Άγ. Λουκάς Συμφερουπόλεως & Κριμαίας ο ιατρόςΟρθόδοξη πίστη

Τάμα στον Άγιο Λουκά-Μέρος 4ο‏

15 Οκτωβρίου 2012

Τάμα στον Άγιο Λουκά-Μέρος 4ο‏

Γιάλτα

Την Τετάρτη, 4 Ιουλίου 2012, στις 11 το πρωί, πήραμε ένα τουριστικό λεωφορείο για τη Γιάλτα. Πάλι η ίδια υπέροχη διαδρομή στον αστερισμό του πράσινου χρώματος, φαρδιοί δρόμοι, μικρά χωριουδάκια διάσπαρτα εδώ κι εκεί, με μικρά σπιτάκια τριγυρισμένα από τους κήπους τους, με όλα τα ζαρζαβατικά τους και τα φρουτόδεντρά τους.

Εκείνο, όμως, που είναι καταπληκτικό είναι ότι παντού υπάρχει άρωμα Ελλάδας. Βλέπουμε ελληνικές λέξεις, όπως Ελλάδα, Φόρος, Ναυτίλος κ.α. Όσο προχωράμε, αρχίζει να αλλάζει το τοπίο, αρχίζουν τα βουνά της νότιας Κριμαίας, επιβλητικά και αγέρωχα, μέσα στην αγριότητά τους. Μας θυμίζουν τις Πλάτρες μας, αλλά στην πιο πλούσια εκδοχή τους όπως και την Κερύνεια, που συνδυάζει βουνό και θάλασσα, μόνο που εδώ όλα είναι σε πιο μεγάλα μεγέθη.

Εδώ λες και είναι άλλος κόσμος. Σε κάθε γωνιά ξεφυτρώνουν ωραίες επαύλεις, μεγάλα ξενοδοχεία, τουριστικά καταλύματα και εξοχικά διαμερίσματα πολυτελείας.

Όσο προχωράμε, αντιλαμβανόμαστε ότι εδώ μπορούν να ζήσουν μόνο ζάμπλουτοι.

«Ου παντός πλην ες Γιάλταν», με λίγα λόγια. Στα τελευταία τριάντα λεπτά της διαδρομής, σχηματίστηκαν ουρές στον δρόμο, κι έτσι καθώς πηγαίναμε αργά, παρατηρούσαμε τις διαφημιστικές πινακίδες και προσπαθούσαμε να τις αποκρυπτογραφήσουμε, μια που το Κυρίλλειο αλφάβητο μάς βοηθά πολύ. Διαφήμιζαν τι άλλο; Νέα, ωραία και μοντέρνα διαμερίσματα, μέσα στην αγκαλιά του χρώματος της ελπίδας, ενώ απέναντί τους απλώνεται η Μαύρη Θάλασσα.

Αναφωνήσαμε κι εμείς, “θάλαττα, θάλαττα” μόλις αντικρίσαμε τη Μαύρη Θάλασσα, σαν τους Μυρίους του Ξενοφώντα. Απέραντη θάλασσα, μόνο που δεν μπορείς να μιλήσεις για το απέραντο γαλάζιο. Ένα μουντό σκούρο μπλε φαίνεται από μακριά το χρώμα της Μαύρης Θάλασσας, που διεθνώς έχει αυτό το όνομα από τον 14ο αιώνα. Οι μύθοι λένε ότι είναι γεμάτη από ρεύματα, τόσο στην επιφάνεια όσο και κάτω από τη θάλασσα.

Ακόμη μιλάνε για τις Άρπυιες, τα φτερωτά τέρατα που καραδοκούν. Μην ξεχνάμε και τα αρπακτικά πουλιά που φτερουγίζουν μέσα στην ομίχλη της: τη Σκύλλα και τη Χάρυβδη.

Τρία ποτάμια εκβάλλουν μέσα σ’ αυτή τη θάλασσα: ο Δούναβις, ο Δνείπερος και ο Δνείστερος.

Μετά από πολλές γυριστές κορδέλες, ο δρόμος μάς οδηγεί στη Γιάλτα. Όσος πλούτος υπάρχει έξω από την πόλη, τόση κατήφεια, φτώχεια, μιζέρια μέσα στους δρόμους της πόλης.

Παραγγέλλουμε, και χαζεύουμε τον κόσμο και τη θάλασσα. Ευγενέστατη η κοπέλα που μας εξυπηρετεί, δεν αργεί να έλθει με τα φαγητά. Κοτόπουλο ψητό με σάλτσα σισαμιού για μένα, χοιρινή μπριζόλα πολύ λαχταριστή ο Αντρέας μου, ενώ ο Αριστείδης πήρε το στέικ του. Όλα ήταν εξαιρετικά.

Παίρνουμε ταξί και του λέμε να μας πάει στο παλάτι «Λιβάδεια».

Πάλι ελληνική λέξη, όπως ελληνικό είναι και το όνομα της Γιάλτας. Από τη λέξη γυαλός.

Όλοι γνωρίζουν τη Γιάλτα, λόγω της ιστορικής της σημασίας.

Εδώ σ’ αυτή την πόλη από τις 4 έως τις 11 Φεβρουαρίου του 1945 συναντήθηκαν οι τρεις νικητές του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου για τη δεύτερη σύνοδο κορυφής, μετά την Τεχεράνη το 1943. Οι τρεις μεγάλοι, «The big three», όπως λέγονταν τότε, ο Πρόεδρος των Η.Π.Α. Φραγκλίνος Ρούσβελτ, ο ηγέτης της ΕΣΣΔ Ιωσήφ Στάλιν και ο πρωθυπουργός της Μεγάλης Βρετανίας Σερ Ουίνστον Τσώρτσιλ, συναντήθηκαν στο παλάτι «Λιβάδεια», λίγο έξω από την πόλη, για να διαπραγματευτούν την πολιτική που θα ακολουθούσαν μετά τον πόλεμο για τις χώρες που είχε κατακτήσει ο Χίτλερ, αλλά και για την τύχη των χωρών που είχαν συμμαχήσει με τη ναζιστική Γερμανία.

Έτσι, για επτά μέρες στη Γιάλτα οι τρεις μεγάλοι καθόριζαν τη μορφή που θα είχε ο μεταπολεμικός κόσμος. Οι αντιπροσωπείες ήταν πολυπληθείς. Όλα έγιναν μυστικά, και μόνο στις 13 Φεβρουαρίου, όταν πια τελείωσε η συνδιάσκεψη κι έφυγαν όλοι από τη Γιάλτα, η Πράβδα, η επίσημη εφημερίδα του Σοβιετικού καθεστώτος, ανακοίνωσε τη συνάντηση.

Μόλις φτάσαμε στο παλάτι «Λιβάδεια», το «Λευκό Παλάτι», κι ετοιμαζόμαστε να κόψουμε εισιτήρια εισόδου, ακούμε ελληνικά. Ήταν ένα γκρουπ από την Αθήνα με την ξεναγό τους που είχαν έλθει από την Οδησσό. Θεωρήσαμε ότι ήμασταν πολύ ευνοημένοι από μια τέτοια συνάντηση.

Το παλάτι αυτό το σχεδίασε ο αρχιτέκτονας Νικόλαος Κρασνόφ, σε αναγεννησιακό ρυθμό, για την οικογένεια του Τσάρου Νικολάου Β΄, ως εξοχική κατοικία. Βέβαια, η οικογένεια του Τσάρου έμεινε μόνο τέσσερις φορές σ’ αυτό το παλάτι. Το 1945, πέρα από τις εργασίες της διάσκεψης, χρησιμοποιήθηκε και ως κατοικία του Προέδρου Ρούσβελτ που, λόγω της ασθένειάς του, δεν μπορούσε να μετακινείται εύκολα.

Αξίζει να τονιστεί, ότι το παλάτι, κατά την ξεναγό, διέθετε ηλεκτρικό ρεύμα, ασανσέρ, κεντρική θέρμανση και τζάκια, τα οποία χρησιμοποίησαν το 1945, μια που η κεντρική θέρμανση δεν λειτουργούσε. Μπαίνουμε μέσα και κατευθυνόμαστε στην Αίθουσα Εκδηλώσεων, με την ιταλική αυλή που θυμίζει τις αυλές της Φλωρεντίας του 15ου και 16ου αιώνα. Όλη η ατμόσφαιρα αποπνέει χαρά και ελευθερία.

Η επόμενη αίθουσα που συναντούμε είναι η Αίθουσα Αναμονής, με το μαύρο χρώμα του ξύλου, το επίσημο, για να αισθάνεται ο επισκέπτης το μεγαλείο του Τσάρου. Έτσι το ήθελε ο αρχιτέκτονας που φρόντισε και την εσωτερική διακόσμηση. Βέβαια, το παλάτι τούτο δεν έχει την πολυτέλεια του παλατιού της Αλούπκα, του Δούκα Βοροντσώφ, γιατί η τσαρίνα Αλεξάνδρα Θεοδώροβνα έκανε οικονομίες.

Προχωράμε στην ξενάγησή μας και μπαίνουμε στο προσωπικό γραφείο του Ρούσβελτ, όπου γίνονταν οι μυστικές συνομιλίες με τον Στάλιν, τον οποίο υποστήριζε, κατά την ξεναγό, ο Ρούσβελτ, ενώ ο Τσιώρτσιλ ήταν εναντίον του Στάλιν, γιατί του είπε να απελευθερώσει τις αποικίες της Μεγάλης Βρετανίας. Τότε ο Τσιώρτσιλ του ζήτησε να απελευθερώσει και αυτός την Κριμαία, οπότε αυτό δεν άρεσε στον Στάλιν. Κάποια στιγμή, μάλιστα, κάποιος έριξε και την ιδέα να δοθεί η Κριμαία στους Εβραίους.

Η ξεναγός, ακολούθως, μας ανέφερε ότι οι Γερμανοί στον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο συνήθως δεν βομβάρδιζαν παλάτια. Όμως, εδώ έπεσε μια βόμβα και κατέστρεψε μέρος του παλατιού. Επιπλέον, μετά την οκτωβριανή επανάσταση και την επικράτηση των μπολσεβίκων, έφερναν άξεστους χωρικούς για διακοπές και κατέστρεψαν την ταπετσαρία, γι’ αυτό και την άλλαξαν.

Στη συνέχεια, βλέπουμε την κρεβατοκάμαρα του Ρούσβελτ, την τραπεζαρία για την αμερικάνικη αντιπροσωπεία, και την ιταλική αυλή, όπου οι τρεις μεγάλοι έβγαλαν την περίφημη φωτογραφία.

Επιπρόσθετα, υπήρχε και μια εσωτερική αυλή για να διαβάζει η βασίλισσα, ενώ είδαμε και μια φωτογραφία της κόρης του Ρούσβελτ με την κόρη του Τσιώρτσιλ.

Πιο κάτω, συναντάμε το γραφείο του Τσάρου.

Εδώ βλέπουμε φωτογραφίες και πορτραίτα των μελών της βασιλικής οικογένειας, του ζεύγους και των πέντε παιδιών τους, όπως και του πατέρα του Νικόλαου του Β΄, του Αλέξανδρου του Γ΄. Επίσης, φωτογραφία του Νικόλαου με τους γονείς του. Μάνα του Νικόλαου ήταν η Ντάγκμαρ, κόρη του Χριστιανού του Θ΄ της Δανίας.

Αξιοσημείωτο είναι ότι τα παιδιά, η Όλγα, η Τατιάνα, η Μαρία και η Αναστασία, όπως και ο Αλέξιος, φωτογράφιζαν με δικές τους φωτογραφικές.

Προχωράμε στην κρεβατοκάμαρα της βασιλικής οικογένειας. Εδώ η ξεναγός μάς τόνισε ότι ο Νικόλαος δεν ήταν πλασμένος για την εξουσία και τις ευθύνες που απορρέουν από αυτήν, γιατί αγαπούσε πάρα πολύ τη γυναίκα του και τα παιδιά του, γι’ αυτό θα ήταν ευτυχισμένος, αν απολάμβανε την οικογένειά του και δεν είχε τις σκοτούρες της εξουσίας. Διάβασα αρκετά για τον Νικόλαο και την οικογένειά του, και η ξεναγός είχε δίκαιο. Δεν ήταν προετοιμασμένος για την εξουσία.

Λέγεται, μάλιστα, ότι, όταν πέθανε ο πατέρας του στα 49 χρόνια του από νεφρική ανεπάρκεια, είπε σε έναν ξάδελφό του; «Τι θα γίνω εγώ και ολόκληρη η Ρωσία;». Πέρσι, όταν πήγαμε στην Αγία Πετρούπολη, είδαμε το παρεκκλήσι των Ρομανόφ, τους οποίους η Ρωσική Εκκλησία έχει ανακηρύξει αγίους.

Ταυτόχρονα, η ξεναγός μάς πληροφόρησε ότι ο Νικόλαος γεννήθηκε μετά τον Κριμαϊκό πόλεμο(1868-1918), τότε που λύσανε και το πρόβλημα της Ελλάδας. Φύγανε οι Γάλλοι το 1856 από την Αθήνα και μετά σε λίγα χρόνια κάλεσαν τον Γεώργιο της Δανίας για να βασιλεύσει στην Ελλάδα(1862), ενώ οι δύο αδελφές του, η μια πήγε στην Αγγλία και η άλλη στη Ρωσία. Ο Γεώργιος θα παντρευτεί μια Ρομανόφ, την ανιψιά του Αλέξανδρου του Β΄, την Όλγα, τη Μεγάλη Δούκισσα, με την οποία θα κάνουν επτά παιδιά , ένα εκ των οποίων ήταν και ο Ανδρέας, πατέρας του Φίλιππου, του συζύγου της βασίλισσας της Αγγλίας Ελισάβετ.

Η ξενάγησή μας προχωρά στο δωμάτιο της τσαρίνας που ήταν εγγονή της Βικτορίας, απ’ την οποία άρχισε η αιμοφιλία. Η Βικτορία ήταν κόρη του βασιλιά της Αγγλίας που παντρεύτηκε τον Γερμανό Αυτοκράτορα Φρειδερίκο, μάνα της βασίλισσας της Ελλάδας Σοφίας. Από αυτή την αρρώστια υπέφερε και ο γιος της τσαρίνας Αλεξάνδρας, ο Αλέξιος. Η Τσαρίνα πονούσε πολύ για τον γιο της, γι’ αυτό έβρισκε παρηγοριά στον Ρασπουτίν. Την ανακούφιζε. Επίσης, είχε πνευματικό της τον Ιωάννη της Κροστάνδης. Η Αλεξάνδρα, πέρα από πολύ θρησκευόμενη, ήταν και αυστηρή μητέρα και πολύ οικονόμα. Τα τέσσερα κορίτσια της έραβαν και κεντούσαν για να δίνουν χρήματα σε νοσοκομεία, ενώ οι δυο μεγαλύτερες κόρες δούλεψαν σε νοσοκομεία.

Επόμενο δωμάτιο, η τραπεζαρία της βασιλικής οικογένειας, με ένα μικρό τραπέζι. Εδώ είναι όλα λιτά και σεμνά. Καμία σπατάλη, σε αντίθεση με τον Δούκα Βοροντσόφ, στο παλάτι Αλούπκα, που ήταν πολύ σπάταλος. Εδώ, στο παλάτι Λιβάδεια, έρχονταν όλοι οι συγγενείς τους από την Αγγλία και τη Γερμανία.

Τέλος, είδαμε την τάξη των παιδιών με τις ζωγραφιές τους και τα γράμματα των κοριτσιών. Βγαίνοντας, περάσαμε από το κατάστημα με τα απαραίτητα σουβενίρ, απ’ όπου ψώνισα και μια κούκλα, μια βασιλοπούλα.

Αποχαιρετήσαμε και ευχαριστήσαμε τους καλούς και ευγενικούς φίλους από την Αθήνα για την ξενάγηση που είχαμε μαζί τους, γιατί στα ελληνικά καταλαβαίναμε καλύτερα όλοι, και κυρίως ο Αντρέας μας.

Απολαύσαμε ξανά την εξαιρετική θέα του Εύξεινου Πόντου και θαυμάσαμε το παλάτι με τους ωραίους κήπους του. Ένας κύριος έξω από το παλάτι μας προσκάλεσε να ακούσουμε τη μουσική του και να βγάλουμε φωτογραφία μαζί του.

Σειρά τώρα είχε το άλλο παλάτι της Γιάλτας, το παλάτι Αλούπκα,

 

του πρίγκιπα Βοροντσόφ, που ήταν ο πλουσιότερος άνθρωπος στη Ρωσία, για το οποίο μας μίλησε ήδη η ξεναγός. Το παλάτι αυτό βρίσκεται στη μέση ενός μεγάλου πάρκου και έχει για φόντο του τα Κριμαϊκά βουνά, ενώ μπροστά του απλώνεται νωχελικά η Μαύρη Θάλασσα. Κτίστηκε από το 1828-1846 , σχεδιασμένο από άγγλο αρχιτέκτονα και συνδυάζει διάφορους ρυθμούς από τον γοτθικό ως τον Αραβικό. Εδώ έμενε ο Τσόρτσιλ και η βρετανική αντιπροσωπεία στη διάσκεψη της Γιάλτας. Όπως έχουμε αναφέρει, χαρακτηρίζεται από εξαιρετική πολυτέλεια.

Ξανά στο ταξί για το σπίτι του Τσέχοφ αυτή τη φορά. Πραγματικά, βλέποντάς το με τον ολάνθιστο κήπο που τον περιβάλλει, δεν μπόρεσα να μη θυμηθώ τον «Βυσινόκηπο» που έγραψε εδώ, εμπνευσμένος πιθανόν από τον κήπο του σπιτιού του. Ο Τσέχοφ δεν καταγόταν από την Κριμαία. Ήταν Ρώσος, αλλά του άρεσε ο τόπος, ώστε δέκα χρόνια μετά την πρώτη επίσκεψή του αγόρασε το οικόπεδο και έκτισε το σπίτι του, με σχέδια του αρχιτέκτονα Σαποβάλοφ. Εδώ έγραψε, επίσης, και το έργο του «Τρεις αδελφές», την «Κυρία με το σκυλάκι», την ιστορία «Στην χαράδρα» και διάφορες αφηγήσεις.


Προτομή του Τσέχοφ

Από το 1921 το σπίτι του έγινε Μουσείο.

Κόβουμε εισιτήρια και προχωράμε από το στενό μονοπάτι που μας οδηγεί, ανάμεσα από λουλούδια και αιωνόβια δέντρα, προς το σπίτι.

Τα κυπαρίσσια, οι φοινικιές, οι θάμνοι και οι τριανταφυλλιές υφαίνουν έναν ειδυλλιακότατο καμβά στη μια άκρη του οποίου ξεπετάγεται κάτασπρο το σπίτι, όπου ο Τσέχοφ έζησε τα τελευταία χρόνια της ζωής του.

Μια κυρία μάς ξεναγεί στα διάφορα δωμάτια του σπιτιού. Μας ενθουσιάζει το γραφείο του, εκεί που δεχόταν τους ομότεχνούς του και συζητούσαν.

Όλα είναι πολύ λιτά.

Βγαίνοντας από το κυρίως σπίτι, στα αριστερά βρισκόταν η κουζίνα και το δωμάτιο του υπηρετικού προσωπικού.

Θαυμάζουμε ολόγυρά μας την οργιαστική βλάστηση, αναπνέουμε τις ευωδιές των ρόδων, και αφήνουμε το σπίτι, για το κτήριο όπου στεγάζεται το Μουσείο Τσέχοφ.

Μπαίνουμε σε μια μεγάλη αίθουσα, κατάμεστη από κόσμο που παρακολουθεί μια ταινία για τη ζωή του στα ρωσικά. Γύρω-γύρω υπάρχουν αμέτρητες φωτογραφίες από τη ζωή του, χειρόγραφα, πρώτες εκδόσεις, κριτικές, επιστολές.

Και όπως σημειώνει η Κίκα Ολυμπίου στο δικό της ταξιδιωτικό: «Να βλέπεις σε φωτογραφίες τον Τσέχοφ με τον Τολστόι ή με τον Μάξιμ Γκόρκι, τι απίθανη συντροφιά!».

Κάποια στιγμή, τελείωσε η ταινία στα ρωσικά και μας έβαλε την ταινία στα αγγλικά. Από την ταινία μάθαμε πολλά για τη ζωή και το έργο του μεγάλου αυτού Ρώσου συγγραφέα.

Φεύγουμε από το Μουσείο του Τσέχοφ, και με ταξί και πάλι κατευθυνόμαστε στην παραλία. Ο ταξιτζής κατάλαβε τη λέξη θάλασσα στα αγγλικά, κι εγώ του έμαθα τη φράση «Μαύρη Θάλασσα». Συνεννοηθήκαμε πλήρως. Μέσα από φτωχογειτονιές, σπίτια σχεδόν ερείπια, ασυντήρητα, δρόμους φθαρμένους, φτάσαμε στην παραλία.

Εδώ είναι άλλος κόσμος. Μαγευτικός και ονειρεμένος, με λουλούδια και δέντρα. Έγινε πολύ ωραία διαμόρφωση του παραλιακού μετώπου.

Ένας πεζόδρομος φαρδύς, δεξιά και αριστερά του οποίου ξεφυτρώνουν μαγαζάκια όλων των ειδών για τους τουρίστες. Σαν πανηγύρι μου φάνηκε. Πολύχρωμο πανηγύρι. Πολύβουο και ζωντανό, σαν μια λαοθάλασσα.

Σε ένα άλλο επίπεδο πλάι στη θάλασσα υπάρχει ο παραλιακός δρόμος, πάλι πεζόδρομος, όπου περπατούν όσοι θέλουν μόνο περίπατο ή θέλουν να καθίσουν στις καφετέριες και τα εστιατόρια της παραλίας. Εδώ είναι και η πλαζ που ξετρέλανε τον γιο μας, γεμάτη χαλίκια βέβαια, αλλά με κύμα σαν του ωκεανού, όπου η πιτσιρικαρία βρήκε την καλή της ώρα. Τώρα που τη βλέπουμε από κοντά, η Μαύρη Θάλασσα είναι μπλε.

Στα δεξιά μας, μέσα στη θάλασσα είναι ένα εστιατόριο σε σχήμα καραβιού, βαμένο πορτοκαλί, που μου θύμισε την Αργώ. Φαίνεται τέλειο, μοντέρνο, ραφινάτο. «Pilsin» το όνομά του. Καθόμαστε στις αναπαυτικές πολυθρόνες του και κοιτάμε γύρω.

Πανέμορφες κοπέλες της Κριμαίας, που λες και βγήκαν από την πασαρέλα, γυρίζουν πάνω στο πλοίο για να εξυπηρετήσουν τον κόσμο. Μα και τα αγόρια δεν πάνε πίσω!

Παραγγέλλουμε, και χαζεύουμε τον κόσμο και τη θάλασσα. Ευγενέστατη η κοπέλα που μας εξυπηρετεί, δεν αργεί να έλθει με τα φαγητά. Κοτόπουλο ψητό με σάλτσα σισαμιού για μένα, χοιρινή μπριζόλα πολύ λαχταριστή ο Αντρέας μου, ενώ ο Αριστείδης πήρε το στέικ του. Όλα ήταν εξαιρετικά.

Το πιο ωραίο, όμως, ήταν το σοκολατοειδές γλυκό που παράγγειλε ο Αντρέας. Έκτακτο! Αναλόγως με την πολυτέλεια του μαγαζιού, φτηνά τη γλυτώσαμε με 550 γρίβνες, 55 δηλαδή ευρώ. Βέβαια, για τους ντόπιους συνηθισμένους ανθρώπους, αυτά τα κέντρα είναι απλησίαστα. Όνειρο θερινής νυκτός. Μόνο οι πλούσιοι τα επισκέπτονται. Και είδαμε αρκετούς να τρώνε σούσι εκεί.

Στη συνέχεια, κάναμε τη βόλτα μας στον παραλιακό δρόμο. Χαζέψαμε τα περίπτερα, και ο Αντρέας αγόρασε ένα χαϊμαλί για τον λαιμό κι ένα βραχιόλι μαύρο, γύρω στα πέντε ευρώ. Τερτίπια της νεολαίας. Μπροστά μας σε λίγο μια έκπληξη. Ένας πίθηκος!

Πολύς ο κόσμος που περπατά, και ξαφνικά όλοι τρέχουν . Άρχισε να βρέχει. Δυνατά. Τρέχουμε κι εμείς σ’ ένα μαγαζί με ηλεκτρονικά παιγνίδια για να προφυλαχτούμε από την καταρρακτώδη βροχή. Σε λίγα λεπτά, όπως άρχισε ξαφνικά, έτσι και τελείωσε.

Συνεχίσαμε τη βόλτα μας μέχρι την άλλη άκρη της παραλίας, όπου υπάρχει λούνα- παρκ για τα παιδιά και προσκυνήσαμε σε μια μικρή εκκλησούλα στην παραλία.

Στον πεζόδρομο μας εντυπωσίασε ένα αιωνόβιο δέντρο.

Μας άρεσε, όμως, και μια ανθοπώλιδα με την όμορφη στολή της.

Σειρά είχε μετά ο ναός του Αλεξάνδρου Νέβσκι στο άνοιγμα του δρόμου Κίροβ που μοιάζει με παλιά ρωσική εκκλησία του 17ου αιώνα, λόγω των θόλων και των πλούσιων διακοσμητικών στοιχείων. Κτίστηκε στα τέλη του 19ου- αρχές του 20ου αιώνα από τους αρχιτέκτονες Κρασνόφ (που σχεδίασε και το παλάτι στα Λιβάδεια) και Σαποβάλοφ. Οι γαλάζιοι τρούλοι της φαίνονται από όλη την παραλία.

Στην παραλία, επίσης, βρίσκεται και ο ελληνικός ναός των Αγίων Θεοδώρων, όπου έψαλλε και ο Τσέχωφ.

Στη Γιάλτα, παράλληλα, ο επισκέπτης μπορεί να δοκιμάσει και

να αγοράσει κρασιά από τη μεγαλύτερη συλλογή κρασιών στον κόσμο, στο οινοποιείο της Μασσάνδρας που περιλαμβάνει μπουκάλια άνω των 150-200 χρόνων. Η συλλογή είναι κρυμμένη σε σήραγγες μέσα στα βουνά της Κριμαίας. Το οινοποιείο που δημιούργησε ο Λέο Γαλίτσιν, για πολλά χρόνια στέλλει κρασιά τα οποία πωλούνται επιτυχώς σε πλειστηριασμό του οίκου Σόθμπις.

Αξίζει να αναφέρουμε και την Αρμένικη εκκλησία του Αγίου Ραπσάιμ που από μακριά μοιάζει με έναν αρχαίο ναό Ραπσάιμ (7ου – 12ου αιώνα)στο Εχμιατζίν. Κατασκευασμένη το 1909-1914 από τον αρχιτέκτονα Τερ-Μικελόν σε σχέδια του διάσημου καλλιτέχνη Συρενιάντς, ξεχωρίζει για τη σκάλα που πλαισιώνεται από κυπαρίσσια που οδηγεί από τις πύλες του ναού σε μια πλούσια διακοσμημένη είσοδο.

Τέλος, θα ήθελα να αναφέρω κι άλλα δυο παλάτια που υπάρχουν στη Γιάλτα, αλλά δεν προλάβαμε να τα δούμε, γιατί προτιμήσαμε τον απογευματινό καφέ και το παγωτό στην παραλία. Το μέγαρο του Ντουλμπέρ με το ανατολίτικο στιλ που σχεδίασε και πάλι ο αρχιτέκτονας Νικολάι Κρασνόφ, χρησιμοποιώντας σκίτσα του Μεγάλου Δούκα Πέτρου του Νικολάι, που ήταν εμπνευσμένα από την επίσκεψή του στο Κάιρο.

Η αιτία που το αναφέρω είναι γιατί σχετίζεται κι αυτό με την ιστορία του Εμφυλίου. Εδώ κατέφυγαν μέλη της οικογένειας των Ρομανόφ, πριν τους φυγαδεύσει από τη Ρωσία το θωρηκτό Μάλμπορο που απέστειλε ο Άγγλος μονάρχης. Το μέγαρο υπέστη βαρύτατες καταστροφές κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και μετά την αποκατάστασή του έγινε σανατόριο.

Το άλλο παλάτι είναι το Μέγαρο της Μασσάνδρας, το παλάτι του Αλέξανδρου του Γ΄. Το αναφέρω, γιατί εδώ στις πλαγιές του βουνού, στη σοβιετική εποχή ήταν κλειστό ως Παλάτι του Τσάρου, και το χρησιμοποιούσαν για τις διακοπές τους οι ηγέτες του κομμουνιστικού κόμματος και τα μέλη των κυβερνήσεών τους. Η νομενκλατούρα, δηλαδή, που καλοπερνούσε και ζούσε σε βάρος του δύσμοιρου λαού, του «πάντοτε ευκολόπιστου και πάντα προδομένου».

Στις 8 μ.μ. πήραμε το τουριστικό λεωφορείο που με μια στάση δέκα λεπτών σε μια μικρή πόλη, έφτασε στη Συμφερούπολη στις δέκα παρά δέκα. Σε όλη τη διάρκεια της διαδρομής έβρεχε πολύ δυνατά. Για μας αυτό είναι μαγεία. Ευκαιρία να χορτάσουμε τα νερά που τόσο μας λείπουν στο νησί μας. Το λεωφορείο σταματά καμιά διακοσαριά μέτρα από το ξενοδοχείο μας. Περπατάμε στη βροχή και την απολαμβάνουμε.