Θεολογία και ΖωήΟρθόδοξη πίστη

Περί μετανοίας μέσα στο σώμα της Εκκλησίας

6 Οκτωβρίου 2012

Περί μετανοίας μέσα στο σώμα της Εκκλησίας

Αναφερθήκαμε στη μετάνοια και το πνευματικό πένθος, στην κάθαρση από τα πάθη και την πάλη για την υπέρβασή τους. Τονίσαμε ότι στη μετάνοια, όπως και στον αγώνα για τον εξαγνισμό μας, δεν αποβλέπουμε σε τίποτε άλλο από την «ενεργοποίηση» όλων των χαρισμάτων, τα οποία μας μεταδόθηκαν στο άγιο Βάπτισμα. Όλες μας οι προσπάθειες συνθέτουν τον εντατικό αγώνα για την ανάκτηση της σφραγίδας της δωρεάς του Αγίου Πνεύματος, η οποία μας χαρίσθηκε εκείνη τη μεγάλη ημέρα. Στο άγιο Βάπτισμα μάς κληροδοτήθηκαν όλα τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος. Από αυτή την άποψη την ημέρα εκείνη δεν διαφέρουμε σε τίποτε από τους μεγαλύτερους Αγίους: Λάβαμε τις ίδιες δωρεές όπως εκείνοι και τίποτε λιγότερο.

Στο άγιο Βάπτισμα γινόμαστε ζωντανά μέλη του Σώματος του Χριστού, επειδή μετέχουμε στη ζωή της Κε­φαλής του Σώματος, η οποία ρέει άφθονα δι’ Αυτού σε όλα τα μέλη του. Είμαστε ενωμένοι με τον Χριστό· «Χριστόν ενεδύθημεν!». Δυστυχώς, αργά ή γρήγορα, αυτή η χάρη θάβεται μέσα μας εξαιτίας της εμμονής μας στην κατάχρηση της ελεύθερης προαιρέσεως. Γι’ αυτό είναι αναγκαίο όλη η προσπάθεια και ο ασκητικός αγώνας μας να κατευθυνθούν προς τον επιμελή καθαρισμό, την απάλειψη του «επικαλύμματος» της ρυπαρότητας που συσσωρεύθηκε στην πνευματική καρδιά. Όπως διαπιστώσαμε προηγουμένως, αυτή η πάλη για την κάθαρση ελευθερώνει σταδιακά χώρο μέσα στην καρδιά για την ανάπτυξη πνευματικών δραστηριοτήτων, όπου καθένας από μας έχει τη δυνατότητα να καλλιεργήσει το χάρισμα της βασιλικής ιερωσύνης -ένα από τα πολυτιμότερα δώρα που μας παρέχονται στο άγιο Βάπτισμα. Ιερατεύουμε δηλαδή την προσωπική τελείωση και σωτηρία του εαυτού μας και τελικά εκείνην του σύμπαντος κόσμου.

Ένας φίλος μου εμπιστεύθηκε κάποτε με ποιόν τρόπο ανακάλυψε τη δυναμική αυτού του θησαυρού, ο οποίος συνιστά το βασίλειο ιεράτευμα, και απαλλάχθηκε από κάθε πιθανή σκέψη και διάθεση για τη χειροτονία του σε ιερέα. Εισέδυσε στο νόημα της αληθινής Λειτουργίας με τη μετάνοια· η μετάνοιά του είχε αποβεί γι’ αυτόν η λειτουργία του. Τα δάκρυα που έχυνε κάθε νύκτα στο κελλί του συνέθεταν τη φλογερή δοξολογία και ικεσία του ενώ­πιον του Θεού. Πιστεύω ότι όταν μετανοούμε, όταν πενθούμε και αγωνιζόμαστε να εξαγνίσουμε τον εαυτό μας από τα πάθη, προσφέρουμε πράγματι ευάρεστη θυσία στον Θεό. Αυτή είναι η λογική μας λατρεία, σύμφωνα με τον απόστολο Παύλο, η οποία δεν συμμορφώνεται με την υλική πραγματικότητα του ορατού κόσμου, αλλά μέσα από την επίπονη προσπάθεια της μετανοίας απεργάζεται τον ανακαινισμό της υπάρξεώς μας, την ανάπλασή μας ως εικόνων Εκείνου ο Οποίος μας δημιούργησε. Ας εξετάσουμε στο σημείο αυτό τη διαφορά μεταξύ μετανοίας και πνευματικού πένθους. Η μετάνοια συμπεριλαμβάνει το παν: περικλείει πνευματικό πένθος και δάκρυα. Με έναν γενικό τρόπο ορίζεται από τους Πατέρες ως η οριστική απομάκρυνση από την αμαρτία. Τα έργα της μετανοίας είναι γι’ αυτό τον λόγο πολλά. Μεταξύ αυτών υπερέχει το πνευματικό πένθος το οποίο είναι πολύ ευάρεστο στον Θεό. Η ευδοκία Του εκδηλώνεται με τα πνευματικά δάκρυα που μας χαρίζει, αφού αυτά αποτελούν ασφαλές σημείο της ενέργειας της θεϊκής αγάπης σε ένα πρόσωπο. Όπως διαβεβαιώνει ο Γέροντας Σωφρόνιος, δεν υπάρχει αγάπη χωρίς δάκρυα.

Όταν ο άνθρωπος ανταποκρίνεται στην αγάπη, συνειδητοποιεί ότι πάνω από όλα είναι ον λατρευτικό. Η χάρη του Θεού που έχει αγγίξει την καρδιά του τον καθιστά ικανό να συλλάβει την Εικόνα του Θεού, ο Οποίος είναι το αληθινό υπόδειγμα της ζωής του, και εντείνει μέσα του τον πόθο να ζήσει για άλλη μια φορά σύμφωνα με τον αρχικό σκοπό για τον οποίο δημιουργήθηκε. Η χάρη πυροδοτεί βέβαια αυτή την εσωτερική αλλοίωση, για να μπορέσει όμως να καρποφορήσει ο άνθρωπος, οφείλει να ζήσει ως μέλος του λατρευτικού Σώματος της Εκκλησίας που είναι η σύναξη των Αγίων, διά των οποίων ομιλεί ο Θεός και στους οποίους αντικατοπτρίζεται. Η κοινή μας μετοχή στο Σώμα της, ως μελών Της, μας συναρμόζει με τους αδελφούς μας που παρίστανται αδιαλείπτως ενώπιον του Θεού. Το γεγονός αυτό μας επιτρέπει να ελέγχουμε τον εαυτό μας με ασφάλεια, αφού οι Άγιοι έχουν οι ίδιοι διανύσει την οδό της καθάρσεως. Ως μέλη του λατρευτικού Σώματος της Εκκλησίας συμμετέχουμε στη θεϊκή καθαρότητα, που δεν μπορεί να ανευρεθεί πουθενά αλλού έξω από το Σώμα αυτό, και έτσι επιτυγχάνουμε την κάθαρσή μας.

Η κάθαρση αυτή δεν συντελείται μηχανικά· είναι θέμα συνέργειας. Η ανθρώπινη θέληση πρέπει να συνεργή­σει με τη χάρη του Θεού. Για να γίνει κάποιος μέλος ενός συλλόγου (ζητώ συγγνώμη για την αναλογία!), πρέπει κανονικά να έλθει σε επαφή με τη γραμματεία του. Κατά τον ίδιο τρόπο, όταν ποθούμε να μυηθούμε στο επίμοχθο έργο της μετανοίας, απευθυνόμαστε σε κάποιον από τους «γραμματείς» της Εκκλησίας, δηλαδή επιδιώκουμε τη συνάντηση μας με έναν ιερέα, ο οποίος διακονεί το μυστήριο της συμφιλιώσεώς μας με τον Θεό. Μας δίδεται έτσι στην εξομολόγηση η δυνατότητα να αποκαλύψουμε ή να ομολογήσουμε την αλήθεια για τις αμαρτίες μας. Μέσω αυτής της πράξεως βάζουμε το χέρι μας στο άροτρο που διαπερνά το έδαφος της ψυχής οργώνοντας βα­θιά τη γη της καρδιάς μας. Καθώς κοπιάζουμε, τα αγκάθια και τα τριβόλια της καρδιάς μας εκριζώνονται, και το έδαφος της ψυχής ετοιμάζεται για να υποδεχθεί τον υετό της χάριτος. Και αν συνεργασθούμε σύμφωνα με την πρακτική της Εκκλησίας, ο σπόρος αυτός στον κατάλληλο καιρό θα καρποφορήσει, και ο καρπός του δεν θα είναι άλλος από την αιώνια σωτηρία.

Ως εκ τούτου η μετάνοια είναι προαπαιτούμενο για τη συμμετοχή μας σε όλα τα μυστήρια της Εκκλησίας. Τα μυστήρια αποτελούν τον μυστικό εκείνο τόπο, Όπου η ανθρώπινη θέληση συναντάται με τη θέληση του Θεού, και η σωτηρία μας έγκειται στη συνάντηση και στη συνέργεια με αυτή. Προηγουμένως τονίσαμε ότι η μετάνοια συμπεριλαμβάνει όλες τις αρετές, και ως τέτοια συνιστά το ασφαλές θεμέλιο της ζωής μας μέσα στην Εκκλησία. Στο μυστήριο του Βαπτίσματος, για παράδειγμα, διά της καταδύσεως στο νερό ο άνθρωπος υπόσχεται στον Θεό -και αυτή είναι η διαθήκη μαζί Του- ότι στο εξής θα είναι νεκρός για την αμαρτία. Στο Βάπτισμα διενεργείται μια νέκρωση, ένας πραγματικός θάνατος. Ο άνθρωπος πεθαίνει, στην πραγματικότητα, για την αμαρτία, για όλη τη ματαιότητα της ζωής του, για τις ορέξεις της σαρκός, για τα πάθη, για όλη τη σαρκική νοοτροπία του. Τα εγκαταλείπει όλα πίσω του μια για πάντα, με την απόφαση που εμπεριέχει η συμβολική πράξη της καταδύσεώς του στο νερό. Και εφόσον νεκρωθεί για την αμαρτία με πραγματικό θάνατο, όταν αναδύεται από την κολυμβήθρα, λαμβάνει την καινότητα της ζωής, την αληθινή ζωή της Αναστάσεως. Πράγματι, νεκρωνόμαστε για όσα στερούνται νοήματος και αξίας, για να αξιωθούμε να αναστηθούμε για όλα τα πολύτιμα και αιώνια. Το σύνολο της χριστιανικής μας ζωής συνίσταται στην απόδειξη της πιστότητάς μας στη διαθήκη που συνάπτεται στο άγιο Βάπτισμα και στην προσπάθειά μας να ζήσουμε κατά τρόπο αντάξιο της τιμής που μας απονεμήθηκε από τον Θεό.

Η διαθήκη του Βαπτίσματος ανανεώνεται στο μυστήριο της εξομολογήσεως. Στην εξομολόγηση στρεφόμαστε προς την Εκκλησία, φέροντας όλη την ασχήμια μας, τις αστοχίες και τις παρεκκλίσεις μας. Εγκαταλείπουμε τον εαυτό μας γυμνό μπροστά στην Εκκλησία, με πολλή ταπείνωση, και Εκείνη μας παρέχει ελεύθερα ό,τι δεν θα μπορούσαμε ποτέ να επιτύχουμε μόνοι μας. Το τονίζω·  η Εκκλησία προσφέρει γενναιόδωρα. Είναι το Σώμα των Αγίων, τόσο στον ουρανό όσο και στη γη, και μεταδίδει ελεύθερα τον θησαυρό της αγιότητας και της καθαρότητάς Της στα μέλη Της. Στο μυστήριο της εξομολογήσεως λαμβάνουμε τη χάρη του Χριστού μέσα από τη συναναστροφή μας με τους Αγίους Του.

Η Θεία Ευχαριστία, το επισφράγισμα της διαθήκης μας με τον Θεό, έχει στην πραγματικότητα ως βάση τον λόγο του Κυρίου. Και το πλήρωμα του λόγου Του εντοπίζεται ασφαλώς στην Αρχιερατική Προσευχή, στο 17ο  κεφάλαιο του κατά Ιωάννην Ευαγγελίου, που έχει τώρα σφραγισθεί με το Αίμα Του. Στο 6ο  κεφάλαιο του ίδιου Ευαγγελίου ο Κύριος ομιλεί για τον ζώντα λόγο της διαθήκης Του και την αιώνια παρουσία Του στο μυστήριο: «Καθώς απέστειλε με ο ζων Πατήρ καγώ ζω διά τον Πατέρα, και ο τρώγων με κακείνος ζήσεται δι’ εμέ». Εντούτοις οι Απόστολοι είχαν καθαρθεί από τον Κύριο πριν από τη μετοχή τους στον Μυστικό Δείπνο. Ο Κύριος είχε κατά νου την Καινή Διαθήκη, όταν ζήτησε να πλύνει τα πόδια του Πέτρου. Ο Πέτρος, με τον συνήθη αυθορμητισμό του, είπε στον Κύριο: «Ου μη νίψης τους πόδας μου εις τον αιώνα». Και ο Κύριος αποκρίθηκε: «Εάν μη νίψω σε, ουκ έχεις μέρος μετ’ εμού». Ο Πέτρος, ταραγμένος από το ενδεχόμενο αυτό, πρόσθεσε: «Κύριε, μη τους πό­δας μου μόνον, αλλά και τας χείρας και την κεφαλήν».Στο ίδιο Ευαγγέλιο ακούμε τον Κύριο να βεβαιώνει τους Αποστόλους Του: «Ήδη υμείς καθαροί έστε διά τον λόγον ον λελάληκα υμίν».

Είδαμε ότι δεν είναι δυνατόν να μυηθούμε αληθινά στα μυστήρια, χωρίς προηγουμένως να προετοιμασθούμε κατάλληλα. Γι’ αυτό τον λόγο οι Ευχές πριν από τη Θεία Μετάληψη είναι γεμάτες από το ταπεινό πνεύμα της μετανοίας, γιατί ποτέ δεν θα κατορθώσουμε να φανούμε αντάξιοι της μεγαλειώδους δωρεάς της θείας ζωής που μας προσφέρεται. Μπορούμε μόνο να δασωθούμε τον Κύριο ικετεύοντάς Τον να μας καθαρίσει, ώστε να μπορέσουμε να ανανεώσουμε τη διαθήκη μας μαζί Του και να μετέχουμε πλήρως στην αγιότητά Του. Κάθε φορά που ανανεώνεται η υπόσχεσή μας προς τον Κύριο, Αυτός μας καθιστά ικανούς να βαδίζουμε επάξια της κλήσεώς μας για την αιώνια ζωή. Υπάρχουν φορές που ακόμη και μια απεγνωσμένη υπόσχεση προσευχής προς τον Κύριο αποδεικνύεται αρκετή, για να επιφέρει έναν τέτοιον ανακαινιστό: «Κύριε, βοήθησέ με να βάλω καινούργια αρχή». «Κύριε, βοήθησέ με σε αυτή τη δυσκολία, και θα αγωνι­σθώ για τη διόρθωσή μου στο μέλλον». Βεβαίως ο άνθρωπος πάντοτε αποδεικνύεται «ψεύστης», αλλά μια ταπεινή κίνηση της καρδιάς ποτέ δεν αποτυγχάνει να συγκινήσει τον Κύριο, ο Οποίος συγκαταβαίνει να μας μεταδώσει όση χάρη χρειαζόμαστε, για να αρχίσουμε πάλι τον αγώνα μας.

Στο πέρασμα του χρόνου παρατηρούμε ότι ορισμένοι άνθρωποι αξιώθηκαν μεγάλης χάριτος μετά από μια απλούστατη ταπεινή σκέψη ή προσευχή, και αυτή η χάρη τους έδωσε τη δύναμη να κόψουν τελείως ένα πάθος και ποτέ να μην επιστρέψουν σε αυτό. Πώς συμβαίνει να ανταποκρίνεται ο Κύριος τόσο «δυσανάλογα» σε παρόμοιες κινήσεις της καρδιάς; Η αλήθεια είναι ότι είναι πιστός στις υποσχέσεις Του, πιστός στη διαθήκη Του με μας, και «αρνήσασθαι Εαυτόν ου δύναται». Το όνομά Του είναι «Πιστός». Στο βιβλίο τής Αποκαλύψεως καλείται «ο μάρτυς ο πιστός». Είναι πιστός, διότι είναι ο αεί ων, ωσαύτως ων, και οι υποσχέσεις Του μένουν εις τον αιώνα και εκπληρώνονται αμετάθετα. Ο λόγος του Κυρίου προς τον προπάτορά μας Αβραάμ πιστοποιεί την αλήθεια του πράγματος: «Και στήσω την διαθήκην μου ανά μέσον σου και ανά μέσον του σπέρματός σου μετά σε, εις τας γενεάς αυτών, εις διαθήκην αιώνιον, είναι σου Θεός και του σπέρματός σου μετά σε». Αν αποτυγχά­νουμε, η ευθύνη βαραίνει εμάς που είμαστε αναξιόπιστοι, χωρίς αφοσίωση και πιστότητα, και δεν τιμούμε το δικό μας μερίδιο στη διαθήκη μαζί Του. Αυτός ωστόσο είναι βέβαιος και αληθής. Κάθε ημέρα της ζωής μας είναι μία χάρη, γιατί μας δίδεται για να προσφέρουμε μετάνοια, και δι’ αυτής να εισέλθουμε στο πλήρωμα της ζωής, αφού η διαθήκη του Κυρίου με τον λαό του είναι ατελεύτητη.

(Αρχιμ. Ζαχαρία, Ο κρυπτός της καρδίας άνθρωπος, Ι.Μ. Τιμίου Προδρόμου, Έσσεξ Αγγλίας σ. 208-215)

 

Πηγή: http://www.vatopedi.gr/2012/10/%cf%80%ce%b5%cf%81%ce%af-%ce%bc%ce%b5%cf%84%ce%b1%ce%bd%ce%bf%ce%af%ce%b1%cf%82-%ce%bc%ce%ad%cf%83%ce%b1-%cf%83%cf%84%ce%bf-%cf%83%cf%8e%ce%bc%ce%b1-%cf%84%ce%b7%cf%82-%ce%b5%ce%ba%ce%ba%ce%bb%ce%b7/