Η Βάπτισις του μικρού Εβραίου
20 Νοεμβρίου 2012
Κείμενον βλ. Th. Nissen, Unbekannte Erzahlungen aus dem Pratum spirituale, Byzantinische Zeitschrift, τόμ. 38 (1938), σελ. 361-365.
Ο αββάς Βασίλειος, ο πρεσβύτερος και αναχωρητής, ο οποίος είχε γίνει μοναχός στη Νέα Λαύρα, μας διηγήθηκε ότι είχε ακούσει από κάποιους φιλοχρίστους το ακόλουθο θαύμα.
Σε κάποια πολυάνθρωπη κωμόπολι της Παλαιστίνης κατοικούσαν Χριστιανοί και Εβραίοι και είχαν πολλά ζώα. Είχαν δε την εξής πατροπαράδοτη συνήθεια: Καθημερινά συνάθροιζαν την αυγή τα ζώα στην είσοδο της κωμοπόλεως και ο καθένας έστελνε μαζί με τα ζώα του τον γυιο του ή τον δούλο του. Αυτοί έπαιρναν τα ζώα και τροφές για τον εαυτό τους, πήγαιναν στην εξοχή κι εκεί έμεναν μέχρι το βράδυ, οπότε τα έφερναν πίσω καθώς έδυε ο ήλιος.
Μία ημέρα λοιπόν που είχαν πάει στην βοσκή ως συνήθως, συγκεντρώθηκαν την ώρα του φαγητού, και τα παιδιά των Χριστιανών είπαν μεταξύ τους: «Ελάτε να κάνουμε την Θεία Λειτουργία, όπως κάνουν οι κληρικοί στην εκκλησία». Τότε ένας από αυτούς πήρε την θέσι του επισκόπου και έκανε τους άλλους τον ένα πρεσβύτερο, τον άλλο διάκονο, τον άλλο υποδιάκονο και άλλους αναγνώστες. Κατόπιν έφτιαξαν ένα θυσιαστήριο με μία πέτρινη πλάκα και προσέφεραν άρτους από τα τρόφιμα που είχαν.
Μαζί τους ήταν και ένας Εβραίος, ο γυιος του αρχιραββίνου, ο οποίος παρακαλούσε τα παιδιά λέγοντας: «Δεχθήτε με μαζί σας, να προσφέρω γι εγώ όπως κι εσείς». Αυτά όμως του έλεγαν: «Δεν μπορείς να έλθης μαζί μας, γιατί είσαι Ιουδαίος». Λέγει αυτός: «Γίνομαι κι εγώ Χριστιανός». Εκείνα του αποκρίθηκαν: «Αν γίνης Χριστιανός, σε δεχόμαστε». Αυτός λοιπόν συμφώνησε και τον δέχθηκαν. Αμέσως ο δήθεν επίσκοπος τον εβάπτισε σε κάποιο νερό που βρέθηκε στην περιοχή.
Στη συνέχεια έκαναν όλα τα της λειτουργίας. Και όταν έφθασαν και είπαν το Εις άγιος… κατέβηκε φωτιά από τον ουρανό και κατέκαυσε όλα όσα βρίσκονταν επάνω στο θυσιαστήριο. τα δε παιδιά από τον φόβο τους έπεσαν κάτω κι έμειναν σαν πεθαμένα.
Όταν βράδυασε, τα ζώα γύρισαν στα σπίτια μόνα τους. Το πρωί οι γονείς πήγαν και αναζήτησαν και βρήκαν τα παιδιά μισοπεθαμένα. Σήκωσε καθένας το παιδί του και το πήγε στο σπίτι. Μετά τρεις ήμερες, που συνήλθαν κάπως τα παιδιά, οι γονείς τα ρωτούσαν τί τους είχε συμβεί. Και αυτά ωμολόγησαν τα πάντα, όπως είπαμε πιο πάνω.
Ο αρχιραββίνος πάλι ετοίμασε τραπέζι και καλούσε τον γυιο του για φαγητό. Εκείνος όμως δεν ήθελε να φάη και έλεγε: «Εγώ είμαι Χριστιανός και δεν τρώγω». Όταν άκουσε αυτά ο μιαρός, αποφάσισε να παραδώση το παιδί του σε φοβερό θάνατο.
Ο προγνώστης όμως Θεός, ο ετάζων καρδίας και νεφρούς1, γνωρίζοντας τον πονηρό λογισμό του μιαρού ιερέως2, οικονόμησε ώστε ο άρχοντας της περιοχής, ο λεγόμενος αμηράς3, να οργισθή σφοδρά με τον βαλανέα4, πως αμελεί και δεν κανονίζει σωστά την θέρμανσι του λουτρού5, στον οποίον είπε: «Να, τόσο καιρό έχεις που κοροϊδεύεις τους πάντες, και όποτε έρχομαι να λουσθώ, βρίσκω το λουτρό κρύο. Σου ορκίζομαι στον μεγάλο Θεό6, ότι αν δεν θερμανθή όπως πρέπει και το βρω αύριο κρύο, θα σου κόψω το κεφάλι». Εκείνος υποσχέθηκε ότι έτσι θα κάνη, για να περιποιηθή τον αμηρά.
Το έμαθε αυτό ο πατέρας του εβραιόπουλου και νόμισε ότι βρήκε την ευκαιρία να πετύχη τον διαβολικό σκοπό του. Κάλεσε λοιπόν τον βαλανέα, ο οποίος του χρωστούσε χρήματα και του είπε: «Απ’ ό,τι ξέρω, μου οφείλεις δέκα νομίσματα». Εκείνος απάντησε: «Πράγματι, έτσι είναι». Του λέγει πάλι: «Αν κάνης την παραγγελία που θα σου δώσω, σου χαρίζω όλο το χρέος». Αυτός του απαντά: «Ό,τι προστάξης θα το κάνω, για να ελευθερωθώ από το βάρος του δανείου». Τότε ο παράνομος και μιαρός ιερεύς του λέγει: «Έμαθα ότι ο αμηράς σου παρήγγειλε να πυρώσης το λουτρό. Επειδή έχω κάποιο παιδί που με πικραίνει, θέλω, όταν κάψη καλά το καμίνι και πρόκειται να το σφραγίσης7, να με ειδοποίησης και όποιον σου στείλω να σε ρωτήση “ετοιμάσθηκε το λουτρό;” πιάσε τον, πέταξέ τον μέσα στο καμίνι, σφράγισέ το και φύγε, για να απαλλαγώ έτσι από τον κακό χαρακτήρα του».
Ο βαλανεύς, όταν άκουσε αυτά, συμφώνησε να κάνη όπως προστάχθηκε, ελπίζοντας να απαλλαγή από το χρέος. Πήγε λοιπόν και πύρωσε το καμίνι πολύ περισσότερο απ’ ό,τι συνήθως, από το φόβο της απειλής του αμηρά. Ο δε αρχιραββίνος, όταν έμαθε ότι το καμίνι είναι έτοιμο για να σφραγισθή, έστειλε τον γυιο του να ρωτήση αν έκαψε καλά το λουτρό. Ο δε βαλανεύς απάντησε: «Αδωναΐ8, και παραέκαψε. και αν δεν πιστεύης, θα το δης αμέσως». Και αρπάζοντας το παιδί, το εξακόντισε μέσα στη φωτιά, σφράγισε το καμίνι και έφυγε.
Ήλθε ο αμηράς να λουσθή και βρήκε το λουτρό πιο κρύο από τις προηγούμενες μέρες. Κάλεσε λοιπόν τον βαλανέα και του λέγει: «Δεν σου παρήγγειλα να πυρώσης καλά το λουτρό; Γιατί αμέλησες και το άφησες πιο κρύο;» Εκείνος ωρκιζόταν: «Ξόδεψα τα τριπλάσια ξύλα θέλοντας να σε ευχαριστήσω. Πώς όμως το βρήκες έτσι, δεν ξέρω. Κι αν δεν πιστεύης στα λόγια μου, έλα να δης το καμίνι και θα καταλάβης από τα κάρβουνα ότι δεν λέω ψέμματα». Ο αμηράς τον ακολούθησε γεμάτος θυμό. Όταν όμως ξεσκέπασε την πλάκα του καμινιού, βρίσκει το παιδί να κάθεται πρόσχαρο και λέγει στον βαλανέα: «Πού βρέθηκε εδώ αυτό το παιδί; Και ποια η αιτία που το έρριξαν εδώ μέσα;» Ο βαλανεύς τότε τα διηγήθηκε όλα στον αμηρά και ότι ίσως η τόση φλόγα του καμινιού να μαράθηκε επειδή το παιδί ρίχτηκε άδικα σ’ αυτό. Ο αμηράς, νομίζοντας ότι αυτά είναι προσχήματα και όχι η αλήθεια, του λέγει: «Φέρε ξύλα και κάψε το καμίνι του λουτρού μπροστά μου». Όταν έγινε αυτό, ο αμηράς ρώτησε το παιδί τίνος γυιος είναι και για ποια αιτία ρίχτηκε στο καμίνι. Μαθαίνοντας ότι ο μόνος λόγος ήταν επειδή έγινε Χριστιανός και δεν ήθελε να φάη ιουδαϊκά φαγητά, εξεμάνη. και για να μυκτηρίση τον Χριστιανισμό —διότι στον αμαρτωλό είναι βδελυκτή η θεοσέβεια9—, έπιασε το παιδί και το έρριξε μέσα στο καμίνι, λέγοντας: «Αν και την πρώτη φορά κοίμισες την φωτιά με μαγείες, τώρα όμως δεν θα ξεφύγης από τα χέρια μου».
Ο Θεός όμως, που πάντοτε κάνει έργα μεγάλα και θαυμαστά και είναι κοντά σε όλους όσους τον επικαλούνται αληθινά, σταμάτησε όπως και πριν την φλόγα του καμινιού και φύλαξε σώο το παιδί. Και όταν πήγε πάλι ο αμηράς για να λουσθή, το λουτρό βρέθηκε ακόμη πιο κρύο, σαν να είχε μείνει χωρίς φωτιά επί μία εβδομάδα. Έκπληκτος από το γεγονός αυτό ο αμηράς πήγε και άνοιξε το καμίνι του λουτρού και βρήκε το παιδί να κάθεται μέσα με πολλή χαρά, ενώ δεν υπήρχε διόλου οσμή καπνού μέσα στο καμίνι.
Κατάπληκτος τότε ο αμηράς για το παράδοξο θαύμα έτρεξε και ανέφερε την υπόθεσι στον λεγόμενο από αυτούς σύμβουλο10. Εκείνος, όταν τα άκουσε, πήγε γρήγορα στην κωμόπολι και πρόσταξε να κάψουν πάλι το καμίνι και μπροστά του να ρίξουν το παιδί μέσα σ’ αυτό. Και αφού σφράγισε την είσοδο και άφησε έξω φύλακες, μπήκε για να λουσθή. Μέσα στο λουτρό όμως, αντί για ζέστη, αισθάνθηκε πολύ ψύχρα. Βγήκε λοιπόν αμέσως, άνοιξε το στόμιο του καμινιού και βρήκε το παιδί να κάθεται πρόσχαρο, χωρίς να υπάρχη καμμία οσμή καπνού. Ρώτησε τότε και ο ίδιος το παιδί, τίνος γυιος είναι και έμαθε ότι είναι του μιαρού ιερέως των παρανόμων Ιουδαίων. Έμαθε και όσα συνέβησαν στην εξοχή, όπως γράφτηκαν πιο πάνω, και ότι παραδόθηκε από τον ίδιο τον πατέρα του σε τέτοια θανατική καταδίκη επειδή δέχθηκε την ομολογία του Χριστιανισμού και έμεινε σταθερός σ’ αυτήν και δεν ανέχθηκε να μιανθή με τα ακάθαρτα φαγητά των γονέων του, και ότι είχε ήδη τρεις φορές ριχτή στη φωτιά χωρίς αυτή να τον κατακαύση, αλλ’ απεναντίας μάλλον τον προστάτεψε, όπως κάποτε η βαβυλωνιακή κάμινος τους τρεις Παίδες11.
Έφερε τότε τον πατέρα του παιδιού και του λέγει: «Ποια απολογία έχεις να δώσης στον Θεό για το διαβολικό και αποτρόπαιο πράγμα που έκανες; Εσύ βέβαια νόμισες ότι θα κρυφτής από τον Θεό και τους ανθρώπους, ο Θεός όμως που γνωρίζει τις κακές σου πράξεις και σκέψεις δεν ευαρεστήθηκε μαζί σου, αλλά ξεσκέπασε την ωμότητα της ψυχής σου. Διότι αν εσύ έχης τόση ασπλαχνία, ώστε να παραδώσης το σπλάχνο σου σε τέτοιο πικρό θάνατο, και τί δεν θα κάνης αν βρης κατάλληλη ευκαιρία. Επειδή λοιπόν έκανες το κάκιστο αυτό πράγμα και ενήργησες έτσι ώστε να γίνουμε κι εμείς συμμέτοχοι του ακαθάρτου τολμήματός σου, θα καταδικαστής σε θάνατο, ώστε κανείς άλλος δαίμονας σαν και σένα να μην κάνη τα ίδια». Τότε πρόσταξε να τον αποκεφαλίσουν έξω από την κωμόπολι σε έρημο τόπο και το πτώμα του να φαγωθή από τα θηρία.
Κάλεσε έπειτα τα παιδιά και, αφού έμαθε με ακρίβεια όσα τους συνέβησαν στην εξοχή, τα έβαλε σε μοναστήρι, ορίζοντας να δίνουν στο καθένα και σιτηρέσιο12 ανάλογα με το πώς είχε ονομασθή. Σ’ αυτό δηλαδή που ωνομάσθηκε επίσκοπος να δίνεται σιτηρέσιο επισκόπου, ενώ για εκείνα που ωνομάσθηκαν πρεσβύτεροι ή διάκονοι ή υποδιάκονοι ή αναγνώστες παρήγγειλε να δίνεται η καθημερινή τροφή στο καθένα ανάλογα με τον βαθμό του.
Ο δε Θεός και δημιουργός των όλων ευδόκησε να γίνουν αυτά για βοήθεια και ενίσχυσι ημών των Χριστιανών και για να κάνη φανερή σε όλα τα έθνη που μας τυραννούν με κακουργία, την μέχρι τέλους διαβολική απέχθεια των παρανόμων Ιουδαίων προς τον Κύριο τον Θεό μας και προς τον Υιό Του τον μονογενή και προς εμάς που πιστεύσαμε σ’ Αυτόν αληθινά. Διότι έπρεπε να εκπληρωθή η προφητεία που είπε ο Κύριος στους αχαρίστους: Εγώ ελήλυθα εν τω ονόματι του πατρός μου, και ου λαμβάνετέ με. εάν άλλος έλθη εν τω ονόματι τω ίδίω, εκείνον λήψεσθε13, και αποθανείσθε εν ταις αμαρτίαις14 των κακών σας έργων.
1. Ψαλμ. z’ 10. 2. πρωτότυπο: μιερέως: λέξις που απαντάται και σε άλλα ανάλογα κείμενα (π.χ. βίος αγ. Κυρίλλου Φιλεώτου). αυτός που εμφανίζεται ως ιερεύς αλλά στην πραγματικότητα μεταδίδει μολυσμό (μιασμό) και όχι αγιασμό. 3. αμηράς: εμίρης, αξιωματούχος του Ισλάμ. Πράγματι, η ιστορία διαδραματίζεται σε εποχή μετά την αραβική κατάκτησι και την κυριαρχία του Ισλάμ (βλ. και σημ. 6,10,13). 4. βαλανεύς: ο υπεύθυνος του δημοσίου λουτρού, ο λουτράρης. 5. Τα λουτρά (τα γνωστά χαμάμ) διέθεταν καμίνι στο υπόγειο (υπέκκαυμα) από το οποίο θερμαινόταν το νερό και όλος ο χώρος του Λουτρού με σύστημα κυκλοφορίας θερμού αέρα. 6. Ο αμηράς επικαλείται τον μεγάλο Θεό, χωρίς να είναι Ιουδαίος ή Χριστιανός. ένδειξις ότι είναι μουσουλμάνος και εννοεί τον Αλλάχ. 7. Το καμίνι, όπως μέχρι πρόσφατα στα χωριά οι φούρνοι, είχε στόμιο που σκεπαζόταν με πλάκα και σφραγιζόταν με λάσπη. 8. Ο βαλανεύς χρησιμοποιεί το εβραϊκό επιφώνημα «Αδωναΐ» (μα το Θεό): ή είναι και αυτός Ιουδαίος ή ομιλεί ειρωνικά. 9. Σοφ. Σειρ. α’ 25. 10. «τω καλουμένω παρ’ αυτοίς συμβούλω»: έτσι αποδίδεται η λέξις χαλίφης, όνομα του ηγέτη του Ισλάμ εδώ όμως πρόκειται μάλλον για κάποιον ανώτερο αξιωματούχο και όχι τον ίδιο τον τότε χαλίφη. 11. Δαν. γ’ 3. 12.Χαρακτηριστική λεπτομέρεια που αποδεικνύει ότι την εποχή εκείνη οι κληρικοί των Χριστιανών απελάμβαναν μεγάλου σεβασμού και ειδικής επιχορηγήσεως από το ισλαμικό κράτος. 13.Ιωάν. ε’ 43. 14.Ιωάν. η’ 24.
ΠΗΓΗ:“ΑΓΙΟΡΕΙΤΙΚΗ ΜΑΡΤΥΡΙΑ” ΤΡΙΜΗΝΙΑΙΑ ΕΚΔΟΣΙΣ ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ ΞΗΡΟΠΟΤΑΜΟΥ – ΤΕΥΧΟΣ 11
Πηγή: impantokratoros.gr