Αρχικά, πάνω στον Βράχο όπου εμφανίστηκαν οι Άγιοι, οι αδελφοί είχαν τοποθετήσει ένα προσκυνητάρι με το Εικόνισμά Τους και το ακοίμητο καντήλι Τους. Καθημερινά προσεύχονταν εκεί και παρακαλούσαν τους Αγίους να τους ενδυναμώνουν κατά τις προσπάθειές τους και να τους παράσχουν την αρωγή τους, προκειμένου να εκπληρώσουν την εντολή Τους.
Όταν ήλθε ο καιρός της πρώτης πανηγυρικής εορτής προς τιμήν του Αγίου, οι αδελφοί ήταν προβληματισμένοι. Η Θεία Λειτουργία θα ετελείτο στην ύπαιθρο. Η φωνή του Ιερέα και οι ψαλμοί του Χορού θα διαχέονταν στο άπειρο και δεν θα ακούγονταν από το πλήθος του εκκλησιάσματος. Τις παραμονές λοιπόν της εορτής, οι αδελφοί συσκέπτονταν για το θέμα αυτό και αποφάσισαν ότι η προμήθεια μικροφωνικής εγκατάστασης ήταν απαραίτητη. Έτσι, προσεύχονταν στον Άγιο να τους φωτίσει για να βρουν σύντομα μια λύση στο θέμα αυτό, το οποίο δεν το είχαν μέχρι τότε αναφέρει σε κανέναν. Ενώ, λοιπόν, πλησίαζε η εορτή, επικοινωνεί με τον Γέροντα και τους αδελφούς ο εκ Ζακύνθου ευλαβής Χριστιανός, Διονύσιος Μ. και αναφέρει ότι, όλως τυχαίως, ανακάλυψε στην αποθήκη του σπιτιού του μια λησμονημένη και μη χρησιμοποιούμενη πλέον από αυτόν μικροφωνική εγκατάσταση και ρωτάει μήπως την χρειάζονται και την θέλουν στην Αδελφότητα. Τότε, κατάπληκτος ο Γέροντας αναφώνησε «Ναι, ευλογημένε! Μας είναι απαραίτητη, αλλά δεν την είχαμε και η έλλειψή της μας είχε δημιουργήσει μέγα πρόβλημα. Γι’ αυτό, προσευχόμασταν αυτές τις μέρες στον Άγιο, για να μας συνδράμει για τη λύση αυτού του προβλήματος. Και ιδού η προσφορά σας! Δοξασμένο το Όνομα του Αγίου Ραφαήλ! Πάλι έβαλε το χέρι Του για να μας βοηθήσει!»
Όταν ωρίμασαν οι συνθήκες και άρχισαν οι αδελφοί να συζητούν για τις συγκεκριμένες ενέργειες που έπρεπε να πράξουν για την ανέγερση του Ναού, αλλά και μιας Φιάλης για την Αδελφότητα, την επόμενη ημέρα η χάρις του Αγίου έστειλε έναν πιστό, τον Ιωάννη Τ., ο οποίος συζητώντας με τον Γέροντα και τους αδελφούς ρώτησε «Τι σκέπτεστε να ανοικοδομήσετε στον Ιερό τόπο του Αγίου;». Του απάντησαν «Ένα μικρό Ναό και μία Φιάλη, για την στοιχειώδη στέγαση των προσκυνητών». Αργότερα, το ίδιο απόγευμα, ο εν λόγω πιστός επέστρεψε στην οικία του και σε ένα φύλλο χαρτί άρχισε να πειραματίζεται με ατελή σκαριφήματα για την ανέγερση της Φιάλης.
Την ώρα εκείνη, ο Άγιος του αποστέλλει βοήθεια μία οικογενειακή του φίλη που είναι Πολιτικός Μηχανικός, την κ. Ελένη Τ. μαζί με την Αρχιτέκτονα κόρη της κ. Άννα Τ. Όταν η Μηχανικός είδε τα πρόχειρα σχεδιαγράμματα της Φιάλης, ρώτησε «Τι κάνεις εκεί;». Τότε, ο εν λόγω πιστός της ανέφερε τι τον απασχολούσε. Η Μηχανικός τον σταμάτησε λέγοντας «Αυτό είναι δική μου δουλειά!».
Κατά την διάρκεια, όμως, της συζητήσεως, αναφέρθηκε και το θέμα της ανεγέρσεως του Ναού. Χωρίς κανένα άλλο σχόλιο, η κ. Άννα Τ. προσφέρθηκε να συντάξει τα αρχιτεκτονικά σχέδια και η κ. Ελένη Τ. να επιμεληθεί τα της κατασκευής. Την επόμενη ημέρα, Κυριακή, συναντήθηκε με τον Γέροντα, του εξήγησε ότι προσφέρεται να συντάξει τα αναγκαία σχέδια, να παράσχει τις απαιτούμενες συμβουλές και να εποπτεύσει την κατασκευή αφιλοκερδώς.
Έτσι, οι αδελφοί, ενώ δεν μπορούσαν να βρουν κατάλληλο πολιτικό μηχανικό και αρχιτέκτονα να αναλάβουν την ανέγερση του Ναού και της Φιάλης του Αγίου, βρέθηκαν με την μέριμνα του Αγίου Ραφαήλ να έχουν τις υπηρεσίες και των δύο αφιλοκερδώς.
Ένα βράδυ ο Γέροντας και οι αδελφοί σκεφτόντουσαν για την Φιάλη, τι μέγεθος να γίνει και σε ποιο σημείο να κατασκευασθεί και την επόμενη ημέρα, ενώ οι αδελφοί χάρασσαν στην γη τα μέτρα της Φιάλης, ο Άγιος έγινε για ακόμη μία φοράν εμφανής με την αρωγή του, στέλνοντας τον κ. Γεώργιο Σ., ο οποίος βλέποντας τα σημάδια επί της γης ρώτησε «τι θα φτιάξετε εδώ;» και του απήντησαν «μια Φιάλη». Προκειμένου να καταλάβει καλύτερα τι είναι η Φιάλη, τους ρωτά «έχετε κανένα σχέδιο να δω τη Φιάλη;» και του έδειξαν τα σχέδια. Με μια ματιά που έριξε στα σχέδια λέγει «την Φιάλη θα την προσφέρω εγώ μόνο θέλω να μιλήσω με την Μηχανικό». Ὠ του θαύματος, χτυπά το κινητό τηλέφωνο και ήταν η Μηχανικός. Ο Γέροντας της ανέφερε ότι «ένας πιστός θέλει να αναλάβει την κατασκευή της Φιάλης και θέλει να μιλήσει μαζί σας». Και πράγματι, εντός τριών μηνών η Φιάλη έγινε πραγματικότητα.
Η Πρόνοια του Αγίου Ραφαήλ τους έφερε τη λύση…
Για αρκετό καιρό, στην Αδελφότητα, κατά τις νυκτερινές ώρες χρησιμοποιούνταν αποκλειστικά οι παραδοσιακές λάμπες και φακοί καθαρού πετρελαίου ή ελαίου. Τα μέσα αυτά ήταν απαραίτητα όχι μόνο για τον φωτισμό των διαφόρων χώρων, αλλά και για να μπορούν να μελετούν οι αδελφοί τις νυχτερινές ώρες. Δεν είχε γίνει προσπάθεια να ηλεκτροδοτηθούν τα οικήματα της Αδελφότητας, καθώς μια τέτοια κίνηση θα απαιτούσε την επέκταση του δικτύου της ΔΕΗ και η δαπάνη θα ήταν εξαιρετικά μεγάλη.
Μια μέρα, επισκέφθηκε την Αδελφότητα ο εκ Πειραιώς ευλαβέστατος Χριστιανός Χρήστος Π. Αγνοώντας παντελώς το πρόβλημα της ανυπαρξίας ηλεκτροδοτήσεως, αλλά θέλοντας να προσφέρει στην Αδελφότητα κάτι χρήσιμο και πρακτικό, όπως σκέφτηκε, ανέφερε όλως αιφνιδίως στον Γέροντα τα εξής: «Έχω φέρει μια μονάδα παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος από ηλιακή ενέργεια και σκέφτηκα να την προσφέρω εις την Χάρη του Αγίου και να την εγκαταστήσω, εάν φυσικά το επιθυμείτε». Οι αδελφοί βεβαίως δέχτηκαν με χαρά, συνειδητοποιώντας ότι η θεία Χάρις και η Πρόνοια του Αγίου Ραφαήλ τους είχαν βρει τη λύση σε ένα πρόβλημα που θεωρούσαν άλυτο με τα υπάρχοντα μέσα που διέθεταν. Η μπαταρία της ηλιακής αυτής μονάδας ήταν επαρκέστατη για τον νυχτερινό φωτισμό που χρειάζονταν για τη μελέτη και την εργασία τους οι αδελφοί και ένα μεγάλο «ευχαριστώ» έβγαινε από τις καρδιές τους. Η αγάπη και η σοφία του Αγίου Ραφαήλ, με τη μεσολάβηση του ευλαβούς κ. Χρήστου Π., είχε για μια ακόμη φορά κάνει το θαύμα της.
«… Εάν δεν μου δώσεις και συ χάθηκα…»
Η ανοικοδόμηση του Μικρού Ιερού Ναού του Αγίου Ραφαήλ στο σημείο που είχε υποδείξει ο Άγιος, μετά την εκπόνηση όλων των απαραίτητων τεχνικών μελετών, τελικά ξεκίνησε. Μία ημέρα οι εργάτες ζήτησαν υλικά για την επομένη ημέρα και οι αδελφοί τα παρήγγειλαν εις την Μάνδρα οικοδομών για να τα φέρει την επομένη. Το απόγευμα της ίδιας ημέρας ένας βοσκός της περιοχής φώναζε δυνατά από την πύλη του Μοναστηριού «Γέροντα – γέροντα, έλα κοντά στην πόρτα να σου πω, για ένα πρόβλημα που έχω». Αφού πλησίασε ο Γέροντας και καλοσώρισε το βοσκό, τον ρώτησε τι του συμβαίνει. «Γέροντα», του είπε ο βοσκός, «χρειάζομαι ένα χρηματικό ποσό, διότι αύριο το πρωί πρέπει να πάω να τα πληρώσω και σε ένα μήνα θα σου τα επιστρέψω. Γυρίζω όλο το χωριό και δεν με δανείζει κανείς. Εάν δεν μου δώσεις και εσύ είμαι για κλάματα. Το πρωί πρέπει να εξαφανιστώ.» Ο Γέροντας του ζήτησε να περιμένει λίγο και ανηφόρησε προς τα κελλάκια των αδελφών και αφού τους εξήγησε, τους ρώτησε «Τι χρήματα έχουμε;». Οι αδελφοί απάντησαν ότι «έχουμε τα χρήματα για να πληρώσουμε αύριο τα υλικά οικοδομής που θα μας φέρουν στις 12 η ώρα το μεσημέρι. Αλλά αφού τα έχει ανάγκη ο βοσκός να τα δώσουμε, και μέχρι αύριο έχει ο Θεός.» Έτσι τα χρήματα που ήταν για τα υλικά δόθηκαν στον βοσκό. Ο Άγιος όμως έγινε πάλι εμφανής με την αρωγή του, στέλνοντας την Αικατερίνη Ζ., κάτοικο Γραμματικού, η οποία βρέθηκε στην περιοχή της Αγίας Παρασκευής Αττικής, προκειμένου να αγοράσει ένα κόσμημα. Εκεί, εισήλθε σε ένα κοσμηματοπωλείο, για να επιλέξει εκείνο το οποίο επιθυμούσε να δωρίσει. Ενώ συζητούσε με την καταστηματάρχη, είδε ένα εικόνισμα του Αγίου Ραφαήλ και των συν Αυτώ. Αμέσως αναφώνησε «Έχουμε κι’ εμείς τον Άγιο Ραφαήλ εις το Άνω Σούλι του Μαραθώνα». Τότε, η καταστηματάρχης, χωρίς να αρθρώσει λέξη, άνοιξε το ταμείο της, έλαβε όσα χρήματα υπήρχαν σε αυτό και της τα έδωσε λέγοντας: «Πάρ’ τα για τον Άγιο Ραφαήλ» Η κ. Αικατερίνη Ζ. αρνήθηκε να τα λάβει, λέγοντας ότι δεν ήταν εξουσιοδοτημένη προς τούτο και της συνέστησε να μεταβεί η ίδια και να τα προσφέρει. Η κοσμηματοπώλης, όμως, επέμεινε με τόση φορτικότητα, ώστε η κ. Αικατερίνη Ζ. τα πήρε αναγκαστικά και μετέβη αμέσως και τα παρέδωσε στον Γέροντα. Οποία ήταν η κατάπληξη, όταν διαπιστώθηκε ότι το σύνολο των προσφερθέντων χρημάτων ήταν ίσο προς την ακριβή αξία των παραγγελθέντων υλικών, τα οποία είχαν δοθεί για βοήθεια του βοσκού.
«… Ποια αίτηση; …»
Ό,τι σκέπτονταν οι αδελφοί να πραγματοποιήσουν, την επόμενη ημέρα ο Άγιος γινόταν αρωγός και θαυματουργικώς πραγματοποιούσε την σκέψη τους. Ένα απόγευμα συζητούσαν ο Γέροντας και ο αδελφοί να μεταβούν την επόμενη εβδομάδα εις τον Ο.Τ.Ε. να υποβάλουν αίτηση για σύνδεση τηλεφώνου. Πράγματι την επόμενη εβδομάδα επισκέφθηκε ο Γέροντας το τοπικό κατάστημα του Ο.Τ.Ε. Ο Προϊστάμενος κ. Φ. μόλις τον είδε του λέει «Πού είσαι Γέροντα, ήθελα να σε βρω να υπογράψεις για την αίτησι τηλεφώνου». Ο Γέροντας του απαντά «Ποια αίτησι να υπογράψω, αφού ούτε καν την έχω συμπληρώσει. Γι’ αυτό ήρθα σήμερα εδώ.». Ο Προϊστάμενος του λέει «Η αίτηση είναι έτοιμη. Μερικά στοιχεία θέλω και την υπογραφή. Το ποσό των χρημάτων έχει βγει και μπορείτε να πληρώσετε σε όσες δόσεις θέλετε». Ο Γέροντας έμεινε άναυδος. Ουδέποτε είχε υποβάλει σχετική αίτηση. Ουδέποτε το είχε συζητήσει με κάποιον άνθρωπο, εκτός της Αδελφότητας. Αμέσως, αντελήφθη ότι ο Άγιος Ραφαήλ είχε ενεργήσει. Ρωτά τον Προϊστάμενο: «Τι συμβαίνει; Εγώ δεν έστειλα αντιπρόσωπό μου να υποβάλει αίτηση, ούτε πήρα κάποιο τηλέφωνο σχετικά με το θέμα αυτό. Εσείς μου λέτε ότι είναι όλα έτοιμα και ότι έχει βγει και το χρηματικό ποσό. Πώς έγιναν όλα αυτά;». Ο Προϊστάμενος απαντά «Είχα τηλεφωνική εντολή από τον ανώτερο Προϊστάμενο του Ο.Τ.Ε. Αμαρουσίου, τον κ. Στέφανο Δ. για την σύντομη εγκατάσταση τηλεφώνου στην Αδελφότητα του Αγίου Ραφαήλ. Ο Γέροντας, αφού υπέγραψε την αίτηση και ευχαρίστησε τον Προϊστάμενο ζήτησε το τηλέφωνο του κ. Στεφάνου Δ. και επιστρέφοντας ανέφερε στους αδελφούς αυτά που διαδραματίστηκαν στο κατάστημα του Ο.Τ.Ε. Αφού ευχαρίστησαν οι αδελφοί τον Άγιο Ραφαήλ, τηλεφώνησαν για να ευχαριστήσουν τον κ. Στέφανο Δ. και έμαθαν ότι είχε επισκεφθεί πριν λίγες ημέρες τον Άγιο Ραφαήλ εις το Άνω Σούλι και τον παρακάλεσε για προσωπική του υπόθεση στην οποία ο Άγιος τον βοήθησε την επόμενη ημέρα και έτσι για να τον ευχαριστήσει έδωσε εντολή για την εγκατάσταση τηλεφώνου, καθώς κατά την επίσκεψή του είχε παρατηρήσει την απουσία γραμμής Ο.Τ.Ε. Ο Άγιος δηλαδή, εργαζόμενος αθόρυβα, προέτρεξε να ικανοποιήσει την επιθυμία των αδελφών, που μόνος Αυτός γνώριζε, ευεργετώντας συνάμα και τον κ. Στέφανο Δ. ο οποίος είχε ανάγκη την βοήθειά Του.
«… Μην στενοχωρείσθε…»
Κάποτε, οι αδελφοί συζητούσαν για να βρουν τρόπο να προμηθευτούν ένα Αναλόγιο ψάλτου. Κατόπιν αυτού, επικοινώνησαν με ένα ξυλουργό, για να μάθουν λεπτομέρειες και την τιμή του και συμφώνησαν να τους ειδοποιήσει τρεις ημέρες προτού να τελειώσει το Αναλόγιο, για να έχουν τα χρήματα να πληρωθεί. Ένα μεσημέρι δέχτηκαν τηλεφώνημα από τον ξυλουργό ότι σε δύο ώρες θα τους παραδώσει το Αναλόγιο. Ο Γέροντας κοιτάζοντας με απόγνωση έναν από τους αδελφούς που βρισκόταν εκεί του λέει: «Ο ευλογημένος, του είπαμε να μας ενημερώσει τρεις ημέρες πριν και τώρα έρχεται ξαφνικά». «Μην στεναχωριέστε Γέροντα», απαντάει ο αδελφός, ο Άγιος θα το λύσει και αυτό το πρόβλημα. Και πράγματι, ο Άγιος Ραφαήλ έγινε εμφανής με την αρωγή του, στέλνοντας τον κ. Ευάγγελο Χ., ο οποίος ερχόμενος να προσκυνήσει προσέφερε ποσόν που, ώ του θαύματος, ήταν ίσο προς την αξία του Αναλογίου. Για άλλη μια φορά λοιπόν η χάρις του Αγίου Ραφαήλ στάθηκε αρωγός.
«… Το τάξιμό σου δεν το’ κανες…»
Κάποια άλλη φορά υπήρξε έλλειψη κεριών. Η μέρα ήταν Παρασκευή και οι αδελφοί έπρεπε να περιμένουν τις αρχές της επομένης εβδομάδας να επισκεφθούν την Αθήνα, για να προμηθευτούν γνήσιο κερί από αντίστοιχο εργαστήριο κατασκευής. Ο Άγιος Ραφαήλ δεν άργησε να λύσει και αυτό το πρόβλημα και με την αρωγή του έκανε την επέμβασή του. Την επομένη ημέρα το απόγευμα, μετά την Ακολουθία του Εσπερινού άκουσαν μια γυναικεία φωνή να τους καλεί από την πύλη της Ιεράς Μονής: «Γέροντα – Γέροντα, σας παρακαλώ ελάτε στην πόρτα, είναι ανάγκη!». Πλησίασαν στην πύλη όπου βρισκόταν μια κυρία συνοδευόμενη από ένα κύριο. «Γέροντα», λέει η κυρία, «ονομάζομαι Ευθυμία Ζ. και είχα κάνει ένα τάξιμο στον Άγιο Ραφαήλ να του πάω καθαρό κερί. Εχθές το βράδυ τον είδα στον ύπνο μου και μου είπε: “Το τάξιμό σου δεν το έκανες. Να μου φέρεις τα κεριά στο σπίτι μου στο Άνω Σούλι Μαραθώνα”». Ο Γέροντας κοίταξε ταπεινά έναν αδελφό που τον συνόδευε και του λέει ψιθυριστά «Ο Άγιος έκανε πάλι το θαύμα του». Και συνέχισε η κ. Ευθυμία «Μόλις είδα το όνειρο αυτό ξύπνησα και με πανικό κατέβηκα στην Αθήνα, πήρα τα κεριά και ξαναγύρισα στην Πετρούπολη που διαμένω. Και παρακαλούσα την χάρη Του να με βοηθήσει, διότι η Πετρούπολη, είναι πολύ μακρά από το Άνω Σούλι Μαραθώνα και η μετάβαση με συγκοινωνιακά μέσα είναι δύσκολη, αλλά και το κόστος μεταβάσεως με ταξί είναι δυσβάστακτο για το πενιχρό βαλάντιό μου. Ξαφνικά, με επισκέφθηκε ένας γνωστός μου και μου είπε “Έλα να πάμε βόλτα όπου θέλεις”. Έμεινα άφωνη, διότι αμέσως αντιλήφθηκα ότι τον απέστειλε ο Άγιος Ραφαήλ, ώστε να με βοηθήσει να εκπληρώσω την υπόσχεσή μου, και μας έπιασε το σούρουπο, ώσπου να βρούμε την τοποθεσία του Αγίου Ραφαήλ εδώ, στο Άνω Σούλι». Ο Γέροντας και ο αδελφός την ευχαρίστησαν και αμέσως ανέπεμψαν δοξολογία στον Άγιο για την βοήθειά του.
Άλλο, επίσης, συμβάν που συνέβη εις την κ. Ευθυμία Ζ., ήταν το εξής, καθώς η ίδια το διηγήθηκε: «Μία ημέρα επισκέφθηκα το Μοναστήρι του Αγίου Ραφαήλ και ήμουν μόνη μου εις το εκκλησάκι και προσευχόμουν. Όταν τελείωσα την προσευχή, πλησίασα τον Γέροντα και με μεγάλη συστολή τον παρακάλεσα να μου επιτρέψει να ευπρεπίσω, λίγο, τον χώρο εάν ήθελε. Τούτο και έπραξα. Τότε, για πρώτη φορά στη ζωή μου, αισθάνθηκα ένα υπέροχο μύρο να πλημμυρίζει το περιβάλλον σαν μια υπερφυσική αγγελική ευωδία. Κάλεσα το Γέροντα και του ανέφερα το συμβάν. Εκείνος μου αποκρίθηκε με ήρεμη φωνή “Αυτό που αισθάνθηκες ήταν ευλογία του Αγίου, για να σε ευχαριστήσει που τον περιποιείσαι”».
«…Κάνε κάτι Άγιε Ραφαήλ μου…»
Οι Αδελφοί, εργαζόμενοι στην ύπαιθρο καθημερινά, έπρεπε να καθαρίζονται από τις σκόνες των χειρονακτικών εργασιών συχνότατα, προκειμένου να είναι ευπρεπείς στην τέλεση των θρησκευτικών τους καθηκόντων και στην υποδοχή των προσκυνητών. Βεβαίως, δεν ήταν δυνατό να έχουν ζεστό νερό και έτσι, λούζονταν χειμώνα και καλοκαίρι με νερό σε θερμοκρασία περιβάλλοντος. Αυτό, το χειμώνα ήταν ιδιαίτερα επίπονο, αλλά και επικίνδυνο. Παρ’ όλα αυτά ήταν αναγκαίο. Μια νύχτα του Φλεβάρη, ωστόσο, ένας εκ των αδελφών, τρέμοντας από το κρύο κατά την ώρα του λουτρού είπε παρακλητικά προς τον Άγιο «Μεγάλη η Χάρις Σου Άγιέ μου! Σ’ ευχαριστώ που δια των δυσκολιών βοηθάς την ψυχή μας! Σε παρακαλώ όμως, κάνε κάτι Άγιε Ραφαήλ μου για το κρύο νερό, γιατί βλέπω πως δεν μπορώ να το αντέχω!». Δεν πέρασαν πολλές μέρες και επισκέπτεται την Αδελφότητα ο κ. Αντώνης Μ., ο οποίος κάποια στιγμή λέει στον παριστάμενο Γέροντα και τους αδελφούς: «Είχα παραγγείλει για την οικοδομή που κτίζω διάφορα είδη οικιακού εξοπλισμού. Τώρα σκέφτηκα να σας δωρήσω μια μονάδα ηλιακού θερμοσίφωνα. Τη θέλετε;». Ο Γέροντας, γνωρίζοντας την έλλειψη ζεστού νερού που είχαν και διακρίνοντας αμέσως τη θεία επέμβαση στο θέμα αυτό απάντησε καταφατικά. Αργότερα δε, ο Αδελφός που έκανε την προαναφερθείσα προσευχή στον Άγιο, ομολόγησε ενώπιον όλων την παράκληση που είχε κάνει, προς δόξαν του ονόματος του Αγίου και προς ευχαριστίαν για τη γρήγορη ανταπόκρισή Του. Οι αδελφοί πάντοτε προσπαθούσαν να ευαρεστούν τον Άγιο Ραφαήλ, αλλά και Εκείνος πάντοτε τους βοηθούσε και μεριμνούσε πατρικά γι’ αυτούς. Έτσι, ο ευλαβής Χριστιανός κ. Αντώνης Μ. έφερε και εγκατέστησε την πλέον μεγαλύτερη μονάδα ηλιακού θερμοσίφωνα, η οποία διατίθετο στην αγορά. Ιδού, λοιπόν, άλλη μια θαυματουργός ενέργεια του Αγίου Ραφαήλ.
Χειμώνας στον Άγιο Ραφαήλ
«Το θερμός με το βρυσάκι που σας έλεγα χθες…»
Τα καλοκαίρια οι αδελφοί ασχολούνταν διαρκώς στην ύπαιθρο, εκτελώντας διάφορες χειρωνακτικές εργασίες και συχνά ο καύσωνας ήταν σφοδρός. Το δε διαθέσιμο πόσιμο νερό ήταν σχεδόν πάντοτε πάρα πολύ ζεστό και, όταν το έπινε κάποιος, του προκαλούσε έντονη δυσαρέσκεια. Μία από αυτές τις ημέρες, οι αδελφοί ήσαν κατάκοποι, κάθιδροι και εξαιρετικά διψασμένοι. Το απόγευμα, μετά την ακολουθία του Εσπερινού, λέει ένας αδελφός «Γέροντα, υπάρχουν στα μεγάλα καταστήματα κάτι «θερμός» με βρυσάκι. Βάζεις παγωμένο νερό και το κρατά όλη μέρα κρύο. Όταν πάτε στην Νέα Μάκρη, αν είναι ευλογημένο, να αγοράσουμε ένα». Χτυπά το τηλέφωνο και ήταν ο κ. Χαράλαμπος Δ. μετά της συζύγου του κ. Ξένιας και ζητούσαν την επομένη ημέρα να έρθουν πρωί – πρωί στις 7 η ώρα να προσκυνήσουν τον Άγιο Ραφαήλ. Πράγματι, την επομένη ημέρα στις 7 η ώρα ο Γέροντας και οι αδελφοί περίμεναν τους προσκυνητές. Η ώρα περνούσε και δεν εμφανίζονταν. Κατά τις 10 η ώρα τελικώς ήλθαν και προς μεγάλη έκπληξη όλων κρατούσαν ένα «θερμός» με βρυσάκι, ακριβώς όπως το είχε διατυπώσει ο αδελφός. «Γέροντα!», λέει ψιθυριστά ο εν λόγω αδελφός, «το “θερμός” που σας έλεγα χθες το απόγευμα μας το έστειλε ο Άγιος Ραφαήλ». Ο Γέροντας του απαντά «Μη λες τίποτα παιδί μου» και αφού καλωσόρισε τους προσκυνητές τους ρώτησε, γιατί καθυστέρησαν να έλθουν. Τους απαντά η κυρία Ξένια «Σηκωθήκαμε στις 6 η ώρα το πρωί και, ενώ πίναμε το καφεδάκι μας, μου λέει ο σύζυγός μου: “Μου ήρθε μια σκέψη στο μυαλό μου! Άραγε θα έχουν κανένα θερμός για παγωμένο νερό οι πατέρες; Δεν περιμένουμε να ανοίξουν τα μαγαζιά να τους αγοράσουμε ένα;” και γι’ αυτό καθυστερήσαμε». «Δεν ήταν δική σας η σκέψη. Σας την έφερε ο Άγιος Ραφαήλ, γιατί χθες το απόγευμα το συζητούσαμε με τους αδελφούς» απήντησε ο Γέροντας, ευχαριστώντας και δοξάζοντας τον Άγιο, που μερίμνησε για άλλη μια φορά.
«Ξέρω Άγιέ μου, πως ό,τι θέλεις μπορείς να το κάνεις…»
Ένα από τα καλοκαίρια ήταν ιδιαίτερα θερμό και είχε πολλή ξηρασία, με αποτέλεσμα τα δεντράκια που είχαν φυτέψει οι αδελφοί να έχουν μεγάλη ανάγκη από νερό. Δυστυχώς όμως, η δεξαμενή που συγκέντρωναν οι αδελφοί τα όμβρια νερά του χειμώνα είχε στερέψει, καθώς, λόγω των συνθηκών υπήρχε μεγάλη κατανάλωση. Έτσι, οι αδελφοί κοιτούσαν με λύπη τα δεντράκια να κοντεύουν να ξεραθούν μέρα με τη μέρα, χωρίς να μπορούν να κάνουν τίποτα. Κάποια στιγμή, ένας από τους αδελφούς, ιδιαίτερα στεναχωρημένος, πήγε στο εκκλησάκι του Αγίου και με πολύ πόνο προσευχήθηκε στον Άγιο να βοηθήσει. «Εσύ Άγιέ μου είσαι, με τη χάρη του Θεού, παντοδύναμος. Όλα μπορείς να τα κάνεις. Εμείς, ως άνθρωποι ό,τι μπορέσαμε κάναμε. Δεν ζητάω για μας κάτι. Για την χάρη Σου φυτέψαμε τα δεντράκια, όχι για μας, αλλά για σένα. Μην τα αφήσεις σε παρακαλώ να ξεραθούν! Ξέρω πως ό,τι θέλεις μπορείς να το κάνεις…». Αυτά είπε μεταξύ των άλλων ο αδελφός και πήγε να συνεχίσει το διακόνημά του. Την επομένη, προτού να ξημερώσει, οι αδελφοί έκπληκτοι ξύπνησαν από τον ήχο της βροχής. Όταν έφεξε και βγήκαν για τις εργασίες τους, είδαν τα πάντα βρεγμένα και τους φρεσκοσκαμμένους λάκκους των νεαρών δέντρων γεμάτους μέχρι πάνω με νερό. Η χαρά τους ήταν απερίγραπτη και οι ευχαριστίες τους προς τον Άγιο ήταν ιδιαίτερα θερμές.
Το απόγευμα της ίδιας μέρας, κατέβηκε ένας από τους αδελφούς στο χωριό να αγοράσει κάτι και συζητώντας με τους παρόντες στο κατάστημα είπε: «Τι βροχή ήταν κι αυτή, χθες το βράδυ! Ό,τι έπρεπε! Δώρο Θεού!». Έκπληκτος δέχθηκε την απάντηση: «Ποια βροχή βρε πάτερ, σε πείραξε η ζέστη στο κεφάλι;». Βγαίνοντας λοιπόν από το κατάστημα και στη διαδρομή του γυρισμού άρχισε να παρατηρεί γύρω – γύρω και αντιλήφθηκε συγκλονισμένος ότι είχε βρέξει ΜΟΝΟ μέσα από το συρματόπλεγμα του Μοναστηριού και ότι απ’ έξω δεν είχε ρίξει ούτε στάλα. Μάλιστα, ενώ επανήλθε ο καύσωνας, η υγρασία στο έδαφος του Μοναστηριού από την ξαφνική εκείνη βροχή, κράτησε αφύσικα για δύο ολόκληρες εβδομάδες. Βιώνοντας, λοιπόν, τη θαυμαστή μέριμνα και σκέπη του Αγίου οι αδελφοί αισθάνονταν συνεχώς περισσότερη ευλάβεια και αγάπη προς τον Άγιο Ραφαήλ και προσπαθούσαν να δείχνουν έμπρακτα την ευγνωμοσύνη τους, κινητοποιώντας όλες τους τις δυνάμεις για να Τον διακονούν.
Tα δεντράκια του Αγίου
«… αλλά … πού χρόνος; »
Κάποια εποχή οι αδελφοί ήταν συνεχώς απασχολημένοι με τις δουλειές του κτήματος, δουλεύοντας όλη την ημέρα. Δουλεύοντας στην ύπαιθρο έβλεπαν τα χόρτα τα οποία φύτρωναν παντού και παρατηρούσαν τις διάφορες ποικιλίες εξ αυτών που ήταν φαγώσιμα. Κανείς όμως δεν τα μάζευε, καθώς δεν υπήρχε διαθέσιμος χρόνος, αφού οι συγκεκριμένες εργασίες έπρεπε να γίνουν το συντομότερο και έπρεπε να αξιοποιηθούν για τον σκοπό αυτό οι καλές καιρικές συνθήκες που εμφανίζονταν. Μια ημέρα, λοιπόν, δύο από τους αδελφούς, καθώς δούλευαν, είπε ο ένας εκ των δύο στον άλλον ότι «…πέφτοντας το μάτι μου συχνά στα χόρτα που βρίθουν εδώ κι εκεί, επιθύμησα την γεύση τους. Αλλά που χρόνος να τα μαζέψουμε. Ας περιορίσω, λοιπόν, την όρεξή μου σε αυτό που έχουμε και ας είμαι ευχαριστημένος.» Και δεν έδωσαν περεταίρω σημασία στο θέμα. Αργά το απόγευμα, στη δύση του ηλίου, ένας άλλος αδελφός πήγε μια επίσκεψη σε μια οικογένεια. Φεύγοντας, για να γυρίσει στο Μοναστήρι, ο πατέρας της οικογένειας του είπε: «Στάσου μια στιγμή, έχω κάτι να σου δώσω.» Και του έδωσε μια πολύ μεγάλη σακούλα με … χόρτα, λέγοντάς του «πάρτα, είναι βιολογικά και εξαιρετικής ποιότητας». Μόλις επέστρεψε ο αδελφός και είδαν οι υπόλοιποι τη μεγάλη σακούλα γεμάτη με χόρτα έμειναν άφωνοι. Κανείς δεν τους είχε ξαναδώσει χόρτα για μήνες και ξάφνου, την ημέρα που το συζητούσαν και εξέφρασαν την επιθυμία τους (μηδενός άλλου παρόντος, αλλά του Θεού και του Αγίου ακουώντων) τους εστάλησαν και μάλιστα ακριβώς αυτή η ποικιλία για την οποία έγινε λόγος. Αυτό δεν ήταν προφανώς τυχαίο, ήταν για ακόμα μια φορά η μέριμνα του Αγίου και έκφραση της στοργικής του αγάπης, που βλέποντας την καλή διάθεση και την συνεχή εργασία των αδελφών τους έστειλε αυτό που επιθύμησαν, έστω κι αν εκείνοι δεν το θεώρησαν σημαντικό, ώστε να το κάνουν θέμα ή να το κρατήσουν στην σκέψη τους. Ο Άγιος πάντοτε μεριμνά για όλα, ακόμα και τα πιο ασήμαντα, και οι αδελφοί το ξέρουν αυτό. Όμως πάντα ξαφνιάζονται ευχάριστα σε τέτοιες περιπτώσεις, διότι συνειδητοποιούν εκ νέου τι Άγιο διακονούν και πόση αγάπη Εκείνος, χάριτι Θεού διαθέτει. Ταυτόχρονα όμως, παίρνουν και το μάθημά τους, σκεπτόμενοι ότι … παραμελώντας τις επιθυμίες τους και κοιτάζοντας να κάνουν τις δουλειές του Αγίου, τελικά πήραν εκ θεού αυτό που ήθελαν και καλύτερα μάλιστα απ’ ότι θα το πετύχαιναν μόνοι τους, γιατί όπως πάντα ο Θεός όταν δίνει, δίνει πλουσιοπάροχα και υπερκαλύπτει κάθε ανάγκη.
«… δεν είναι σε καλή κατάσταση… είναι σε αρίστη!!»
Μία ημέρα ο γέροντας σκέφθηκε ότι η Αδελφότητα χρειάζεται ένα ψυγείο και σκεφτόταν πως να προμηθευτεί ένα. Την επομένη, λοιπόν, μέρα παίρνει τηλέφωνο ο κ. Τάσος Ξ., ψυκτικός στο επάγγελμα, και λέει στον αδελφό με τον οποίο συνομιλούσε στο τηλέφωνο: «Έχω ένα ψυγείο, και δεν το χρειάζομαι, το θέλετε;» Ρωτάει, λοιπόν, ο αδελφός «Σε τι κατάσταση είναι;» για να πάρει την απάντηση «δεν είναι σε καλή κατάσταση, … είναι σε αρίστη! Δεν θα σας πιάσει πάγο ποτέ! Ελάτε σήμερα το απόγευμα να το πάρετε». Πηγαίνει, λοιπόν, αμέσως ο αδελφός και αναφέρει στον Γέροντα τα νέα. Ο γέροντας, χωρίς να έχει ακόμα εκμυστηρευτεί την σκέψη του σε κανένα, πληροφορείται από τον αδελφό ότι αυτό που ζητούσε να αγοράσει του το προσέφερε η πρόνοια του Θεού, και του Αγίου Ραφαήλ, δωρεάν. Φανέρωσε, λοιπόν, στους αδελφούς τις σκέψεις που είχε κάνει και ευχαρίστησαν από κοινού τον Θεό και τον Άγιο Ραφαήλ για την μεριμνά Τους.
Η θαυματουργική σωτηρία από την πυρκαϊά
Όλοι ξέρουμε για την πρωτοφανή καταστροφική πυρκαϊά που ξέσπασε στις 21 Αυγούστου του 2009 στην Ανατολική Αττική και κράτησε αρκετές ημέρες, αφήνοντας πίσω πολλά καμμένα δάση και κατεστραμμένες περιουσίες. Πρόκειται για μία από τις μεγαλύτερες καταστροφές του φυσικού πλούτου του νομού της Αττικής, που δύσκολα θα ξεπεράσουμε και ακόμη πιο δύσκολα θα ξεχάσουμε, καθώς έκαψε τεράστιες εκτάσεις από τα τελευταία εναπομείναντα παρθένα και πανέμορφα δάση, αλλά ταυτόχρονα εισχώρησε σε πάμπολες κατοικημένες περιοχές, συνοικίες και δήμους, καταστρέφοντας τα πάντα στο πέρασμά της, λόγω και των πολύ ισχυρών ανέμων που επικρατούσαν τις μέρες εκείνες. Και παρατηρήθηκε κατά κόρον η φωτιά να επιστρέφει στο ίδιο μέρος δύο η και τρεις φορές από διαφορετική κατεύθυνση η και κυκλωτικά, λες και απαιτούσε να κάψει οπωσδήποτε τα πάντα πριν φύγει.
Το ίδιο συνέβη και στον Άγιο Ραφαήλ, στο Άνω Σούλι του Μαραθώνα. Η φωτιά ήλθε βουίζοντας από την πλευρά της Ιεράς Μονής που κείται προς το δάσος που κατεβαίνει μέχρι τον Σχοινιά και το Κάτω Σούλι, πέρασε από την πάνω και την κάτω μεριά της Μονής, την κύκλωσε, κατέβηκε και από την αντιθέτη μεριά της πλαγιάς που βρίσκεται το εκκλησάκι των Αγίων μας και συνέχισε προς το δάσος μεταξύ Άνω Σουλίου και Μαραθώνα, το οποίο και κατέκαψε. Όμως, ω του θαύματος, ενώ η Ιερά Μονή δεν περιβάλλεται από μαντρότοιχο η αντιπυρικές ζώνες, αλλά μόνο από ένα απλό συρματόπλεγμα, και παρά το ότι ολόκληρη κυκλώθηκε από τις φλόγες, καμία από αυτές δεν προσπέρασε τα όριά της. Έτσι, στο εσωτερικό της η Μονή παρέμεινε καταπράσινη, ενώ εξωτερικά περιζώσθηκε από μία καμένη ζώνη. Ευχαριστούμε και δοξάζουμε τους Αγίους και θαυματουργούς προστάτες μας Ραφαήλ, Νικόλαο και Ειρήνη που σκέπασαν με την χάρη τους τη Μονή και δεν άφησαν να καεί.
Το θαύμα είναι ολοφάνερο σε όποιον αντικρύσει τώρα τη Μονή, αλλά ακόμα περισσότερο σε όλους όσους ήταν εκεί, κατά τη διάρκεια της πυρκαϊάς. Οι φλόγες έφταναν τα τέσσερα μέτρα ύψος και είχαν μεγάλη ορμή και ταχύτητα, λόγω των ισχυρών ανέμων, αλλά και της πυκνής βλάστησης με πολλά πεύκα που ως γνωστόν είναι εύφλεκτα και συχνά εκτοξεύουν πυρακτωμένα κουκουνάρια, τα οποία μπορούν να δημιουργήσουν ανεξάρτητες εστίες φωτιάς πολλά μέτρα μακρυά. Είχε δε τόση μανία η φωτιά, ώστε πρακτικά δεν χρησίμευαν οι πυροσβεστήρες, αφού ό,τι έριχναν γύριζε προς τα πίσω από το καυτό ρεύμα αέρα που έβγαζαν οι φλόγες. Και όμως, παρ’ όλα αυτά, ούτε ένα δέντρο δεν κάηκε στο εσωτερικό της Ιεράς Μονής και μπορούσε κανείς να βλέπει δυο διπλανά δέντρα, το ένα απ’ έξω απ’ τη Μονή να καίγεται, ενώ το άλλο από μέσα να μην παίρνει φωτιά. Πράγματι, μεγάλη η χάρις και η δύναμη των Αγίων μας και η παρρησία Τους προς τον παντελεήμονα Θεό. Εμείς πάντοτε θα τους ευχαριστούμε, θα τους τιμούμε και θα τους δοξάζουμε, παρακαλώντας Τους να σκέπουν, να προστατεύουν και να σώζουν την Ιερά μας Αδελφότητα, αλλά και κάθε ορθόδοξο Χριστιανό που βρίσκεται σε ανάγκη και θλίψεις.
Στο εσωτερικό της η Ιερά Μονή παρέμεινε καταπράσινη, ενώ εξωτερικά περιζώσθηκε από μία καμένη ζώνη.