχει ήδη αναλάβει πρωτοβουλίαν όπως συσταθή Διορθόδοξος Επιτροπή Βιοηθικής, εις την οποίαν προφρόνως συμμετέχει και η Αγιωτάτη Εκκλησία της Ρωσσίας δι ὁρισθείσης προς τούτο αντιπροσωπείας.
Μακαριώτατε και Αγιώτατε εδελφέ,
Η Ορθόδοξος Εκκλησία είναι, ως όλοι γνωρίζομεν, βαθύτατα παραδοσιακή. Σέβεται και διαφυλάσσει το παρελθόν ως πολύτιμον παρακαταθήκην, κληροδοτηθείσαν εις αυτήν υπό των προηγηθεισών γενεών. Πρότυπα αυτής είναι η αδιάκοπος διαδοχή των αγίων, μεγάλων ιεραρχών, πατέρων και διδασκάλων, αποστόλων και προφητών, μαρτύρων και οσίων, κεφαλήν και αρχηγόν εχόντων τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν, Όστις παραμένει «χθες και σήμερον ο αυτός και εις τους αιώνας» (Εβρ. 13, 8).
Οι Άγιοι της Εκκλησίας αποτελούν τον κοινόν ημών θησαυρόν εις οιονδήποτε χώρον και αν ήκμασαν. Τοιούτους Αγίους εχαρίσατο εις την Εκκλησίαν ημών και η αγιοτόκος γη της Ρωσσίας, και εξακολουθεί να χαρίζηται μέχρι και των ημερών ημών. Το νέφος τούτο των Αγίων περιΐπταται και σκέπει και ημάς κατά την σημερινήν ιστορικήν ημών συλλειτουργίαν, καλούν ημάς εις μίμησιν της θεαρέστου αυτών βιοτής και εις υπόμνησιν του ότι ανήκομεν εις μίαν Εκκλησίαν, την Μίαν, Αγίαν, Καθολικήν και Αποστολικήν, ως ομολογούμεν εν τω Συμβόλω της πίστεως ημών.
Αλλ ἡ αφοσίωσις ημών αύτη εις την Παράδοσιν ουδόλως αποτελεί τροχοπέδην εις την ζωήν και μαρτυρίαν ημών εν τω συγχρόνω κόσμω. Η Ορθόδοξος Εκκλησία ενωτίζεται μετά προσοχής τας αναζητήσεις, τας ανάγκας και τας ανησυχίας του συγχρόνου ανθρώπου.
Είναι και σήμερον παρούσα και ετοίμη να εγκύψη εις τας πληγάς του πάσχοντος ανθρώπου, ως άλλοτε έπραξεν ο καλός Σαμαρείτης της παραβολής. Ας ενώσωμεν τας χείρας ημών αι δύο Εκκλησίαι ομού μετά των λοιπών αγιωτάτων Ορθοδόξων Εκκλησιών, και «εν ενί στόματι και μια καρδία», ως μία και ενιαία Εκκλησία του Χριστού, ας πορευθώμεν εις την λειτουργίαν την μετά την Λειτουργίαν, κομίζοντες τον Άρτον της ζωής εις τον πεινώντα και διψώντα την δικαιοσύνην και την αγάπην άνθρωπον.
Η ενότης ημών, η υπερβαίνουσα τα στενά όρια οιουδήποτε εθνικισμού η φυλετισμού, ας προσφέρη εις τους εγγύς και τους μακράν την ελπίδα, την οποίαν ο κόσμος ούτος αδυνατεί να δώση, ελπίδα ενός κόσμου ειρήνης και αγάπης. Η μόλις τελεσθείσα υφ ἡμῶν Θεία Λειτουργία ας συνεχισθή ως κοινή πορεία εν τω κόσμω προς την Βασιλείαν του Θεού.
Δια της ευχής ταύτης περιπτυσσόμεθα Υμάς, προσφιλέστατε αδελφέ, ευχαριστούντες Υμίν επί τη ευλογημένη επισκέψει Υμών ενταύθα και ευχόμενοι όπως Κύριος ο Θεός σκέπη, φρουρή και ενισχύη Υμάς εις το ύψιστον Υμών λειτούργημα επ ἀγαθῷ συνόλου της αγίας Αυτού Εκκλησίας.
photo: Reuters
Πηγή: Ρομφαία