Το αηδόνι και το γεράκι (Σολωµός Διονύσιος)
6 Δεκεμβρίου 2020
«Άκουσε, γεράκι, το καηµένο τ ἀηδόνι.
Η ζωή µου είναι στην εξουσία σου, όπως και το πέταγµά µας αυτό µέσα στα σύννεφα, όπου δεν είχα φτάσει ποτέ.
Αλλά άκουσέ µε: Από τις µυστικές πηγές της φύσης ερχόταν µιά ήπια πνοή και συναντούσε µιάν άλλη, εξίσου ήπια, µέσα στο στήθος µου.
Αυτή η πνοή γινόταν τραγούδι, όπως και το φύλλωµα του δέντρου που µέ φιλοξενούσε, όπως τα άστρα που έλαµπαν ψηλά.
Η οµορφιά των πραγµάτων που ήταν γύρω µου µέ συγκινούσε και µεταβαλλόταν σε µουσική.
Είδα κι εσένα να έρχεσαι καταπάνω µου, και ο φόβος µου νικήθηκε από το θαύµα της γρήγορης και µεγαλόπρεπης πτήσης σου, που τη θαύµαζα σαν δώρο των θεών.
Αλλά τη στιγµή εκείνη, από άπροσµέτρητο βάθος, ετοιµάζονταν ν ἀναβρύσουν από µένα τραγούδια θλίψης για ένα ρόδο που το µάδησε ο αέρας.
Τα άρχιζα, τα τραγούδια αυτά, εγώ που, όταν ξεσπούσε ο κεραυνός, ένιωθα να µού τρέµει το στήθος, καθώς ήµουν µαζεµένο µέσα στο νέο φύλλωµα.
Άφησέ µε να ζήσω µιά στιγµή µόνο, όσο για να βγάλω στον αιθέρα και για το αυτί σου το θησαυρό που αισθάνοµαι µέσα µου. Μη σκοτώσεις αυτό που πρέπει να γεννηθεί!».
Καθώς το αηδόνι µιλούσε, το γεράκι χαλάρωνε το αρπακτικό νύχι του, και µέ το άλλο έκανε φιλικό νεύµα στο αηδόνι, που όµως τη στιγµή εκείνη ξεψύχησε.
Πηγή: agiazoni.gr