Το ποιητικό έργο της Ευριδίκης Περικλέους Παπαδοπούλου
24 Μαρτίου 2013
Της Ζήνας Λυσάνδρου Παναγίδη
Φιλολόγου,MSc
Δημοτική Βιβλιοθήκη Στροβόλου
21 Μαρτίου 2013
«Κάθε φορά που μιλώ για τον ήλιο, νιώθω να μπερδεύεται στο στόμα μου ένα ολοκόκκινο τριαντάφυλλο» έγραψε ο Ελύτης.
Κι εγώ προσθέτω, παραφράζοντας τον αγαπημένο ποιητή:
«Κάθε φορά που μιλώ για την Ευρυδίκη Περικλέους Παπαδοπούλου, μου έρχεται στο μυαλό η ρήση του Μενάνδρου:
«Ως χαρίεν έστ’ άνθρωπος, αν άνθρωπος η».
Καταρχάς, δηλώνω ότι η Ευρυδίκη για μένα είναι ένας πνευματικός άνθρωπος με εξαίρετο ήθος, σεμνότητα, γλυκύτητα, ευαισθησία, ποιότητα και αρχοντιά ψυχής, σπάνια ευγένεια, έμφυτη, κι ένα τάλαντο που είναι «Θεία Δωρεά». Την Ευρυδίκη τη γνώρισα στα πρώτα νιάτα μας, όταν ήμουν καθηγήτρια των παιδιών της στο Λύκειο Ακροπόλεως, και υπήρξε σε εκείνα τα χρόνια της προσφυγιάς μας μια αδελφική φίλη που πάντα θα την αγαπώ και θα τη θαυμάζω.
Την ποίησή της τη γνώρισα πιο πριν, όταν, όντας συνεργάτης του ραδιοφώνου του ΡΙΚ, σε εποχές που ζητούμενο ήταν η ποιότητα και η άνοδος της πνευματικής στάθμης του λαού μας, έγραφα κείμενα για την Κύπρο μας και την ιστορία της, και τα διάνθιζα με ποιήματα συμπατριωτών μας.
Τότε έπεσε στα χέρια μου η πρώτη ποιητική συλλογή της «Κι η Κερύνεια μια ανοικτή πληγή» που εκδόθηκε το 1982, και εγκωμιάζει την αγαπημένη πόλη, αλλά ταυτόχρονα συμβολίζει όλη την κατεχόμενη γενέθλια γη μας. Ομολογώ ότι με συνεπήρε η ευαισθησία της και με ταξίδεψε με τα φτερά του λυρισμού της στην πόλη του Πράξανδρου. Από τότε μαγεύτηκα, ένιωσα ότι έχω να κάνω με μια σπουδαία ποιήτρια, που μέσω των στίχων της μεταλαμπαδεύει τις αρετές της ψυχής της, τα πιστεύω της, τις αξίες που πρεσβεύει, ντυμένες με το πέπλο της αγάπης, της ευαισθησίας, της ανθρωπιάς και της καλοσύνης, δοσμένες σε μια πλούσια και πολύ εκφραστική γλώσσα.
Αξίζει να τονιστεί ότι από την πρώτη στιγμή συνειδητοποίησα την επιρροή που είχε ο Κώστας Μόντης στην ποιητική της πορεία. Σταματώ στις επαναλήψεις, όταν αναθυμάται εκείνο τον μαύρο Ιούλη:
«Πατρίδα,
δεν είμαστε μάνες τούτο τον Ιούλη,
δεν είμαστε Παναγιές».
«Δε γινόταν αλλιώς, πατρίδα,
Θάνατος στα είκοσί τους χρόνια.
Ήταν λύση αυτή;
Ήταν διέξοδος αυτή;»(Σελ.32)
Αναντίλεκτα, την Ευρυδίκη Περικλέους Παπαδοπούλου απασχολεί η έλλειψη θρησκευτικής πίστης. Βλέπει τον λαό μας να απομακρύνεται από τον Θεό:
«Τότε δε γράφαμε, Πατρίδα,
Τότε νοσταλγούσαμε χωρίς Θεό.
………….
Τότε δειπνούσαμε χωρίς Σταυρό
Με ζωή να ζητά συγχώριο”.
Η ποιήτρια, έχοντας υπόψη της ότι «Καιρός του σπείρειν, καιρός του θερίζειν», ότι δηλ. «καιρός παντί πράγματι», με λίγα λόγια, μετά το σκοτάδι, έρχεται το φως, μετά τη Μεγάλη Παρασκευή, έρχεται η Ανάσταση, σκορπά την αισιοδοξία, γιατί πιστεύει ακράδαντα
«πως τούτ’ η θλίψη
δε θα κρατήσει πολύ.
.τούτη η θλίψη δεν μπορεί
να κρατήσει για πάντα».(Σελ.40)
Θα ήθελα να σταθώ στη στροφή που όλα αυτά τα χρόνια τριγυρνά στο μυαλό μου:
«Πατρίδα
Μύρισε Κερύνεια απόψε η σκέψη,
Μύρισε πατρικό σπίτι
κι αναλαμπές καρδιών,
μύρισε αυλή και τριαντάφυλλο». (Σελ. 44)
Η συλλογή «Κι η Κερύνεια μια ανοικτή πληγή» τελειώνει με κάποιους στίχους- γνωμικά:
«Πατρίδα,
δεν το κατάλαβες
πως δε βολεύεται
τούτη η Κερύνεια όπως κι όπως;
Δεν ανέχεται να τη βολεύουν
όπως κι όπως;». (Σελ. 46)
Συμπερασματικά, στην πρώτη ποιητική συλλογή της Ευριδίκης Περικλέους Παπαδοπούλου, μάς εντυπωσιάζει η πληθώρα των λυρικών εξάρσεων, των ποιητικών εικόνων και μεταφορών, των επαναλήψεων, η συντομία και η επιγραμματικότητα, οι αντιθέσεις, τα αγωνιώδη ερωτήματα, ο στιβαρός, επιβλητικός λόγος, γεμάτος με μεγαλοπρέπεια. Η γλώσσα είναι η πανελλήνια δημοτική, εκτός κάποιων ιδιωματισμών.