Tα ιερα μνημοσυνα (2)
1 Ιουνίου 2020
Ήδη πάντως στις «Αποστολικές Διαταγές» υπάρχουν όχι μόνο διαμορφωμένες ευχές και διακονικές αιτήσεις «υπέρ αναπαυσαμένων εν Χριστώ αδελφών ημών», που κατά βάσιν περιέχουν τα αιτήματα ακόμα και τις φραστικές διατυπώσεις που μας είναι οικείες από τις εν χρήσει ευχές («παρίδη αυτώ παν αμάρτημα εκούσιον και ακούσιον και… κατάταξη εις χωράν ευσεβών, ανειμένων εις κόλπον Αβραάμ και Ισαάκ και Ιακώβ… ένθα απέδρα οδύνη, λύπη και στεναγμός» Η’ 41), αλλά και μαρτυρία ότι υφίσταντο ήδη ως καθοριζόμενα από τους αποστόλους τα τρίτα, τα ένατα, τα τεσσαρακοστά και τα ενιαύσια μνημόσυνα. Δίδεται δε μια βιβλική ή υποτυπώδης θεολογική δικαίωση για το καθένα: « Επιτελείσθω δε τρίτα των κεκοιμημένων εν ψαλμοίς και αναγνώσεσι και προσευχαίς διά τον διά τριών ημερών εγερθέντα· και ένατα εις υπόμνησιν των περιόντων και των κεκοιμημένων και τεσσαρακοστά κατά τον παλαιόν τόπον, Μωϋσήν γαρ ούτως ο λαός επένθησε· και ενιαύσια υπέρ μνείας αυτού» (Η’ 42). Παρόμοιες θεολογικές ερμηνείες με αναγωγές στην Παλαιά Διαθήκη ή στην θεολογική σημασία των αριθμών ή ιδιαιτέρως στον βίο και στις μετά την ανάσταση εμφανίσεις του Κυρίου έχουν δοθεί πολλές για την δικαιολόγηση της επιλογής των ημερών τελέσεως των μνημοσυνών: Αγία Τριάς, τριήμερος ταφή του Κυρίου (τα τρίτα), τα αγγελικά τάγματα ή ο ιερός αριθμός 3×3 ή η εμφάνιση του Κυρίου κατά την ογδόη μετά την ανάσταση ημέρα (τα ένατα), ανάληψη του Κυρίου σαράντα ημέρες μετά την ανάσταση (τα τεσσαρακοστά) κ.ο.κ. Ο άγιος Συμεών Θεσσαλονίκης αναφέρει και άλλες ερμηνείες που κυκλοφορούσαν κατά την εποχή του, που συσχέτιζαν τις ημέρες των μνημοσυνών με τις αντίστοιχες φάσεις της συλλήψεως και της διαμορφώσεως του εμβρύου αφ’ ενός, και της φυσικής διαλύσεως του σώματος μετά την ταφή αφ’ ετέρου. Αυτές βασιζόταν στις ιατρικές γνώσεις της εποχής εκείνης και δεν τις υιοθετεί ο Συμεών, που ορθώς προτιμά «πνευματικώς νοείν πάντα και θείως και μη εκ των αισθητών συνιστάν τα της Εκκλησίας» (Διάλογος, κεφ. 371). Ένα πάντως είναι σημαντικό, ότι η Εκκλησία διατήρησε προχριστιανικά ήθη που δεν αντέλεγαν στη διδασκαλία της, έδωσε σ’ αυτά νέο χριστιανικό νόημα και τροποποίησε μερικά για θεολογικούς λόγους. Έτσι ενεργεί όταν μεταθέτει τα τριακοστά στην τεσσαρακοστή ημέρα, εμφανώς από ιουδαϊκή επίδραση και από συσχετισμό προς την ανάληψη του Κυρίου. Έτσι τελεί και τα ενιαύσια, όχι, κατά την άνευ σημασίας ημέρα της φυσικής γεννήσεως των ανθρώπων, αλλά κατά την ημέρα της εν Χριστώ γεννήσεως και τελειώσεως και εισόδου στην αληθινή ζωή, την ημέρα δηλαδή της «κοιμήσεως» των πιστών, την «γενέθλιο ήμερα» τους. Δεν επιδίδεται σε ανούσιους και ανωφελείς πολέμους και σκιαμαχίες, αλλά αναπλάθει εν Χριστώ τον κόσμο. Πολύ σοφή τακτική.
Από τα σωζόμενα τυπικά διαφόρων Μονών μαθαίνομε τα νεκρικά έθιμα που τηρούνταν στα μοναστήρια και προφανώς και στις κατά κόσμον εκκλησίες. Επί τις σαράντα πρώτες ημέρες εγίνετο καθημερινώς κατά τις ακολουθίες του εσπερινού και του όρθρου ειδική δέηση υπέρ του κοιμηθέντος και προσεφέρετο υπέρ αυτού η αναίμακτος θυσία. Στην ιδιαιτέρως μεγάλη σπουδαιότητα της τελέσεως της θείας ευχαριστίας υπέρ του κεκοιμημένου, της μνημονεύσεώς του κατ’ αυτήν και της ωφελείας του από αυτήν αναφέρονται οι πατέρες από του αγίου Κυρίλλου Ιεροσολύμων (Δ’ αιών), που τονίζει ότι «μεγίστην ώνησιν»( μεγάλη ωφέλεια) ευρίσκουν οι ψυχές «υπέρ ων η δέησις προσφέρεται της αγίας και φρικωδέστατης προκειμένης θυσίας» (Μυσταγωγική Κατήχησις Ε’9), μέχρι και του αγίου Συμεών Θεσσαλονίκης (ΙΕ’ αιών). Ο τελευταίος συνδυάζει την παραδοσιακή περί λειτουργίας θεολογία, ειδικότερα στην εκ της μνημονεύσεως των κεκοιμημένων κατά την εξαγωγή των μερίδων στην πρόθεση ωφέλεια, γιατί με τον τρόπο αυτόν διά της μερίδος τους στο δισκάριο μετέχουν μυστηριωδώς και αοράτως της χάριτος, κοινωνούν, παρακαλούνται, σώζονται και ευφραίνονται εν Χριστώ (Διάλογος, κεφ. 373). Αν απέθνησκε κάποιος κατά την περίοδο της Τεσσαρακοστής ή η περίοδος των σαράντα λειτουργιών ενέπιπτε μερικώς μέσα σ’ αυτή, εγίνετο μια εύλογη διευθέτηση. Τα τρίτα ετελούντο το πρώτο Σάββατο, τα ένατα το δεύτερο και το σαρανταλείτουργο άρχιζε από τη Δευτέρα μετά του Θωμά. Η διάταξη αυτή είναι πολλαπλώς σημαντική και θα επανέλθουμε στο δεύτερο μέρος της εισηγήσεως. Ας κρατήσουμε το βασικό της δίδαγμα ότι το κυρίως μνημόσυνο του κεκοιμημένου γίνεται διά τής θείας λειτουργίας ή, με άλλους λόγους, ότι η αληθινή ακολουθία του μνημοσύνου είναι συνδεδεμένη αρρήκτως με την τέλεση του μυστηρίου της θείας ευχαριστίας, όπως είδαμε παλαιότερα για το βάπτισμα, τον γάμο, το ευχέλαιο κ.λπ.
Εκτός από τα ατομικά μνημόσυνα που γίνονται κατά την τρίτη, ενάτη, τεσσαρακοστή από την από της κοιμήσεως ημέρα και κατά την κατ’ έτος μνήμη του θανάτου του κεκοιμημένου, η Εκκλησία έχει εισαγάγει σ’ όλες τις ακολουθίες της δεήσεις υπέρ αναπαύσεως των ψυχών και μακαρίας μνήμης των προκεκοιμημένων πατέρων και αδελφών μας, δηλαδή γενικών δεήσεων ή και ευχών, που μπορούν να εξειδικευθούν με την μνημόνευση ονομάτων. Έτσι έχουμε τις εκτενείς του εσπερινού, του όρθρου και της θείας λειτουργίας (« Ελέησον ημάς, ο Θεός… Έτι δεόμεθα υπέρ μακαρίας μνήμης και αιωνίου αναπαύσεως των ψυχών…»), την ακολουθία της προσκομιδής και τα μετά τον καθαγιασμό δίπτυχα της θείας λειτουργίας, το «Ευξώμεθα» του μεσονυκτικού και του αποδείπνου, το νεκρώσιμο τροπάριο στην τριθέκτη και ιδιαιτέρως το δεύτερο μέρος του καθημέραν μεσονυκτικού, που στις πηγές χαρακτηρίζεται «τρισάγιον υπέρ των κεκοιμημένων» και περιλαμβάνει δύο ψαλμούς (τον ρκ’ και ρλγ’), τρισάγιο κ,λπ., τρία νεκρώσιμα τροπάρια («Μνήσθητι, Κύριε, ως αγαθός…» κ,λπ.) και θεοτοκίο και την νεκρώσιμο ευχή («Μνήσθητι, Κύριε, των επ’ ελπίδι αναστάσεως…»).
Στους κεκοιμημένους και στις υπέρ αυτών δεήσεις είναι αφιερωμένα όλα τα Σάββατα του έτους. Κατ’ αυτά ψάλλονται νεκρώσιμα τροπάρια και κανών κατά τον ήχον της εβδομάδος, τελούνται δε κανονικώς και τα μνημόσυνα. Εξαιρέτως δε δύο Σάββατα κατ’ έτος, το Σάββατον προ της Απόκρεω και το Σάββατον προ της Πεντηκοστής, είναι ημέρες κοινών και πανδήμων μνημοσυνών αφού κατ’ αυτά «μνήμην επιτελούμεν πάντων των απ’ αιώνος κεκοιμημένων Ορθοδόξων Χριστιανών, πατέρων και αδελφών». Η επιλογή του Σαββάτου ως νεκρωσίμου ημέρας οφείλεται αφ’ ενός μεν στον χαρακτηρισμό της στην Γένεση ως ημέρας «καταπαύσεως» από των έργων του δημιουργού του κόσμου Θεού (Γεν. β’2), αλλά και για τον κατά το Σάββατο εκείνο της εβδομάδος των αγίων παθών «σαββατισμό» του Κυρίου Ιησού Χριστού στον τάφο. Ανάλογες νεκρώσιμες εορτές κατ’ έτος υπήρχαν και στον προχριστιανικό κόσμο που αντικατεστάθησαν από τα κοινά μνημόσυνα των δύο Ψυχοσαββάτων. Στο Σάββατο προ της Απόκρεω μεταξύ ς’ και ζ΄ ωδής του κανόνος του όρθρου υπάρχει θαυμάσιο Συναξάριο γραμμένο από τον Νικηφόρο Κάλλιστο Ξανθόπουλο, στο οποίο αναλύεται η περί της μετά θάνατον ζωής διδασκαλία της Εκκλησίας και διεξοδικώς εκτίθενται τα περί μνημοσυνών και της εξ αυτών ωφελείας των ψυχών των κεκοιμημένων.
(Ιωάννου Μ. Φουντούλη, Τελετουργικά Θέματα τ. Γ΄ , Εκδ. Αποστ.Διακονίας, Αθήνα 2007, σ. 29-36)