Λατρεύοντες τους Γκουρού ως Θεούς
3 Σεπτεμβρίου 2012
Του Πρωτ. Βασιλείου Α. Γεωργοπούλου, Λέκτωρος Θεολογικής Σχολής Α.Π.Θ
Γκουρού ονομάζεται συνήθως στον Ινδουϊσμό ένας πνευματικός δάσκαλος – καθοδηγητής. Ο Γκουρού δείχνει στους μαθητές και οπαδούς του το δρόμο του φωτισμού και της λύτρωσης μυώντας τους στις διαδικασίες και τις τεχνικές αυτολύτρωσης, όπως του διαλογισμού στα πλαίσια της γιόγκα, δίνοντας ταυτοχρόνως ένα μάντρα, μια μυστική “ιερή” λέξη η συλλαβή ενώ ουσιαστικά πρόκειται για μαγική φόρμα. (Τα μάντρας δίνονται στα πλαίσια της γιόγκα, και μάλιστα είναι μυστικά για κάθε οπαδό. Ο μυστικός και μη κοινοποιήσιμος χαρακτήρας των μάντρα σε πολλές γκουρουϊστικές κινήσεις είναι υποχρεωτικός και απαράβατος κανόνας. Πολλές φορές τα μάντρας είναι επίκληση – επανάληψη ονομάτων θεοτήτων του Ινδουϊστικού πάνθεου. Τα μάντρας έχουν, κατά τις αντιλήψεις τους, θείο χαρακτήρα).
Η υποταγή στον Γκουρού είναι για τους οπαδούς του απαράβατος κανόνας και μάλιστα πρέπει να είναι απόλυτη.
Θεμελιώδης αντίληψη, η οποία υπάρχει μέσα στις γκουρουϊστικές κινήσεις, είναι η πεποίθηση να θεωρούνται οι Γκουρού ως παγκόσμιες η καθολικού κύρους αυθεντίες, που έχουν θείο χαρακτήρα η είναι επί γης θεοί η ενσαρκώσεις κάποιου θεού του ινδουϊστικού πάνθεου. Αναφέρει χαρακτηριστικά μία οπαδός του Γκουρού Maharaj Charan Singh: «Πρέπει κανείς να ανυψωθεί “εντός”, στο Πνευματικό Μονοπάτι, στους χώρους της πιο ψηλής συνειδήσεως, πριν αρχίσει να καταλαβαίνει το μέγεθος της θεϊκής φύσεως του Διδασκάλου και πριν μπορέσει να πει με σταθερή γνώση: “Ο Θεός και ο Διδάσκαλος είναι ένα!”». Και αλλού πάλι αναφέρει: «Και εκείνος ήταν ο Θεός. Το έμαθα τότε και για πάντα».
Ίδιες απόψεις εκφράζει ένας ακόμα οπαδός Γκουρού αναφέροντας χαρακτηριστικά ότι: «Ένας τέλειος Διδάσκαλος και αυτό τούτο το Υπέρτατο Ον είναι το ίδιο, με μόνη τη διαφορά ότι ο Διδάσκαλος έχοντας επενδυθή ανθρώπινο σώμα περιορίζεται κάπως απ᾽ αυτό το σώμα. Πνευματικά όμως, ο Διδάσκαλος δεν έχει κανέναν περιορισμό. Το εσώτατο ον του είναι ένα με το Υπέρτατο Ον, που δημιούργησε και κυβερνά το σύμπαν».
Στην ίδια συνάφεια αναφέρεται, ότι κάποιον Γκουρού μπορούμε «να τον ονομάσουμε Άγιο, προφήτη, Guru, Διδάσκαλο η Οδηγό», όμως «Στην πραγματικότητα είναι ένα με το Θεό». Η αυθεντία του Γκουρού είναι απόλυτη πάνω στους οπαδούς. Για τους οπαδούς τους και τους μαθητές τους οι Γκουρού θεωρούνται ως ζωντανοί θεοί. Γι᾽ αυτό και γίνονται από τους οπαδούς τους αντικείμενο λατρείας, τιμής, προσκύνησης και αφοσίωσης.
Αναφερόμενος στην ίδια πραγματικότητα ο οπαδός ενός άλλου Γκουρού λέγει τα εξής: «Αν θέλωμε το Θεό, οφείλουμε να Τον λατρεύσωμε σ᾽ αυτούς. Δεν υπάρχει άλλη ζωντανή μορφή του Θεού στον κόσμο αυτό από το πρόσωπο του τελείου Διδασκάλου και συνεπώς δεν είναι δυνατόν να λατρεύσωμε το Θεό αμέσως εδώ, κατά κανέναν άλλο τρόπο από του να λατρεύσωμε το Διδάσκαλο».
Αν θελήσουμε να αξιολογήσουμε από χριστιανικής πλευράς αυτή την πραγματικότητα, τότε πρέπει να επισημάνουμε ότι εν προκειμένω έχουμε μια πρακτική και μία διδασκαλία, η οποία είναι –κατά τον Άγιο Κύριλλο Αλεξανδρείας– “δαιμονικής επινοίας εφεύρεσις” (PG 76, 257B), καθώς εισάγει λατρεία κτισμάτων, θνητών ανθρώπων. Η λατρεία όμως ανθρώπων ως θεών είναι μία ακραία μορφή πνευματικής κατάπτωσης και διαφθοράς, κατάσταση που παρουσιάστηκε στο μεταπτωτικό άνθρωπο και αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα και απόδειξη εσχάτης πνευματικής πώρωσης και σκοτισμού του νου.
Ο χριστιανός γνωρίζει καλά ότι ο Θεός μας λέγει από την Παλαιά Διαθήκη στο Δεκάλογο: «ουκ έσονταί σοι θεοί έτεροι πλην εμού. ου ποιήσεις σευτώ είδωλον, ουδέ παντός ομοίωμα, όσα εν τω ουρανώ άνω και όσα εν τη γη κάτω και όσα εν τοις ύδασιν υποκάτω της γης. ου προσκυνήσεις αυτοίς, ουδέ μη λατρεύσης αυτοίς» (Εξόδ. 20, 3–5. Δευτ. 5,6–9). Στην Π. Δ., επίσης, λατρεία απαίτησε ο βασιλιάς Ναβουχοδονόσωρ. Το θεόπνευστο βιβλίο του προφήτη Δανιήλ αναφέρεται, συν τοις άλλοις, ακριβώς και στην άρνηση των Αγίων Τριών Παίδων να παραβιάσουν το θέλημα του Θεού και να λατρεύσουν τον βασιλιά ως Θεό.
Στις Πράξεις των Αποστόλων βλέπουμε, επίσης, τους Αγίους Αποστόλους Παύλο και Βαρνάβα να αρνούνται να θεωρηθούν Θεοί και να τους λατρεύσουν ως τέτοιους (Πραξ. 14, 8 – 18). Αλλά και ο Απόστολος Πέτρος συνοψίζοντας άπαξ δια παντός τη στάση των χριστιανών απέναντι σε κάθε ψευδή θεό η ψευδομεσσία η ψευδοδιδάσκαλο μας αναφέρει και μάλιστα κατά τρόπο σαφή και ανεπίδεκτο παρερμηνείας ότι, εκτός από το Χριστό, «ουκ έστιν εν άλλω ουδενί η σωτηρία, ουδέ γαρ όνομά εστιν έτερον υπό τον ουρανόν το δεδομένον εν ανθρώποις εν ω δει σωθήναι ημάς» (Πραξ. 4, 12).
πηγή: Ορθόδοξος Τύπος, 10/8/2012