Εὐχαριστία (Anthony Bloom Metropolitan of Sourozh (1914- 2003))
31 Μαΐου 2021
Κάθε φορά ποὺ πλησιάζουμε στὸ Ἅγιο Ποτήριο γιὰ νὰ λάβουμε τὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἶμα τοῦ Κυρίου, λέμε μιὰ προσευχὴ ποὺ περιέχει λόγια τὰ ὁποῖα πρέπει νὰ πραγματοποιηθοῦν, γιατί σὲ ἀντίθετη περίπτωση συνιστοῦν ψεῦδος ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ. Λέμε στὸν Θεὸ ὅτι εἴμαστε οἱ χειρότεροι ἁμαρτωλοὶ ποὺ ὑπάρχουν.
Καὶ δὲν εἶναι φυσικὸ ποὺ τόσο συχνὰ λέμε αὐτὰ τὰ λόγια μὲ τὴ σκέψη ὅτι: «Αὐτὸ ἀληθεύει γιὰ τοὺς ἁγίους ποὺ μποροῦσαν νὰ νοιώθουν ἔτσι, ἀλλὰ δὲν μπορῶ νὰ νοιώσω ὅτι εἶμαι ὁ χειρότερος ἁμαρτωλός». Ὅταν κοιτάζουμε γύρω μας, ὅταν βλέπουμε τὴν κατάσταση τοῦ κόσμου στὸν ὁποῖο ζοῦμε, μποροῦμε νὰ δοῦμε κάποιους ἀνθρώπους ποὺ, στὰ μάτια μας, εἶναι χειρότεροι ἀπὸ ἐμᾶς. Καὶ ὡς πρὸς αὐτὸ θὰ ἤθελα νὰ σᾶς θυμίσω ἕνα ἀπόσπασμα ἀπὸ τὸ ἡμερολόγιο τοῦ Ἁγίου Ἰωάννη τῆς Κροστάνδης, ὁ ὁποῖος ἔθετε στὸν ἑαυτό του τὸ ἴδιο ἐρώτημα καὶ τελικὰ ἀπαντοῦσε σὲ αὐτὸ καταφατικά λέγοντας: «Ναὶ, εἶμαι ὁ χειρότερος ἁμαρτωλὸς ἀπ’ ὅλους ὅσους γνωρίζω».
Καὶ ἡ ἐξήγηση ποὺ ἔδινε ἦταν ὅτι εἶχε συνειδητοποιήσει τὶ τοῦ εἶχε προσφέρει ὁ Θεὸς, καὶ πόσα λίγα ἐκεῖνος Τοῦ εἶχε ἀνταποδώσει.
Πιστεύω ότι πρέπει όλοι μας νὰ ξεκινήσουμε μὲ αὐτὴ τὴ λογικὴ καὶ νὰ ἀναρωτηθοῦμε: Ποιὰ εἶναι τὰ χαρίσματα ποὺ ὁ Θεὸς μᾶς ἔχει ἐμπιστευτεῖ; Τὶ εἶναι αὐτὸ ποὺ μᾶς κάνει τόσο εὐτυχισμένους, ἤ τόσο δυστυχισμένους; Καὶ ὅταν καταφέρουμε νὰ κατανοήσουμε πόσα καλὰ ἔχουμε δεχτεῖ, τότε θὰ μποροῦμε νὰ ρωτήσουμε τὸν ἑαυτό μας, ποιοὶ εἶναι οἱ καρποὶ μας ἀπὸ αὐτὲς τὶς δωρεές;
Καὶ θὰ καταλάβουμε ὅτι, σύμφωνα μὲ τὸν πρῶτο Μακαρισμό, δὲν ὑπάρχει τίποτα σ’ ἐμᾶς, στὴ ζωή μας, ποὺ νὰ μᾶς ἀνήκει, ποὺ νὰ εἶναι δικό μας κατόρθωμα. Ὁ Θεὸς μᾶς ἔδωσε ζωή, μᾶς ἔδωσε σῶμα, ψυχή, μυαλό. Μᾶς ἔδωσε ὅ,τι γεμίζει τὴ ζωή μας μὲ πλοῦτο. Ὅ,τι εἴμαστε καὶ ὅ,τι ἔχουμε εἶναι δῶρα δικὰ Του, Τὸν εὐγνωμονοῦμε γι’ αὐτὸ, ἤ οἰκειοποιούμαστε τὰ δῶρα Του, μὲ τὴ σκέψη ὅτι εἶναι ἀληθινὰ δικά μας; Καὶ ἀκόμα ὅταν ἀντιλαμβανόμαστε ὅτι δὲν ὀφείλονται σ’ ἐμᾶς, ὅτι ὁ Θεὸς μᾶς ἔδωσε ὅ,τι ἔχουμε καὶ ὅ,τι εἴμαστε, γνωρίζουμε πῶς νὰ εἴμαστε εὐγνώμονες καὶ νὰ κάνουμε στὸν ἑαυτό μας τὴν ἐρώτηση ποὺ ἤδη σᾶς ἀνέφερα: «Τὶ ἔκανα τὰ δῶρα τοῦ Θεοῦ;» Καὶ ἄν ἐμβαθύνουμε περισσότερο στὴ ζωή μας, μποροῦμε νὰ ποῦμε: ναί, εἶμαι ὁ χειρότερος ἀπ’ ὅλους τοὺς ἁμαρτωλοὺς, ἐπειδὴ ὁ Θεὸς τόσο πλούσια μὲ προίκισε καὶ κοιτᾶξτε πόσο λίγα ἀνταπέδωσα στὸν Θεὸ καὶ στὸν πλησίον μου;
Ἄς προβληματιστοῦμε πάνω σ’ αὐτὸ καὶ τὴν ἑπόμενη φορὰ ποὺ θὰ προσέλθουμε γιὰ νὰ μεταλάβουμε καὶ σκεφτοῦμε ἤ ποῦμε αὐτὰ τὰ λόγια, ἄς τὰ ποῦμε ἔχοντας κατανοήσει ὅτι εἶναι ἀλήθεια, καὶ γνωρίζουμε τὸ γιατί. Aλλὰ νὰ προσέλθουμε στὸ Μυστήριο ἀφοῦ ἀρχικὰ κατανοήσουμε αὐτὰ τὰ λόγια, ἐπειδὴ χρειάζεται πολὺς καιρὸς γιὰ νὰ δοῦμε πόσο πλούσια μᾶς ἔχει προικίσει ὁ Θεὸς καὶ πόσο λίγο ἀνταποκριθήκαμε. Ἀλλὰ σταδιακά, βῆμα-βῆμα, αὐτὰ τὰ λόγια θὰ βγοῦν ἀληθινὰ καὶ θὰ μεταλαμβάνουμε μὲ πιὸ συντετριμμένη καρδιὰ καὶ μ’ εὐγνωμοσύνη. Ἀμὴν.
Ἀπόδοση στὴν νεοελληνική: www.agiazoni.gr