Ἱστορία τῶν Πομάκων


Στήν ὁροσειρά τῆς Ροδόπης τόσο ἀπό τήν Βουλγαρική πλευρά ὅσο καί ἀπό τήν ἑλληνική, ζεῖ ἀπό τήν ἀρχαιότητα μία ἰδιόμορφη καί παρεξηγημένη φυλή, οἱ Πομάκοι. Οἱ Πομάκοι, κατοικοῦν στή Θράκη στόν ὀρεινό ὄγκο τῆς Ροδόπης ἐδῶ καί χιλιάδες χρόνια. Ἡ ὀροσειρά Ροδόπη βρίσκεται στό μεγαλύτερο μέρος της μέσα στή Βουλγαρία καί οἱ περισσότεροι Πομάκοι ζοῦν ἐκεῖ ἐνῶ ἡ πλειοψηφία τους στήν Ἑλλάδα βρίσκεται στό νομό Ξάνθης. Ὁ πληθυσμός τῶν Πομάκων ὑπολογίζεται γύρω στίς 350.000 ἀπό αὐτούς ὅμως μόνο οἱ 36.000 (ἀπογραφή 1991) κατοικοῦν στήν Ἑλλάδα (23.000 στό νομό Ξάνθης, 11.000 στό νομό Ροδόπης, 2.000 στό νομό Ἔβρου). Οἱ ὑπόλοιποι βρίσκονται στή Βουλγαρία.

Οἱ Βούλγαροι, στηριζόμενοι βασικά στό γλωσσικό τους ἰδίωμα, τούς διεκδικοῦν σάν Βούλγαρους, ἐνῶ οἱ Τοῦρκοι, στηριζόμενοι στό γεγονός ὅτι εἶναι μουσουλμάνοι, τούς θεωροῦν Τούρκους. Κατά τούς Ρουμάνους, οἱ Πομάκοι εἶναι ἀπομεινάρι ἀρχαίου θρακικοῦ φύλου τό ὁποῖο διαδοχικά ἐκρωμαΐστηκε, ἐκσλαβίστηκε καί ἐξισλαμίστηκε.

Ἡ συνεχής καί ἐπίμονη πλύση ἐγκεφάλου, πού τούς γίνεται ἄλλοτε ἀπό τήν Βουλγαρία καί ἄλλοτε ἀπό τήν Τουρκία, συνοδευόμενη ἀπό τήν μόνιμη ἀδιαφορία τῆς Ἑλλάδας ἔχει συντελέσει, ὥστε αὐτοί οἱ ἄνθρωποι νά ἔχουν χάσει τίς ἐθνικές τους ρίζες καί νά πλέουν σ’ ἕνα πέλαγος χωρίς πυξίδα ἐθνικοῦ προσανατολισμοῦ.

Ἡ προέλευση τῆς λέξης «Πομάκος»

Πολλοί προσπάθησαν νά ἑρμηνεύσουν ἐτυμολογικά τή λέξη «Πομάκοι» μέ ἐπικρατέστερη ἄποψη αὐτή τῶν Βουλγάρων, σύμφωνα μέ τήν ὁποία ἡ προέλευση τῆς λέξης ὀφείλεται στό ρῆμα pomagam πού σημαίνει βοηθῶ. Οἱ Βούλγαροι ἀποκαλοῦσαν τούς Πομάκους «πομαγκάστ» δηλαδή βοηθούς, ὑποτελεῖς, βασανισμένους, δούλους, χωρίς δική τους ἀτομική καί συλλογική ὀντότητα. Κατά μία ἑλληνική ἐκδοχή, προέρχεται ἀπό τό ἀρχαιοελληνικό ἱππομάχος. Ἦταν αὐτοί πού ἀπάρτιζαν τό φοβερό ἱππικό τοῦ Μ. Ἀλεξάνδρου. Κατά μία ἄλλη ἑλληνική ἑρμηνεία, ἡ λέξη προέρχεται ἀπό τό ἑλληνικό Πομάξ (πότης) ἐξαιτίας τῆς παλιᾶς συνήθειας τῶν Θρακῶν νά πίνουν πολύ. Οἱ ἴδιοι ὅμως οἱ Πομάκοι τή θεωροῦν προσβλητική καί ὑβριστική ὀνομασία καί θέλουν νά αὐτοαποκαλοῦνται «Ἀχριάν», δηλαδή «Ἀγριάνες», ὄνομα ἀρχαίας θρακικῆς φυλῆς, πού κατοικοῦσε στά ἄγονα κι ὀρεινά μέρη τοῦ ὄρους Σκόμιο καί στή Βορειοδυτική Ροδόπη καί πού λέγονταν κι ἀλλιῶς «Ἀγρίες», «Ἀγραῖοι» κι «Ἀγριεῖς». Φημίζονταν σάν ἐπιδέξιοι ἀκοντιστές. Συμπερασματικά μποροῦμε νά ποῦμε, σύμφωνα μέ τίς ἔρευνες τῶν ἐθνολόγων, ὅτι οἱ Πομάκοι εἶναι ἀπόγονοι τῶν ἀρχαίων Θρακῶν. Τήν ἄποψη, ὅτι δηλαδή οἱ Πομάκοι κατάγονται ἀπό τήν ἀρχαία ἑλληνική φυλή, παρουσίασαν καί τό 1946 στόν ΟΗΕ καί στούς Ἀμερικανούς οἱ ἴδιοι οἱ Πομάκοι (Ἑλλάδας καί Βουλγαρίας) καί ζήτησαν σάν Ἕλληνες νά ἐνταχθοῦν μέ τούς Ἕλληνες στήν Ἑλλάδα.

Οἱ Πομάκοι εἶναι κατά τήν πλειοψηφία ὑψηλοί, ξανθοί, γαλανομάτηδες, δολιχοκέφαλοι, φιλοπρόοδοι, δέν ἔχουν μογγολικά χαρακτηριστικά καί κατοικοῦν στά ὀρεινά τῆς Θράκης τῆς Δυτικῆς Θράκης. Ἐπίσης, ἡ ἐθνολογική ἔρευνα ὑποστηρίζει βασίμως, ὅτι οἱ σλαβόφωνοι Πομάκοι εἶναι ἀπόγονοι, στή συντριπτική τους πλειοψηφία, αὐτόχθονος πληθυσμοῦ. Ἐξάλλου, αἱματολογική ἐξέταση σέ 1.030 κατοίκους στά χωριά Ἐχίνος, Σάτραι, Ὡραῖον, Μελίβοια καί Κοτύλη, δηλαδή τό 1/20 τοῦ συνολικοῦ πληθυσμοῦ τῶν Πομάκων 4, διαπιστώνει αἱματολογική συγγένεια Πομάκων καί Ἑλλήνων σέ ποσοστό 50-70%. Ἀλλά καί ξένοι ἐπιστήμονες ὑποστηρίζουν ὅτι οἱ Πομάκοι εἶναι ἐξισλαμισμένοι καί ἐκσλαβισθέντες γλωσσικῶς, ἀπόγονοι ἤ τά τελευταῖα ὑπολείμματα τῶν ἀρχαίων Θρακῶν καί ὅτι ἔχουν φλέβα ἑλληνική.

Γραπτά μνημεῖα τῆς γλώσσας τῶν Πομάκων, ὅπως καί τῆς γλώσσας ὅλων τῶν ἀρχαίων θρακικῶν φυλῶν δέν ὑπάρχουν. Εἶναι δηλαδή ἡ γλώσσα ὁμιλούμενη, ἀλλά μή γραφόμενη. Ὅλοι γενικά οἱ Πομάκοι τῆς ἑλληνικῆς ὀρεινῆς Ροδόπης μιλοῦν τήν πομακική γλώσσα, ἕνα γλωσσικό ἰδίωμα σλαβικό, συγγενικό μέ τή βουλγαρική γλώσσα (χωρίς οἱ Πομάκοι νά αἰσθάνονται Βούλγαροι ἤ Σλάβοι), πού διασώζει ὅμως πολλές ἑλληνικές λέξεις, ἴσως καί πολλές θρακικές κι ἔχει ἀνάμεσα κι ὁρισμένες τουρκικές λέξεις, πράγμα πού συμβαίνει σέ ὅλες τίς γλῶσσες τῶν Βαλκανίων, πού ζυμώθηκαν ἀναγκαστικά μέ τήν τουρκική γλώσσα, μέσα σέ τόσους αἰῶνες τουρκικῆς κατάκτησης. Παρατηρεῖται ὅτι ἡ πομακική γλώσσα στήν ἀνατολική περιοχή τῆς Δυτικῆς Θράκης ἔχει ἐπηρεασθεῖ ἀπό τήν τουρκική γλώσσα, ἐνῶ ἀντίθετα στό δυτικό τμῆμα της ἀπό τή βουλγαρική. Πάμπολλες εἶναι οἱ ἑλληνικές λέξεις – καί μάλιστα οἱ ἀρχαιοπρεπεῖς, γεγονός πού ἐνισχύει τήν ἄποψη γιά τήν ἀρχαία καταγωγή τῶν Πομάκων καί τή συγγένειά τους μέ τούς Ἕλληνες.

Μέχρι καί τό τέλος τοῦ 20οῦ αἰώνα, πού ἡ πομακική γλώσσα ἦταν ἄγραφη, πολλοί ἄνθρωποι προσπαθοῦν νά τήν καταγράψουν, μέ πρωτοπόρο τόν Πομάκο Ριτβὰν Καραχότζα.

Τό 1996 ἐκδόθηκε ἀπό τίς ἐκδόσεις «Αἴγειρος» τῆς Θεσσαλονίκης, μέ τή χορηγία καί ἠθική συμπαράσταση τοῦ Πρ. Ἐμφιετζόγλου, τό τρίτομο ἔργο γιά τήν πομακική γλώσσα πού ἐκπονήθηκε ὑπό τήν ἐποπτεία καί τήν ἐνεργό συμμετοχή τοῦ δασκάλου Πέτρου Θεοχαρίδη. Τό ἔργο περιλαμβάνει ἑλληνο-πομακικό καί πομακο-ἑλληνικό λεξικό καί γραμματική τῆς πομακικῆς γλώσσας. Γράφτηκαν ἐπίσης, γραμματικές, παραμύθια, ἐφημερίδες, τραγούδια.

Ἐπισημαίνεται ὅτι οἱ ἑλληνικές λέξεις εἶναι οὐσιαστικά καί ρήματα, ὥστε δέν μποροῦν νά θεωρηθοῦν ἁπλά δάνεια, δεδομένης τῆς θεμελιώδους σημασίας τῶν οὐσιαστικῶν καί ρημάτων σέ κάθε γλώσσα. Ἐξάλλου, μεταξύ Διδυμοτείχου καί Ὀρτακιόι ὑπῆρχαν ἀποκλειστικά ἑλληνόφωνοι Πομάκοι γνωστοί μέ τήν ὀνομασία Μάρηδες καί Γραβανίτες. Ἐνδεικτικά παρατίθεται κατάλογος μέ λέξεις ἑλληνικῶν ρημάτων καί οὐσιαστικῶν: Ρήματα: αργάσβαμ = ἐργάζομαι, αρέσβαμ = ἀρέσκομαι, αρνήσβαμ = ἀρνοῦμαι, αφορίσβαμ = ἀφορίζω, βιάσαμ = βιάζομαι, βολιάσβαμ = ἐμβολιάζω, βουλώσβαμ = βουλώνω, ζαπεικάσουβαμ = ἀπεικάζω, ζηλώσβιαμ = ζηλεύω, ζυβγκαρωσβαμ = ζευγαρώνω, ἀκτοικιάσβαμ = κατοικῶ, κερντίσβαμ = κερδίζω, κινήσβαμ = κινῶ, λειψούβαμ = λείπω, μαρτυρήσβαμ = μαρτυρῶ, μοιάζαμ = μοιάζω, ορίσβαμ = ὁρίζω, πατάξαμ = πατάσσω, νταπαιντέψαμ = παιδεύω, νταπάψαμ = παύω, στοιβάσβαμ = στοιβάζωτυπωσβαμ = τυπώνω, φτάσβαμ = φθάνω κ.λ.π. Οὐσιαστικά: αργκάτ = ἐργάτης, βλαστάρ = βλαστάρι, γκωνία = γωνία, ντρούμ = δρόμος, έντρο = ἁδρός, εγκρίστρα = ἄγκιστρο, κεραμή = κεραμίδι, κλωβία = κλουβί (κλωβός), κουμίν = κάμινος, κρομμύντ = κρομμύδι, παιντεψία = παίδευση, παῖπελ = παιπάλη (δηλαδή σκόνη), παναγκύρ = πανηγύρι, παρασπούρ = παρασπόρι, πέλκα = πέλεκυς σκύφαλα = σκύβαλα, στόμνα = στάμνα, σύνορ = σύνορο, φυτάρια = φύτρο, χρομύλ = χειρόμυλος, χορό = χορός κ.λ.π. Ἀπό ἔρευνα τοῦ Κ. Μητσάκη, διαπιστώθηκε ὅτι στά Πομάκικα συναντοῦμε τό γνωστό τραγούδι Γεφύρι τῆς Ἄρτας. Τραγούδι εὐρύτερα γνωστό, μέ ρίζες πολύ πρίν ἀπό τή μάχη τοῦ Ματζικέρτ (1071), στήν Ἑλλάδα. Οἱ Πομάκοι ἀπομονωμένοι γεωγραφικά, κοινωνικά καί πολιτιστικά, διατήρησαν τήν πιό ἀρχαία μορφή τοῦ τραγουδιοῦ πού συγγενεύει μέ τήν παραλλαγή τῆς Καππαδοκίας, ὅπου ἀρχικά γεννήθηκε.

Ὁ ἐξισλαμισμός τῶν Πομάκων

Ἀπό τούς Κώδικες τῆς Μητροπόλεως Φιλιππουπόλεως, προκύπτει ὅτι τά μέσα τοῦ 17ου αἰώνα (τό 1628 κατά τούς Βούλγαρους, κατ΄ ἄλλους τό 1636 – 1672) οἱ πρόκριτοι τῶν πομάκων, γιά λόγους ἐπιβίωσης ἀποφάσισαν ὁμαδικό ἐξισλαμισμό. Τό γεγονός αὐτό ἀποδέχονται καί οἱ ἱστορικοί, ὁ Τσέχος Κ. Jerecek καί ὁ Βούλγαρος πρώην πρεσβευτής στήν Ἑλλάδα (ἑλληνικῆς καταγωγῆς ἀπό τήν μητέρα του), πρόεδρος τῆς βουλγαρικῆς βουλῆς Ν. Todorov. Εἰδικότερα, κατά τόν προαναφερθέντα Τσέχο ἱστορικό, ὁ ἐξοπλισμός πού ἄρχισε σταδιακά τόν 16ο αἰώνα ἐπί Σελίμ Α (1512 -1520), ὁλοκληρώθηκε ἐπί Μεχμέτ Δ (1641 – 1661).

Τότε οἱ πρόκριτοι τῶν Πομάκων παρουσιάσθηκαν στίς ἀρχές τῆς Φιλιππουπόλεως καί γνωστοποίησαν τήν ἀπόφασή τους νά προσχωρήσουν στό ἰσλάμ. Ὁ Τοῦρκος διοικητής φοβήθηκε τό σκάνδαλο καί τούς παρέπεμψε στό Μητροπολίτη Φιλιππουπόλεως Γαβριήλ (1636 – 1672). Ὁ τελευταῖος προσπάθησε νά τούς ἀποτρέψει, ἀλλά προσέκρουσε στήν ἀπόφασή τους νά ἀπαλλαγοῦν ἀπό τήν τουρκική καταπίεση καί νά ἐκδικηθοῦν γιά τήν παλαιά βουλγαρική καταδυνάστευσή τους. Κατά τήν παράδοση τῶν Ἑλλήνων τῆς Φιλιππουπόλεως, ἡ περιτομή ἔγινε πανηγυρικά στό παλαιό τζαμί κοντά στό Διοικητήριο. Μέ τήν ἐπιστροφή τους στή Ροδόπη ἐξισλαμίσθηκαν καί οἱ ὁμόφυλοί τους.

Ὁ Μέγας Βεζίρης Μεχμέτ Κιοπρουλού κατεδάφισε 218 ἐκκλησίες καί 336 παρεκκλήσια, τῶν ὁποίων ἐρείπια ἀνευρίσκονται σήμερα στά πομακοχώρια. Μόνη ἡ ὕπαρξη τῶν ἐρειπίων αὐτῶν ἀποδεικνύει ὅτι οἱ Πομάκοι ἦταν χριστιανοί. Κατά τήν βουλγαρική παράδοση, οἱ Τοῦρκοι, ἐπί Μεχμέτ Κιοπουρλού, ἀπείλησαν τούς Πομάκους λέγοντας: ἤ γίνεσαι μουσουλμάνος ἤ σοῦ παίρνω τό κεφάλι. Τό 1656 οἱ δυνάμεις τοῦ Μεχμέτ πασᾶ εἰσέβαλαν στήν περιοχή τοῦ Τσέπνι. Ὁ πασάς διέταξε νά τοῦ φέρουν ὅλους τους προκρίτους. Τούς κατηγόρησε ὅτι ἀντιστέκονταν καί ἐπαναστατοῦσαν. Γί αὐτό εἶναι ἀνάγκη νά σᾶς σκοτώσω ἤ νά δεχθεῖτε τό ἰσλάμ τούς εἶπε. Οἱ γενίτσαροι περίμεναν ἕτοιμοι μέ τά γυμνά τους γιαταγάνια νά τούς ἀποκεφαλίσουν. Ἔτσι, κατά τήν βουλγαρική παράδοση, ἐξισλαμίσθηκαν. Παρά τόν ἐξισλαμισμό τους οἱ Πομάκοι διατήρησαν χριστιανικά ἔθιμα, μέχρι σήμερα, ὅπως τό σταύρωμα τοῦ βρέφους στήν κούνια του προτοῦ κοιμηθεῖ, καί τῆς ζύμης ἀμέσως μετά τό ζύμωμα. Τό κύριο ὄνομα Ἠλίας εἶναι διαδεδομένο μεταξύ τῶν Πομάκων τοῦ Ἐχίνου καί τῆς Κοτύλης. Κατά τόν Τσέχο ἱστορικό καί γλωσσολόγο τοῦ περασμένου αἰώνα Λεοπόλδο Γκάιτλερ, ὁ Ἅγιος Δημήτριος εἶναι ὁ πιό ἀγαπητός ἀπό μηχανῆς θεός γιά ὅλες τίς δύσκολες στιγμές. Ἐπαινεῖται τό χρυσό βιβλίο (Εὐαγγέλιο), οἱ σταυροί, ἡ στροφή πρός τόν χριστιανισμό καί ἡ ἀνέγερση ἐκκλησιῶν καί μοναστηριῶν. Ὅλα αὐτά τά ἐξυμνοῦν οἱ μωαμεθανοί Πομάκοι. Ἐπίσης, μέχρι τήν ἀπελευθέρωσή τους ἀπό τά ἑλληνικά στρατεύματα, πολλοί ἦσαν οἱ κρυπτοχριστιανοί Πομάκοι.

Μνημονεύεται ἡ περίπτωση τοῦ κρυπτοχριστιανοῦ Πομάκου Γιουσούφ στό χωριό Κέχρος Ροδόπης πού διατηροῦσε σέ μπαοῦλο τά ράσα καί τίς εἰκόνες τοῦ ἱερέα παπποῦ του. Σήμερα ἡ Τουρκική προπαγάνδα τούς ἐκβιάζει νά προσλαμβάνουν Τουρκικά ὀνόματα. Οἱ συνοικισμοί στόν Ὡραῖον Ξάνθης, Τεοτόκα (ἀπό τό Θεοτόκος) καί Σταματέσκο (ἀπό τό Σταμάτιον), ἤ ὁ κεντρικός συνοικισμός στήν κοινότητα Κέχρου Ροδόπης πού λέγονταν Μαρικόζ (ἀπό τό Καυδιά τῆς Μαρίας Παναγίας ὅπου ἀνάβλυζε ἁγίασμα) ἀλλά καί πρωτοχριστιανική πίττα μέ τό νόμισμα, ἀποτελοῦν σημεῖα πού μαρτυροῦν τό χριστιανικό παρελθόν τῶν Πομάκων. Μεταξύ τῶν Πομάκων διατηρεῖται ὡς παράδοση ὅτι τόν ἐξισλαμισμό δέν τόν δέχθηκαν νέες του χωριοῦ Πάχνη, καί μερικές ἀπό αὐτές ἔπεσαν χορεύοντας σέ παρακείμενο βάραθρο, πρόδρομοι τῶν Σουλιωτισσῶν. Ἡ μυστικιστική ἰσλαμική ζωή δέν ἤκμασε στήν περιοχή τῶν Πομάκων, οὔτε καί στήν ἰσλαμική τέχνη ρίζωσε. Ἡ τελετουργική σχέση τῶν Πομάκων μέ τήν θρησκεία τους εἶναι πρωτόγονη. Ἴσως γιά τό λόγο αὐτό, ἡ προσπάθεια τῶν Βουλγάρων γιά βίαιο ἐκχριστιανισμό τῶν Πομάκων τό 1920 – 1930 εἶχε κάποια ἀποτελέσματα.

Οἱ προσπάθειες τῶν Πομάκων νά ἑνωθοῦν μέ τήν Ἑλλάδα

Στίς ἀρχές τοῦ 1878, ἐν ὄψει τοῦ διεξαγόμενου Ρωσοτουρκικοῦ πολέμου, ὁ ὑπόδουλος ἑλληνισμός τῆς Θεσσαλίας, Μακεδονίας, Ἠπείρου καί Κρήτης ὀργάνωσε ἐπαναστατικά κινήματα. Οἱ Πομάκοι, στήν ὀρεινή περιοχή τῆς Ροδόπης, ὀργάνωσαν καί αὐτοί ἐπαναστατικό κίνημα κατά τῆς Τουρκίας προσβλέποντας νά μεταπέσουν στήν ἑλληνική κυριαρχία παρά στή βουλγαρική. Ἄλλωστε οὐδέποτε ἔτρεφαν φιλοβουλγαρικά αἰσθήματα. Ἀπόδειξη περί τούτου ἀποτελεῖ τό γεγονός ὅτι οἱ Πομάκοι συνέπραξαν μέ τούς Τούρκους στήν κατάπνιξη τῆς βουλγαρικῆς ἐπαναστάσεως τοῦ 1875.

Ὅταν διαπίστωσαν ὅτι ἦταν ἀνέφικτη ἡ μετάπτωσή τους στήν ἑλληνική κυριαρχία καί ὅτι ἀντιθέτως ἡ περιοχή τους περιλαμβανόταν στή Μεγάλη Βουλγαρία τῆς συνθήκης τοῦ Ἁγίου Στεφάνου, ἀπέκλεισαν ἐνόπλως ὅλες τίς διόδους τῆς Ροδόπης καί ἵδρυσαν τήν Αὐτόνομη Πομακική Δημοκρατία, ἡ ὁποία περιελάμβανε 21 χωριά. Στήν ἐνέργειά τους αὐτή, οἱ Πομάκοι ὑποκινήθηκαν ἀπό Οὔγγρους καί Ἄγγλους ἀξιωματικούς πού ἔφθασαν στήν περιοχή τῶν Πομάκων μέσω Καβάλας. Καί τοῦτο, διότι τά συμφέροντα τῆς Αὐστροουγγαρίας καί τῆς Ἀγγλίας συνέπιπταν στήν ἀποτροπή τῆς ἐπεκτάσεως πρός νότο τῆς Ρωσίας. Ἀνάχωμα στή ρωσική κάθοδο ἀποτελοῦσε ἡ Αὐτόνομη Πομακική Δημοκρατία.

Οἱ Πομάκοι τῆς Δράμας, στῆς 7 Μαρτίου 1878, ἀδελφοποιήθηκαν (ἀρχαῖο ἑλληνικό ἔθιμο) καί ἀποφάσισαν νά δράσουν. Ἐκφράσθηκαν μέ συμπάθεια πρός τά ἑλληνικά ἐπαναστατικά κινήματα τῆς Ἠπείρου, Θεσσαλίας καί Μακεδονίας καί δήλωσαν ὅτι προτιμῶσι νά τεθῶσιν ὑπό τό σκῆπτρον τοῦ Βασιλέως τῶν Ἑλλήνων καί μείνωσιν εὐχαρίστως εἰς τάς ἑστίας των. Ἡ Πομακική Δημοκρατία διατηρήθηκε μέχρι τῆς προσαρτήσεως τῆς Ἀνατολικῆς Ρουμελίας στή Βουλγαρία τόν Σεπτέμβριο 1885. Σέ προηγούμενο δημοσίευμα (Ἀκτίνες Φεβρ. 1995, σελ. 51), ἔγινε μνεία τοῦ διαβήματος τῶν μουσουλμάνων βουλευτῶν (Πομάκων καί Τουρκογενῶν) τῆς Δύτ. Θράκης στή Βουλγαρική Βουλή τό 1919, διά τοῦ ὁποίου ἐξέφραζαν τήν ἐπιθυμία τοῦ μουσουλμανικοῦ πληθυσμοῦ νά ἀπαλλαγῆ ἀπό τό βουλγαρικό ζυγό καί γι’ αὐτό ζητοῦσαν τή Διασυμμαχική κατάληψη τῆς Δυτ. Θράκης. Ὅπως μαρτυρεῖται, ὁ Πομάκος δικηγόρος – δημοσιογράφος Μεχμέτ Τεφρίκ ἀφηγήθηκε στόν Γάλλο δημοσιογράφο τῆς ἐποχῆς ἐκείνης Λεών Σαβατζιάν (Leon Sauadzian) τά δεινά τῶν Πομάκων ὑπό τή βουλγαρική κατοχή, πού καταχωρήθηκαν στό βιβλίο τοῦ Εn Trace Occidentale.

Οἱ Πομάκοι, μαζί μέ τούς ἄλλους μουσουλμάνους ὁδηγήθηκαν στό ἀνωτέρω διάβημα διότι ἤθελαν νά ἐνταχθοῦν στόν ἑλληνικό χῶρο καί ὅπως ἰσχυρίζονταν στό ὑπόμνημα, τῆς Δυτ. Θράκης εἶχαν πάντοτε φιλελεύθερες διαθέσεις ἀπέναντί τους καί ἦσαν μέλη ἑνός ἔθνους πού συμφωνοῦσαν μαζί του. Τό αἴτημά τους αὐτό δέν ἱκανοποιήθηκε τότε πλήρως. Τό ἐπανέλαβαν καί πάλι μετά τόν Β Παγκόσμιο Πόλεμο, μέ ἀντιπροσώπους τους στή Διάσκεψη Εἰρήνης στό Παρίσι τό 1946. Τότε ἡ Ἑλλάδα ἐνδιαφερόταν γιά λόγους ἀσφαλείας νά διαρρυθμιστοῦν τά ἑλληνοβουλγαρικᾶ σύνορα. Ὁ Τύπος καί τά ραδιόφωνα τῆς ἐποχῆς ἐκείνης στὶς ΗΠΑ προέβαλαν τό γεγονός.

Εἰδικότερα, ὁ διευθυντής τοῦ ραδιοφωνικοῦ σταθμοῦ τῆς Οὐάσιγκτον Albert Verner, ἔλεγε σέ μία ἐκπομπή: Ἕν ἀκόμη πρόβλημα μειονότητας παρουσιάστηκε σήμερον εἰς Οὐάσιγκτον ἐν τῷ προσώπῳ τῶν Πομάκων, οἱ ὁποῖοι εἶναι ἀρχαία ἑλληνική φυλή, ἱστορουμένη ἀπό τήν πρό τοῦ Μεγάλου Ἀλεξάνδρου ἐποχῆς. Οἱ Πομάκοι ποιοῦνται νῦν ἔκκλησιν πρός τό Συμβούλιο Ἀσφαλείας (ΟΗΕ) καί πρός τό Ἀμερικανικόν ἐπί τῶν Ἐξωτερικῶν Ὑπουργεῖον καί ζητοῦν τήν διενέργεια δημοψηφίσματος, ἵνα ἐλευθερωθοῦν ἐκ τῆς Βουλγαρίας καί ἀπολαύσουν τήν ἐλευθερία τήν ὁποία ἀπολαμβάνουν οἱ Πομάκοι τῆς Ἑλλάδας. Ὁ τύπος ἐπίσης ἔγραφε : Τό παρελθόν Σάββατον εἰς τό ξενοδοχεῖο Πενσυλβάνια ἔλαβε χώρα συνέντευξις πρός τούς ἀντιπροσώπους τοῦ Ἀμερικανικοῦ καί Ἑλληνικοῦ τύπου ἐκ μέρους τῶν κ.κ. Χάμδη Χουσεΐν Βέη, πρώην βουλευτοῦ Ροδόπης, Χακή Σουλεϊμὰν Βέη, ἀποτελούντων ἀπό τήν ἀντιπροσωπεία τῶν Πομάκων Θράκης. Οἱ Πομάκοι ἐξέθεσαν πρός τόν τύπο τάς ἀπόψεις των καί τά δίκαιά των, ζητοῦντες τήν ἕνωσίν των μέ τήν Ἑλλάδα. Ἡ προσπάθεια τῶν Πομάκων δέν τελεσφόρησε διότι εἶχε προηγηθεῖ ἡ διανομή τῆς Εὐρώπης μεταξύ τῶν τριῶν μεγάλων δυνάμεων στή Γιάλτα, τόν Φεβρουάριο τοῦ 1944.

Ἡ στάση τῶν Πομάκων κατά τή συνθήκη τῆς Λωζάνης

Μετά τήν Μικρασιατική καταστροφή καί τήν ἀναγκαστική ἐγκατάλειψη τῆς Ἀνατολικῆς Θράκης, ἀκολούθησε ἡ Συνθήκη τῆς Λοζάνης τῆς Ἐλβετίας τό 1923. Σέ μία κρίσιμη περίοδο τῶν διαπραγματεύσεων τήν ἄνοιξη τοῦ 1923, ὁ ταγματάρχης τοῦ τουρκικοῦ στρατοῦ Φουάτ Βέης, κατόπιν συνεννοήσεως μέ τή βουλγαρική κυβέρνηση, συγκρότησε τουρκοβουλγαρικό θρακικό κομιτάτο, μέ σκοπό τή δημιουργία ἀντιπερισπασμοῦ στά νῶτα τοῦ ἑλληνικοῦ στρατοῦ. Βάση τῶν σχετικῶν ἐπιχειρήσεων θά ἦσαν οἱ Πομάκοι τῆς Βουλγαρίας, πού θά σχημάτιζαν συμμορίες καί εἰσήρχοντο στή Δυτική Θράκη. Τά σχέδια τοῦ κομιτάτου ματαιώθηκαν, διότι οἱ Πομάκοι ἀρνήθηκαν νά ἐπιτεθοῦν κατά τῆς Ἑλλάδας. Ἐπίσης εἶναι βεβαιωμένο ὅτι εἶχε ἀσκηθεῖ πίεση τῆς βουλγαρικῆς κυβερνήσεως πρός τούς Πομάκους. Ἐπίσης, ὁ Φουάτ Βέης περιόδευσε πολλές φορές στά πομακοχώρια, συναντώντας τήν ἄρνηση τῶν Πομάκων. Γιά τή στάση τους αὐτή, πολλοί προύχοντες τῶν Πομάκων δολοφονήθηκαν. Ἡ συμπεριφορά αὐτή τῶν Πομάκων ὀφείλεται στό χαρακτήρα τους – δέν εἶναι ὕπουλοι, οὔτε καιροσκόποι – πού τούς διαφοροποιεῖ ἀπό τούς Τούρκους καί τούς Βούλγαρους.

Ἡ ἑλληνική στάση

Τούς Πομάκους, τούς ἀπογόνους τῶν ἀρχαίων Ἀγριάνων, τό ἑλλαδικό κράτος δέν τούς ἐγκατέλειψε, ἀλλά τούς ἔστειλε στήν ἀγκαλιά τῆς Τουρκίας, ἡ ὁποία θεωρεῖ ὅτι εἶναι προστάτης τῶν μουσουλμάνων.

Τό 1954 ἡ ἑλληνική Κυβέρνηση ὑποχρέωσε ὅλα τά μουσουλμανικά σχολεῖα νά ὀνομάζονται τουρκικά γιά νά πετύχει διάκριση ἀπό τά ἀντίστοιχα μουσουλμανικά τῆς Βουλγαρίας.

Τό 1955 δόθηκε ἐντολή στόν ἐπιθεωρητή μουσουλμανικῶν σχολείων νά ὀργανώσει συνέδρια Πομάκων δασκάλων γιά τήν εἰσαγωγή τοῦ λατινικοῦ ἀλφαβήτου, δηλαδή τῆς τουρκικῆς γλώσσας ἀφοῦ οἱ Νεοτοῦρκοι ἔχουν υἱοθετήσει τό λατινικό ἀλφάβητο.

Ἡ εἰσαγωγή τοῦ λατινικοῦ ἀλφάβητου καί τῆς τουρκικῆς γλώσσας στά σχολεῖα τῶν Πομάκων ὁλοκληρώθηκε τό 1973.

Τό 1995, βάσει τουρκοελληνικῆς συμφωνίας διετάχθη ἀπό τήν ἑλληνική κυβέρνηση ὁ ἐπιθεωρητής μουσουλμανικῶν σχολείων Δύτ. Θράκης καί συγκάλεσε τοπικά συνέδρια Πομάκων δασκάλων μέ σκοπό νά τούς συστήσει ὅπως ἐγκαταλείψουν τήν ἀραβική (παλαιοτουρκική) γραφή καί νά χρησιμοποιοῦν τή λατινική. Ἐπίσης, τό Σεπτέμβριο 1973, ἐπισκέφθηκε τή Δυτ. Θράκη ὁ τότε πρέσβης τῆς Τουρκίας στήν Ἑλλάδα, Γκιουροῦν, μέ ἀποτέλεσμα τήν ἐπιβολή τῆς λατινικῆς γραφῆς στούς μωαμεθανούς Πομάκους.

Μέχρι τό 1996 δέν ἦταν ἐλεύθερη ἡ πρόσβαση γιά τά πομακοχώρια καί γιά νά πᾶς ἀπό τήν πόλη τῆς Ξάνθης στά Πομακοχώρια ἔπρεπε νά περάσεις πρῶτα ἀπό τήν περιβόητη «μπάρα» (φυλάκιο γιά ἔλεγχο χαρτιῶν καί ἄδειας ἀπό τήν Ἀστυνομική Διεύθυνση Ξάνθης). Δηλαδή συνοριακός ἔλεγχος μέσα στήν Ἑλλάδα.

Ἀποτέλεσμα ὅλων αὐτῶν ἦταν νά χαρίζουμε ὁλόκληρη τή μουσουλμανική μειονότητα τῆς Θράκης μέ τή φυλετική, γλωσσική καί τή θρησκευτική της ἀνομοιογένεια στούς σουλτάνους τοῦ νεοτουρκικοῦ ἐπεκτατισμοῦ.

Οἱ Πομάκοι ἔτειναν δυστυχῶς μέχρι τίς τελευταῖες δεκαετίες νά διαμορφώνουν τουρκική συνείδηση. Ἐπρόκειτο γιά ἕνα εἶδος γενοκτονίας, γιατί τά δικά μας λάθη στέλνουν τό λαό τῶν Πομάκων κατευθείαν στό στόμα τοῦ νεοτουρκικοῦ ἐθνικισμοῦ καθώς εὑρίσκοντο στό στόχαστρο τῆς Τουρκικῆς προπαγάνδας.

Στή Θράκη οἱ πράκτορες τῆς Τουρκίας ἔχουν ἐκμεταλλευτεῖ τίς δικές μας παραλείψεις καί ἔχουν ἐπιβάλει ἕνα ἰδιότυπο καθεστώς ὁμηρίας στούς μουσουλμανικούς πληθυσμούς. Ἔχουμε φθάσει στό σημεῖο νά χαρίζουμε στό νεοτουρκικό καθεστώς μία ἀνομοιογενῆ ἀπό κάθε ἄποψη μουσουλμανική κοινότητα, ἡ ὁποία ἀποτελεῖται ἀπό τρεῖς ὁμάδες, τούς «τουρκογενεῖς», τούς Πομάκους καί τούς Ἀθίγγανους. Μουσουλμάνοι κατευθυνόμενοι ἀπό τόν Ἐπιτήδειο Οὐδέτερο, προσπαθοῦν νά ἐπιβάλλουν στούς Πομάκους νά μήν μιλοῦν τήν μητρική τους γλώσσα. Ὡς χαρακτηριστικό παράδειγμα σημειώνεται τό γεγονός ὅτι στίς 15 Νοεμβρίου 1989, σέ συγκέντρωση γονέων καί κηδεμόνων τοῦ Σχολείου τοῦ Ἐχίνου καί σέ συνεργασία μέ τήν σχολική ἐφορία, συζητήθηκε ἡ ἀνάγκη νά ὁμιλοῦν οἱ μουσουλμανόπαιδες τῆς περιοχῆς τήν τουρκική καί ὄχι τήν πομακική στούς δημόσιους χώρους. Σκοπός τῆς Τουρκίας ἦταν καί εἶναι νά ἐξαφανισθεῖ ἡ πομακική καί νά κυριαρχήσει ἡ τουρκική στούς μουσουλμάνους.

Κιζηλμπάσηδες

Ἰδιαίτερο ἐνδιαφέρον παρουσιάζουν οἱ Κιζηλμπάσηδες Πομάκοι, ἐπειδή ἡ αἵρεσή τους ἐμφανίζει κοινά χαρακτηριστικά τόσο πρός τήν χριστιανική πίστη ὅσο καί πρός τίς ἀρχαῖες μυστηριακές τελετές. Ζοῦν καί δραστηριοποιοῦνται στήν περιοχή Μεγάλου Δερείου – Ρούσσας, ὅπου ὑπάρχει ἀποδεδειγμένη συνέχεια τῆς ἀνθρώπινης παρουσίας τουλάχιστον ἀπό τό 1100 π.χ. Αὐτό ἀποδεικνύεται ἀπό τήν βραχογραφία μέ τά ἐγχάρακτα σχέδια ἀλλά καί ἀπό τούς μεγαλιθικούς τάφους τύπου Dolmen , πού βρίσκονται στή Ρούσσα.

Πολλοί ἐρευνητές ὑποστηρίζουν πώς οἱ Πομάκοι πού λέγονται καί Ἀχριὰν εἶναι ἀπόγονοί τοῦ ἀρχαίου Θρακικοῦ φύλου τῶν Ἀγριάνων. Ἄλλοι λένε πώς οἱ Κιζηλμπάσηδες ἔχουν σχέση μέ τούς Ἐρεθρίνους. Ὅπως καί νά ἔχουν τά πράγματα, οἱ Κιζηλμπάσηδες χιλιάδες χρόνια κρατοῦν κλειστά τά στόματά τους σχετικά μέ τή μυστηριακή λατρεία τους. Σταυρώνουν τό ψωμί ὅταν τό κόβουν, κεντᾶνε σταυρούς στό κάτω μέρος στίς κάλτσες τους, πίνουν νερό ἀπό τά ἁγιάσματα καί ἐπισκέπτονται χριστιανικά ξωκλήσια, τρῶνε χοιρινό καί πίνουν οἰνοπνευματώδη σέ ἀντίθεση μέ τούς ὁμόθρησκούς τους. Ἡ γλώσσα τους εἶναι σλαβική μέ πολλές ἀρχαιοελληνικές λέξεις.

Στήν περιοχή τοῦ νομοῦ Ἔβρου, κατοικοῦν Κιζηλμπάσηδες Πομάκοι. Ὀνομάζονται ἔτσι γιατί εἶναι αἱρετικοί μουσουλμάνοι πού ὑποχρεώθηκαν μετά τό βίαιο ἐξισλαμισμό τους νά φοροῦν κόκκινο σκοῦφο. Ἡ αἵρεση αὐτή εἶναι μπεκτασική καί ἡ περιοχή πού κατοικοῦν περιλαμβάνει τά παρακάτω χωριά καί οἰκισμούς : Κόρυμβος, Σιδηρῶ, Μικρό καί Μεγάλο Δέρειο, Ρούσσα, Ἄνω καί Κάτω Μικράκιο, Κισσός, Μεσημέρι καί Οὐράνια.

Τό ἑορτολόγιό τους σύμφωνα μέ τόν καθηγητή Εὐστράτιο Ζεγκίνη, ἔχει πολλές ὁμοιότητες μέ τό χριστιανικό καί πολλές γιορτές τους συμπίπτουν μέ τό παλιό ἡμερολόγιο. Τήν περίοδο τῶν Χριστουγέννων γιορτάζουν τό Τζέμ, πού περιλαμβάνει ἐξομολόγηση, οἰνοποσία καί χορό, ἐνῶ κατηγοροῦνται ὅτι προβαίνουν σέ ὄργια μετά αὐτοῦ.

Πηγή: agiazoni.gr