Επιστήμες, Τέχνες & Πολιτισμός

Η συμμετοχή των Κυπρίων στον Αγώνα του 1821

24 Μαρτίου 2013

Η συμμετοχή των Κυπρίων στον Αγώνα του 1821

Ο Κύπριος αγωνιστής του 1821, αρχιμανδρίτης Θεόφιλος Θησέας.

Ο Κύπριος αγωνιστής του 1821, αρχιμανδρίτης Θεόφιλος Θησέας.


Μετά από χρόνια μελέτης της κυπριακής Ιστορίας μέσα από βοηθήματα και γνωστές, αλλά και άγνωστες πηγές, εντοπίστηκε ένα κενό. Αυτό δηλαδή, που αφορά μια δυναμική σχέση Ελλάδας – Κύπρου. Μια σχέση που ταυτόχρονα εντάσσεται στα πλαίσια της Ιστορίας του Ελληνικού Έθνους, αλλά και δυναμικά συσχετίζει Ελλάδα και Κύπρο, άσχετα με την ξεχωριστή κρατική τους οντότητα. Δυστυχώς ελάχιστα μόνο έργα θα βρει ο αναγνώστης αναδιφώντας στη βιβλιογραφία που αφορά την καθολική θεώρηση της κυπριακής Ιστορίας, με αναφορές στην έμπρακτη συμμετοχή των Κυπρίων στους εθνικούς αγώνες.
Με ερέθισμα τα πιο πάνω ξεκίνησα μια διαδικασία συλλογής υλικού στο οποίο, όπως διαπιστώνω, διαφαίνεται αλλά και δικαιώνεται ξεκάθαρα η προσφορά των Κυπρίων προς το μητροπολιτικό κορμό. Θα τολμούσα να εκφράσω την άποψη ότι στους Έλληνες της περιφέρειας ανήκει η πατρότητα του σημερινού ελληνικού κράτους.
Το υλικό για την παρούσα μελέτη αντλείται από τη βιβλιογραφία και το αρχειακό υλικό. Έγινε έρευνα στα Γενικά Αρχεία του Κράτους, στο Ιστορικό Αρχείο του υπουργείου Εξωτερικών της Ελλάδας, στο Αρχείο Αγώνος της Εθνικής Βιβλιοθήκης, στο Αρχείο της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Κύπρου, και αλλού, με ενδιαφέρουσα αποτελέσματα. Εδώ παραθέτουμε πολύ λίγα στοιχεία, ικανά όμως να βοηθήσουν τον αναγνώστη να διαμορφώσει άποψη.
Οι Κύπριοι δεν συμμετείχαν στην Επανάσταση του 1821 απρόσωπα και αόριστα, όπως συνηθίζεται να λέγεται σε πανηγυρικούς και ομιλίες. Η συμμετοχή τους αφορούσε όλα τα επίπεδα, από το στράτευμα μέχρι την πολιτική διοίκηση, και από το εμπόριο ως τις τέχνες και τα γράμματα. Εδώ θα περιοριστούμε στην αγωνιστική συμμετοχή.
Τα γεγονότα του 1821 είναι κατά πλείστον γνωστά. Πολλοί προύχοντες, διαφεύγοντας τη σύλληψη και το θάνατο είχαν, κατά τις μέρες των σφαγών, καταφύγει στα προξενεία, απ’ όπου δραπέτευσαν στο εξωτερικό, μερικοί μεταμφιεσμένοι. Η αναφορά του Γάλλου πρόξενου Mechain, το Σεπτέμβρη του 1821, είναι αρκετά κατατοπιστική. Γράφει: «Οι Έλληνες, όσοι κατόρθωσαν να φτάσουν εις Λάρνακα, κατά εκατοντάδες επιβιβάζονται δια τα Ιονίους νήσους, την Τεργέστην ή το Λιβόρνον». Ο ίδιος αναφέρει το Δεκέμβριο ότι οι φόροι ήταν τόσο δυσβάστακτοι, ώστε το πλείστον των χωριών είχαν καταστεί έρημα. Τα ξένα αιγυπτιακά στρατεύματα, που από το 1821 βρίσκονταν στο νησί, ήταν μια επί πλέον αιτία ερήμωσης των χωριών, τα οποία λυμαίνονταν ως «άγριοι λύκοι». Έτσι η μετανάστευση ολοένα και εκτείνεται. Σύμφωνα με τα όσα γράφει ο ίδιος πρόξενος, τον Ιούλιο του 1829, η μέχρι τότε κακή διοίκηση της Κύπρου εξανάγκασε σε εκπατρισμό 20.000 – 25.000 κατοίκων. Αυτό ασφαλώς δεν αποτελεί υπερβολή διότι άλλη πηγή ανεβάζει τους φορολογούμενους άνδρες που έφυγαν μέχρι το 1829 σε 12.000. Πρόκειται για το Μ.Γ. Σαλουμίδη, γιο του γραμματέα των φόρων Σαλουμίδη, που γράφει: «…ότι οι ενταύθα χριστιανοί ηγέρθησαν το 1821 υπέρ ελευθερίας, ουδέν άλλο εθήρευον, ή πως λάθρα φύγοντες έλθωσι να συναγωνισθώσι μετ’ αυτών και καίτοι όσοι συνελαμβάνοντο φεύγοντες ετιμωρούντο υπό των μωαμεθανών απηνέπατα, κατόρθωσαν όμως μέχρι το 1829 να φύγωσι περί τους 12 χιλιάδες ανδρών αποδειχθέντες εκ φορολογικών καταλόγων».
Είναι χαρακτηριστική η περίπτωση 14 ατόμων που στην προσπάθειά τους να δραπετεύσουν προς την Ταρσό, συνελήφθησαν από τους Τούρκους και θανατώθηκαν στις 15 Ιουλίου 1829. Ο Mechain αναφέρει ότι είδε ο ίδιος Κυπρίους στην Αίγυπτο, στην Άκρην, Άδανα, Σμύρνη, Μαγνησία, Σύρο και Μοριά. Εγκατέλειψαν, λοιπόν οι Κύπριοι το νησί προς οποιανδήποτε κατεύθυνση και με οποιοδήποτε τίμημα και στη συνέχεια οι πλείστοι κατέληγαν στον επαναστατημένο ελλαδικό χώρο, ατομικά ή κατά ομάδες, κουβαλώντας, μαζί τους τον πόθο της λευτεριάς και την αποφασιστικότητα για αγώνα.
Σε μια πρόχειρη έρευνα στα μητρώα των «Κατά τον Ιερόν Αγώναν Αξιωματικών, Υπαξιωματικών και στρατιωτών» του Αρχείου της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Ελλάδας, κατέγραψα 23 αξιωματικούς και υπαξιωματικούς και 17 στρατιώτες. Μεταξύ αυτών, συναντά κανείς και σημαντικές μορφές, όπως ο αρχιμανδρίτης Θεόφιλος Θησέας, ο οποίος αναφέρεται με το βαθμό του αντιστράτηγου. Ο αδελφός του Νικόλαος υπηρέτησε στον αγώνα ως επικεφαλής στρατιωτών και είναι ακόμη γνωστό ότι το 1833, άρχισε επαναστατικό κίνημα στην Κύπρο. Στο εν λόγω μητρώο εντοπίζονται επίσης ονόματα άγνωστα μέχρι σήμερα, όπως ο Γαβριήλ Παπαγεωργίου που «παρευρέθη εις διάφορας μάχας». Η μελλοντική έρευνα πιθανώς να φέρει στο φως πληροφορίες για πολύ περισσότερους υπαξιωματικούς, οι οποίοι δεν είναι καταγεγραμμένοι σε επίσημα μητρώα ή καταλόγους, όπως είναι, για παράδειγμα ο Τζιώρτης Κύπριος ή ο στρατηγός χατζηπέτρος.
Είναι πάντως πολύ εύκολο να αναλογιστούμε πόσο μεγάλος θα ήταν και ο αριθμός των στρατιωτών, τακτικών και ατάκτων, όταν μόνο στη Μάχη των Αθηνών (1837) πολέμησαν 137 Κύπριοι και 100 από αυτούς έπεσαν μαχόμενοι. Πολλοί άλλοι έπεσαν σε διάφορες μάχες στο Μεσολόγγι, και αλλού.
Θα ήταν όμως σφάλμα εάν δεν αναφερόταν και ο Μιχάλης Κυπραίος, ένας από τα πρωτοπαλλήκαρα του Στρατηγού Μακρυγιάννη, που με τις ενέργειές του έσωσε τους 1180 πολιορκημένους του Νεοκάστρου, όταν, εθελοντής, πέρασε κολυμπώντας τις γραμμές του εχθρού και έδωσε τα μηνύματα που έπρεπε στην αγγλική φρεγάδα. Ο αγωνιστής αυτός σκοτώθηκε το 1825 στη μάχη των Μύλων του Άργους.
Γράφει ο Μακρυγιάννης: «Τότε εκεί όπου ριχτήκαμε στο γιρούσι μου επληγώθη βαρέως και ύστερα πάθανε ο καλός και γενναίος Μιχάλης Κυπραίος οπούστηλα της πλεγής και πήγε εις την Αγγλική φεργάδα όταν κινδυνεύαμεν εις το Νιόκαστρο».
Στο Γενικό Αρχείο του Κράτους μπορεί ο ερευνητής να διακρίνει το κυπριακό αγωνιστικό αποτύπωμα σε διάφορους φακέλους. Ο Άριστος Θουκυδίδης εντόπισε στο οθωνικό αρχείο 31 άτομα που τιμήθηκαν για την προσφορά τους στον Αγώνα. Είναι γεγονός ότι στις διάφορες καταγραφές εντοπίζονται στρατιώτες που συναντώνται και σε άλλους καταλόγους, ονόματα πανομοιότυπα ή με μερικές διαφορές. Αξίζει τον κόπο να αναφερθεί εδώ και η συμμετοχή Κυπρίων στην Ιόνιο Φάλαγγα, η οποία συστάθηκε το 1826 στο Ναύπλιο, υπό τον στρατηγό Νικήτα. Μεταξύ των 360 στρατιωτών, οι 19 ήταν Κύπριοι:

1. Μιχάλης Κυπραίος 2. Κωνσταντής » 3. Γεώργιος » 4. Κυριάκος » 5. Σταύρος » 6. Γαβριήλ » 7. Ελευθέριος » 8. Αβράμης » 9. Κυριάκος » 10. Σάββας » 11. Χατζη-Αυγουστής Κυπραίος 12. Δημήτρης » 13. Φίλιππας » 14. Κυριάκος » 15. Χατζηπέτρος » 16. Βασίλειος » 17. Γιακουμής » 18. Παρασκευάς » 19. Χριστοφής »

Τρεις Κύπριοι πρωτεργάτες του αγώνα: οι αδελφοί Θησείς.

Ο Νικόλαος Θησέας, πρόδρομος και μέλος της Φιλικής Εταιρείας, μαζί με τους αδελφούς του, υπήρξε σημαίνουσα μορφή του Αγώνα. Λόγιος αλλά και ικανός έμπορος στη Μασσαλία μπόρεσε να οργανώσει και να συντηρήσει οικονομικά την κάθοδο Γάλλων φιλελλήνων στην Ελλάδα, εγράφοντας τους στη Μασσαλία, το Λιβόρνο και τη Λυών. Από τον Οκτώβρη του 1821 πήρε τη διοίκηση των ξένων στρατιωτών αλλά και των Κυπρίων που κατέληγαν στην Ελλάδα, μαζί με τον αδελφό του Θεόφιλο Θησέα. Yπήρξε υπερασπιστής του Υψηλάντη. Ήταν ακόμα ο πρωταγωνιστής στην υποχώρηση των απογοητευμένων Ελλήνων πολιορκητών και τους οδήγησε στη νίκη, μαζί με το Νικηταρά.
Το 1823 κατόρθωσε να συμφιλιώσει τη διχασμένη εθνική διοίκηση και ακόμη παραμέρισε τις διχόνοιες κατά την πολιορκία της Κορίνθου.
Ο Θεόφιλος Θησέας, αρχιμανδρίτης, επίσης με δράση στην Τριπολιτσά, στο Μεσολόγγι και αλλού, πρόσφερε στην πατρίδα το χέρι του, κερδίζοντας εκτίμηση και θαυμασμό από την ελληνική ηγεσία και γενικά τους συναγωνιστές του. Αλλά και ο Κυπριανός Θησέας ακολούθησε τα χνάρια των αδελφών του, προσφέροντας με τον ίδιο τρόπο, με τη συμμετοχή του σε πολλές μάχες.
Το τέλος του αγώνα βρήκε τους Κύπριους αγωνιστές εγκατεστημένους στο απελευθερωμένο κομμάτι του ελληνισμού, να διεκδικούν για τη δράση τους, από τους διάφορους Δήμους όπου κατοικούσαν, την ελληνική υπηκοότητα.
Μεγάλος αριθμός προτίμησε τη μόνιμη εγκατάσταση στην Ελλάδα. Απόγονοι τους διηγούνται τα κατορθώματά τους μέχρι σήμερα. Αρκετοί όμως επέστρεψαν στην Κύπρο με ελληνικό διαβατήριο, διεκδικώντας προστασία από τα ελληνικά προξενεία. Κάποιοι από αυτούς μάλιστα κακοποιήθηκαν από τους Τούρκους, τόσο για την κατοχή της ελληνικής υπηκοότητας, όσο και για το γεγονός ότι αρνούνταν να πληρώσουν κεφαλικό φόρο.
Η προσφορά του περιφερειακού ελληνισμού, και ειδικότερα της Κύπρου, δεν σταματά στην περίοδο 1821-29. Με την ίδια ένταση και έκταση θα δούμε αργότερα τους Κύπριους να βιώνουν τους πολέμους του ελληνικού έθνους αμιλλώμενοι σε ανδραγαθήματα με τους Ελλαδίτες συμπατριώτες και συμπολεμιστές τους. Το υλικό είναι ανεξάντλητο, οι προβληματισμοί πολλοί και η δημοσιοποίηση περισσότερο αναγκαία σήμερα, παρά ποτέ άλλοτε.
Cyprus 1821
Του Παρασκευά Σαμαρά.
Ο Παρασκευάς Σαμαράς είναι καθηγητής Φυσικής Αγωγής και Ιστορικός.
Από το περιοδικό ΧΡΟΝΙΚΟΝ, της εφημερίδας ΠΟΛΙΤΗΣ. Τεύχος 6, 21 Μαρτίου 1999
Πηγή:noctoc-noctoc.blogspot.gr