Εκδημία της μακαριστής Ηγουμένης Ευφροσύνης και ο επικήδειος του Σεβ.Λαρίσης
22 Μαρτίου 2013
Ανακοινωθέν της Ι.Μ. Κορίνθου για την εκδημία της Γερόντισσας Ευφροσύνης
Έπειτα από πολυήμερη ασθένεια ανεπαύθη εν Κυρίω και κηδεύτηκε χθες 21-3-2013 με την πρέπουσα τιμή, στην Ιερά Μονή Αγίου Βλασίου Άνω Συνοικίας Τρικάλων, η Καθηγουμένη αυτής Γερόντισσα Ευφροσύνη (κατά κόσμον Ευαγγελία) Γκλίτση.
Η μεταστάσα ηγουμένευσε στην Ιερά Μονή του Αγίου Βλασίου από το έτος 1987 και επί της ηγουμενίας της η Ι. Μονή στερεώθηκε και ανακαινίσθηκε εκ βάθρων, με αποτέλεσμα οι προσκυνητές να βρίσκουν σ’ αυτήν τόπο πνευματικής ανατάσεως, τόσο από τον ευπρεπισμένο και καλλωπισμένο χώρο του Μοναστηριού όσο και από την φιλόξενη, καταδεκτική και γεμάτη προσήνεια χριστιανική καρδιά της αοιδίμου και των λοιπών αδελφών.
Φιλόπονη και εργατική η μακαριστή Γερόντισσα ίδρυσε εξ υπ’ αρχής, στην Ρίζα Ξυλοκάστρου, το μετόχι του Αγίου Δημητρίου, προς εξυπηρέτηση της Αδελφότητος, ιδιαίτερα κατά τους χειμερινούς μήνες, που η διαβίωση στο χώρο της Ι. Μονής δεν είναι εφικτή από τις σφοδρές χιονοπτώσεις.
Λόγω των ιδιαίτερων πνευματικών δεσμών, ως σύντοπος, με την εκλιπούσα αλλά και ένεκα της αδυναμίας παραστάσεως του Σεβ. Ποιμενάρχου μας κ. Διονυσίου, εξ αιτίας ανειλημμένης Συνοδικής αποστολής στο εξωτερικό ως μέλος της Ι. Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος, της Εξοδίου Ακολουθίας προέστη ο Σεβ. Μητροπολίτης Λαρίσης και Τυρνάβου κ. Ιγνάτιος, ο οποίος και εξεφώνησε τον επικήδειο, αναφερθείς στην προσωπικότητα της μακαριστής, στην από την πρώτη νεότητα αφιέρωσή της στον Κύριο, στην διατήρηση «της ανημμένης φλόγας της λαμπάδας της» έως του τέλους, στο ανδρείο φρόνημα της, στη μαρτυρία, που έδωσε με όλη της την ζωή, μη παραλείψας να οικοδομήσει και τις ψυχές των πολυπληθών πιστών που παρευρέθησαν στην Εξόδιο Ακολουθία εν όψει της Α’ Εβδομάδος των Αγίων Νηστειών.
Σύντομο λόγο για την προσωπικότητα της μακαριστής εξεφώνησε και ο κ. Αθανάσιος Μελισσάρης, Ψυχολόγος – Ψυχοθεραπευτής, Επίκουρος Καθηγητής Πανεπιστημίου Αθηνών.
Την σεβαστή Γερόντισσα Ευφροσύνη προέπεμψαν με τις ταπεινές προσευχές του πλήθος Κληρικών και Μοναζουσών από την Ιερά Μητρόπολή μας ως και από άλλες Ι. Μητροπόλεις ως και Λαϊκών. Ας είναι αιωνία η μνήμη της.
Επικήδειος λόγος του Σεβ. Λαρίσης για την μακαριστή Ηγουμένη Ευφροσύνη
Μία αγία και ενάρετη μοναχή εξεδήμησεν προς Κύριον την Τρίτη της Καθαράς Εβδομάδος, μετά από πολύμηνη ασθένεια, η μοναχή Ευφροσύνη, Καθηγουμένη της Ιεράς Μονής Αγίου Βλασίου Τρικάλλων Κορινθίας.
Η εξόδιος ιερά ακολουθία της αειμνήστου μοναχής και Καθηγουμένης τελέσθηκε στο καθολικό της Ιεράς Μονής της την Πέμπτη 21 Μαρτίου 2013 το απόγευμα, από τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Λαρίσης και Τυρνάβου κ. Ιγνάτιο, ο οποίος εκπροσωπούσε και τον οικείο Ιεράρχη, Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Κορίνθου κ. Διονύσιο, του οποίου μετέφερε και τις συλλυπητήριες ευχές.
Η μακαριστή Γερόντισσα καταγόταν από το νησί της Σαλαμίνος και εκάρη μοναχή στην Ιερά Μονή της Παναγίας Φανερωμένης Σαλαμίνος, όπου εκεί έδωσε τους πρώτους ασκητικούς της αγώνες, για να συνεχίσει το Θεάρεστο έργο της στην Ιερά Μονή του Αγίου Βλασίου στα ορεινό και πανέμορφο χωριό των Τρικάλων της Κορινθίας, στην ιδιαιτέρα πατρίδα του Οσίου Γερασίμου και του Αγίου Μακαρίου, του Νοταρά.
Πλήθη πιστών παρέστησαν συμπροσευχόμενοι στην εξόδιο ακολουθία της μεταστάσης από την Κορινθία και την Σαλαμίνα, ενώ πολλοί Πατέρες έλαβαν μέρος και πολλές Ηγουμένες και μοναχές συνέψαλλαν την νεκρώσιμο εις μεγαλόσχημον μοναχήν ιερά ακολουθία.
Την απελθούσα Γερόντισσα Ευφροσύνη αποχαιρέτησαν με επικηδείους λόγους τόσο ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Λαρίσης και Τυρνάβου κ. Ιγνάτιος, όσο και ο Κορίνθιος την καταγωγή Επίκουρος Καθηγητής Ψυχολογίας και Ψυχοθεραπευτικής του Πανεπιστημίου Αθηνών κ. Αθανάσιος Μελισσάρης, ο οποίος με την ρητορική του ικανότητα και με καθαρά εκκλησιαστική γλώσσα, χαρακτήρισε την απερχομένη μοναχή πραγματική και στοργική μητέρα τόσο των καλογραιών της όσο και των πολυπληθών προσκυνητών της Ιεράς Μονής της.
Ακολουθεί ο αποχαιρετιστήριος λόγος που με ιδιαιτέρα συγκίνηση εξεφώνησε ο Σεβασμιώτατος κ. Ιγνάτιος προς την αείμνηστη Καθηγουμένη:
Ἐκοιμήθη λοιπόν καί ἀπέρχεται τοῦ βίου τούτου ἡ πολυαγαπημένη μας Γερόντισσα Εὐφροσύνη. Παίρνει ἕνα πολύτιμο μέρος τῆς ζωῆς μας ἐκ τοῦ κόσμου τούτου καί ἀπέρχεται. Ἐσφράγισε τά χαριέστατα χείλη της, τά στάξαντα γλυκύτητα οὐκ ὀλίγην, καί μᾶς ἀποχαιρετᾶ ἡ γλυκυτάτη αὐτή καί ἁγία Μοναχή.
Ἁπλῆ καί ὀλιγογράμματη, ἀλήθεια, ἡ μεταστάσα Μοναχή διερωτᾶται κανείς ἀπό ποῦ ἀντλοῦσε αὐτήν τήν πνευματικήν εὐφορίαν; Διότι ἀφ’ ὅτου ἐγνωρίσαμεν αὐτήν ἐκ τῆς πρώτης νεότητός της, ἐθαυμάζαμεν τόν ἐνθουσιασμόν της διά τά θεῖα καί τά ἐπουράνια. Μέ τά πηγαῖα φυσικά χαρίσματά της, ἰδίως τῆς ἀνεξικακίας καί τῆς ἀπεράντου καλωσύνης, καταμαρτυροῦσε τούς ἀγῶνας της διά τήν πρόσκτησιν ἐπικτήτων ἀρετῶν τάς ὁποίας ἦτο ἐμφανές ὅτι καθ’ ἡμέραν προσελάμβανε.
Ἦτο κατάδηλον εἰς τό πρόσωπόν της ὅτι ὁ Μοναχός λαμβάνει κλῆσιν ἀπό τόν Θεόν διά νά ἀποκτήσῃ τό μέγα τοῦ Μοναχοῦ ἀξίωμα. Ἦταν ἐμφανής ἡ θεία κλῆσις της. Ὡσάν προφῆτις καί ἀπόστολος ἔλαβε θείαν κλῆσιν. Καί αὐτή ἡ κλῆσις ἦτο ἡ δύναμίς της, ἡ καύχησίς της, ὁ στέφανός της, τό ἐξαίρετον ἰδίωμά της. Ὅπως ἐξεκίνησεν ἔτσι καί ἔζησεν. Δέν ἔπαυσεν παλλομένη ἡ καρδία της διά τόν Κύριον. Δέν ἐδίδαξε προφητικά, δέν ἐκήρυξεν ἀποστολικά μέ λόγους, ἀλλ’ ἐξήγγειλεν τοῦ Θεοῦ τό ὄνομα μέ μόνην τήν παρουσίαν της, προκαλοῦσα ἀληθῆ εὐφροσύνην εἰς ἅπαντας ἡ Εὐφροσύνη μας. Μαζί διανύσαμε διά πολλά ἔτη τήν ὁδόν τοῦ Κυρίου. Ἐζήσαμεν ἀνεπανάληπτες πνευματικές χαρές, συνευφραινόμενοι στή Θεία Λατρεία τῆς Ἁγίας μας Ἐκκλησίας καί εἰς τήν ἐν γένει ἐκκλησιαστικήν βιοτήν μας.
Κλαίομεν σήμερον καί θρηνοῦμεν διά τόν ἀποχωρισμόν, ἀλλά ἐν ταὐτῷ χαίρομεν, διότι ἑνός θαύματος ἠξίωσεν ἡμᾶς τῆς δόξης ὁ Κύριος. Νά ἴδωμεν τό θαῦμα τῆς πληρώσεως ἑνός θείου ἔργου. Νά ἴδωμεν τήν ἀδελφήν ἡμῶν Εὐφροσύνην νά τελειώνῃ τό ἐπί γῆς ἔργον της. Νά ἐξέρχεται τοῦ βίου θριαμβολογοῦσα ὅτι τόν δρόμον τετέλεκε. Πέρασαν πολλά χρόνια ἀπό τήν ἡμέραν τῶν ὑποσχέσεών της. Ὅταν ὁ Λειτουργός εἶπεν αὐτῇ «ἀλλ’ ἐάν καί τελειώσῃς». Καί ἰδού, τετελειωμένη μετά πνευμάτων τετελειωμένων ἔχουσα ἀνημμένην τήν λαμπάδα ἑαυτῆς, ἀπέρχεται πρός τόν Νυμφίον τῆς καρδίας της. Χαίρουσα καί εὐφραινομένη ἡ τῆς ὄντως εὐφροσύνης ἐπώνυμος.
Ἡ Μονή τῆς Φανερωμένης, τό πρῶτον της πνευματικόν ἐφαλτήριον, ὁ τόπος τοῦ ἁγιάσματος τῆς δόξης τοῦ Κυρίου, μετρᾶ τά πρῶτα νεανικά, ὄμορφα, δημιουργικά καί πανευφρόσυνα χρόνια της καί τῆς ἀποδίδει σήμερον τό δίκαιον ὄφλημα. Τά ἅγια πρόσωπα μέ τά ὁποῖα συνέζησεν ἐκεῖ χαίροντα διά τόν θρίαμβόν της, τήν ὑποδέχονται. Ἡ Κορινθία ἡ ἁγία καί ἡ ἱερά Μονή ταύτη τοῦ Ἱερομάρτυρος Ἁγίου Βλασίου, ἥτις τήν ὑπεδέχθη, τήν περιέθαλψε καί τήν ἠγάπησε, τήν προπέμπει. Συνέπεσεν νά εἶναι Ἐπίσκοπός της αὐτά τά ἔσχατα χρόνια ὁ εὑρυμαθής καί ἱεροπρεπής Ἱεράρχης Διονύσιος, ὁ ἀδελφός μας ὁ πολυαγαπημένος, ὅστις κατεκόσμησεν ἐν χαρᾷ μέ ἄπειρον ἀγάπην καί πατρικήν στοργήν τόν ὕστερον χρόνον τῆς ἐπιγείου ζωῆς της. Ἦτο καύχημά της αὐτή ἡ ἀγάπη καί δέν ἐπαύετο νά τήν καθομολογῇ. Καί σήμερον τήν συνοδεύομεν τῇ ἰδικῇ του εὐλογίᾳ καί ἀδείᾳ τήν Γερόντισσά μας ὅλοι.
Καί ὁ π. Τιμόθεος, καί ἡ Φανερωμένη καί οἱ Σαλαμίνιοι συγγενεῖς πρῶτον καί ἀδελφοί ἠγαπημένοι καί ὁ Ἱερός Κλῆρος καί ὁ λαός τοῦ Θεοῦ ὁ παροικῶν χάριτι Θεοῦ τήν ἀποστολικήν ταύτην γῆν, τήν ὁποίαν θεῖοι πόδες ἐπάτησαν καί διά τόν καταρτισμόν τοῦ ὁποίου ἀθάνατα ἱερά μοναδικά εἰς τόν Ἁγιογραφικόν ἡμῶν πλοῦτον κείμενα ἐγράφησαν. Διανύοντες ὅμως αὐτήν τήν α΄. τῶν Νηστειῶν ἑβδομάδα, ἥτις ἀποτελεῖ ὅρον ἀσκήσεως δι’ ἡμᾶς τούς Ὀρθοδόξους Χριστιανούς, θά ἦτο παράλειψις νά μήν εἴπωμεν ὁποίαν ἱεράν παρακαταθήκην ἀφήνει εἰς ἡμᾶς ἡ ἀπερχομένη Γερόντισσα Εὐφροσύνη.
Τώρα πού καλούμεθα ὅλοι μας νά οἰκοδομήσωμεν τόν οἶκον τῆς ψυχῆς μας, μέλλοντες νά εὑρεθῶμεν καί ἡμεῖς εἰς τήν θέσιν εἰς τήν ὁποίαν εὑρίσκεται τώρα ἡ ψυχή της μεταστάσης ἀδελφῆς ἡμῶν, καλόν εἶναι νά ἀναμνησθῶμεν τούς Ἑβραίους, οἵτινες ἐπιστρέψαντες ἀπό τήν βαβυλώνειον αἰχμαλωσίαν καί θελήσαντες νά ἀνοικοδομήσουν τήν Πόλιν τήν Ἁγίαν, τήν Ἱερουσαλήμ τήν ἐπίγειον καί τό Ἱερόν, εὗρον λαούς ἀπειλοῦντας αὐτούς καί ἐμποδίζοντας αὐτούς. Καί ὁ Δαβίδ ὁ προφητάναξ ἀποτυπώνοντας αὐτό εἰς τόν 126ον Ψαλμόν αὑτοῦ, λέγει τό γνωστόν «Ἐάν μή Κύριος οἰκοδομήση οἶκον εἰς μάτην ἐκοπίασαν οἱ οἰκοδομοῦντες· ἐάν μή Κύριος φυλάξῃ πόλιν, εἰς μάτην ἠγρύπνησεν ὁ φυλάσσων».
Ὁπωσδήποτε χρειάζεται ἡ βοήθεια τοῦ Κυρίου, ἡ βοήθεια τοῦ εἰπόντος «χωρίς ἐμοῦ οὐ δύνασθε ποιεῖν οὐδέν». Ἡ βοήθεια αὕτη, ἥτις ἐμφανῶς ἀναγνωρίζεται εἰς τό πρόσωπον τῆς μεταστάσης ἁγίας Μοναχῆς. Καί ὅλοι γνωρίζομεν καί ψάλλομεν ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ τόν ἀναβαθμόν τόν ὁποῖον ἐνεπνεύσθη ἐκ τοῦ Ψαλμικοῦ τούτου στίχου ὁ πρύτανις τῶν Ὑμνογράφων ὁ Ἅγιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης, ἐξευρών τό ἀπόθετον κάλλος αὐτοῦ, τό μέλι τό ἐκ πέτρας, ἀποδώσας ἀλληγορικῶς αὐτό εἰς τόν τέταρτον ἀναβαθμόν τοῦ γ΄. ἤχου «Ἐάν μή Κύριος οἰκοδομήσῃ οἶκον τῶν ἀρετῶν, μάτην κοπιῶμεν· τήν δέ ψυχήν σκέποντος, οὐδείς πορθεῖται πόλιν».
Ἡ οἰκοδομή λοιπόν τοῦ οἴκου τῆς ψυχῆς εἶναι ἡ ἱερά παρακαταθήκη πού ἀφήνει φεύγουσα ἡ μακαρία ἤδη Γερόντισσα Εὐφροσύνη καί εἰς τάς ὑπ’ αὐτήν ἠγαπημένας ἀδελφάς καί συναθλητρίας ἀλλά καί εἰς ἅπαντας ἡμᾶς. Νά ἀπαρτισθοῦμε λοιπόν ἕκαστος εἰς οἶκον καί ναόν τῶν ἀρετῶν εἶναι τό ἔσχατον πνευματικόν δῶρον τῆς μεταστάσης πρός ἡμᾶς. Νά δειχθῶμεν «κατοικητήριον τοῦ Θεοῦ», ὅπως γράφει στούς Ἐφεσίους ὁ Ἀπόστολος καί Ἱδρυτής τῆς Ἐκκλησίας Σας. Νά «μορφωθῇ Χριστός ἐν ἡμῖν» ὅπως ἐπεθύμει ὁ Προστάτης Σας Ἀπόστολος διά τούς Γαλάτας. Καί ὅλοι γνωρίζομεν ὅτι τοῦτο δέν εἶναι εὔκολον. Ὅλοι γνωρίζομεν ὅτι ὅπως τότε δι’ αὐτούς ὑπῆρχον ἐχθροί τοῦ ἔργου τῆς ἀνοικοδομήσεως τοῦ ἱεροῦ καί τοῦ οἴκου, ἔτσι καί τώρα, καί ἡμεῖς εὑρίσκομεν κατέναντι τῆς προσπαθείας μας τόν ἀντίδικον ἡμῶν διάβολον.
Ἐν «τεσσαράκοντα καί ἕξ ἔτεσιν ᾠκοδομήθη ὁ ναός». Ἁρματωμένοι ἔκτιζον τήν Ἱερουσαλήμ, τήν ὁρμήν τῶν ἐχθρῶν φοβούμενοι, κρατοῦντες ὡς μαρτυρεῖ ὁ Ἱερός Νεεμίας μέ τό ἕνα χέρι τό δοξάρι καί τήν σαΐταν καί μέ τό ἄλλο κτίζοντες, ὡς ἀναγωγικῶς ἑρμηνεύει ὁ Ἱερός Θεόδωρος. Καί ἡ μεταστᾶσα ἐνθαρρύνουσα ἡμᾶς λέγει τόν Παύλειον λόγον «πάντα ἰσχύω ἐν τῷ ἐνδυναμοῦντι με Χριστῷ». Καί ὡς τά πάντα κατασκευάζονται ὑπό τινος ὁ δέ τά πάντα κατασκευάσας Θεός, ἐπ’ Αὐτόν ἀνέσχε τάς ἐλπίδας της ἵνα οἰκοδήσῃ ἑαυτήν.
Καί ἰδού, ἀδελφοί μου, καλούμεθα καί ἡμεῖς ἐν τεσσαράκοντα καί πλέον ἡμέραις νά ἀνοικοδομήσωμεν τόν Ναόν τῆς ψυχῆς ἡμῶν. Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος μᾶς διδάσκει: «Ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος ἐπεθύμησε μέ τάς ἰδικάς του δυνάμεις νά πολεμήσῃ καί νά νικήσῃ τό σαρκικόν φρόνημα, ματαίως κοπιάζει. Διότι, ἐάν ὁ Κύριος δέν κρημνήσῃ τόν οἶκον τοῦ σαρκικοῦ φρονήματος, καί ἐάν ὁ Κύριος δέν οἰκοδομήσῃ τόν οἶκον τῆς ψυχῆς, ματαίως ἀγρυπνεῖ καί νηστεύει ἐκεῖνος πού προσπαθεῖ μέ τίς ἰδικές του μόνον δυνάμεις νά τό ἐπιτύχῃ. «Μετά σοφίας οἰκοδομεῖται οἶκος, καί μετά συνέσεως ἀνορθοῦται», ὡς λέγει ὁ σοφός Σολομών.
Σολομών καί Ζοροβάβελ καλεῖται νά ἀναδειχθῇ ἕκαστος ἐξ ἡμῶν, οἰκοδομῶν καί παλεύων. Θεμελιῶν καί πολεμῶν συγχρόνως. Καί περαίνων τόν λόγον τοῦτον, τόν ὁποῖον ἡ ἀγάπη τοῦ Ἐπισκόπου σας μοι παρεχώρησεν ἵνα ἐκφωνήσω εἰς τήν πενθοῦσαν ταύτην ὁμήγυριν, ὑπενθυμίζω τούς λόγους τούς ὁποίους εἶπεν ὁ ἀββᾶς Νεῖλος ὁ καθήμενος ἐν Σινᾷ πρός ἐρωτῶντα νεοσσόν τῆς Πνευματικῆς ζωῆς: «Σύ οὖν τέκνον ἐποίησας τόν οἶκον τῆς ψυχῆς σου καί τοῦ σώματος, τετράπυλον· καί αἱ θύραι τοῦ νοός καί τῆς διανοίας ἐπήρθησαν, καί αἱ θυρίδες τῶν αἰσθητηρίων τοῦ σώματος ἀνεωγμέναι εἰσί· καί παρερχόμενοι καί παροδίται καί λησταί καί κλέπται καί κοπρισταί, εἴ τι δ’ ἄν εὕρωσι τό ἀρέσκον αὐτοῖς λαμβάνουσιν· οὐ γάρ ἔστιν αὐτοῖς ὁ ἀντιλέγων ἤ κωλύων αὐτούς· πᾶς γάρ οἶκος ἄθυρος καί ἀθυρίδωτος, ὀζοθήκη γίνεται».
Ὁ θεούμενος ὅμως, ὁ τετελειωμένος Ὀρθόδοξος Μοναχός, ὡς ἡ ἀπερχόμενη Γερόντισσα Εὐφροσύνη, ἥτις τοιαύτην μόρφωσιν εὐσεβείας ἔσχεν ἀποίχεται ἀπό τοῦ κόσμου τούτου τῆς αἰχμαλωσίας καί τῆς δουλείας προβαίνων ἐπί τήν ἐπουράνιον Πόλιν τήν Ἱερουσαλήμ τήν Ἁγίαν, καί ἐπί τό Ἐπουράνιον θυσιαστήριον. Καί ἡ Εὐφροσύνη μας ἡ ἠγαπημένη πηγνύουσα τώρα τήν σκηνήν αὐτῆς μετά τῆς σκηνῆς τοῦ Κυρίου της, καταλείπει εἰς ἡμᾶς ἅπαντας τό φωτεινόν παράδειγμά της καί τάς Ἁγίας Εὐχάς της.
Ἀμήν.
Πηγή: romfea.gr