Πώς μπορεί να θεωρηθεί χρηστός ο ζυγός και ελαφρό το φορτίο; (Αγ. Λουκά, Αρχιεπ. Κριμαίας)
17 Νοεμβρίου 2012
1. Πάλι κάποιος από σας μου έκανε μερικές ερωτήσεις και θα ήθελα να δώσω απαντήσεις. Η απορία του ήταν η εξής· αν υπάρχει ή όχι αντίφαση μεταξύ των δύο παρακάτω λόγων του Κυρίου Ιησού Χριστού. Είπε ο Κύριος· «Ο γαρ ζυγός μου χρηστός και το φορτίον μου ελαφρόν έστιν» (Μθ. 11, 30). Αλλά είπε και το άλλο· «Προσέχετε δε από των ανθρώπων παραδώσουσι γαρ υμάς εις συνέδρια και εν ταις συναγωγαίς αυτών μαστιγώσουσιν υμάς· και επί ηγεμόνας δε και βασιλείς αχθήσεσθε ένεκεν εμού εις μαρτύριον αυτοίς και τοις έθνεσιν» (Μθ. 10, 17-18). Πώς μπορεί να θεωρηθεί χρηστός ο ζυγός και ελαφρό το φορτίο, αν τους πιστούς, σύμφωνα με το λόγο του Χριστού, θα τους παραδώσουν στα δικαστήρια και θα τους μαστιγώσουν στις συναγωγές;
Δεν υπάρχει εδώ καμμία αντίθεση. Για ποιό φορτίο μιλάει ο Κύριος και λέει ότι είναι ελαφρό; Για το φορτίο των εντολών του που πρέπει να σηκώσουν όλοι οι άνθρωποι που θέλουν να ακολουθήσουν την οδό του. Είναι το φορτίο της αγάπης, το φορτίο των εντολών του Χριστού και το φορτίο αυτό όντως είναι πολύ ελαφρό. Άνθρωπος ο οποίος θα σηκώσει αυτό το φορτίο και θα ζήσει σύμφωνα με τις εντολές του Χριστού, γρήγορα θα καταλάβει ότι οι εντολές του πραγματικά είναι εύκολες και ελαφρές. Αλλοιώνουν με καλή αλλοίωση την καρδιά του η οποία γίνεται ελαφριά και καθαρή, διώχνουν από μέσα της το οποιοδήποτε σκοτάδι, την οποιαδήποτε αμαρτία και ακαθαρσία. Και τότε ο άνθρωπος αυτός ευχαριστεί και θα δοξολογεί τον Θεό που του έδωσε τέτοιο ελαφρό και χαρούμενο φορτίο.
Είπε και το εξής ο Κύριος μας· «Εν τω κόσμω θλίψιν έξετε» (Ιω. 16, 33). «Ει εμέ εδίωξαν, και υμάς διώξουσιν» (Ιω. 15, 20). Μας λέει ότι πρέπει να περάσουμε μέσω στενής πύλης και να ακολουθήσουμε την τεθλιμμένη οδό, διότι μόνο αυτή η δύσκολη οδός οδηγεί στη Βασιλεία των Ουρανών και όχι εκείνη η ευρύχωρη την οποία ακολουθούν στην πλειοψηφία τους οι άνθρωποι.
Εμείς που έχουμε επάνω μας το ελαφρό φορτίο του Χριστού και υποφέρουμε τις θλίψεις σ’ αυτή τη ζωή και διωκόμαστε για το όνομα του Χριστού, πρέπει να προσέχουμε από τους κακούς και πονηρούς ανθρώπους, οι οποίοι δεν αγαπάνε τον Χριστό, και διώκουν αυτούς που ομολογούν το όνομά του. Τους παραδίδουν στα δικαστήρια και στο θάνατο ακόμα. «Ιδού εγώ αποστέλλω υμάς ως πρόβατα έν μέσω λύκων· γίνεσθε ουν φρόνιμοι ως οι όφεις και ακέραιοι ως αι περιστεραί» (Μθ. 10, 16). Πρέπει να είμαστε άκακοι σαν τα περιστέρια αλλά ταυτόχρονα και φρόνιμοι σαν τα φίδια, να μπορούμε να διακρίνουμε τους ανθρώπους που πρέπει να αποφεύγουμε. Αυτή είναι η απάντησή μου. Όπως βλέπετε η αντίθεση δεν υπάρχει.
2. Επίσης σε μερικούς προκαλεί απορία ο εξής λόγος του Χριστού· «Ο ευρών την ψυχήν αυτού απολέσει αυτήν, και ο απολέσας την ψυχήν αυτού ένεκεν εμού ευρήσει αυτήν» (Μθ. 10, 39). Σας έχω δώσει ερμηνεία αυτού του λόγου του Κυρίου. Κάποιοι ίσως δεν ήταν παρόντες και δεν την άκουσαν ή δεν θυμούνται αυτό που είπαμε. Όμως είναι άκρως σημαντικό να καταλάβουμε καλά το λόγο αυτό και πάντα να τον θυμόμαστε.
Τί σημαίνει αυτή η απώλεια της ψυχής για την οποία μιλάει ο Κύριος Ιησούς Χριστός; Μας ζητάει να απολέσουμε την ψυχή μας. Πώς πρέπει να το καταλαβαίνουμε; Πρέπει να χάσουμε την ψυχή μας για να τη σώσουμε. Τί σημαίνει αυτό; Για να μας γίνει κατανοητό αυτό πρέπει να γνωρίζουμε τί είναι η ανθρώπινη ψυχή. Η ψυχή δεν είναι τίποτα άλλο παρά το σύνολο των σκέψεων, των ιδεών, των επιθυμιών και των επιδιώξεών μας, δηλαδή είναι όλα αυτά που κατευθύνουν τη βούλησή μας.
Υπάρχουν ψυχές καλές, υπάρχουν και κακές που κλίνουν προς το κακό και είναι γεμάτες ακάθαρτες και αμαρτωλές επιθυμίες. Στους περισσότερους ανθρώπους η ψυχή υπηρετεί τη σάρκα, ακολουθεί τις επιθυμίες της σάρκας και ικανοποιεί τα πάθη της. Αυτή λοιπόν την ψυχή πρέπει να την χάσουμε, να αφαιρέσουμε το ρύπο που έχει και να εξουδετερώσουμε τις αμαρτωλές επιθυμίες που μολύνουν και την ψυχή και το σώμα μας.
Πρέπει να ξεριζώσουμε από την καρδιά μας τις ακάθαρτες επιθυμίες και να πάψουμε να ακολουθούμε τη σάρκα μας. Το πρώτο πράγμα που όλοι εμείς φροντίζουμε και προσπαθούμε με κάθε τρόπο να ικανοποιήσουμε είναι αυτή η σάρκα μας. Όλοι θέλουμε να είναι η ζωή μας ήσυχη, ήρεμη και γεμάτη απολαύσεως. Δεν φροντίζουμε να αποκτήσει η ψυχή μας αγνότητα και αγιότητα. Και ο Κύριος με τον παραπάνω λόγο ζητάει να αλλάξουμε τη νοοτροπία μας, τις διαθέσεις, τις επιθυμίες και τις επιδιώξεις μας. Να ξεριζώσουμε από την ψυχή μας την αμαρτία, τις ακάθαρτες επιθυμίες και τα πάθη που τη γεμίζουν και δεν μας αφήνουν να ακολουθούμε την οδό του Χριστού.
Αυτός που θα χάσει την ψυχή του θα τη σώσει για την αιώνια ζωή. Η ψυχή που ελευθερώνεται από τα πάθη και τις αμαρτίες γίνεται λεπτή, ελαφριά και εύκολα υψώνεται προς τον Θεό και βρίσκει το ύψιστο αγαθό της κοινωνίας μαζί Του. Πολύ βαθύ νόημα έχει αυτός ο λόγος του Κυρίου. Για να αποκτήσουμε την αιώνια ζωή πρέπει να υπερνικήσουμε τις αμαρτωλές μας επιθυμίες και να καθυποτάξουμε τη σάρκα στην ψυχή.
3. Η τρίτη ερώτηση ήταν η εξής· Γιατί ο 92ος ψαλμός λέει «και γαρ εστερέωσε την οικουμένην, ήτις ου σαλευθήσεται» (Ψα. 92, 1), ενώ ο 95ος ψαλμός «και γαρ κατόρθωσε την οικουμένην, ήτις ου σαλευθήσεται» (Ψα. 95, 10). Γιατί αλλού λέει «εστερέωσε» και αλλού «κατόρθωσε»; Καμμία δυσκολία δεν υπάρχει εδώ, διότι και η λέξη «εστερέωσε» και η λέξη «κατόρθωσε» έχουν την ίδια σημασία.
Για ποιά οικουμένη μιλάει εδώ ο ψαλμωδός και προφήτης Δαβίδ; Σήμερα στη γλώσσα μας η λέξη οικουμένη σημαίνει όλο το σύμπαν, όλη τη δημιουργία μαζί με τον απέραντο κόσμο των ουρανίων σωμάτων, τον ήλιο, τη σελήνη και τα άστρα. Αυτά σκεφτόμαστε όταν ακούμε τη λέξη οικουμένη. Στην εποχή όμως που ζούσε ο προφήτης Δαβίδ η λέξη αυτή είχε άλλη σημασία.
Ακούμε στο προκείμενο του αποστόλου· «Εις πάσαν την γην εξήλθεν ο φθόγγος αυτών και εις τα πέρατα της οικουμένης τα ρήματα αυτών», το οποίο αναφέρεται στους αποστόλους. Μπορούμε να πούμε ότι το κήρυγμα των αποστόλων έφτασε μέχρι τα άστρα του ουρανού; Ασφαλώς όχι. Είναι φανερό ότι ούτε οι στίχοι των ψαλμών ούτε το προκείμενο δεν αναφέρονται στο σύμπαν. Εδώ η λέξη οικουμένη δηλώνει το σύνολο των λαών και των χωρών της γης. Αυτή τη σημασία είχε τότε η λέξη αυτή.
Υπήρχε όμως και άλλη πιο στενή έννοια της λέξεως κατά την οποία λέγοντας οικουμένη εννοούσαν τη Ρωμαϊκή αυτοκρατορία. Στο κατά Λουκάν Ευαγγέλιο διαβάζουμε· «Εγένετο δε εν ταις ημέραις εκείναις εξήλθε δόγμα παρά Καίσαρος Αυγούστου απογράφεσθαι πάσαν την οικουμένην» (Λκ. 2, 1). Ποιά οικουμένη; Στην Αμερική, στην Αφρική και στην Αυστραλία έγινε και εκεί απογραφή; Όχι, αλλά στη Ρωμαϊκή αυτοκρατορία η οποία λεγόταν και οικουμένη.
Ο Ευθύμιος Ζηγαβηνός και ο επίσκοπος Ευσέβιος στην ερμηνεία που δίνουν στους ψαλμούς 92 και 95 λένε ότι με την λέξη οικουμένη εδώ εννοείται η μία, αγία, καθολική και αποστολική Εκκλησία, ο Ιδρυτής της οποίας είναι ο Κύριος Ιησούς Χριστός. Αυτή την Εκκλησία στερέωσε ο Κύριος και ο ίδιος λέει πως «πύλαι άδου ου κατισχύσουσιν αυτής» (Μθ. 16, 18), διότι ο ακρογωνιαίος λίθος στο θεμέλιό της είναι ο ίδιος ο Θεός, ο Κύριος μας Ιησούς Χριστός. Αμήν.
(Αγ. Λουκά, Αρχιεπ. Κριμαίας, «Λόγοι και ομιλίες», τ.Β΄, εκδ. Ορθόδοξη Κυψέλη, σ. 296-300)
Πηγή: fdathanasiou.wordpress.com