Ορθόδοξη πίστη

Στη Βατοπαίδα Βασίλισσα των Πάντων

17 Αυγούστου 2014

Στη Βατοπαίδα Βασίλισσα των Πάντων

ceb3_ceb9cf89cf83ceb7cf86-cebfcebcceb9cebbceb9ceb5cf83-ceb7ceb3cebfcf85cebc-cebaceb1ceb9-ceb1cf81cf87ceb9ceb5cf80.original

Τους όρους συ βασίλισσα και της αιτίας μάνα

κλίμακα που ένωσες τη γη, μαζί με τα επουράνια.

Στο θρόνο σου που κάθεσαι φτεροκοπούν αγγέλοι

και σ’ έφεραν και θρόνιασες εδώ, στο Βατοπαίδι.

 

Του βασιλέα έσωσες το τέκνο μες το πλοίο

και μας εις το διηνεκές, μας έριξες σωσίβιο.

Από το χέρι πιάστηκαν μαζί και χόρευαν οι αγγέλοι

και όποιος παρθένα μου σε δει, να γονατίσει θέλει.

 

Του Άθω η χερσόνησος, το επίγειο διαμάντι,

σαν πάτησες το πόδι σου, χίλιες φορές πλέον λάμπει.

Στο όρος σου το Άγιο, το όρος το δικό σου,

κτίσανε με τις προσευχές, Κόρη το αρχοντικό σου.

 

Γουμένισσα έγινες Κυρά, γλυκιά μας Παναγία

και όποιος κοντά σου θα βρεθεί, βρίσκει παρηγορία.

Και την Αγία Ζώνη σου, όποιος την προσκυνήσει

ευθύς θα λαχταρίσει, στα ουράνια για να ζήσει.

 

Οι αιώνες σαν περνούσανε χάριζες ευλογία

ήρθαν κοντά σου βασιλείς και έγιναν παιδία.

Η χάρις σου ταξίδευσε στην οικουμένη όλη

και αυτή τα επουράνια να προσκυνήσει, θέλει.

 

Έξι λάμπανε στο θρονί θαυματουργές εικόνες

μα έλειπε η μία, την έφερε από μακριά η νέα συνοδεία.

Τους χάρισες και τα κλειδιά, το λένε στα βιβλία,

στο γέροντα τον Ιωσήφ, έδωσες ευλογία.

 

Του όρους έφερες μαζί τις χάρες, νύμφη όλες

και λάμπρυνες τη μάνδρα σου, με τις επτά σου εικόνες

Τη Δέσποινα που βλήθηκε από κακούργου χέρι

και αυτήν που την τραυμάτισε, καλόγηρου μαχαίρι.

 

Παραμυθία πρόσφερες στο άγιο περιβόλι

εσύ σαν Αντιφώνησες, εις την βασιλοκόρη.

Ήρθε η Ελαιοβρύτισσα και πλήθυνε τα λάδια

μα και η Βηματάρισσα, στην Τράπεζα την Άγια.

 

Παντάνασσα με άγγελους και άρρητη ευωδία

στην ποίμνη τις ακτίνες σου, έριξες για ευλογία.

Εσκόρπισες γουμένισσα, απ’ τον ψηλό το θρόνο

τη λάμψη και το κάλλος σου, πέρα στον κόσμο όλο.

 

Εκ θεμελίων έστησες και εκ βάθρων το παλάτι

και γέμισες με προσευχές, κάθε μικρό δωμάτι.

Από τα πέρατα της γης ήρθαν για να σε δούνε

και στη γλυκιά αγκάλη σου, παρηγοριά να βρούνε.

 

Ήρθε ο νιος δίχως το γιο, άνδρας χωρίς την κόρη

και προσευχή σ’ έστειλε άτεκνη απελπισμένη.

Τους άκουσες Παντάνασσα, δώρισες ευτυχία

και η γειτονιά τους γέμισε, τόσα πολλά παιδία.

 

Τα μάγια σαν διέλυσες του κύπριου νεανία

η χάρις σου έφτασε ευθύς, στη μακρινή Ρωσία.

Άφωνους άφησες γιατρούς, τους έσκισες πτυχία

και άλλα χιλιάδες θαύματα που γράφουν τα βιβλία.

 

Η εικόνα σου ταξίδευσε στην οικουμένη όλη

κι όπου και αν πέρασες σεπτή, στην ιστορία μένει.

Άμισθος συ παρηγοριά και πόνου καταφύγιο,

στο πέρασμά σου Άνασσα, θερίζεις τον καρκίνο.

 

 

Μνάσων ο αρχαίος μαθητής