Τσουκνίδα, η αντιαλλεργική
3 Απριλίου 2013
Η τσουκνίδα είναι ένα μικρό, μονοετές ή πολυετές, ποώδες, αυτοφυές φυτό, με 40 περίπου είδη παγκοσμίως, που ανήκει στην οικογένεια των κνιδοειδών. Ονομάζεται επίσης και αγκινίδα, ακαληφή και ούρτικη.
Στην ελληνική επικράτεια πιο συχνά συναντούμε τα είδη κνίδη η δίοικος (urtica dioica), κνίδη η καυστηρά (urtica urens), κνίδη η μεμβρανώδης (urtica membranacea) και κνίδη η σφαιριδιοφόρος (urtica pilulifera), κυρίως σε αζωτούχα εδάφη. Η βοτανική ονομασία της τσουκνίδας Urtica προέρχεται από τη λατινική λέξη “Urere“, δηλαδή “καίω“.
Η ονομασία περιγράφει το κάψιμο στο δέρμα, που εμφανίζεται κατά την επαφή με το φυτό.
Ολόκληρο το φυτό καλύπτεται από αδενώδεις βελόνες που, κατά την επαφή τους με το δέρμα, απελευθερώνουν αβλαβείς κνιδώδεις τοξίνες, κυρίως μυρμηκικό οξύ, φορμικό οξύ και ισταμίνη, που προκαλούν έντονο κνησμό και πολύ σπάνια αλλεργικές διαταραχές.
Το τσίμπημα είναι αρκετά επώδυνο και λίγο ή πολύ όλοι το έχουμε βιώσει κατά τη παιδική μας ηλικία.
Οι βελόνες αυτές καταστρέφονται με το βράσιμο ή το ψήσιμο. Τα φύλλα της περιέχουν μυρμηκικό οξύ, φορμικό οξύ, χλωροφύλλη, σεροτονίνη, ακετυλοχολίνη, γλυκοκινόνες, καροτίνες και τανίνες. Είναι καλή πηγή βιταμίνης Α, C, Ε και Κ, βιταμίνες του συμπλέγματος Β (Β1, Β2, Β3 και Β5) και προβιταμίνη-Α (περισσότερο ακόμα και από το καρότο).
Είναι άριστη πηγή μαγνησίου. Επίσης είναι καλή πηγή ασβεστίου, σιδήρου, φολικού οξέος, καλίου, μαγγανίου, φωσφόρου, σεληνίου, πυριτίου και ψευδαργύρου.
Ιστορικά στοιχεία
Πριν από την καλλιέργεια του βαμβακιού, η τσουκνίδα ήταν το πιο σημαντικό κλωστικό φυτό στην Ευρώπη. Η τσουκνίδα έχει μακρά ιστορία στην ιατρική. Ο Ιπποκράτης τη θεωρούσε “πανάκεια“, ο Διοσκορίδης και ο Πλίνιος την είχαν σε μεγάλη εκτίμηση, ανάμεσα στα υπόλοιπα βότανα. Κατά το Μεσαίωνα χρησιμοποιήθηκε ως διουρητικό και ως καταπραΰντικό των πόνων των αρθρώσεων. Επίσης την έβαζαν στα ούρα του ασθενούς ως διαγνωστικό μέσο: Εάν έμενε πράσινη την ημέρα και τη νύχτα, ήταν σημάδι επικείμενης ανάρρωσης, εάν όμως συρρικνωνόταν, οι ελπίδες για τον ασθενή ήταν χαμένες. Πολύ διαδεδομένο ήταν το μαστίγωμα της πλάτης με μίσχους τσουκνίδας, που έδινε ένα αίσθημα θερμότητας για πολλές ώρες και θεωρούταν ότι βοηθάει στην ισχιαλγία και την οσφυαλγία. Εξωτερικά χρησιμοποιήθηκε στο παρελθόν για τη βελτίωση της εικόνας των μαλλιών και θεωρείται, ακόμα και σήμερα, γιατρικό ενάντια στη λιπαρότητα και τη πιτυρίδα.
Η τσουκνίδα χρησιμοποιήθηκε για αιώνες για να θεραπεύσει αλλεργικά συμπτώματα και κυρίως την αλλεργική ρινίτιδα. Ο Dr. A. Wiel, συγγραφέας του βιβλίου “Natural Health, Natural Medicine” αναφέρει πως δεν υπάρχει άλλο γνωστό βότανο που να θεραπεύει τις αλλεργίες καλύτερα από τη τσουκνίδα. Αποσυμφορητικά, αντιίσταμινικά, εμβόλια ή και συνταγογραφούμενα φάρμακα κατά των αλλεργιών, τείνουν να θεραπεύουν μόνο τα συμπτώματα και χάνουν την αποτελεσματικότητα τους με τη χρόνια χρήση. Επίσης μπορεί να προκαλέσουν διαταραχές ύπνου, υπνηλία ή αϋπνία, ξηρότητα βλεννογόνων και υπέρταση. Η τσουκνίδα από την άλλη δεν έχει καμιά από αυτές τις παρενέργειες. Μπορεί να καταναλώνεται σε καθημερινή βάση και εμφανίζει πληθώρα άλλων ωφελειών για τον οργανισμό, ιδίως στη θεραπεία της υπερτροφίας του προστάτη σε πρώιμα στάδια. Είναι βρώσιμη και για την ακρίβεια πολύ θρεπτική. Δεν κοστίζει, αφθονεί στους αγρούς και υπάρχουν πολλοί γευστικοί τρόποι παρασκευής της. Βραστή σε σαλάτα, σε χορτόπιτα, σε pesto, συνοδευτικό πιάτων… you name it.
Φαρμακευτικές χρήσεις
Για φαρμακευτικούς λόγους χρησιμοποιούνται τα φύλλα, τα άνθη και οι ρίζες της. Η ρίζα και τα φύλλα φαίνεται πως έχουν διαφορετικές φαρμακευτικές ιδιότητες. Υπάρχει στις εξής μορφές: αποξηραμένα φύλλα, κάψουλες, ταμπλέτες, αλκοολικό διάλυμα, τσάι και χυμός τσουκνίδας.
Η τσουκνίδα έχει στυπτικές και τονωτικές ιδιότητες, αποτοξινώνει τον οργανισμό, ενισχύει το πηκτικό μηχανισμό του αίματος, αυξάνει την αιμοσφαιρίνη, μειώνει την αρτηριακή πίεση και το σάκχαρο του αίματος. Έχει διουρητική δράση και προάγει την καλή λειτουργία των νεφρών. Έχει γίνει αντικείμενο επιστημονικών ερευνών, σε μεγάλη κλίμακα, με θετικά αποτελέσματα για τη θεραπεία της νόσου του Alzheimer, της αρθρίτιδας, του άσθματος, βρογχίτιδας, λαρυγγίτιδας, προεμμηνορυσιακού συνδρόμου, πολλαπλής σκλήρυνσης, λίθων στα νεφρά, νόσων του πεπτικού, υπερτροφίας του προστάτη, ουρικής αρθρίτιδας, κνίδωσης, θυλακίτιδας, ισχιαλγίας, ουλίτιδας και της τενοντίτιδας.
Σε εσωτερική λήψη η τσουκνίδα εμφανίζεται να έχει αντιφλεγμονώδη δράση. Ο λόγος είναι οτί τα συστατικά της παρεμβαίνουν στη παραγωγή προγλαστανδίνων και άλλων ουσιών του οργανισμού που προκαλούν φλεγμονή. Το αφέψημα του φυτού είναι πολύτιμο σε καταστάσεις όπως αναιμία, αιμορροϊδοπάθεια, αιματουρία, αρθρίτιδα, ρευματισμοί, δερματικές παθήσεις, όπως έκζεμα, και ακόμη παρουσιάζει καλή αποχρεμπτική δράση στο βήχα, τη βρογχίτιδα, τη δύσπνοια και τη πνευμονία. Αποδεδειγμένα αυξάνει το γάλα στις μητέρες κατά τη γαλουχία. Επίσης ενισχύει την αντίδραση του ανοσοποιητικού και διεγείρει το πάγκρεας, για την έκκριση ινσουλίνης. Τα χημικά που περιέχονται στη τσουκνίδα πιστεύεται πως μειώνουν την ένταση του πόνου που προκαλείται από την αρθρίτιδα και άλλες παρόμοιες καταστάσεις. Τέλος, μειώνει τη ποσότητα ισταμίνης που παράγεται από το σώμα, ως αντίδραση σε κάποια αλλεργιογόνο ουσία. Το εκχύλισμα τσουκνίδας απλώνεται εξωτερικά, με τη μορφή κρέμας ή καταπλάσματος, πάνω σε μύες και αρθρώσεις για να καταπραΰνει τους πόνους.
Προφυλάξεις χρήσεις
Σε γενικές γραμμές η τσουκνίδα θεωρείται ασφαλές βότανο για κατανάλωση. Όπως συμβαίνει με όλα τα βότανα, η χρήση πρέπει να γίνεται με σύνεση και κάτω από την επίβλεψη κάποιου ειδικού, αν είναι δυνατόν. Η τσουκνίδα μπορεί να αλληλεπιδράσει με φάρμακα, συμπληρώματα διατροφής ή άλλα βότανα και να έχει απρόβλεπτα αποτελέσματα ή παρενέργειες. Οι ανεπιθύμητες ενέργειες είναι σπάνιες, αφορούν υπερκατανάλωση ή υπερευαισθησία, παρ’ολαυτά καλό είναι να τις αναφέρουμε: διαταραχές στομάχου, κατακράτηση υγρών, εφίδρωση, διάρροια, και εξανθήματα, κυρίως σε τοπική χρήση. Δε πρέπει ποτέ να βάζουμε τσουκνίδα, σε οποιαδήποτε μορφή, πάνω σε ανοικτές πληγές. Να αποφεύγεται τελείως η χρήση της σε περίπτωση εγκυμοσύνης. Μπορεί να προκαλέσει απορρύθμιση του σακχάρου σε διαβητικούς, οπότε να συμβουλεύεστε πάντα τον ιατρό σας πριν τη χρήση του βοτάνου. Να μη χρησιμοποιείται σε συνδυασμό με αντιπηκτικά φάρμακα, όπως ασπιρίνη, κλοπιδογρέλη (Plavix) ή βαρφαρίνη (Sintrom), γιατί μπορεί να ενισχύσει τη δράση τους, προκαλώντας θρόμβωση. Μπορεί να ενισχύσει τη δράση διαφόρων αντιϋπερτασικών φαρμάκων (Lopressor, Zestril, Capoten, Tenormin, Norvasc, Inderal, Isoptin κτλ.), μειώνοντας επιπλέον την αρτηριακή πίεση, ή ενισχύωντας τη δράση διουρητικών φαρμάκων (Lasix). Σε κάθε περίπτωση λήψης καρδιολογικών, και όχι μόνο, φαρμάκων να συμβουλεύεστε τον ιατρό σας πριν λάβετε το βότανο.
Πηγή: oliviart-gr.blogspot.gr