Άγιος Ιάκωβος ο Αδελφόθεος (23 Οκτωβρίου)
23 Οκτωβρίου 2024
Ο άγιος Ιάκωβος ο Αδελφόθεος είναι ο πρώτος Ιεράρχης των Ιεροσολύμων. Ήταν γιός του Ιωσήφ, του μνήστορος της Υπεραγίας Θεοτόκου, από την πρώτη του γυναίκα και ενομίζετο από τους Ιουδαίους ως αδελφός του Κυρίου. Αλλά εκτός αυτού ονομάζεται Αδελφόθεος για τους εξής λόγους: “Πρώτον, για την θαυμαστή πολιτεία του και τις πολλές αρετές του, εξ αιτίας των οποίων ονομαζόταν από όλους δίκαιος. Δεύτερον, επειδή δεν ήταν συγκαταριθμημένος στον χορό των δώδεκα Αποστόλων και δεν είχε το προνόμιο να ονομάζεται Απόστολος, του δόθηκε το προνόμιο να ονομάζεται Αδελφόθεος και τρίτον, επειδή έκανε τον Χριστό συγκληρονόμο στο μερίδιο της πατρικής περιουσίας, ενώ οí άλλοι τρεις αδελφοί του αρνήθηκαν να πράξουν το ίδιο”. (Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου, Επτά Καθολικαί Επιστολαί, σελ. 2). Ετιμάτο περισσότερο από όλα τα αδέλφια του και αυτό φαίνεται και από τα όσα λέγει ο ιερός Χρυσόστομος για τους συγγενείς του Χριστού κατά σάρκα. Ότι, δηλαδή, ονομάζονταν από όλους τους πιστούς Δεσπόσυνοι, αλλά ο άγιος Ιάκωβος “εθεωρείτο ο πρώτος των Δεσποσύνων απάντων”. (ένθ’ ανωτ., σελ. 2). Ετιμάτο, επίσης, από όλους τους Αποστόλους και η γνώμη του ελαμβάνετο σοβαρά υπ’όψιν, όπως μαρτυρούν και οι “Πράξεις των Αποστόλων”.
Την μοναδική Επιστολή που συνέγραψε, την απευθύνει όχι προς τους πιστούς μίας συγκεκριμένης τοπικής Εκκλησίας, αλλά προς όλους καθολικώς τους πιστούς, προς όλους τους Ιουδαίους, που πίστευσαν στον Χριστό και ήσαν διεσπαρμένοι σε όλα τα μέρη του κόσμου, και γι’ αυτό ονομάζεται καθολική Επιστολή. “Στην επιστολή αυτή διδάσκει, πρώτον, την διαφορά που έχουν οι πειρασμοί. Ποιός πειρασμός γίνεται στον άνθρωπο κατά παραχώρηση του Θεού και ποιός προξενείται από την επιθυμία του ανθρώπου. Δεύτερον, ότι οι Χριστιανοί πρέπει να δείχνουν την πίστη τους όχι μόνον με λόγια αλλά κυρίως με έργα. Τρίτον, παραγγέλλει να μη προτιμώνται στην Εκκλησία οι πλούσιοι περισσότερον από τους πτωχούς, αλλά μάλλον να επιπλήττονται οι πλούσιοι ως υπερήφανοι. Τέταρτον δε και τελευταίο, αφού παρηγορεί ο Άγιος εκείνους που αδικούνται και τους παρακινεί να μακροθυμούν και να υπομένουν μέχρι την Δευτέρα παρουσία του Χριστού, δείχνοντάς τους με το παράδειγμα του Ιώβ το πόσον χρήσιμη είναι η υπομονή, παραγγέλλει στους ασθενείς να προσκαλούν τους ιερείς να τους χρίουν με έλαιο. Και όλοι οι πιστοί να προσπαθούν να επαναφέρουν στο δρόμο της αλήθειας αυτούς που έχουν πλανηθεί από αυτή, επειδή σε αυτούς δίδεται μισθός από τον Κύριο, η άφεση των αμαρτιών τους”. (Αγίου Νικοδήμου, ένθ’ ανωτ., σελ. 2).
Ο άγιος Ιάκωβος συνέγραψε την πρώτη θεία Λειτουργία, η οποία είναι κατανυκτική και διασώζει τον τρόπο λατρείας των Χριστιανών των Αποστολικών χρόνων. Τελείται και σήμερα, την ημέρα της εορτής του, αλλά και την δεύτερη ημέρα των Χριστουγέννων.
Ο Αδελφόθεος Ιάκωβος, σύμφωνα με τον άγιο Θεοφύλακτο, ονομαζόταν μικρός σε αντιδιαστολή με τον Απόστολο Ιάκωβο, τον αδελφό του αγίου Ιωάννου του Ευαγγελιστού, ο οποίος εκαλείτο μέγας, επειδή ανήκε στον χορό των δώδεκα Αποστόλων. “Ήσαν δε και γυναίκες από μακρόθεν θεωρούσαι, εν αίς και Μαρία η Μαγδαληνή και Μαρία Ιακώβου του μικρού και Ιωσή μήτηρ” (Μάρκ. ιε΄, 40). Η δεύτερη Μαρία είναι η Θεοτόκος, η οποία ενομίζετο μητέρα του Ιακώβου και του Ιωσή.
Το τέλος της ζωής του ήταν μαρτυρικό. Επειδή με τον ένθεο ζήλο του οδήγησε πολλούς στην θεογνωσία, τον γκρέμισαν οι Ιουδαίοι από το πτερύγιο του Ναού και όταν είδαν ότι εξακολουθούσε να ζη τον λιθοβόλησαν μέχρι θανάτου.
Η επιστολή του αγίου Ιακώβου του Αδελφοθέου είναι ένα καταπληκτικό κείμενο, το οποίο προξενεί στην ψυχή αληθινή παρηγοριά, ανεκλάλητη χαρά και αποδιώχνει κάθε είδους απελπισία. Ρυθμίζει κατά τον καλύτερο τρόπο τις διαπροσωπικές σχέσεις.Τονίζει, ότι δεν πρέπει να χωρίζονται οι άνθρωποι σε ομάδες, ανάλογα με τα χρήματα και τα αξιώματα που διαθέτουν, αλλά θα πρέπη να επιδεικνύεται προς όλους ο ίδιος σεβασμός, επειδή είναι εικόνες του Χριστού. Υποδεικνύει την οδό της καθάρσεως, της θεραπείας της ψυχής από τα πάθη, για να φωτισθή ο νούς και να αποκτήση ο άνθρωπος προσωπική γνώση του Θεού. Αλλά δεν παραλείπει να τονίση και την αξία της παρουσίας του Ιερέως – Θεραπευτού – καθώς και την χρησιμοποίηση υλικών στοιχείων, όπως το λάδι, το οποίο αγιάζεται και δι’ αυτού ενεργεί η άκτιστη Χάρη του Θεού.
Επίσης, κάνει λόγο για την ανθρώπινη σοφία και την αντιπαραβάλλει με την σοφία την “άνωθεν κατερχομένην”, την οποία ονομάζει αγνή, ειρηνική, επιεική, ευπειθή, γεμάτη ευσπλαχνία και αγαθούς καρπούς, αμερόληπτη και ειλικρινή, επειδή είναι απαλλαγμένη από τα πάθη, τα οποία προκαλούν έριδες, μαλώματα, ακαταστασία “καί πάν φαύλον πράγμα”. Υπάρχουν σοφοί κατά Θεόν και σοφοί κατά κόσμον, αλλά υπάρχουν και εκείνοι που κατέχουν και τις δύο σοφίες. Άλλωστε, η ανθρώπινη σοφία πλουτίζει την διάνοια, ενώ η σοφία του Θεού η ενυπόστατος, που είναι ο ίδιος ο Χριστός, πλουτίζει την καρδιά με την άκτιστη θεία Χάρη και της χαρίζει όλα εκείνα τα αγαθά που αποζητά ο άνθρωπος και τα απαριθμεί ο Απόστολος Παύλος, δηλαδή αγάπη, χαρά, ειρήνη κ.λ.π. Με την λογική κατανοεί ο άνθρωπος το γράμμα των όσων ακούει ή αναγινώσκει, ενώ με τον φωτισμένο νού έχει την δυνατότητα να εισδύη στο βάθος των λεγομένων και αναγινωσκομένων και έτσι μπορεί να κατανοή το πνεύμα και το βαθύτερο νόημά τους και να τα ερμηνεύη σωστά.
Η μελέτη του βίου και της επιστολής του αγίου Ιακώβου βοηθά τον πιστό να ενταχθή στην προοπτική της θεραπείας, δια της οποίας αποκτά αληθινή γνώση του εαυτού του, εμπειρική γνώση του Θεού και πραγματική κοινωνία με τους συνανθρώπους του.