Η Αγία ένδοξος, θεόστεπτος και Ισαπόστολος Βασίλισσα Πουλχερία η Παρθένος
10 Σεπτεμβρίου 2024
Αυτή η αγιωτάτη και Ισαπόστολος Βασίλισσα ήταν εγγονή του αυτοκράτορα Θεοδοσίου του Μεγάλου, κόρη του αυτοκράτορα Αρκαδίου και αδελφή του αυτοκράτορα Θεοδοσίου του λεγομένου Μικρού.
Ήταν σοφώτατη και ευσεβέστατη και υποσχέθηκε στο Θεό την δια βίου παρθενία και γι’αυτό αναφέρεται ως Πουλχερία η Παρθένος.
Ανέλαβε τη μόρφωση και διαπαιδαγώγηση στην ευσέβεια του μικροτέρου αδελφού της μέχρι της ενηλικιώσεώς του, αλλά και αργότερα υπήρξε το δεξί χέρι του και ο πραγματικός κυβερνήτης της Αυτοκρατορίας.
Πολύ υπερασπιζόταν την Ορθοδοξία και βοήθησε την Εκκλησία. Οι Πατριάρχες και ο λοιπός κλήρος και ο λαός την σέβονταν και την τιμούσαν πολύ. Τιμήθηκε όσο ελάχιστοι άλλοι βασιλείς για την ευλάβεια, τη σύνεση, τις πολλές αρετές και τις αμέτρητες αγαθοεργίες της. Με ειλικρινή και άπειρο σεβασμό αναφέρονταν σε αυτήν και την επευφημούσαν ως νέα Αγία Ελένη.
Το 450 απεβίωσε ο αδελφός της αυτοκράτορας Θεοδόσιος και η διακυβέρνηση του Κράτους απέμεινε σε αυτήν. Κατανόησε ότι η διακυβέρνηση χρειαζόταν στιβαρώτερα χέρια και, καθ’ υπόδειξη και της Συγκλήτου, έλαβε σύζυγο τον ευλαβέστατο και ενάρετο συγκλητικό Μαρκιανό τον οποίο κατέστησε βασιλέα, υπό τον όρο ότι θα φυλάξει ως τέλους την παρθενία της.
Το 451, μαζί με το Μαρκιανό, ο οποίος συγκαταλέγεται επίσης μεταξύ των Αγίων, συνεκάλεσαν την Δ’ Οικουμενική Σύνοδο, η οποία αναθεμάτισε τον Ευτυχή και το Διόσκορο και γενικά τον μονοφυσιτισμό.
Τιμήθηκε ακόμη και εν ζωή ως αγία από όλους τους Επισκόπους και τους Πατριάρχες και ιδιαίτερα από τόν άγιο Λέοντα Πάπα Ρώμης. Είναι εκ των ευλαβεστέρων Βασιλισσών οι οποίες τίμησαν την Εκκλησία. Προς αυτήν απηύθυνε ο άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας θεολογικώτατες επιστολές του, με τις οποίες αποδεικνύει την δυσσέβεια της αίρεσης του Νεστορίου.
Αυτή πρώτη θέσπισε δια νόμου το «περί του Ελληνιστί διατίθεσθαι» , να χρησιμοποιείται δηλ. η Ελληνική ως επίσημη γλώσσα του Κράτους, ενώ πριν χρησιμοποιόταν η Λατινική.
Η Αγία Πουλχερία επί Πατριαρχείας Αγίου Πρόκλου, συνήργησε στην επαναφορά του Ιερού Λειψάνου του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου και των αγίων Τεσσαράκοντα Μαρτύρων.
Πολλά είναι τα ευαγή ιδρύματα, οι Σχολές, τα Νοσοκομεία, οι Ναοί και οι Μονές, τα οποία οικοδόμησε και πλούτισε ποικιλοτρόπως με προσόδους, προνόμια και άλλα αγαθά, ώστε να μένουν εις δόξαν Θεού και μνημόσυνό της.
Αυτή υπήρξε και η πρώτη κτιτόρισσα της Μονής του Εσφιγμένου, γι’αυτό και δικαίως και πρεπόντως δοξάζεται σε αυτήν αιωνίως.
Το όνομά της φέρει και ένα από τα πολυτιμότερα κειμήλια της Μονής, ο πολυτιμότατος και ανεκτίμητος ομώνυμος Σταυρός.
Η Αγία απήλθε προς Κύριον την 10η Σεπτεμβρίου του έτους 453.