Ο Ευαγόρας Παλληκαρίδης στις τελευταίες του στιγμές…
1 Οκτωβρίου 2022
9 δευτερόλεπτα. Τόσος χρόνος χρειάστηκε μέχρι να περάσει στην αιωνιότητα ο Ευαγόρας Παλληκαρίδης, σύμφωνα με τις σημειώσεις του δήμιού του.
Ο 19χρονος ήρωας από την Τσάδα, ο γενναίος αυτός πατριώτης, σύμφωνα με τις σημειώσεις που κρατούσε ο διαβόητος δήμιος της βρετανικής αποικιοκρατίας, Harry Allen, κατά τη διάρκεια των απαγχονισμών των ηρώων της ΕΟΚΑ, ξεψύχησε ηρωικά 9 δευτερόλεπτα μετά από τη στιγμή που άνοιξε η ξύλινη καταπακτή της αγχόνης.
«Θ’ ακολουθήσω με θάρρος τη μοίρα μου. Ίσως αυτό να ΄ναι το τελευταίο μου γράμμα. Μα πάλι δεν πειράζει. Δεν λυπάμαι για τίποτα. Ας χάσω το κάθε τι. Μια φορά κανείς πεθαίνει. Θα βαδίσω χαρούμενος στην τελευταία μου κατοικία. Τι σήμερα, τι αύριο; Όλοι πεθαίνουν μια μέρα. Είναι καλό πράγμα να πεθαίνει κανείς για την Ελλάδα. Ώρα 7:30. Η πιο όμορφη μέρα της ζωής μου. Η πιο όμορφη ώρα. Μη ρωτάτε γιατί».
Αυτό είχε γράψει στο τελευταίο γράμμα του.
Η πιο πάνω φωτογραφία ανέβηκε πριν από μερικές ώρες στο διαδίκτυο με τη λεζάντα «Ο Ευαγόρας Παλληκαρίδης στις τελευταίες του στιγμές…». Παρά τις πολλές προσπάθειες, δεν καταφέραμε να εντοπίσουμε την αρχική πηγή για να διαπιστώσουμε κατά πόσο απεικονίζει τον ίδιο τον ήρωα μαζί με τον ιερέα των Κεντρικών Φυλακών ή αν πρόκειται για σκηνή από κάποια ταινία-ντοκιμαντέρ αφιερωμένη στη ζωή και τη θυσία του. Αν όντως είναι αυθεντική, τότε απεικονίζει τον Παλληκαρίδη ίσως καθώς εξομολογείται από τον ιερέα Παπάντωνη Ερωτοκρίτου, λίγο πριν τον απαγχονισμό του που, όπως έχει γραφτεί με χρυσά γράμματα στο βιβλίο της ιστορίας, εκτυλίχθηκε τα μεσάνυχτα της 13ης Μαρτίου 1957.
Πιο κάτω, τα όσα διαδραματίστηκαν εκείνο το βράδυ, έτσι όπως τα περιγράφει με μεστή γραφή ο ίδιος ο Παπάντωνης μέσα στο βιβλίο του με τίτλο «Πώς έζησα το δράμα των Απαγχονισθέντων»:
Ήτο τόση η βία του, ώστε να διάταξη την εκτέλεσίν του προ του μεσονυκτίου, ενώ όλους τους προηγουμένους τους εξετέλεσαν κατα τας πρώτας πρωϊνάς ώρας, διότι ήθελε να προλάβη μη τυχόν και ήρχετο χάρις από τήν Βασίλισσαν, διότι όλοι αυτό επεριμέναμεν. Λέγεται ότι εδόθη η χάρις, ήτο όμως αργά, αν πράγματι εδόθη.
Τό απόγευμα της 13ης Μαρτίου ο διοργανωτής των εκτελέσεων κ. Λκκερ με ενημέρωσε περι της εκτελέσεως του Παλληκαρίδη και ότι έπρεπε ως συνήθως να παραμείνω στας Φύλακας.
Εζήτησα να μείνω στο σπίτι μου και να μεταφερθώ εις τας Φύλακας ολίγον προ της εκτελέσεως και εδέχθησαν με την υπόσχεσιν ότι πράγματι θα ευρισκόμην στο σπίτι, γιατί όπως αντελήφθην ενόμιζαν πως θα τους γελούσα.
Εκανονίσαμεν η ώρα 10 μ.μ. να ρθούν να με πάρουν, όπως και έγινε.
Μόλις έφθασα στάς Φύλακας, ωδηγήθην πλησίον του Παλληκαρίδη δια να του μεταδώσω τήν Θείαν Κοινωνίαν. Τον βρήκα απολύτως ήρεμον χωρίς την παραμικράν εκδήλωσιν ταραχής ή λιποψυχίας.
Τα λόγια του εις τήν συνομιλίαν μας ήσαν κοφτά και μετρημένα. Εκάθητο εις τό κρεββάτι του, που έψαυε σχεδόν τό δάπεδον του κελλιού, και εγώ λίγον υψηλότερα σ’ ένα σκαμνί.
Τον είχαν στο κελλί του Ανδρέα Δημητρίου, και στο άλλο του Καραολή είχαν τον Μαϊμάρη, που τον κατεδίκασαν για φόνο. Δύο είναι τα κελλιά των μελλοθανάτων πλησίον της άγχύνης, και γι’ αυτό τους δύο πρώτους τούς είχαν σ’ αυτά τά κελλιά, πού είναι πολύ πληκτικά, όπως και τώρα τούς δύο αυτούς, μέ τήν διαφοράν ότι τώρα μόνον ό ένας μέ ενδιέφερε εθνικά.
Όταν συνελήφθη μέσα στο δάσος μέ ένα όπλο, πού δέν μπορούσε νά χρησιμοποιηθή, ήτο νύχτα, και οί σύντροφοι του έτρεξαν και έφυγαν, και δέν συνελήφθησαν. Αυτός όμως δέν έτρεξε να φύγη και περίεργος γι’ αυτό του υποβάλλω τήν έρώτησιν.
– Γιατί δέν έτρεξες νά φύγης και σύ όπως έκαμαν οί άλλοι;
Εσήκωσε τό πρόσωπον του και μέ είδε στά μάτια, γιατί ήτο σκυφτός, και μέ ελαφρόν μειδίαμα μού λέγει.
-Τούς επήρα γιά δειλούς, όταν τους ειδα νά τρέχουν.
Επικρατεί σιωπή και πάλιν ερωτώ.
-Έχεις τίποτε νά μού πής, παιδί μου ;
– Μετανοιώνω γιά κείνο πού έκαμα και άν ζούσα δέν θά το ξανάκαμνα.
Δέν εννοούσε τό ότι έλαβε μέρος στον αγώνα αλλά άλλο πράγμα, τής ψυχής.
Του υπέδειξα, αν ήθελε να αφήσει τον σταυρόν του νά τον έχωμεν ώς ένθύμιον, αλλά μου λέγει: Όχι. πάτερ, θέλω νά τον πάρω μαζί μου.
Λυπήθηκα, πού δέν σκέφθηκα νά πάρω άλλον μαζί μου και να τον κρατούσα ώς ιερόν κειμήλιον, όπως έκαμα στους τρεις προηγουμένους. Μετά τήν εκτέλεση τον έφερε στο λαιμό του.
Του συνέστησα να έχη θάρρος μέχρι τέλους και νά μήν αφήση τήν εντύπωση στους Άγγλους δημίους ότι έδειλίασε.
– Έχω θάρρος, μου λέγει, και δεν θα δειλιάσω, εύχομαι δε να είμαι ο τελευταίος. Τά τελευταία του λόγια ήσαν: Τούς χαιρετισμούς μου εις όλους, και εύχομαι σύντομα τήν ελευθερίαν τής Κύπρου.
Του μετέδωσα τέλος την Θείαν Κοινωνίαν και αφού τον εφίλησα τον απεχαιρέτισα μέ τάς λέξεις, θάρρος, και νά μήν χάνης τάς ελπίδας σου.
Κάποια ελπίς διασώσεώς του υπήρχε μέχρι τής τελευταίας στιγμής, ήτοι τής ενδέκατης και μισής, πού έξετελέσθη.
Ο Μαϊμάρης όταν μέ ειδε νά φεύγω από τό διπλανό κελλί, εφώναζε και έκλαιε και ετάρασσε τήν γαλήνη και τήν σιγήν τής νύχτας γύρω από τήν άγχόνην.
Έχουμε την εντύπωση πως η εν λόγω φωτογραφία δεν είναι ανάμεσα σε αυτές που τραβήχτηκαν από τον Allen και άρα δεν περιλαμβάνεται στο άλμπουμ με τις φωτογραφίες και τα άλλα αντικείμενα του διαβόητου εκτελεστή των Ελληνοκυπρίων ηρώων της ΕΟΚΑ, τα οποία παραδόθηκαν πριν από μερικές ώρες (Τρίτη 29/10) στον Πρόεδρο της Βουλής Γιαννάκη Ομήρου από αντιπροσωπεία αποδήμων της Μεγάλης Βρετανίας, σίγουρα όμως είναι πέρα για πέρα συγκλονιστική.
Για την ιστορία να πούμε πως, ανάμεσα στα αντικείμενα του δήμιου, τα οποία δημοπρατήθηκαν πρόσφατα και κατέληξαν τελικά στα χέρια των αποδήμων για το ποσό των 1100 στερλινών, περιλαμβάνονται ένας κατάλογος με συγκλονιστικά στοιχεία των 9 απαγχονισθέντων της ΕΟΚΑ (όπως τα δευτερόλεπτα που μεσολάβησαν μέχρι να ξεψυχήσουν), ένα ρόπαλο, προσωπικές φωτογραφίες, ένα παραδοσιακό νεροκόλοκο με σκαλισμένη την επιγραφή «Εσκαλίσθη εις τας Κεντρικάς Φυλακάς στις 12 Σεπτεμβρίου του 1958», ένα ρολόι Ωμέγα και δύο επάργυρα ποτήρια.
Μ.Μ.
Πηγή: city.sigmalive.com