Η καλλιέργεια της νοεράς προσευχής από τους ενορίτες
25 Νοεμβρίου 2013
Δ . ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΣΤΟΥΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΟΥΣ ΠΟΙΜΕΝΕΣ ΚΑΙ ΤΟ ΠΟΙΜΝΙΟ
Η καλλιέργεια της νοεράς προσευχής από τους ενορίτες.
Από την στιγμή του Αγίου Βαπτίσματος ο χριστιανός είναι δυνάμει ναός του Θεού.
«Ουκ οίδατε ότι ναός του Θεού εστε και το πνεύμα του Θεού οικεί εν υμίν;»10, μας διδάσκει ο Άγιος Απόστολος Παύλος.
Ο όλος άνθρωπος πρέπει να γίνει ενεργεία «ναός του Θεού του Ζώντος». Αυτό γίνεται με τον συνεχή πνευματικό αγώνα. Καίριο ρόλο παίζει η αδιάλειπτη προσευχή της καρδίας.
Στο άνθρωπο-ναό, όπως μας διδάσκει στην Μυσταγωγία ο Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής, ιερό βήμα είναι η καρδιά του ανθρώπου και θυσιαστήριο ο νους του.«Η Αγία Εκκλησία του Θεού» διδάσκει ο Άγιος Μάξιμος «είναι ο άνθρωπος· σαν ψυχή έχει το ιερό βήμα, νου της το ιερό θυσιαστήριο, σώμα το ναό. Γιατί είναι εικόνα και ομοίωση του ανθρώπου, γινωμένου κατά την εικόνα και την ομοίωση του Θεού. Έτσι με το ναό, όπως με σώμα, προβάλλει την ηθική φιλοσοφία· με το ιερό βήμα, όπως με ψυχή, αναπτύσσει πνευματικά τη φυσική θεωρία· με το ιερό θυσιαστήριο, όπως με νου, φανερώνει τη μυστική θεολογία»11.
Όπως πάνω στην Αγία Τράπεζα του οποιουδήποτε οικοδομημένου ναού, δεν επιτρέπεται να βάλουμε τίποτε άλλο, παρά μόνο το Άγιο Δισκοπότηρο και το ιερό Ευαγγέλιο, έτσι και στο θυσιαστήριο του νου του αληθινού χριστιανού δεν επιτρέπεται να υπάρχει τίποτε άλλο, παρά μόνον ο Χριστός, η αδιάλειπτη μνήμη του Ιησού Χριστού.
Κανένας άλλος λογισμός δεν μπορεί να μένει εκεί, είτε καλός είτε κακός.
Ο νους του χριστιανού θα πρέπει να είναι το καθαρό και πάναγνο θυσιαστήριο, όπου συνεχώς προσφέρεται η πολύ ευάρεστη στο Θεό προσευχή, Λειτουργία και θυσία: η αδιάλειπτη νοερά και καθαρή καρδιακή προσευχή στον Θεό.
Οι πρώτοι Χριστιανοί καλλιεργούσαν συστηματικά την αδιάλειπτη επίκληση του Θείου Ονόματος, το: «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με». Είθε αυτή η πρακτική να επανέλθει στα μέλη των συγχρόνων κοσμικών Ενοριών κατά το πρότυπο των Αποστολικών χρόνων. Τότε θα επανέλθει και η βίωση των ποικίλων θαυμαστών ενεργειών της Θείας Χάρης.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα της θαυμαστής ενέργειας της αδιάλειπτης προσευχής υπάρχει στο βίο του αγίου Ιγνατίου του Θεοφόρου, επισκόπου Αντιοχείας, που στεφανώθηκε με το φωτοστέφανο του μαρτυρικού θανάτου στη Ρώμη, στα χρόνια του αυτοκράτορα Τραϊανού όπου διαβάζουμε ότι: «Όταν τον έπαιρναν για να τον καταβροχθίσουν τα άγρια θηρία και εκείνος είχεν ασταμάτητα το όνομα του Ιησού στα χείλη του, οι ειδωλολάτρες τον ρώτησαν γιατί θυμόταν το όνομα εκείνο αδιάλειπτα. Ο Άγιος απάντησε ότι είχε το όνομα του Ιησού Χριστού γραμμένο μέσα στην καρδιά του κι ότι ομολογούσε με τα χείλη Εκείνον που πάντα έφερε μέσα στην καρδιά του. Όταν τα άγρια θηρία είχαν καταβροχθίσει τον Άγιο, η καρδιά του, με το θέλημα του Θεού, διατηρήθηκε ανέπαφη ανάμεσα στα κόκκαλά του. Οι άπιστοι τη βρήκαν και τότε θυμήθηκαν όσα είχε πει ο Άγιος. Έτσι, έκοψαν την καρδιά εκείνη στα δύο, θέλοντας να μάθουν αν ήταν αληθινό ο,τι τους είχε λεχθεί. Στο εσωτερικό των δύο κομματιών της καρδίας βρήκαν μίαν επιγραφή γραμμένη με χρυσά γράμματα: ΙΗΣΟΥΣ ΧΡΙΣΤΟΣ. Έτσι ο Άγιος Ιγνάτιος ήταν θεοφόρος και στο όνομα και στην πράξη, έχοντας πάντα και φέροντας μέσα στην καρδιά του το Θεό Μας Χριστό, με το όνομά Του γραμμένο με το λογισμό του νου σαν με κάλαμο».
Ο Άγιος Ιγνάτιος ήταν μαθητής του αγίου Αποστόλου και Ευαγγελιστού Ιωάννου του Θεολόγου και είχε το προνόμιο, όντας παιδί, να δει τον Κύριο Ιησού Χριστό προσωπικά. Ήταν το ευλογημένο εκείνο παιδί, για το οποίο λέγεται στο Ευαγγέλιο ότι ο Κύριος το έβαλε στο μέσο των Αποστόλων, που συζητούσαν για πρωτεία, το πήρε στην αγκαλιά του και είπε: «Αμήν λέγω υμίν, εάν μη στραφήτε και γένησθε ως τα παιδία, ου μη εισέλθητε εις την βασιλείαν των ουρανών. Όστις ουν ταπεινώσει εαυτόν ως το παιδίον τούτο, ούτος εστίν ο μείζων εν τη βασιλεία των ουρανών»12.
Σίγουρα ο Άγιος Ιγνάτιος διδάχτηκε την προσευχή του Ιησού από τον Άγιο Ευαγγελιστή και την εφάρμοζε κατά την περίοδο εκείνη της ακμής του Χριστιανισμού, όπως όλοι οι άλλοι Χριστιανοί. Την εποχή εκείνη όλοι οι Χριστιανοί μάθαιναν την προσευχή του Ιησού, πρώτα για τη μεγάλη σημασία της ίδιας της προσευχής, όπως και για το ότι σπάνιζαν τότε και ήταν πανάκριβα τα χειρόγραφα ιερά βιβλία, γιατί λίγοι ήταν οι γραμματισμένοι (οι πιο πολλοί από τους Αποστόλους ήταν αγράμματοι) και γιατί η προσευχή του Ιησού ήταν εύκολη, πρόσφερε ικανοποίηση και επενεργούσε με μία πολύ ειδική ενέργεια και δύναμη.
Στην εκκλησιαστική ιστορία διαβάζουμε το πιο κάτω επεισόδιο: Κάποιος στρατιώτης, γέννημα της Καρχηδόνας, που ονομαζόταν Νεωκόρος, υπηρετούσε στη φρουρά της Ιερουσαλήμ στα χρόνια που ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός υπέστη θεληματικά τα πάθη και θανατώθηκε για ν’ απολυτρώσει το ανθρώπινο γένος. Σαν είδε ο Νεωκόρος τα θαύματα που τελέσθηκαν στο θάνατο και την Ανάσταση του Κυρίου, πίστεψε σ’ Αυτόν και βαφτίστηκε από τους Αποστόλους. Όταν τελείωσε τη θητεία του, ο Νεωκόρος πήγε πίσω στην Καρχηδόνα και μοιράστηκε το θησαυρό της πίστης με ολόκληρη την οικογένειά του. Ανάμεσα σ’ εκείνους που δέχτηκαν το Χριστιανισμό ήταν και ο Καλλίστρατος, ο εγγονός του Νεωκόρου. Σαν έφτασε στην κατάλληλη ηλικία ο Καλλίστρατος πήγε στο στρατό. Το στρατιωτικό απόσπασμα στο οποίο τοποθετήθηκε το αποτελούσαν ειδωλολάτρες. Παρακολούθησαν τον Καλλίστρατο και πρόσεξαν πως αυτός δεν λάτρευε τα είδωλα, αλλά αφιέρωνε πολλήν ώρα στην προσευχή τη νύκτα μέσα σε μοναξιά. Κάποτε κρυφάκουσαν, ενώ εκείνος προσευχόταν, και τον άκουσαν να επαναλαμβάνει αδιάκοπα το όνομα του Κυρίου Ιησού Χριστού. Γι’ αυτό τον κατήγγειλαν στον διοικητή τους. Ο Άγιος Καλλίστρατος, που ομολογούσε το Χριστό όντας μόνος στο σκοτάδι της νύχτας, Τον ομολόγησε δημοσίως στο φως της ημέρας και επισφράγισε την ομολογία του με το αίμα του»13. Τα ανωτέρω στοιχεία για τον Άγιο Ιγνάτιο και τον Άγιο Καλλίστρατο παραθέτει ο Άγιος Ιγνάτιος Μπριαντσιανίνωφ στο βιβλίο του για την νοερά προσευχή: Υιέ μου δος μοι σην καρδίαν14. Το παράδειγμα του στρατιώτου Αγίου Καλλίστρατου λειτουργεί ως απάντηση σε κάποιους που θεωρούν ανεφάρμοστη την αδιάλειπτη προσευχή μέσα στον κόσμο.
Στα χρόνια του Αγίου Νικολάου του Καβάσιλα, όπως αναφέρεται στο βίο του, υπήρχαν στην Θεσσαλονίκη κύκλοι «ευσεβών λαϊκών που επιδίδονταν στην Ευχή του Ιησού υπό την καθοδήγηση του αγίου Ισιδώρου Βούχειρα, του μετέπειτα Πατριάρχη (1347-1350)»15. Σ’ αυτούς σύχναζε ο νεαρός τότε Νικόλαος, ενώ Πνευματικός του πατέρας ήταν ο Δωρόθεος Βλαττής16, μαθητής του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά.
Μακάρι στις σύγχρονες Ενορίες να οργανωθούν τέτοιου είδους φροντιστήρια-κύκλοι στους οποίους θα διδάσκεται η αδιάλειπτη νοερά προσευχή από νηπτικούς πατέρες. Αυτοί, στην καλλίτερη περίπτωση, θα μπορούσαν να είναι οι ίδιοι οι Πνευματικοί προϊστάμενοι των Ενοριών η έστω πατέρες που θα καλούνται από το Άγιο Όρος η από άλλα μοναστικά κέντρα. Αυτό άλλωστε οραματιζόταν και ο σεβαστός π. Πορφύριος να γίνεται στα υπόγεια του Μοναστηριού του στο Μήλεσι της Αττικής.
Απόσπασμα από το βιβλίο:«Τα ασκητικά της Ενορίας» (Ιερομονάχου Σάββα Αγιορείτου) που συν Θεώ θα εκδοθεί σύντομα
10Α Κορ. 3, 16.
11 Αγίου Μαξίμου του Ομολογητού, Μυσταγωγία, ΕΠΕ, σειρά Φιλοκαλία τ. 14, σελ. 66 και
P.G. 91, 672 . Δ’. Πως και με ποιό τρόπο γίνεται η συμβολική απεικόνιση του ανθρώπου
από την αγία Εκκλησία του Θεού και ο εικονισμός της Εκκλησίας σαν ανθρώπου απ’ αυτόν.
12Ματθ. 18, 3-4. Πρβλ. Μαρκ. 9,36 και Μηναίο, 20 Δεκεμβρίου.
13Μηναιο, 27 Σεπτεμβρίου.
14 Αγίου Ιγνατίου Μπριαντσιανίνωφ, Υιέ μου δος μοι σην καρδίαν, εκδ. Ορδοδόξου Κυψέλης, Θεσσαλονίκη 1978, σελ. 84-87.
15 Ιερομονάχου Μακαρίου Σιμωνοπετρίτου, Νέος Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας, Τόμος 10ος Ιούνιος, σελ. 243, Ίνδικτος, 2008.
16 Ήταν ένας από τους πλέον φημισμένους Πνευματικούς πατέρες της Θεσσαλονίκης και μαζί με τον αδελφό του Μάρκο ίδρυσε πάνω στην ακρόπολη την Μονή του Παντοκράτορος (1355) που φέρει σήμερα το όνομά τους (Βλατάδων), πριν γίνει μητροπολίτης Θεσσαλονίκης (1371-1379).
Πηγή: http://www.hristospanagia.gr/?