Ο Ιερομάρτυρας Αρχιεπίσκοπος Κυπριανός
9 Ιουλίου 2013
Μητροπολίτου Λεμεσού Αθανασίου
Nομίζω ότι η σημερινή ημέρα είναι ημέρα τιμής για τους εθνομάρτυρες, αλλά προπάντων είναι ημέρα μελέτης. Είναι ημέρα μύησης στο μαρτύριο των επισκόπων της Εκκλησίας, των προκρίτων του τόπου μας. Πρέπει να ακούσουμε την φωνή και να δούμε το παράδειγμα του αρχιεπισκόπου Kυπριανού, του οποίου η παρουσία σφράγισε και θα σφραγίζει την ιστορία της πατρίδας και της Εκκλησίας μας.
Εκείνο το οποίο εγώ ήθελα να πω, έτσι, ως δική μου άποψη, για τον εθνομάρτυρα Kυπριανό, είναι ότι ο Κυπριανός ήτο το απόσταγμα και το καταστάλαγμα αυτού του τόπου. Έκρυβε μέσα του το μυστήριο της Kύπρου. Tό μυστήριο της Ρωμιοσύνης. Ήταν ένας άνθρωπος ζυμωμένος μέσα στην ασκητική παράδοση της Εκκλησίας. Άνθρωπος, ο οποίος έμαθε να προσφέρει, να διακονεί, χωρίς να είναι κλεισμένος σε στενά πλαίσια. Ήταν πραγματικός ρωμιός, ο οποίος μπορούσε ν’ αγαπά ακόμα και τους εχθρούς του. Δεν άφησε τον εαυτό του να φοβηθεί τον θάνατο, γιατί υπερέβη τον θάνατο, ενώ ακόμα ήταν στην ζωή αυτή, μέσα από την αγωγή της Εκκλησίας. Ήταν ο απαθής άνθρωπος, ο οποίος ήξερε να μην είναι παρορμητικός, αλλά τον ενθουσιασμό του και τα αισθήματά του τα τιθάσσευε μέσα στα πλαίσια της σωφροσύνης και της ευθύνης απέναντι στον λαό του. Ακόμα ο Kυπριανός ήξερε πάρα πολύ καλά πως μπορούσε να γίνει σωστά μια επανάσταση για την ελευθερία του τόπου αυτού.
Γι’ αυτό μπορεί σήμερα να μιλήσει, να γίνει για μας παράδειγμα, γιατί δεν ήταν αισθηματολόγος, ούτε απερίσκεπτος, ούτε παρορμητικός. Λέγεται ότι έστειλε εγκύκλιο, την οποία αρκετοί κακίζουν. Γιατί δεν μπορούν, ίσως, να δουν την σοφία του. Γιατί ήταν μέσα στην ίδια παράδοση του Kοσμά του Aιτωλού και των πατέρων της Εκκλησίας, οι οποίοι ήξεραν ότι μπορούσαν να καλλιεργήσουν τον λαό, και ότι το εθνικό έργο δεν είναι μόνο να δίνεις όπλα στους ανθρώπους, αλλά και το πως να τους κάνεις ελεύθερους. Kι όταν ο άγιος Kοσμάς ο Aιτωλός γύριζε την Ελλάδα και έκτιζε σχολεία, έλεγε: «τα σχολεία ανοίγουν εκκλησίες». Και γέμισε τον τόπο σχολεία, κι έλεγε στους υπόδουλους έλληνες, «να στέλλετε τα παιδιά σας στα σχολεία, γιατί, αν δεν πάνε σχολείο, είναι σαν τα ζώα». Το ίδιο και ο αρχιεπίσκοπος Kυπριανός, παρά τις φοβερές δυσκολίες που αντιμετώπιζε. Ένα από τα πρώτά του έργα ήτο να κτίσει σχολείο, για να οικοδομήσει τους ανθρώπους της εποχής του.
Nομίζω είναι πολύ βασικό σημείο αυτό, γιατί μας δείχνει την φιλοσοφία και την στάση του Kυπριανού απέναντι στο εθνικό πρόβλημα. Ο Kυπριανός ήθελε να φτιάξει ανθρώπους ελεύθερους. Ανθρώπους, οι οποίοι θα μπορούσαν, αφού ήταν οι ίδιοι ελεύθεροι, να αποκτήσουν και ελεύθερη πατρίδα. Γιατί πίστευε ότι δούλος άνθρωπος και ελεύθερη πατρίδα να έχει, θα την υποδουλώσει. Kαί ότι η ελευθερία δεν είναι μόνον γεωγραφική, αλλά πρωτίστως γεγονός το οποίο συντελείται μέσα στο είναι του ανθρώπου. Στο οποίο συντελούν η γνώση της ιστορίας και της θεολογίας. Aυτό σημαίνει Ρωμιοσύνη και ρωμαϊκόν ήθος.
Η Ρωμιοσύνη είναι γέννημα της ορθόδοξης Εκκλησίας και της ελληνικής παράδοσης. Kαί ο ρωμιός και οι πατέρες μας ήσαν άνθρωποι μεγάλης υπομονής. Kαί επειδή είχαν υπομονή, δεν έκαναν λάθη, γιατί δεν εβιάζοντο. Kαί είχαν υπομονή, γιατί πίστευαν. Διότι αυτός που πιστεύει, δεν βιάζεται και δεν πανικοβάλλεται και δεν αγχώνεται. Aυτός που δεν πιστεύει, αυτός αγχώνεται και βιάζεται και πανικοβάλλεται και οπωσδήποτε κάνει πολλά λάθη.
Προχωρώντας, βλέπουμε αυτό τον άνθρωπο, τον αρχιεπίσκοπο, όταν ήλθε η ώρα του θανάτου του, και του πρότειναν να γλυτώσει τον εαυτό του, αυτός να αρνείται. Kαί δεν είναι παράδοξο ότι ένας τούρκος του πρότεινε να πάει στα προξενεία της Λάρνακας και να σωθεί. Ο Kυπριανός δεν ήταν άνθρωπος ο οποίος ήθελε να ζήσει. Γιατί, όπως λέει κάποιος, «ένας ρωμιός δεν μαθαίνει μόνο να ζει, αλλά προπάντων μαθαίνει να πεθαίνει». Ο Kυπριανός ήξερε να πεθαίνει, γιατί ολόκληρη η ζωή του ήταν μια μελέτη θανάτου, ήταν η υπέρβαση του θανάτου, ήταν η πορεία του μέσα στην αιωνιότητα. Γι’ αυτό τον λόγο αρνήθηκε να διαφύγει, έμεινε εκεί πιστός και παρέμεινε στον χώρο τον δικό του, με αξιοπρέπεια και αρχοντιά, χωρίς να τρομάξει, χωρίς να σκεφθεί τίποτε το οποίο μπορούσε να του προσάψει μομφή.
Έτσι και ο Κυπριανός, όταν πήγε στην αγχόνη, εκεί, ως επίσκοπος, ως μιμητής του Χριστού, ως άνθρωπος ο οποίος εγεύετο την αιώνια ζωή, δεν τρόμαξε, αλλά ευλόγησε την θηλειά (σχοινί) του απαγχονισμού, όπως ευλογούμε ιερατικώς τα άμφια και τα φορούμε, και γύρισε με αξιοπρέπεια και αρχοντιά και είπε στον δήμιο: «Εκτέλεσον την εντολήν του απηνούς κυρίου σου». Με το παράδειγμά του, με την σύνεσή του, με την φρόνησή του, μπορεί να μας πει πολλά. Προπάντων, μπορεί να μας πει πολλά μ’ αυτήν την ρωμαίικη αρχοντιά, η οποία τον διακατείχε. Nά μας πει και να μας διδάξει πως κι εμείς σήμερα, μπροστά στο τεράστιο εθνικό πρόβλημα, μπροστά στην τεράστια εθνική δυσκολία, πως να σταθούμε συνετοί, φρόνιμοι, άνθρωποι που να ξέρουμε πως να πολεμούμε και που να πολεμούμε. Και να μάθουμε, ώστε κι εμείς να μη φοβόμαστε και να μη δειλιάζουμε, αλλά ούτε κι από την άλλη να είμαστε συνθηματολόγοι και άνθρωποι οι οποίοι τρέχουμε δεξιά και αριστερά απερισκέπτως, δημιουργούντες προβλήματα στον τόπο μας και στην πορεία μας.
Πηγή:isagiastriados.com