Τα γηρατειά
2 Οκτωβρίου 2023
(Η πιό δυσφημισμένη ηλικία).
Τα γηρατειά, η τρίτη λεγόμενη ηλικία, είναι σίγουρα η πιό δυσφημισμένη και ανεπιθύμητη ηλικία.
Οι περισσότεροι άνθρωποι τη φοβούνται…!
Μια πρόσφατη στατιστική μεταξύ νέων έδειξε ότι το 25% από αυτούς θα προτιμούσαν να πεθάνουν, παρά να φθάσουν στην γεροντική ηλικία… Εις δε την Αμερική ένας αφρικανός φοιτητής παρατήρησε: «σ’ αυτή τη χώρα δεν άκουσα κανένα να θέλει να γεράσει…».
Γενικά η γεροντοφοβία είναι μια άλλη κοινωνική αρρώστια που σαν αποτέλεσμα έχει τις αγχώδεις και άοκνες προσπάθειες πολλών να αναβάλουν(!), όσο μπορούν περισσότερο, τον ερχομό του γήρατος, αποκρύπτοντας επιμελέστατα τα αναπόφευκτα σημάδια του…
Από την άλλη πλευρά η σύγχρονη Ιατρική Επιστήμη έχει ανάπτυξη έναν ολόκληρο κλάδο, τη λεγομένη «Γεροντολογία», που στόχο της έχει να εξετάζει τα προβλήματα της προχωρημένης ηλικίας, στη σφαίρα της σωματικής αλλά και ψυχικής υγείας.
Παρ’ όλα αυτά, ο νόμος της φθοράς λειτουργεί αμείλικτα για όλους και για όλα. Δυστυχώς (ή ευτυχώς) όλοι οι άνθρωποι κάποτε γερνούν. Η αιωνία νεότητα παραμένει όνειρο θερινής νυκτός…
Εν πάση περιπτώσει το επίμαχο και ίσως άλυτο πρόβλημα είναι: πού τελειώνουν τα νιάτα και πού αρχίζουν τα γηρατειά;
Λέγεται ότι ο Βίκτωρ Ουγκώ θέλησε να καθορίσει τα όρια, λέγοντας: «τα σαράντα είναι τα γηρατειά της νιότης, τα πενήντα είναι τα νιάτα των γηρατειών»…
Όμως πρέπει να λεχθεί ότι στην προοπτική της Αγίας Γραφής καθώς και στους χαριτωμένους βίους των Αγίων μας, η πολύ δυσφημισμένη αυτή γεροντική ηλικία, επαινείται και τιμάται και θεωρείται στεφάνι καυχήσεως και δόξας. «Στέφανος καυχήσεως γήρας, εν δε οδοίς δικαιοσύνης ευρίσκεται» (Παροιμ., 16,31).
Αυτό φυσικά δεν σημαίνει διόλου ότι παροράμε το αναμφισβήτητο γεγονός ότι το «γήρας είναι όντως δεινόν», διότι «ουκ έρχεται μόνον». Και επίσης ότι «αι ημέραι των ετών ημών εν αυτοίς εβδομήκοντα έτη, εάν δε εν δυναστείαις, ογδοήκοντα έτη και το πλείον αυτών κόπος και πόνος…» (Ψαλμ. 89). Εν τούτοις η Βίβλος και η Εκκλησία μας θεωρούν τα γηρατειά την πιο σπουδαία ηλικία!
Πράγματι! Αν η παιδική ηλικία είναι η πιο θεμελιακή φάση της ανθρώπινης ζωής, αν η εφηβική είναι αναντίρρητα η πιο κρίσιμη ηλικία και η μέση η πιο γόνιμη και παραγωγική, η γεροντική είναι σίγουρα η πιο σπουδαία και χρήσιμη, για τον ίδιο τον άνθρωπο αλλά και για τους άλλους.
Όσοι λοιπόν πέρασαν ή πρόκειται να περάσουν σ’ αυτήν τη σπουδαία ηλικία, ας αναλογίζονται μαζί με τους κόπους της και τα μεγάλα ηθικά και κοινωνικά πλεονεκτήματα, με τα οποία ο «σοφός Δημιουργός» και η αγάπη των ανθρώπων την έχουν στεφανώσει. Αλλά ποιά είναι αυτά;
Ας αναλογίζονται οι γέροντες ότι τους παρέχεται παντού το προβάδισμα. Δικαίως θεωρούνται οι πρωτοπόροι και πρωταθλητές της ζωής. Σαν τους παλαιούς πολεμιστές παντού περιβάλλονται με περισσή τιμή και αναγνωρίζεται η οποιαδήποτε πολύτιμη προσφορά τους. Ο παππούς και η γιαγιά, ο γερο-δάσκαλος, ο πολιός ιερέας, ο γηραιός πολιτικός, ο φωτοστεφανωμένος παλαιός πολεμιστής κ.ά., μόλις εμφανιστούν κάπου, αυθόρμητα προκαλούν ένα αίσθημα δέους και βαθειάς εκτιμήσεως. Διότι ο γέρος είναι και φορέας της παραδόσεως, των αξιών της ζωής, της αγάπης προς τη πατρίδα, τη θρησκεία και την οικογένεια, των ηθών και εθίμων, που τα παραδίδει από γενεά σε γενεά. Εξ άλλου αναγνωρίζουμε ότι με τους δικούς τους μόχθους, θυσίες και στερήσεις, δάκρυα και στεναγμούς, εμείς ανδρωθήκαμε, αποκατασταθήκαμε και αναδειχθήκαμε σε όλα τα επίπεδα. Και εκφράζοντας την απέραντη ευγνωμοσύνη μας, σαν τους δυό γιούς του αρχαίου Διαγόρα, τοποθετούμε τα στεφάνια μας στις δικές τους λευκασμένες κεφαλές…
Ασφαλώς ο αντίλογος, που υποπτεύεται κανείς, είναι ότι αυτά δεν συμβαίνουν πάντοτε και ότι τουναντίον, σύμφωνα με τη Γραφή, «μεταξύ των τριών λυπηρών του κόσμου, τα δύο είναι να βλέπεις γηραιό πολεμιστή να πεινά και μεγάλο άνδρα στα γηρατειά του να περιφρονείται…» (Σοφ. Σειρ. 26,28).
Δεν μπορεί κανείς παρά να συμφωνήσει.
Και να μνημονεύσει τη βαρυσήμαντη δήλωση του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου ότι «η πολιτεία εκείνη στην οποίαν οι νέοι περιφρονούν τους γεροντότερους, οδηγείται στην καταστροφή».
Όμως η Αγία Γραφή επιμένει στο θέμα αυτό και εντέλλεται: «από προσώπου πολιού εξαναστήση και τιμήσεις πρόσωπον πρεσβυτέρου» (Λευϊτ. 1932).
Και από αυτήν εμπνεόμενες όλες οι προηγμένες κοινωνίες καθιέρωσαν την τιμητική μεταχείριση της λευκής ηλικίας και θεσμοθέτησαν μέτρα κοινωνικής προστασίας της.
Η δε ελληνική πολιτεία, που έχει και πανάρχαιη παράδοση τιμής προς τα γηρατειά, καθόρισε την 24ην Μαΐου κάθε χρόνου, ως πανελλήνια ημέρα των ηλικιωμένων. «Στόχος μας -είπε εκπρόσωπος της σε μήνυμα του- είναι να παραμείνουν οι ηλικιωμένοι ισότιμα μέλη της κοινότητος, συμμετέχοντας ενεργά και προσφέροντας το μεγάλο πλούτο των εμπειριών τους».
Είναι εξ άλλου περιττό και να ειπωθεί πόσο η Αγία μας Εκκλησία τιμά και θάλπει, ως Μητέρα στοργική, τα γηρατειά με λόγια και με έργα και, θεωρώντας τα ως δώρο και εύνοια Θεού, εύχεται κατά τον γάμο: «αξίωσον αυτούς εν γήρει πίονι καταντήσαι εν καθαρά καρδία εργαζομένους τας εντολάς Σου». Και στη Θ. Λειτουργία: «τους πρεσβύτας περίζωσον» (Θ. Λειτ. αγ. Γρηγ. Θεολ.) και: «το γήρας περικράτησον» (Μ.Βασίλ.).
Όσοι βρίσκονται στην τρίτη ηλικία, από όλους θεωρούνται ως οι «πτυχιούχοι» του μεγάλου Πανεπιστημίου της Ζωής. Αυτοί δηλ. που: έζησαν, έπαθαν, έμαθαν και τώρα ξέρουν τι είναι ζωή! Σκύβουν σαν το μεστωμένο στάχυ και μοιάζουν με το ώριμο και γλυκό τσαμπί σταφύλι, προσφέροντάς μας τις ανεκτίμητες εμπειρίες τους.
Για πολλούς θεωρείται μακάριος όποιος μπορεί να έχει κάποιο γέροντα για να τον συμβουλεύεται. Μια σοφή παροιμία του λαού μας λέγει: «άκου γέρου συμβουλή και παιδεμένου γνώση». Και στο Άγιον Όρος οι Πατέρες επαναλαμβάνουν: «φρόντισε να έχεις κάποιο γέρο και αν δεν έχεις, τρέξε να αγοράσεις»…!
Οι ηλικιωμένοι κρύβουν, πολλές φορές, μέσα τους μεγάλες και καταπληκτικές λανθάνουσες δυνατότητες, που όταν, δοθείσης ευκαιρίας, αποδεσμευτούν και χρησιμοποιηθούν, δημιουργούν τέτοια αποτελέσματα, που προκαλούν το θαυμασμό.
Ένα καταπληκτικό παράδειγμα μέσα στις σελίδες της Αγίας Γραφής είναι ο Χάλεβ (Ιησ. Ναυή 14,10) ο οποίος μας δείχνει ότι τα μεγαλύτερα επιτεύγματα του ο άνθρωπος, μπορεί να τα κατορθώσει στην προχωρημένη ηλικία του. Ο Χάλεβ ήταν ένας από τους νέους, που ο Μωϋσής είχε στείλει να κατασκοπεύσουν τη γη Χαναάν και όμως στα 85 του χρόνια δεν εννοεί να αποσυρθεί από την ενεργό δράση. Παρουσιάζεται στον Ιησού του Ναυή και του λέει: «δος μου αυτό το βουνό (δηλ. το βουνό που κατοικούσαν οι «γίγαντες»), η δύναμίς μου για πόλεμο είναι η ίδια όπως και τότε…». Τελικά ο Χάλεβ κατόρθωσε να διώξει τους εχθρούς και να εκτοπίσει από τα υψώματα τους τρεις γιούς του Ανάκ…
Οι ηλικιωμένοι, βοηθούμενοι από τη γεύση της ρευστότητας και παροδικότητας των ανθρωπίνων πραγμάτων, είναι φυσικό να έχουν αποκτήσει μια πολύτιμη γνώση, που σίγουρα αποτελεί τη μεγαλύτερη φιλοσοφία της ζωής, ότι δηλ. «ματαιότης, ματαιοτήτων τα πάντα ματαιότης».
Αυτό σημαίνει ότι έχουν τη δυνατότητα, περισσότερο από κάθε άλλη ηλικία να περιφρονούν την «κενήν απάτην τού βίου» και να είναι ελεύθεροι από την «επιθυμίαν της σαρκός, την επιθυμίαν των οφθαλμών και την αλαζονείαν του βίου» (Α’ Ιω. 2,16). Έτσι τώρα μπορούν να προσανατολίζονται σταθερά προς τη Πηγή της Ζωής, την υπαρξιακή αρχή κάθε ανθρώπου. Η επανεύρεση της πίστεως και η αναθέρμανση των σχέσεων με τον ζώντα Θεό, γίνεται για πολλούς το κυρίαρχο στοιχείο της ζωής τους, κατά την ηλικία αυτή. Θυμίζουν τον ξενιτεμένο που ύστερα από χρόνια επαναπατρίζεται στην «ποθεινή πατρίδα» και αισθάνεται να ζωντανεύουν μέσα του οι «αποσταμένες ελπίδες». Γιατί «τα γηρατειά είναι δυσάρεστα όχι γιατί δεν έχουν απολαύσεις, αλλά γιατί δεν έχουν ελπίδες» κατά πως λέει ο Ρίχτερ και γιατί «το να γνωρίζει κανείς να γερνάει είναι ένα από τα δυσκολότερα μέρη της τέχνης της ζωής». (Ερρίκος Αμιέλ).
Αυτές ακριβώς τις ζωηφόρες ελπίδες, τους προσφέρει η Εκκλησία του Χριστού, ανοίγοντας τους ορίζοντες της αιωνιότητας. Και έτσι εξηγείται γιατί στην Εκκλησία βλέπουμε συνήθως περισσότερους γέρους παρά νέους. Εκεί οι γέροι βρίσκουν την «υπαρξιακή εστία» τους.
Γι’ αυτό και κατηγόρησαν, μερικοί το Χριστιανισμό, ως Θρησκεία των γερόντων. Αλλά αυτό, αντί να αποτελεί μομφή, είναι τιμή. Γιατί σημαίνει ότι ο Χριστιανισμός έχει τη δυνατότητα να αποτελεί πάντοτε το ασφαλές καταφύγιο του ανθρώπου και μάλιστα την ώρα που όλα τα ανθρώπινα γύρω του καταρρέουν. Του τονώνει το αίσθημα της ζωής, που υπερβαίνει την αίσθηση του επερχόμενου βιολογικού του θανάτου. Εκπληκτική είναι η επιγραφή στο τάφο ενός εβδομηντάρη γέρου: «ενθάδε κείται εβδομηκοντούτης, όστις έζησε μόνον επτά έτη» δηλ. τα τελευταία της ζωής του, μετά την επιστροφή του στο Θεό!…
Συνέπεια αυτού του γεγονότος είναι ότι τα γηρατειά προσφέρονται και για τη δημιουργία και καλλιέργεια πνευματικής και εσωτερικής ζωής. Γράφει ο Άγιος Αναστάσιος ο Σιναΐτης: «Εάν εξετάσεις μετά προσοχής θα βρεις ότι το γήρας είναι προθυμότερο και πλέον κατάλληλο για την εκτέλεση κάθε εντολής του Θεού, από τη νεότητα. Διότι κατά τη νεότητα και ο σωματικός έρως είναι ισχυρότερος μέσα μας και το καμίνι της φιλαργυρίας μας φλογίζει και τα περισσότερα πάθη, όπως η κενοδοξία και η φιλαυτία και η λαιμαργία και η μνησικακία και η πλεονεξία. Και όπως όταν παλεύουν δύο -συνεχίζει ο άγιος- εάν ο ένας είναι αδύνατος, οπωσδήποτε ο άλλος θα είναι δυνατότερος, το ίδιο συμβαίνει και με τη ψυχή και το σώμα: όσον οι επιθυμίες και οι ορέξεις του σώματος με τη πάροδο των ετών γηράσκουν, εάν η ψυχή θελήσει πραγματικά, έχει όλη την απαιτούμενη ισχύ και δύναμη για την τήρηση των εντολών του Θεού».
Το γεγονός δε, ότι ο ηλικιωμένος άνθρωπος βρίσκεται φυσικά κοντύτερα στο θάνατο, μπορεί από τραγικότητα να αποβεί ευλογία και χαρά, μέσω της χριστιανικής ελπίδας «ην ως άγκυραν έχομεν της ψυχής, ασφαλή τε και βεβαίαν και εισερχομένην εις το εσώτερον του καταπετάσματος» (Εβρ. 6,19).
Έτσι μπορείς στη ζωή να συναντήσεις γεροντάκια αγιασμένα, άκακα, αθώα σαν μικρά παιδιά, εικονίσματα ζωντανά, σεπτές μορφές, που αντικατοπτρίζουν τις ανταύγειες του Παραδείσου… «Όποιος έφθασε στα γεράματα με καθαρή ζωή, καλούς λογισμούς και κυριαρχία στη γλώσσα,στη μεν παρούσα ζωή απολαμβάνει τη γλυκύτητα του καρπού της γνώσεως, και κατά δε την έξοδό του από αυτή τη ζωή, δέχεται τη δόξα του Θεού» (Αββάς Ισαάκ).
Αλλ’ εάν τα τιμημένα και άγια γηρατειά, έχουν περισσότερη αξία «απ’ όλες τις χαρές της νιότης» όπως λέει μια παροιμία, τότε τα κακά γηρατειά είναι «όνειδος ανθρώπου και εξουδένωμα λαού». Είναι αποκρουστικά και αξιοκατάκριτα. Γι’ αυτό και ο Σοφός Σειράχ (25,2) εξομολογείται: «τρία είδη εμίσησεν η ψυχή μου και προσώχθισε σφόδρα τη ζωή αυτών: πτωχόν υπερήφανον, πλούσιον ψεύστην και γέροντα μοιχόν, ελαττούμενον συνέσει»!
Είναι σίγουρο ότι τα γεράματα δεν μετρώνται μόνον ποσοτικά, αλλά κυρίως ποιοτικά: «γήρας γαρ τίμιον ου το πολυχρόνιον, ουδέ αριθμώ ετών μεμέτρηται, πολιά δε εστί φρόνησις ανθρώποις και ηλικία γήρως, βίος ακηλίδωτος» (Σοφ. Σολ. 4,8-9). Διότι «τίποτε δεν είναι τόσο επονείδιστο για ένα γέρο από το να μην έχει να παρουσιάσει σαν απόδειξη του ότι έζησε, τίποτε άλλο, έκτος από τα χρόνια του» (Σενέκας).
Στη περίπτωση αυτή τα γηρατειά γίνονται ο κακός επίλογος της ανθρώπινης πορείας. Ένα κακόγουστο «φινάλε» μιας ολόκληρης ζωής!… Γι’ αυτό «χριστιανά τα τέλη της ζωής ημών ανώδυνα, ανεπαίσχυντα, ειρηνικά…. παρά του Κυρίου αιτησώμεθα».
(Αρχ. Αθηναγόρα Καραμανζάνη, «Οι Πατέρες και τα προβλήματα της ζωής μας»)