Τιτανικός: Η ορχήστρα δεν έπαιζε μέχρι το τέλος
19 Σεπτεμβρίου 2012
Εκατό χρόνια μετά το ναυάγιο, καταρρίπτονται πέντε μύθοι που στοιχειώνουν το «αβύθιστο» πλοίο.
Στις 23:40 της 14ης Απριλίου 1912, κατά τη διάρκεια του παρθενικού του ταξιδιού, το βρετανικό υπερωκεάνιο της εταιρείας White Star Line «Τιτανικός», θεωρούμενο τότε ως το «θαύμα της ναυπηγικής», συγκρούστηκε με ένα παγόβουνο στον Ατλαντικό Ωκεανό. Το παγόβουνο έσκισε το κύτος του πλοίου, καταστρέφοντας και τα πέντε στεγανά μέρη του πλοίου επιτρέποντας την εισροή νερού στο καράβι, το οποίο βυθίστηκε δύο ώρες και σαράντα λεπτά αργότερα στις 2:20, τα ξημερώματα της 15ης Απριλίου.
Μύθος 2: η ορχήστρα «έπαιζε μέχρι το τέλος»
Το κύτος κατά την βύθιση έσπασε σε 2 κομμάτια, αφού ενώ βυθιζόταν με την πλώρη προς τα κάτω και την πρύμνη προς τα πάνω, κόπηκε στην μέση, λόγω του τεράστιου μεγέθους της πρύμνης. Η βύθισή του όχι μόνο παρέσυρε στο θάνατο 1.523 από τους 2.223 επιβάτες, αλλά γέννησε μια ολόκληρη παραφιλολογία σχετικα με τις συνθήκες του ναυαγίου πριν και κατά τη διάρκειά του, με αποτέλεσμα τη διάδοση μερικών δημοφιλών «αστικών μύθων» που έμειναν στην ιστορία κυρίως λόγω της, προ 15ετιας, ομώνυμης ταινίας του Καναδού σκηνοθέτη Τζέιμς Κάμερον. Με την ευκαιρία της συμπλήρωσης ενός αιώνα από τη ναυτική τραγωδία, πέντε από αυτούςτους μύθους καταρρίπτονται σε δημοσιεύματα των διεθνών μέσων ενημέρωσης.
Μύθος 1: το δήθεν «αβύθιστο πλοίο»
«Είναι ο μεγαλύτερος μύθος σχετικά με τον Τιτανικό», λεει ο Ριτσαρντ Χάουελς του βρετανικού πανεπιστημίου Κινγκς Κόλετζ, προσθέτοντας πως «η ίδια η εταιρεία ποτέ της δεν είπε κάτι σχετικό με το «αβύθιστο» του Τιτανικού, αλλά είναι μια ιστορία που βολεύει παρά πολύ τη λαϊκή δοξασία γιατί φέρνει στο νου την αρχαιοελληνική έννοια της ύβρεως και την τιμωρία ενός καραβιού από τον Θεό εξαιτίας της αλαζονείας του». Αντιθέτως, όπως τονίζει ο Χάουελς, «η βύθιση του Τιτανικού δεν θεωρήθηκε τόσο σημαντικό γεγονός στην εποχή του, καθώς πολλοί πίστευαν τότε πως κάτι τέτοιο, αργά ή γρήγορα, θα συνέβαινε».
Μύθος 2: η ορχήστρα «έπαιζε μέχρι το τέλος»
Ο μύθος λεει πως η ορχήστρα έπαιξε μέχρι τη βύθιση του, με τους επτά μουσικούς να παίζουν με τα πόδια τους χωμένα, κυριολεκτικά, μέσα στο νερό. Αυτόπτες μάρτυρες που είχαν διασωθεί, είχαν πει κατόπιν πως θυμούνται μεν την ορχήστρα να παίζει, αλλά φυσικά μέσα στο χαμό της ώρας εκείνης, κανείς δεν θυμάται αν έπαιξαν μέχρι το τέλος. «Σίγουρα πάντως δεν έπαιξαν τον θρησκευτικό ύμνο που ισχυρίζεται η ταινία του Κάμερον, αλλά ρυθμικά και δημοφιλή «ραγκτάιμ» κομμάτια της εποχής». «Η ιστορία με τους αυτόχειρες μουσικούς χρησιμοποιήθηκε, ποιητική αδεία, στην ταινία του 1998», τονίζει ο Πολ Λούντεν-Μπράουν, επικεφαλής της «Titanic Historical Society» και ιστορικός σύμβουλος του Καναδού σκηνοθέτη.
Μύθος 3: ο καπετάνιος «πέθανε ηρωικά»
Ο καπετάνιος Εντουαρντ Σμιθ παρουσιάστηκε στην ταινία ως ένας βαριά πληγωμένος από τύψεις κι ένοχες άνθρωπος που προτίμησε να πάει στο βυθό μαζί με το καράβι του από το να διασωθεί. «Τίποτα από αυτά δεν συνέβη όμως», τονίζει ο Λούντεν-Μπράουν. «Απλώς η τύχη του Σμιθ αγνοείται. Σαν να έγινε καπνός. Κανείς δεν ξέρει τι απέγινε. Ωστόσο, είναι ο μοναδικός υπεύθυνος για το ναυάγιο του Τιτανικού, αφού αυτός ήταν που οδήγησε το καράβι ανάμεσα στα παγόβουνα, θεωρώντας λανθασμένα ότι, παρά το μέγεθος του πλοίου του, μπορούσε με ελιγμούς να τα αποφύγει».
Μύθος 4: ο «κακός» πρόεδρος της εταιρείας
Οι μύθοι περί του προέδρου της White Star Line, Μπρους Ισμέι, τον παρουσιάζουν ως έναν «καυγατζή» που πίεσε τον καπετάνιο να οδηγήσει το πλοίο μέσα από τα παγόβουνα για να κάνει πιο γρήγορα, καθώς και ότι όταν το πλοίο βυθιζόταν πήρε τη θέση μιας γυναίκας σε μια σωσίβια λέμβο, για να σωθεί. «Πολλοί αυτόπτες μάρτυρες αναφέρουν πως ο Ισμέι βοήθησε πολλούς επιβάτες να ανέβουν σε σωσίβιες λέμβους, προτού επιβιβαστεί στην τελευταία από αυτές», αναφέρει ο λόρδος Μέρσι, ο οποίος ειχε διεξάγει την έρευνα για τις συνθήκες του ναυαγίου, λίγους μήνες μετά το δυστύχημα. Ο ίδιος ο Ισμέι σώθηκε και παραιτήθηκε από τη θεση του έναν χρόνο μετά, το 1913.
Μύθος 5: η κλειδαμπαρωμένη «τρίτη θέση» επιβατών
Ο μύθος λεει πως, ανάμεσα από την πρώτη και τη τρίτη θέση επιβατών, υπήρχε μια πόρτα που έμεινε κλειδαμπαρωμένη, ακόμη και κατά τη διάρκεια του ναυαγίου, προκειμένου οι «κοινωνικά κατώτεροι» επιβάτες, να μην εχουν την ευκαιρία να διασωθούν, αφήνοντας τους εύπορους επιβάτες να επιβιβαστούν στις σωσίβιες λέμβους. Όντως ένα τέτοιο τύπου κιγκλίδωμα υπήρχε, όμως η πόρτα δεν ήταν αμπαρωμένη και σίγουρα όχι κατόπιν εντολής. Σύμφωνα με το πόρισμα της έρευνας του Λόρδου Μέρσι, οι περισσότεροι επιβάτες της τρίτης θέσης (στην πλειοψηφία τους Αρμένιοι, Κινέζοι, Ολλανδοί, Ιταλοί, Ρώσοι και Σκανδιναβοί) αρνήθηκαν από μόνοι τους να αποχωριστούν τα λιγοστά τους υπάρχοντα και να επιβιβαστούν δίχως αυτά στις λέμβους – ενώ δεν υπάρχει καμία ένδειξη πως δόθηκε εντολή από τον καπετάνιο να μείνουν κλειδωμένοι στο χώρο που τους αναλογούσε.