Αγιοβασιλειάτικα
22 Δεκεμβρίου 2012
Παπαδιαμάντης Αλέξανδρος
Δεν ηξεύρω ποίος περιπλανώµενος ραψωδός συνέθηκε τα νυν συνήθως υπό των παίδων αδόµενα άσµατα των Χριστουγέννων, του Αγ. Βασιλείου και των Φώτων, τα οποία ακολουθούσι δήθεν κατά γράµµα την εκκλησιαστικήν παράδοσιν, βρίθουσιν όµως κακοζήλων στίχων, οίοι οι εξής:
Και επληρώθη το ρηθέν προφήτου Ησαΐου
µετά των άλλων προφητών και του Ιερεµίου…
ο δεύτερος ούτος στίχος είναι προδήλως δια το κεχηνός του ρυθµού:
Φωνή ηκούσθη εν Ραµά, Ραχήλ τα τέκνα κλαίει,
παραµυθήν (!) ουκ ήθελεν, ότι αυτά ουκ έχει (!!).
Η εν τω άσµατι της α´ του έτους:
Σήµερον ειν Περιτοµὴ κ’ υµνεί η Εκκλησία,
και προσκαλείσθε άρχοντες, γυναίκες και παιδία …
Τόσον αληθεύει ότι υµνεί η Εκκλησία, ώστε ένα η δυό ύµνους µόνον έχει εις µνήµην της Περιτοµής, τους λοιπούς αφιεροί εις τον Μ. Βασίλειον.
Εννοεί ο αναγνώστης ότι, θέλων ενταύθα να εκφράσω λύπην επί τη εκθρονίσει των γνησίων ασµάτων του λαού, ην κατώρθωσαν τα κακόφωνα ταύτα ραψωδήµατα, πολύ απέχω άλλως του να θαυµάσω τα εν Αθήναις ακουόµενα δηµώδη άσµατα:
Αρχιµηνιά κι αρχιχρονιά,
ψηλή µου δεντρολιβανιά, (;)
κι αρχι- καλός σας χρόνος (;)
εκκλησιά µέ τ ἅγιο θρόνος (!!)
Άις- Βασίλης έρχεται
και δεν µάς καταδέχεται (;!!)
η το αδόµενον τη παραµονή των Φώτων:
Αφέντη µου, πεντάφεντε, πέντε φορές αφέντη,
έχεις και γυιό στα γράµµατα και γυιό στο ψαλιτήρι (sic).
Αλλ ὑπάρχουσιν, ιδίως εις τας νήσους, άλλα κάλλιστα άσµατα του λαού και επ αὐτῶν θέλω να ενδιατρίψω ολίγον. Τινά τούτων έχουσιν υπόθεσιν αποκλειστικώς την εορτήν της ηµέρας, άλλα, χωρίς να παρακολουθώσι τα ιερά κείµενα, διεξέρχονται το θέµα µέ ποιητικά χρώµατα, και βοηθεία της δηµώδους legende.
Εννοείται ότι τα κατωτέρω παρατιθέµενα είναι απλά αποσπάσµατα, διότι τα τοιαύτα άλλως αλλαχού άδονται και πολλαχώς αλλοιούται από στόµατος εις στόµα η έννοια και η λέξις. Το της εορτής των Χριστουγέννων έχει ως εξής:
Χριστούγεννα, πρωτούγεννα, πρώτη γιορτή του χρόνου,
εβγάτ ἀκοῦστε, µάθετε, τώρα Χριστός γεννιέται·
γεννιέται κι ανατρέφεται στο µέλι και στο γάλα·
το µέλι τρων οι άρχοντες, το γάλα οι αντρειωµένοι.
Το της εορτής των Φώτων:
Σήµερον τα φώτα κι ο φωτισµός
και του Ιησού µας ο βαφτισµός.
Σήµερα η κυρά µας η Παναγιά,
σπάργανα στα τίµια χέρια κρατεί
και τον Άι-Γιάννη παρακαλεί:
«Δύνεσ , Άι-Γιάννη <και> Πρόδροµε,
για να µού βαφτίσεις Θεού παιδί;»
«Δύνουµαι και σώνω και προσκυνώ,
για κοντοκαρτέρει ως το πουρνό,
για ν ἀνέβω απάνου στους ουρανούς,
για να ρίξω δρόσο και λίβανο·
ν ἁγιασθοῦν οι βρύσες και τα νερά,
ν ἁγιασθῇ κι αφέντης µέ την κυρά».
Άλλα των ασµάτων εκφράζουσιν επί τη εορτή επαίνους και προσρήσεις. Το επόµενον τεµάχιον εκρίθη υπό πολλών απαράµιλλον το ύψος:
Σήκω, κυρά µ , να στολιστής, να πας ταχιά στα Φώτα,
στα Φώτα και στον αγιασµό και στον καλό το χρόνο.
Βάλε τον ήλιο πρόσωπο και το φεγγάρι αστήθι,
και του κοράκου το φτερό βαλ το καµαροφρύδι.
Επανερχόµενοι εις την εορτήν τον Αγίου Βασιλείου (την Περιτοµήν αγνοεί ο λαός, και ευλόγως), παραθέτοµεν το κύριον της ηµέρας άσµα:
Άις- Βασίλης έρχεται από την Καισαρίτσα,
βαστάει κόλλα και χαρτί, χαρτί και καλαµάρι.
«Βασίλη µ ποῦθεν έρχεσαι; και πούθε κατεβαίνεις;»
Από τη µάννα µ ἔρχουµαι και στο σκολειό πηγαίνω,
πάω να µάθω γράµµατα, να πω την άλφα-βήτα».
Και στο ραβδί του ακούµπησε να πη την άλφα-βήτα,
Και στο ραβδί, που ήταν ξερό, χλωρά βλαστάρια πέταε
κι απάνου στα ξεβλάσταρα περδίκια κελαηδούσαν,
όχι περδίκια µοναχά, µόνε και περιστέρια.
Το άσµα τούτο µάς φαίνεται θαυµάσιον εν τη αφελεία αυτού. Η έµφυτος φιλοµάθεια του Ελληνικού Έθνους, εν µέσω τοσούτων διωγµών και θλίψεων επιζήσασα, µετεχειρίσθη την επί παιδεία φήµην του ελληνικωτάτου Αγίου ως προτροπήν προς τους νέους προς την σπουδήν και µάθησιν, ούτω δε και µετά πολλούς αιώνας ο µέγας της Καισαρείας φωστήρ παρίσταται οιονεί συγγράφων δευτέραν «Προς τους νέους Παραίνεσιν».
Τα άλλα άσµατα της ηµέρας, αποτελούντα ορµαθόν ευχών και εγκωµίων δια τα µέλη εκάστης οικογενείας, είναι οιονεί συνέχεια του πρώτου εξαρτωµένη εκ του εν τω προτελευταίω στίχου, ότι τα «περδίκια κελαηδούσαν» και ιδού τι κελαηδούσαν:
Για βάλε το χεράκι σου
τούτο αποτείνεται προς τον οικογενειάρχην:
στην αργυρή σου τσέπη
κι αν εύρης γρόσα δώσ’ µας τα, φλωριά µή τα λυπάσαι,
κι αν εύρης και µισό φλωρί, κέρνα τα παλληκάρια,
κέρνα τ ἀφέντη µ κέρνα τα, να πιούνε στην υγειά σου,
και στην υγειά σου, αφέντη µου, και στην καλή χρονιά σου.
Να ζήσεις χρόνια εκατό, διακόσα, παραπάνου,
κι απ τὰ διακόσα κι ύστερα ν ἀσπρίσεις να γεράσεις,
ν ἀσπρίσεις σαν τον Έλυµπο, σαν τ ἄσπρο περιστέρι,
σαν τ ἀηδονάκι που λαλεί, το Μάη, το καλοκαίρι.
Και τι λαλεί το αηδονάκι τούτο; Ιδού ακούσατε· λαλεί ευχάς δια τα άλλα µέλη της οικογενείας:
Κυρά µου, τον υγιόκα σου, κυρά µ , τον ακριβό σου,
τον έλουζες, τον χτένιζες, στο δάσκαλο τον πάινες,
κι ο δάσκαλος τον έδερνε µέ δυό κλωνάρια µόσκο,
µέ τέσσαρα βασιλικό, µέ πέντε µαντζουράνα, κτλ.
Τοσαύτα περί του υιού. Ιδού τώρα και περί της θυγατρός:
Κυρά µ , τη δυγατέρα σου, κυρά µ , την ακριβή σου,
γραµµατικός την αγαπά, πραµµατευτής τη θέλει,
κι ο δάσκαλος απ τὸ σκολειό γυρεύοντας την στέλλει.
Δεν ενθυµούµαι δυστυχώς την συνέχειαν του άσµατος τούτου, το οποίον ήρχισε να γίνεται περίεργον, χάρις εις τα τολµηρά διαβήµατα του δασκάλου· αλλ εἰς το µέλλον ίσως δυνηθώ να συλλέξω πλείονα· επί του παρόντος εύχοµαι εις τον αναγνώστην εν υγεία και ευτυχία το Νέον Έτος.
ΒΥΖΑΝΤΙΝΟΣ
«Εφηµερίς», 1 Ιανουαρίου 1888
Σημειώσεις
1. Τ ἀποσιωπητικὰ δική μου προσθήκη.
2. Τα θαυμαστικά και ερωτηματικά είναι του Παπαδιαμάντη.
3. Υπονοεί τη Σκιάθο, όπου στα παιδικά του χρόνια, με τους παιδικούς του φίλους και συγγενείς, το Σωτήρη Οικονόμου, τον Αλέξανδρο Μωραϊτίδη, τον περίφημο πλατωνιστή Σπυρίδωνα Μωραΐτη, γύριζαν τις γιορτές κι έψαλλαν τα κάλλαντα. (Βλ. σχετικά τα διηγήματα του «Της Κοκώνας το Σπίτι» και «Ο Σημαδιακός» («Μάγισσες», Φέξης, σ. 71 κ.α.).
4. Τη λέξη αυτή προτιμά να χρησιμοποιεί πολλές φορές ο Παπαδιαμάντης. Πρβλ. και την απάντηση του Παπαδιαμάντη στο Ζερβό για τα «Θαλασσινά Ειδύλλια» («Άστυ», 28-29 Αυγ. 1891).
5. Αντί βαπτισμός του κειμένου.
6. Αντί αγιασθούν και αγιασθή του Ππδ.
7. Αντί στολισθής του Ππδ.
8. Αντί του πέταε του Ππδ.
9. Το κείμενο της «Εφημερίδας» έχει στίχον .
10. Αντί του χθένιζες του Ππδ. (πιθανώτατα τυπογραφ. λάθος).
11. Αντί του δάσσκαλος του Ππδ. Το διπλό σ ίσως ηθελημένο για ν ἀποδώσει την προφορά του ch .
12. Την θέλει (το κείμενο).
13. Σχολειό (το κείμενο της Εφημ.).
14. Γυρεύωντας την στέλλει (αδιανόητη γραφή στο ίδιο κείμενο).
15. Τρόπος υπεκφυγής εκ μέρους του Παπαδιαμάντη, που προσπαθούσε στη ζωή και στην τέχνη ν ἀποφεύγει την αισχρή και πολύ συνηθισμένη δυστυχώς στα χρόνια μας εκμετάλλευση της περιέργειας του αναγνώστη με διάφορα πορνογραφικά και τραγικά καρυκεύματα. «Η ύλη αύτη είναι ζων πυρ…» φωνάζει κάπου, και πετά απότομα την πέννα του, σταματώντας τη διήγησή του στη μέση. Μάθημα και παράδειγμα για μίμηση, εφ ὅσον υπάρχει καιρός. Στο «Σημαδιακό» («Οι Μάγισσες», εκδ. Φέξη, σελ. 151), εκτός απ τὴν ιδιαίτερη εξύμνηση κάθε προσώπου του σπιτιού, μας δίνει ο Παπαδιαμάντης κι ἕνα ωραίο σκιαθίτικο δημοτικό της Πρωτοχρονιάς, που περιλαμβάνει όλα τα παιδιά, τ ἀγόρια τα ξενιτεμένα στο πέλαγος και στη βιοπάλη:
Κυρά μου, τα παιδάκια σου, κυρά μου, τ ἀκριβά σου,
καράβι τριοκάταρτο στο πέλαγο αρμενίζουν
και με τ ἀφέντη την ευχή γρόσα πολλά θα φέρουν.
Κι ο κυρ Βορηάς τα κύματα φυσάει και τα σπρώχνει.
Σπρώχνε, Βορηά,τα κύματα, να μώρθει το παιδί μου,
Τ ἀγαπημένο μου πουλί και το ξεπεταρούδι,
ανάθρεμμα της αγκαλιάς, της ξενιτιάς λουλούδι…
Πηγή: agiazoni.gr