Ο Σταυραετός του Άθω
6 Οκτωβρίου 2012
Γέρων Εφραίμ ο Κατουνακιώτης
Ποιός είπε πως στις μέρες μας, εις έτη αποστασίας,
δεν εμφανίζοντ’ όσιοι, τέκνα της Παναγίας;
Ποιός θ’ αρνηθεί; προσφάτως δα, εντός Κατουνακίων,
ασκητικώς σμιλεύτηκε υπακοής μνημείον!
Πεφυτευμένον βλάστησε παρά Κυρίου δένδρον,
ως λέγει Προφητάνακτας δι’ όσους υπομένουν.
Ο βίος όσους μελετούν του, “Νέου Ακακίου”,
ανδρώνει εις μετάνοιαν κι’ υπακοήν Κυρίου.
Ανοίχτηκες μακάριε στην θείαν ησυχίαν,
εσπέραν, νύκτα και πρωί και πάσαν μεσημβρίαν.
Να ξερριζώσεις των παθών τα αιχμηρά τ’ αγκάθια,
και να βαδίσεις ακλινώς Ορθοδοξίας στράταν.
Στήθος με στήθος πάλεψες, εγνώρισες την “βίαν”,
“αμπλακημάτων” των παθών και πάσαν πανουργίαν.
Και σου ‘χαρίσθη αγωνιστά, τέκνον της Θεοτόκου,
να ζεις μες στην κατάνυξιν, την δόξαν του Δεσπότου!
Χαρίσματα του Πνεύματος εδέχθη η ύπαρξίς σου,
χαράν, διόρασιν, ευχήν και άκραν διάκρισίν σου.
Μα πιότερο, ποιός θ’ αρνηθεί; Στο κέντρο της καρδίας,
κόχλαζε έρως Ιησού, και σκόρπιζε ευωδίαν…
Οι θείες Λειτουργίες σου, η “Ωδή του Ηγαπημένου”!
Εχάριζαν στους ασκητάς την χάριν που προσμένουν.
Ευθύς όσοι “σκαρφάλωναν” στην κέλλαν την αγίαν,
αισθάνονταν πως βίωνες “μέσην” ζωήν κι’ οσίαν.
Ηρνήθης ζήλον άκριτον. Στα βέλη “δολομώτου”,
σε κάλυπτ’ ιερά ευχή, Ιωσήφ του Σπηλαιώτου!
Το κρυσταλλένιο βλέμμα σου, η φωτεινή μορφή σου,
αποκαλύπτουν στους πιστούς αετόν του Παραδείσου!
Εν’ όσω έζησες σκληρώς με Γέροντας Πατέρας…
τόσο και ευλογήθηκες στους κόπους της “ημέρας”.
Λιτάνευσες καρτερικώς Σταυρόν υπακοής σου,
αλήθεια, λέξον Γέροντα, πώς βάσταξε η ψυχή σου;
Όντως, κατόρθωσες λεπτώς, εν θλίψει, εν θυσία,
κι’ απέδειξας τ’ Ορθοδοξείν, εστί σχοινοβασία.
Τ’ αείρροά σου δάκρυα, οι πόνοι, οι στεναγμοί σου,
φανέρωναν στους αθλητάς την απλανή ευχήν σου.
Κι’ ήλθεν η ώρα κι ο καιρός, ω θεία ευδοκία!
για να γευθούν οι “νεοσσοί” καρπόν θεογνωσίας.
Ανέβλυσε στα τέκνα σου εκ της “βαθειάς καρδίας”,
η “δουλεμένη” σου ευχή και κάθε ευλογία.
Εδρόσιζεν η χάρις σου, φυγάδευε την λύπην,
οι νέοι επρωτοστάτησαν και σ’ έκαμαν “αλείπτην”.
Εβίωναν οι αδελφοί “παροξυσμόν αγάπης”,
ποσώς δεν υπολόγιζαν μόχθους και αναβάσεις.
Σκλάβους εισέτι αδελφούς, και τέκνα εν Ηπείρω,
διηνεκώς μνημόνευες εν θυσιαστηρίω.
Ανέκφραστος συγκίνησις δονούσε την ψυχήν σου,
Σεβαστιανός Επίσκοπος ως ήλθεν στο κελλί σου.
Με ροζιασμένας χείρας σου, ψηλά εις ικεσίαν,
ευχήθη η καρδία σου να πνεύσει ελευθερία.
Σ’ αρχαίαν γην Ελληνικήν, σ’ Ορθόδοξον Πατρίδα,
το αίμα του Πατροκοσμά, ν’ ανθίσει την Ελπίδα!
Κι’ απέδειξας τοις πράγμασι, όντας εις ησυχίαν,
αξίαν όντως ιεράν και την φιλοπατρίαν.
Μετά δακρύων θεωρών, με λείψανα ηρώων,
κατάσπαρτον του Πύρρου γην στο διάβα των αιώνων.
Στα ώριμα τα έτη σου, εν μέσω σων τεκνίων,
έλαβες Γέροντα δεινόν σταυρόν εις το σαρκίον.
Έμεινες πλέον έγκλειστος εν ιερώ κελλίω,
κι ήστραψας άπεφθος χρυσός ως εν χωνευτηρίω.
Αλήθεια, πόσοι Γέροντες, πόσοι της ησυχίας,
στα τέλη ηξιώθησαν τοιαύτης διακονίας;
Κι’ απέδειξαν οι γνήσιοι υιοί σου, στην καρδίαν,
πως συνδυάζουν άριστα πράξιν και θεωρίαν.
Και τώρα, μέγα Όσιε, εγχάραγμα Κυρίου,
προστάτα εγκλείστρας ιεράς, Οσίου Εφραίμ του Σύρου.
Πρόσλαβε τους προσκυνητάς, κατάπεμψον Ευχήν σου,
γιατ’ είν’ ο δρόμος μας τραχύς… το βλέπει δα η ψυχή σου.
Γέρων Εφραίμ Ησυχαστά, συνόμιλε Οσίων,
μνημόνευε των μοναστών κι’ ημών των αναξίων.
Να μελετήσουμ’ εμβριθώς, υπακοής τον βίον,
και ταπεινώς ν’ οδεύσουμε εις την οδόν Οσίων.
Αμήν.
π. Ιωήλ. (Κόνιτσα)