Οι φίλοι μας τα τζιτζίκια
18 Ιουνίου 2020
Πασίγνωστο, από τον ήχο που εκπέμπει, έντομο της οικογένειας των τετιγιδών. Τα είδη του είναι πολλά, εμείς όμως γνωρίζουμε εδώ περισσότερο ένα, τον τζίτζικα τον πληβείο. Το μήκος του φτάνει μέχρι 3 εκατοστόμετρα. Το σώμα του είναι πεπλατυσμένο, το κεφάλι του κοντό και πλατύ, έχει πέντε μάτια, δύο μεγάλα, κανονικά και τρία μικρότερα, βοηθητικά. Τα φτερά του είναι φτιαγμένα από λεπτή διαφανή μεμβράνη και τα πόδια του λεπτά και μακριά. Το χρώμα του σε γενικές γραμμές είναι μαύρο. Όμως διακρίνουμε σ’ αυτόν και διάφορες αποχρώσεις κίτρινου και καφέ.
Ο τζίτζικας ζει στα δέντρα (πεύκα, ελιές, πλατάνια κ.ά.). Δύσκολα διακρίνεται, έτσι όπως είναι προσκολλημένος πάνω στα κλαδιά. Γίνεται αισθητός μόνο από τον ήχο του. Τρέφεται με τη λύμφη των βλαστών, τους οποίους τρυπά με μια ειδική προβοσκίδα, που μοιάζει με έμβολο. Η θηλυκιά γεννά τα αβγά της μέσα σε τρύπες που κάνει πάνω στους μαλακούς βλαστούς. Αυτό γίνεται κατά τον Ιούλιο ή τον Αύγουστο. Από τα αβγά βγαίνουν οι προνύμφες, περίπου στο τέλος του καλοκαιριού, οι οποίες κατεβαίνουν από τα δέντρα, κάνουν τρύπες μέσα στη γη, κοντά στις ρίζες κι εκεί μπορούν να ζήσουν και τέσσερα χρόνια (αλλού 17 ή 13 χρόνια) μέχρι που να μετατραπούν σε κανονικές νύμφες.
Στην Αμερική και τις τροπικές χώρες, ο αριθμός των τζιτζικιών είναι τεράστιος και δημιουργεί προβλήματα στις καλλιέργειες.
Στην Ελλάδα είναι τελείως αβλαβής ο τζίτζικας. Τρομερά μεγάλο επιστημονικό ενδιαφέρον παρουσιάζει το τζιτζίκι, για την ειδική ηχητική συσκευή που υπάρχει στην κοιλιακή κοιλότητά του μέσω της οποίας δημιουργείται αυτό το ιδιόμορφο τερέτισμα, που όλοι μας ακούμε τις ζεστές καλοκαιρινές μέρες. Η συσκευή αποτελείται από δύο κοιλότητες που χωρίζονται από μια λεπτή μεμβράνη τεντωμένη. Κάθε φορά που δονείται η μεμβράνη αυτή, παράγεται ο ήχος.
Η ηχητική συσκευή βρίσκεται ανάμεσα στο θώρακα και την κοιλιά του τζιτζικιού.
Ο τζίτζικας είναι κουφός. Αυτό το απέδειξε ένας δήμαρχος του Μαγδεμβούργου τον περασμένο αιώνα, πυροδοτώντας ένα κανόνι κάτω από ένα πλατάνι της πλατείας πάνω στο οποίο τερέτιζαν χιλιάδες τζιτζίκια, χωρίς εκείνα να σταματήσουν από τον εκκωφαντικό κρότο.
Κατά τη μυθολογία ο Τιθωνός, ένας ωραίος νεανίας, αγαπήθηκε για την ομορφιά του από την Ηώ, τη θεά της αυγής. Αυτή ζήτησε από το Δία να τον κάνει αθάνατο, αλλά ξέχασε να ζητήσει μαζί με την αθανασία και να μη γερνάει ο αγαπημένος της. Έτσι, όταν πέρασαν τα χρόνια ο Τιθωνός γέρασε πολύ, χωρίς όμως να πεθαίνει. Οι θεοί τον λυπήθηκαν και τον μεταμόρφωσαν στο γνωστό μας τζιτζίκι.
Πηγή: Live-Pedia.gr, Αν θέλετε να ακούσετε τον ήχο του μπορείτε να το κάνετε εδώ