Ο Άγιος Νεομάρτυς Τιμόθεος ο Εσφιγμενίτης
29 Οκτωβρίου 2012
Αγιορείτης Άγιος
Μνήμη 29 Οκτωβρίου
Μαρτύρησε στην Αδριανούπολη στις 29 Οκτωβρίου 1820
Ο Άγιος καταγόταν από το χωριό Παράστρα της επαρχίας Κισανίου της Θράκης. Το βαπτιστικό του όνομα ήταν Τριαντάφυλλος. Ήταν έγγαμος και είχε δύο κόρες. Η σύζυγός του όμως μια μέρα, με συνέργεια του διαβόλου, τον εγκατέλειψε και παντρεύτηκε κάποιο Τούρκο. Μετά από κάποιο χρονικό διάστημα συναισθάνθηκε το σφάλμα της αλλά δεν μπορούσε εύκολα να απαλλαγεί από τον αλλόπιστο. Ο σύζυγός της Τριαντάφυλλος σκέφτηκε τότε, για να μπορέσει να την απαλλάξει από τα χέρια του Τούρκου, να ασπαστεί εικονικά τον μωαμεθανισμό και κατόπιν να γίνουν και οι δύο μοναχοί.
Πράγματι πήγε στο δικαστήριο και είπε ότι, αν του δώσουν πίσω τη γυναίκα του, δέχεται να γίνει μουσουλμάνος. Με πολλή ευχαρίστηση το δικαστήριο ενέκρινε το αίτημά του και,αφού του έκαναν περιτομή,του έδωσαν τη σύζυγό του.
Μετά από κάποιους μήνες έφυγαν κρυφά και πήγαν στις Κυδωνίες, όπου τακτοποίησε τη γυναίκα του σε γυναικείο μοναστήρι ενώ αυτός έφυγε για το Άγιο Όρος.
Αρχικά εργάστηκε ως κηπουρός στην Ι. Μ. Μεγίστης Λαύρας,όπου και εκάρη μοναχός με το όνομα Τιμόθεος. Εκεί άκουσε για το μαρτύριο του Αγίου νεομάρτυρος Αγαθαγγέλλου του Εσφιγμενίτου που είχε μαρτυρήσει εκείνη τη χρονιά και μέσα του γεννήθηκε ο πόθος για μαρτύριο.
Ήλθε στην Ι. Μ. Εσφιγμένου όπου έλαβε και το αγγελικό σχήμα. Επειδή ο πόθος του για μαρτύριο συνεχώς μεγάλωνε,παρακαλούσε τον ηγούμενο Ευθύμιο να του δώσει ευλογία για να ομολογήσει. Ο ηγούμενος του συνέστησε υπομονή, για να δοκιμαστεί. Βλέποντας όμως τον αυξανόμενο πόθο του, τα δάκρυά του και την πνευματική του κατάσταση του έδωσε τελικά την ευλογία του και τον εφοδίασε με συστατικά γράμματα προς τον Ιεροδιδάσκαλο Γερμανό, ο οποίος έμενε στα παράλια της Προποντίδας, παρακαλώντας τον να συνοδεύσει τον Τιμόθεο και να τον στηρίζει στο μαρτύριο.
Ο Γερμανός του έδωσε κοσμικά ρούχα να φορέσει και πήγαν μαζί στο Κισάνιο. Εκεί ο Τιμόθεος παρουσιάστηκε στον δικαστή και του είπε :
« Χριστιανός ήμουν και Χριστιανός θέλω να πεθάνω ».
Ο δικαστής οργίστηκε, τον έδεσε, τον φυλάκισε και αποφάσισε γι’ αυτόν θάνατο. Την επομένη τον έστειλε δεμένο στον πασά της Αδριανούπολης, ο οποίος τον έριξε στη φυλακή με τα πόδια στο τιμωρητικό ξύλο.
Τέλη Οκτωβρίου πρόσταξε να τον φέρουν μπροστά του και προσπάθησε να τον μεταστρέψει στο ισλάμ. Βλέποντας όμως τη σταθερή του γνώμη,διέταξε την αποκεφάλισή του.
Οι δήμιοι τον παρέλαβαν, τον έδεσαν και τον οδήγησαν στον τόπο της εκτέλεσης. Εκεί ο μάρτυρας γονάτισε και τον αποκεφάλισαν, το δε Άγιο λείψανό του το έριξαν στον ποταμό.
Στην Μονή Εσφιγμένου βρίσκεται μέρος των αιματωμένων ενδυμάτων του Αγίου.