Αφιέρωμα στον Επίσκοπο Πατάρων Ειρηναίο (μέρος 2ο)
4 Μαρτίου 2013
ΣΤΗΝ ΑΓΓΛΙΑ – ΧΕΙΡΟΤΟΝΙΑ ΤΟΥ ΣΕ ΕΠΙΣΚΟΠΟ ΚΑΙ ΓΝΩΡΙΜΙΑ ΤΟΥ ΜΕ ΤΟΝ ΓΕΡΟΝΤΑ ΣΩΦΡΟΝΙΟ TOY ESSEX
Τρία χρόνια μετά το τέλος του απελευθερωτικού Αγώνα της Ε.Ο.Κ.Α. και την εγκαθίθρυση της Κυπριακής Δημοκρατίας, ο διακαής του πόθος για την πραγμάτωση του στόχου του αγώνα, που ήταν η ένωση με την Μητέρα Ελλάδα, τον οδήγησε σε ρήξη με την καθεστηκυΐα τάξη πραγμάτων, με αποτέλεσμα την αναχώρησή του από την Κύπρο, για την Αγγλία.
Στην Αγγλία ανέπτυξε μεγάλη εθνικοθρησκευτική και κοινωνική δράση.
Έχτισε Εκκλησίες, ασκώντας εφημεριακά καθήκοντα ο ίδιος, λόγω ελλείψεως ιερέων. Ίδρυσε Σχολεία, στα οποία δίδασκε ο ίδιος στους Έλληνες τα Ελληνορθόδοξα γράμματα και Ελληνοχριστιανικά ιδεώδη και την Ελληνική γλώσσα. Βοηθούσε τους πάσχοντας, τους αναξιοπαθούντας, τους έχοντας ανάγκη.
Νουθετούσε, συμβούλευε, κατηχούσε και έφερε στην Ορθοδοξία πολλούς προτεστάντες Άγγλους. Με την δύναμη της προσευχής του, το λόγο του, τα κηρύγματά του, με την καλοσύνη και την αγάπη του αγκάλιασε το ποίμνιό του και όχι μόνο, στήριζε τους αδυνάτους.
Πολλές φορές με την προσευχή του θεράπευε ασθενείς.
Με την δύναμη του κηρύγματός του οδηγούσε τους ανθρώπους στο δρόμο του Θεού, επανέφερε στην Εκκλησία ανθρώπους που απεσκίρτησαν σε διάφορες αιρέσεις. Ακόμα και Άγγλους Προτεστάντες, όπως προαναφέραμε έφερε στην Ορθοδοξία. Ενίσχυε οικονομικά το Οικουμενικό μας Πατριαρχείο και τους φτωχούς αδελφούς μας. Ήταν άνθρωπος πολύ πονόψυχος με πολλή καλοσύνη ψυχής, μια πλατιά καρδιά, γεμάτος αγάπη για τον άνθρωπο. Λόγω του ότι σπούδασε ψυχολογία στην Αγγλία, ο καθηγητής του τότε στο Πανεπιστήμιο που γνώριζε ανθρώπους ψυχασθενείς που ο ίδιος παρακολουθούσε, αλλά δεν μπορούσε να τους προσφέρει ουσιαστική βοήθεια, παρακάλεσε τον Επίσκοπο να τους στέλνει σ’ αυτόν. Ο Γέροντας Ειρηναίος με ευχαρίστηση το δέχτηκε. Τους δεχόταν στο Ναό της Επισκοπής του στο Bermicham, τον οποίο στόλιζε με λουλούδια και έβαζε σιγανή Βυζαντινή μουσική, άκουε αυτά που ήθελαν να του πούν, ενώ συγχρόνως μέσα του, προσευχόταν, τους μιλούσε και αυτοί έφευγαν θεραπευμένοι από κοντά του.
Το Οικουμενικό Πατριαρχείο εκτιμώντας τις ικανότητές του και αξιολογώντας την αρετή και την δράση του, τον εξέλεξε Επίσκοπο δίδοντάς του τον τίτλο της πάλαι ποτέ διαλαμψάσης Μητροπόλεως Πατάρων και διορίζοντάς τον βοηθό Επίσκοπο της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Θυατείρων και Μ. Βρεττανίας.
Κάθε χρόνο ο Επίσκοπος κατέβαινε από την Αγγλία στην Αθήνα για να εξομολογηθεί στον π. Σίμωνα τον Αρβανίτη και να δει τους δικούς του. Κάποια φορά του είπε ο π. Σίμωνας: «γιατί διανύεις τόσες χιλιάδες χιλιόμετρα και έρχεσαι σε μένα να εξομολογηθείς; Στο Essex της Αγγλίας είναι ο π. Σωφρόνιος. Αυτός είναι ένα διαμάντι που έπεσε απ’ το στέμμα του Θεού. Σ’ αυτόν να πηγαίνεις». Εκείνη την ώρα ο π. Σίμωνας σήκωσε το ακουστικό του τηλεφώνου και χωρίς να πάρει κανένα αριθμό, άρχισε να μιλά στον π. Σωφρόνιο για να δεχθεί τον Επίσκοπο (πνευματικώ τώ τρόπω).
Μόλις γύρισε στην Αγγλία έτρεξε αμέσως στο Μοναστήρι του Essex να συναντήσει τον Γέροντα Σωφρόνιο. Στο γεύμα που του παρέθεσαν μίλησε και τους είπε τον τρόπο της γνωριμίας του με τον Γέροντά τους και από τότε και δικό του Γέροντα. Η πρώτη εκείνη γνωριμία του με τον Γέροντα Σωφρόνιο σφραγίστηκε από ένα θαυμαστό περιστατικό.
Ο Επίσκοπος Ειρηναίος μετά το γεύμα ζήτησε από τον Γέροντα Σωφρόνιο να του διδάξει την ευχή. Τότε ο Γέροντας Σωφρόνιος του είπε να τον ακολουθήσει, τον πήρε στο κελλί του, που για κρεββάτι είχε πέτρες μυτερές που ο ίδιος τις κουβάλησε από ένα παραπλήσιο του Μοναστηριού ποτάμι, και του είπε ό,τι κάνει αυτός, να τον μιμείται. Γονάτισε ο Γέροντας Σωφρόνιος σε προσευχητική στάση και ύψωσε τα χέρια του λέγοντας την ευχή. Το ίδιο έκανε και ο Επίσκοπος, αλλά λόγω του ότι ήταν κουρασμένος από το ταξίδι δεν μπορούσε να έχει τα χέρια υψωμένα και του πέφτανε. Κάποια στιγμή στρέφει το βλέμμα του προς τον Γέροντα και τον βλέπει υπερυψωμένο να αιωρείται μέσα στο φως. Με αυτό τον τρόπο τον δίδαξε και τον μύησε σε ανώτερες βαθμίδες προσευχής. Ήταν βέβαια ο Επίσκοπος σαν ώριμο στάχυ έτοιμος για να γίνει δεκτικός τέτοιων αγιοπνευματικών βιωμάτων και εμπειριών. Από τότε ένας βαθύς πνευματικός δεσμός αναπτύχθηκε μεταξύ τους, που συνεχίστηκε και μετά την κοίμηση του Γέροντος Σωφρονίου.
Ο Γέροντας Σωφρόνιος είδε μέσα στην ψυχή του Επισκόπου την καλοσύνη και την αρετή του και τον αγάπησε σαν πραγματικό του παιδί. Όμως και ο Επίσκοπος στάθηκε αμέριστος συμπαραστάτης του Γέροντα σε πολύ δύσκολές του στιγμές, όταν κινδύνευε να του κλείσουν το μοναστήρι από φθόνο. Μόνος από όλους τους Επισκόπους της Αγγλίας εκτιμούσε και σεβόταν τον Γέροντα και τον υπερασπίστηκε μεσολαβώντας με τις γνωριμίες που είχε στο Οικουμενικό Πατριαρχείο για το Μοναστήρι του Γέροντά του. Και το πέτυχε αυτό. Όταν τον πληροφόρησαν ότι δεν θα κλείσουν τη Μονή, αμέσως έτρεξε στο Essex να του το ανακοινώσει. Εκεί βρήκε τον Γέροντα γονατιστό να προσεύχεται μπροστά στην εικόνα του Χριστού και ο Επίσκοπος ασθμαίνοντας χαρούμενος του ανήγγειλε την απόφαση. Από τότε πιο πολύ τον αγάπησε.
Την ημέρα που κοιμήθηκε ο Γέρων Σωφρόνιος, στις 11/7/1993, ο Επίσκοπος Ειρηναίος λειτουργούσε σε μια εκκλησία στο Bermicham και αμέσως μετά θα έφευγε για ταξίδι στην Ελλάδα. Κατά την διάρκεια της Θείας Λειτουργίας και συγκεκριμμένα στο «πρόσχωμεν. Τα Άγια τοις Αγίοις» εμφανίζεται ο Γέροντας Σωφρόνιος μέσα στο φως να περπατά στην Αγία Τράπεζα και να αποχαιρετά το πνευματικό του παιδί, λέγοντας του «γειά σου, εγώ φεύγω, θα συναντηθούμε στην Επουράνιο Βασιλεία». Ο Δεσπότης όπως χαρακτηριστικά έλεγε έπαθε «black out» και φέρανε άλλο ιερέα να ολοκληρώσει την Θεία Λειτουργία. Μ’ αυτό το θαυμαστό γεγονός ο Γέρων Σωφρόνιος θέλησε να αποχαιρετήσει το πνευματικό του τέκνο Επίσκοπο Ειρηναίο, πριν αναχωρήσει για το ουράνιο ταξίδι στην αιωνιότητα.
ΣΥΝΤΑΞΗ ΚΑΙ ΜΕΤΑΒΑΣΗ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΠΡΟΣ ΕΦΗΣΥΧΑΣΜΟ
Όταν στις αρχές της δεκαετίας του 90 έφυγε από την Αγγλία, ήλθε μόνιμα στην Ελλάδα για να εφησυχάσει. Χαιρετώντάς τον ο Άγγλος Πάστορας στο Birmingham του είπε χαρακτηριστικά: «δεν ήσουν πατέρας μόνο για τους Ορθοδόξους, αλλά και για μας. Λυπούμαστε που σε χάνουμε». Άφησε πίσω του σε όλους τα καλύτερα αισθήματα και τις ωραιότερες αναμνήσεις.
ΣΤΗΝ ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΤΑΞΙΑΡΧΩΝ ΣΤΟ ΑΙΓΙΟ
Όταν πλέον εγκαταστάθηκε στην Ελλάδα θέλησε να εφησυχάσει σε Μοναστήρι. Έτσι εγκαταβίωσε στη Μονή των Ταξιαρχών στο Αίγιο, όπου βρισκόταν ένας αγιασμένος αγιορείτης ασκητής, ο π. Αρσένιος, ο οποίος τον παρακάλεσε να συνασκητέψουν μαζί. Κατά το διάστημα της εκεί εγκαταβιώσεώς του, όπως μας διηγόταν ο αγιασμένος ασκητής Αρσένιος, ο Επίσκοπος Ειρηναίος έβλεπε κάθε απόγευμα τον άγιο Λεόντιο τον κτίτορα της Μονής, ολόλευκο να κατευθύνεται προς το ασκητήριό του.
Εκεί στο Μοναστήρι και συγκεκριμένα στο ασκητήριο του αγίου Λεοντίου, ανακάλυψαν άγια λείψανα κάποιου άγνωστου αγίου, τα οποία ευωδίαζαν. Όλοι αναρωτιώντουσαν σε ποιόν ανήκουν. Ο Επίσκοπος Ειρηναίος έκανε προσευχή, του εμφανίστηκε ο άγιος και του αποκάλυψε ότι: «τα λείψανα αυτά ανήκουν σε μένα, είμαι ο μάρτυς Ιλαρίων και εορτάζω στις 11 Ιουνίου».
Στο Μοναστήρι αυτό ο Επίσκοπος παρέμεινε επί ένα χρόνο, αρχές της δεκαετίας του 1990. Σε σύμπνοια με τον Γέροντα ασκητή Αρσένιο ανέπτυξαν σπουδαία πνευματική δράση. Λειτουργούσε καθημερινά, είτε στο Μοναστήρι, είτε σε όλα τα απομακρυσμένα χωριά του Αιγίου που δεν είχαν Ιερέα και κήρυττε. Πολλοί δαιμονισμένοι κατέφευγαν σ’ αυτόν. Τους διάβαζε εξορκισμούς μπροστά στο λείψανο του αγίου Λεοντίου και τους θεράπευε. Ο ίδιος απέδιδε την θεραπεία στην ευχή του Γέροντος Αρσενίου και αντίστροφα. Ο Γέρων Αρσένιος πάλι από ταπείνωση απέδιδε την εκδίωξη των δαιμονίων στο πετραχήλι του Επισκόπου. Ω, μακαρία ξυνωρίς!
ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ
Τα τελευταία δεκαέξι χρόνια της ζωής του ο Επίσκοπος τα έζησε στην Αθήνα, σ’ ένα ιδιόκτητο διαμέρισμα, στην Αγία Παρασκευή. Παρ’ όλο το γήρας και την κόπωση από την πολυτάραχη, γεμάτη φόρτο πνευματική ζωή, εντούτοις η ησυχία που λαχταρούσε μετουσιώθηκε σε μια έντονη πνευματική δραστηριότητα, εκτός σύντομων χρονικών περιόδων κατά καιρούς που ζούσε ως έγκλειστος, δοσμένος εξ ολοκλήρου στην προσευχή και στην μελέτη. Σε εκείνες τις περιόδους αρνιόταν κάθε επικοινωνία με το περιβάλλον για να επικοινωνεί αποκλειστικά με τα ουράνια. Είχε τότε αγιοπνευματικές εμπειρίες και θεωρία του Ακτίστου Φωτός.
Επεθύμησε κάποτε να μεταβεί στην Αγγλία, έκανε προσευχή για να πάρει την ευχή του Γέροντά του: τότε ο ήδη μακαριστός Γέρων Σωφρόνιος του εμφανίστηκε και του είπε να μην πάει. Το αεροπλάνο με το οποίο θα ταξίδευε έπεσε και σκοτώθηκαν όλοι οι επιβάτες του! Όπως μας δείχνει το παράδειγμα αυτό, ο μεγάλος Γέροντας εξακολουθούσε και μετά θάνατον να εμφανίζεται, να καθοδηγεί και γενικά να ασκεί την Γεροντική του ιδιότητα στον Επίσκοπο και πνευματικό του τέκνο.
Όπως προαναφέραμε, και στην Αθήνα ακόμα, τα τελευταία χρόνια της επίγειας ζωής του, η αγάπη του για τον κόσμο δεν τον άφησε να αποσυρθεί εξ ολοκλήρου στην πολυπόθητή του ησυχία. Λειτουργούσε τακτικά σε διάφορες ενορίες και Μοναστήρια με τα οποία συνδέθηκε, κήρυττε τον Λόγο του Θεού προκαλώντας ρίγη συγκινήσεως και δάκρυα στο εκκλησίασμα, χωρίς να αφήνει σε δεύτερη μοίρα την λατρεία του προς την Μητέρα Πατρίδα, την αγαπημένη του Ελλάδα με την οποία αγωνίστηκε σκληρά για να ενώσει την ιδιαίτερη του Πατρίδα, το ακριβό μαργαριτάρι της Μεσογείου, την λαχταριστή του Κύπρο. Έτσι στο τέλος κάθε Θείας Λειτουργίας συνέπαιρνε όλο το ακροατήριο και έψαλλαν όλοι μαζί τον Εθνικό μας Ύμνο.
Εκατοντάδες άνθρωποι, άνδρες, γυναίκες, νέοι, γέροι και παιδιά, ιερείς και μοναχοί κατέφευγαν στην πατρική του αγκαλιά, για να βρούν στήριξη, καθοδήγηση και παραμυθία ευελπιστώντας στις γεμάτες παρρησία προς τον Κύριο προσευχές του.
Τα τελευταία δύο χρόνια της ζωής του θέλησε να ζήσει σχεδόν τελείως μόνος του. Ένας μεγάλος κύκλος ανθρώπων που τον σέβονταν και τον αγαπούσαν, ακριβώς επειδή βοηθήθηκαν απ’ αυτόν, όλους αυτούς τους απεμάκρυνε από κοντά του, θέλοντας να ζήσει εν πλήρει ηρεμία και ησυχία, στο ασκητήριό του, της οδού Ματσούκα, στην Αγία Παρασκευή, όπως ο ίδιος πάντοτε συνήθιζε να λέει «το σπίτι αυτό είναι κελλί και είμαι ως στρουθίον μονάζον επί δώματος».
Άφησε την τελευταία του πνοή στις 19 Δεκεμβρίου 2009 στο Ευγενίδιο Νοσοκομείο, έχοντας κοντά του μόνο την αποκλειστική νοσοκόμα που τον διακονούσε και ένα άλλο κύριο που τον γνώρισε στο νοσοκομείο. Έφυγε ήρεμα την παραμονή του Αγίου Ιγνατίου του Θεοφόρου που τόσο πολύ αγάπησε στη ζωή του και μελέτησε, μετά από πολύμηνη (2 χρόνια) πάλη με την επάρατο ασθένεια, ουσιαστικά μόνος του, για να συνεχίσει να ιερουργεί ακατάπαυστα στο Ουράνιο Θυσιαστήριο, γενόμενος κοινωνός της αλήκτου χαράς και ευφροσύνης των απ’ αιώνος αγίων, απολαμβάνοντας του ήχου των εορταζόντων Αγγέλων χοροστασίας και γενόμενος μέτοχος της ελλάμψεως της Μακαρίας και Ζωαρχικής Τριάδος, πλήρης ημερών, σε ηλικία 84 ετών σκορπίζοντας σε όλους εμάς που τον γνωρίζαμε, βαθιά λύπη και μεγάλη συντριβή καρδίας και δυσαναπλήρωτο κενό, ταυτόχρονα όμως μια γλυκειά ανάμνηση στα πολυάριθμα πνευματικά του παιδιά της Κύπρου, της Ελλάδας, της Αγγλίας και αλλού.
Ιερομόναχος Πορφύριος
Καυσοκαλυβίτης
ΥΓ. Οφείλω να σας πληροφορήσω ότι κατά την διάρκεια της συγγραφής του πονήματος αυτού, τόσο στην ανεύρεση του υλικού, όσο στον σχεδίασμό και στην σύνταξη είχα την αμέριστη συμπαράσταση και καθοδήγηση του Γέροντός μου, Μοναχού Ακακίου του Καυσοκαλυβίτου.
Πηγή: Άγιος Νικόλαος των Μύρων, Ορθόδοξο Χριστιανικό Περιοδικό της Ιεράς Μητροπόλεως Μύρων Λυκίας, τεύχος 21ο, σελ.3-21, έτος ΙΑ΄, Ιούλιος-Δεκέμβριος 2012.