Η Κάθοδος του Χριστού στον Άδη (2)
14 Απριλίου 2012
Αγίου Επιφανίου, Αρχιεπισκόπου Κωνσταντίας της Κύπρου
ΛΟΓΟΣ
στο Άγιο και Μεγάλο Σαββάτο
Που αναφέρεται
Στη Θεόσωμη Ταφή του Κυρίου και Σωτήρα μας Ιησού Χριστού
και στον Ιωσήφ από την Αριμαθαία, και στην κάθοδο του Κυρίου στον Άδη, που έγινε κατά παράδοξο τρόπο μετά το σωτήριο πάθος.
15. Ας κατεβούμε μαζί με τον Χριστό, ας συγχορέψουμε, ας σπεύσουμε, ας κάνουμε γρήγορα, βλέποντας τη συμφιλίωση του Θεού με τους ανθρώπους, την απελευθέρωση των καταδίκων που κάνει ο αγαθός Κύριος. Γιατί πορεύεται Αυτός που από τη φύση Του είναι φιλάνθρωπος, να αποφυλακίσει τους πανάρχαιους δεσμώτες, με ανδρεία και πολλή δύναμη , αυτούς που βρίσκονται στους τάφους, που κατάπιε τυραννικά ο πικρός και ανήμερος τύραννος, αφού τους υπέταξε και ως ληστής τους άρπαξε από την αγκαλιά του Θεού.
Εκεί βρίσκεται δέσμιος ο Αδάμ, ο πρωτόπλαστος και πρώτος απέθανε, και είναι πιο κάτω από όλους τους καταδίκους. Εκεί βρίσκεται ο Αβελ ο ποιμένας, ο πρώτος δίκαιος και το πρώτο αθώο θύμα, ο τύπος της άδικης σφαγής του Ποιμένα Χριστού. Εκεί ο Νώε, ο τύπος της μεγάλης κιβωτού του Χριστού, ο κατασκευαστής της Εκκλησίας του Θεού, η οποία με το περιστέρι του Αγίου Πνεύματος, διέσωσε όλα τα θηριώδη έθνη από τον κατακλυσμό της ασεβείας και έδιωξε από αυτήν τον μαύρο κόρακα τον ζοφερό διάβολο. Εκεί είναι και ο Αβραάμ, ο πρόγονος του Χριστού και θύτης του γιου του, που πρόσφερε στον Θεό την υπέροχη, με μαχαίρι και χωρίς μαχαίρι, με θάνατο και χωρίς θάνατο, θυσία. Εκεί βρισκόταν δέσμιος και ο Ισαάκ, ο παλαιός τύπος του Χριστού, ο δεμένος για τη θυσία από τον Αβραάμ. Εκεί και ο Ιακώβ καταλυπημένος στον Άδη, όπως πριν ήταν καταλυπημένος επάνω στη για τον Ιωσήφ. Εκεί ο φυλακισμένος Ιωσήφ, που φυλακίστηκε στην Αίγυπτο και προτύπωνε τον Χριστό, δεσμώτης και δεσπότης. Εκεί κάτω στα σκοτεινά ο Μωυσής, όπως κάποτε μέσα στο σκοτεινό πισωμένο καλάθι επάνω στη γη. Εκεί ο προφήτης Δανιήλ μέσα στον κατώτατο του Αδη, όπως όταν ζούσε μέσα στο λάκκο των λεόντων. Εκεί και ο προφήτης Ιερεμίας, μέσα στον λάκκο του Άδη και της φθοράς του θανάτου, όπως κάποτε ήταν ριγμένος από τους συμπατριώτες του μέσα στο λάκκο του βορβόρου. Εκεί μέσα στο στόμα του Άδη που καταπίνει τον κόσμο και ο προφήτης Ιωνάς, εικονίζοντας τον αιώνιο Χριστό.
Εκεί και ο Θεοπάτωρ Δαβίδ, από τον οποίο κατά σάρκα γεννήθηκε ο Χριστός. Και γιατί αναφέρω μόνο τον Δαβίδ, τον Ιωνά και τον Σολομώντα; Εκεί βρισκόταν και ο βαπτιστής Ιωάννης, ο μεγαλύτερος από όλους τους προφήτες, σαν μέσα από σκοτεινή μήτρα προαναγγέλοντας σ’ όλους τους αιχμαλώτους του Άδη τον Χριστό, ο διπλός Πρόδρομος και κήρυκας σε ζωντανούς και νεκρούς.
Αυτός από τη φυλακή του Ηρώδη στάλθηκε – με τον αποκεφαλισμό του – στην πανανθρώπινη φυλακή του Άδη, στους κεκοιμημένους από αιώνες δικαίους και αδίκους.
16. Από εκεί, απ’ τόν Άδη, όλοι οι προφήτες καί οι δίκαιοι ικέτευαν τόν Θεό μέ ενδόμυχες καί αδιάκοπες προσευχές, ζητώντας λύτρωση από τήν καταπονεμένη, σκυθρωπή, εξουσιαζόμενη από τόν εχθρό διάβολο, ζοφερή καί κατασκότεινη ατελείωτη νύχτα. Καί ο μέν ένας έλεγε πρός τόν Θεό· « Από τήν κοιλιά τού Άδη άκουσε τήν κραυγή τής φωνής μου» (Ιωνάς 2,3). Αλλος φώναζε· «Μέσα απ’ τά βάθη τής καρδιάς μου έκραξα πρός Εσένα, Κύριε. Κύριε άκουσε τή φωνή μου»( Ψαλμ. 129,1-2).
Ένας άλλος ικέτευε· «Φανέρωσε τό πρόσωπό Σου σέ μάς καί θά σωθούμε». Αλλος παρακαλούσε· « Εσύ πού κάθεσαι πάνω στό Χερουβικό θρόνο, φανερώσου σέ μάς».Κάποιος άλλος δεόταν: «Κύριε, οπλίσου μέ τήν αήττητη δύναμη σου καί έλα νά μάς σώσεις». Αλλος παρακαλούσε θρηνητικά: «Κύριε, άς μάς λυπηθεί καί άς προφθάσει η ευσπλαχνία Σου». Αλλος έκραζε: « Σώσε τή ψυχή μου απ’ τά κατάβαθα τού Άδη». Αλλος φώναζε: «Κύριε, βγάλε τη ψυχή μου από τόν Άδη». Ένας άλλος παρακαλούσε: «Κύριε, μή εγκαταλείψεις τή ψυχή μου στόν Άδη». Καί άλλος ακόμη ικέτευε· « Ας ανεβεί η ζωή μου από τήν απώλεια εδώ κάτω πρός Εσένα, Κύριε καί Θεέ μου»( Ιωνά 2,7).
Ολους αυτούς άκουσε ο πολυεύσπλαγχνος Θεός, καί δέν έκρινε δίκαιο νά προσφέρει τή φιλανθρωπία Του μόνο σ’ αυτούς πού έζησαν καί βρίσκονταν μαζί του, αλλά καί σ’ όλους τούς άλλους πού έμενα αιχμάλωτοι στόν Άδη, στό σκοτάδι καί στή σκιά τού θανάτου προτού έλθει ο ίδιος.
Καί γι’ αυτό αυτούς πού ζούσαν πάνω στή γή τούς επισκέφθηκε ο Θεός Λόγος μέ τό έμψυχο σώμα. Στίς δέ ψυχές πού είχαν αφήσει τό σώμα τους στή γή φανερώθηκε μέ τήν ένθεη και αχραντη ψυχή Του στόν Άδη, χωρίς τό σώμα, όχι όμως καί χωρίς τη Θεότητά Του.
17. Ας τρέξουμε λοιπόν γρήγορα με το νου κι ας βαδίσουμε στον Άδη, για να δούμε πως εκεί με πανίσχυρη δύναμη νικά ολοκληρωτικά τον τύραννο των σκλαβωμένων ψυχών και πως με μεγάλη πανστρατιά, με τη λάμψη Του αιχμαλωτίζει χωρίς χέρια τις αθάνατες φάλαγγες των δαιμόνων. Σηκώνει από τη μέση πύλες χωρίς πόρτες και πύλες που δεν είναι ξύλινες τις σπάζει με το Σταυρό του ο Χριστός. Και με τα θεϊκά καρφιά συντρίβει αιώνιους μοχλούς. Και με τα δεσμά των θεϊκών χεριών Του λειώνει σαν κερί τις άλυτες αλυσίδες. Και με τη λόγχη που χτύπησε τη θεϊκή πλευρά Του, διατρυπά την άσαρκη καρδιά του τυράννου. Εκεί συντρίβει τη δύναμη των τόξων του, όταν τέντωσε σαν τόξο επάνω στο Σταυρό τα θεϊκά Του χέρια. Γι’ αυτό, αν ακολουθήσεις με ησυχία τον Χριστό, θα δεις τώρα, που έδεσε τον τύραννο και που κρέμασε το κεφάλι του. Πως ανέσκαψε τη φυλακή του Άδη και ελευθέρωσε τους φυλακισμένους. Πως πάτησε το αρχαίο φίδι και που κρέμασε το κεφάλι του. Πως ελευθέρωσε τον Αδάμ και πως ανέστησε την Εύα. Πως γκρέμισε τον μεσότοιχο, και που καταδίκασε τον φαρμακερό δράκοντα. Που θανάτωσε τον θάνατο. Πως έφθειρε τη φθορά και πως επανέφερε τον άνθρωπο στο πρώτο βασιλικό του αξίωμα.
18. Εκείνος που χθες, μέσα στην άπειρη συγκατάβασή του δεν καλούσε να τον βοηθήσουν οι λεγεώνες των Αγγέλων, λέγοντας στον Πέτρο, ότι είναι στο χέρι μου να παρατάξω τώρα αμέσως, περισσότερες από δώδεκα λεγεώνες Αγγέλων (Ματθ. 26, 53), σήμερα κατέρχεται με τον θάνατό Του κατά του Άδου και του θανάτου, του τυράννου, όπως ταιριάζει σε Θεό και Κυρίαρχο, επί κεφαλής των αθανάτων και ασωμάτων στρατευμάτων και των αοράτων ταγμάτων, όχι με δώδεκα μόνο λεγεώνες, αλλά με μύριες μυριάδες και χίλιες χιλιάδες Αγγέλων, Αρχαγγέλων, Εξουσιών, Θρόνων, Εξαπτερύγων, Πολυομμάτων, ουρανίων ταγμάτων, τα οποία, ως Βασιλέα και Κύριό τους, προπέμπουν, δορυφορούν και τιμούν τον Χριστό. Όχι, ότι συμμαχούν και συμπολεμούν μαζί Του. Όχι, ποτέ! Γιατί από ποια συμμαχία έχει ανάγκη ο παντοδύναμος Χριστός; Τον συνοδεύουν γιατί χρωστούν πάντοτε και ποθούν να είναι κοντά στον Θεό τους. Οι άγγελοι έτρεχαν σαν δορυφόροι οπλίτες, ωπλισμένοι με ξίφη και σαν αστραπόμορφοι κεραυνοβόλοι, ωπλισμένοι με τους θεϊκούς και παντοδύναμους κεραυνούς του Βασιλιά τους, οι οποίοι πρόφθαιναν με πολύ ζήλο και ξεπερνούσαν ο ένας τον άλλο στη γρηγοράδα, υπακούοντας στο θεϊκό μόνο νεύμα και κάνοντας έργο και πράξη τη διαταγή και στεφανωμένοι με το στέφανο της νίκης κατά της παρατάξεως των εχθρών και τυράννων. Γι αυτό και κατέβαίνουν στα υποχθόνια δεσμωτήρια των πανάρχαιων νεκρών, που ήταν μέσα στην καρδιά του Άδη και βαθύτερα απ’ όλη τη γη, για να βγάλουν από εκεί μέσα τους αλυσοδεμένους και από αιώνες τώρα κεκοιμημένους.
19. Μόλις δε φάνηκε στα κλεισμένα απ’ όλες τις πόρτες, τα ανήλια και κατασκότεινα δεσμωτήρια, στα υπόγεια και τα σπήλαια του Άδη η θεϊκή και λαμπρή παρουσία του Κυρίου, προβαίνει εμπρός απ’ όλους ο αρχιστράτηγος Γαβριήλ, επειδή είχε συνηθίσει να φέρνει χαράς ευαγγέλια στους ανθρώπους, και με φωνή δυνατή, αρχαγγελικότατη, έντονη και λιονταρίσια φωνάζει προς τις αντίπαλες δυνάμεις: «άρατε πύλας οι άρχοντες υμών». Και μαζί του φωνάζει ο Μιχαήλ: «γκρεμισθήτε προαιώνιες πύλες». Έπειτα οι Δυνάμεις συμπληρώνουν: «κάνετε πέρα παράνομοι θυρωροί». Οι δε Εξουσίες διατάζουν με εξουσία: «Σπάστε άλυτες αλυσίδες». Κι ένας άλλος Αρχάγγελος προσθέτει: «Αίσχος σε σας, ανάλγητοι τύραννοι».
Και καθώς συμβαίνει όταν παρουσιασθεί μια φοβερή, αήτητη και παντοδύναμη βασιλική στρατιωτική παράταξη, φρίκη μαζί και τρόμος και ταραχή και οδυνηρός φόβος κυριεύει τους εχθρούς του ακαταγώνιστου Στρατηγού, το ίδιο έγινε ξαφνικά, μόλις παρουσιάσθηκε τόσο παράδοξα ο Χριστός στα καταχθόνια του Άδη. Από επάνω μια δυνατή αστραπή τύφλωνε τα πρόσωπα των εχθρικών δυνάμεων του Άδη και ταυτόχρονα ακούονταν βροντερές στρατιωτικές φωνές που διέταζαν: «Αρατε πύλας, όχι ανοίξετε, αλλά ξερριζώστε τις από τα θεμέλια, βγάλτε τις τελείως από τον τόπο τους, ώστε να μη μπορούν πιά να ξανακλείσουν. Αρατε πύλας οι άρχοντες υμών, όχι γιατί δεν μπορεί να τις ανοίξει ο Κύριός μας, που όταν θέλει, διατάζει και μπαίνει με κλεισμένες τις πόρτες, αλλά σας διατάζει, σαν δραπέτες δούλους, να σηκώσετε και να μεταφέρετε αυτές τις προαιώνιες πύλες. Γιά τούτο και δεν διατάζει τους όχλους σας, αλλά σας που παρουσιάζεσθε σαν αρχηγοί τους: άρατε πύλας, οι άρχοντες υμών» (Ψαλμ. 23´ 7-10).
Από τώρα και έπειτα δε θα είστε πια άρχοντες κανενός, παρόλο που κάκιστα κυριαρχήσατε πάνω στους μέχρι τώρα κεκοιμημένους. Ούτε αυτών θα είστε πλέον άρχοντες, ούτε άλλων, ούτε των εαυτών σας ακόμη. Αρατε πύλας, γιατί ήρθε ο Χριστός, η ουράνια θύρα. Ανοίξτε δρόμο σ’ Αυτόν που έβαλε το πόδι Του στη φυλακή του Άδη. Το όνομά του είναι Κύριος και ο Κύριος έχει το δικαίωμα και τη δύναμη να περάσει τις πύλες του θανάτου. Γιατί την μεν είσοδο του θανάτου τη φτιάξατε σεις, Αυτός δε ήρθε για να επιτύχει το πέρασμά της. Γι αυτό ανοίξτε γρήγορα και μη αργοπορείτε. Ανοίξτε και κάντε γρήγορα. Ανοίξτε και μη αναβάλλετε. Αν νομίζετε πως θα σας περιμένουμε, κάνετε λάθος. Θα διατάξουμε τις ίδιες τις πύλες να ανοίξουν αυτομάτως και χωρίς να βάλουμε χέρι: Ανοίξτε πύλες αιώνιες!
20. Και μόλις οι αγγελικές δυνάμεις εβόησαν, την ίδια στιγμή άνοιξαν οι πύλες! Την ίδια στιγμή έσπασαν οι αλυσίδες και οι μοχλοί. Έπεσαν τα κλειδιά και συγκλονίσθηκαν τα θεμέλια της φυλακής. Οι εχθρικές δυνάμεις ετράπησαν σε άτακτη φυγή, ο ένας έσπρωχνε τον άλλο, άλλος μπερδευόταν στα πόδια του άλλου και καθένας φώναζε στο διπλανό του να φεύγει γρήγορα. Έφριξαν, συγκλονίσθηκαν, τα έχασαν, ταράχθηκαν, άλλαξε το χρώμα τους, φοβήθηκαν, στάθηκαν και απόρησαν, απόρησαν και τρόμαξαν. Ο ένας έμεινε με ανοιχτό στόμα. Αλλος έκρυψε το πρόσωπο μέσα στα γόνατά του. Αλλος έπεσε κάτω, παγωμένος από το φόβο. Αλλος στάθηκε ακίνητος, σαν νεκρός. Αλλος κυριεύθηκε από δέος και άλλος έτρεξε να σωθεί σε βαθύτερο μέρος.
21. Την ώρα αυτή ο Χριστός αποκεφάλισε τους σαστισμένους τυράννους. Τότε χαλάρωσαν τα χαλινάρια τους και ρωτούσαν: «Ποιός είναι αυτός ο βασιλεύς της δόξης; Ποιός είναι αυτός που ήρθε εδώ, κάνοντας τόσα παράδοξα πράγματα; Ποιός είναι αυτός ο βασιλεύς της δόξης, που κατορθώνει τώρα στον Άδη, αυτά που δεν έγιναν ποτέ; Ποιός είναι αυτός ο βασιλεύς της δόξης, που βγάζει από εδώ τους προαιώνιους φυλακισμένους; Ποιός είναι αυτός που διέλυσε και κατέλυσε το αήτητο κράτος και το θράσος μας; »
Σ’ αυτούς απαντούσαν οι δυνάμεις του Κυρίου και τους έλεγαν: «Θέλετε να μάθετε ποιός είναι αυτός ο βασιλεύς της δόξης; Είναι ο Κύριος, ο κραταιός και δυνατός, ο Κύριος, ο δυνατός και πανίσχυρος και αήττητος στον πόλεμο. Είναι εκείνος, ελεεινοί και παράνομοι τύραννοι, που σας εξόρισε και σας έρριξε κάτω από τις ουράνιες αψίδες. Είναι αυτός που συνέτριψε μέσα στα νερά του Ιορδάνη τις κεφαλές των δρακόντων σας. Είναι εκείνος που πάνω στο Σταυρό του σας έκανε θέατρο, σας διαπόμπευσε και σας αφαίρεσε κάθε δύναμη. Είναι αυτός που σας έδεσε και σας έρριξε στο ζόφο και στην άβυσσο. Αυτός είναι που θα σας εξοντώσει τελειωτικά μέσα στην αιώνια φωτιά και τη γέεννα. Μην αργείτε, μην περιμένετε, αλλά τρέξτε γρήγορα και βγάλτε τους φυλακισμένους, τους οποίους μέχρι τώρα κακώς έχετε καταπιεί. Από εδώ κι εμπρός καταλύεται το κράτος σας. Καταργείται η τυραννική εξουσία σας. Η αλαζονεία σας καταπατήθηκε οικτρά. Η υπερήφανη καύχησή σας ξεκουρελιάσθηκε. Η δύναμή σας έσβησε και χάθηκε για πάντα»
22. Αυτά φώναζαν οι νικήτριες δυνάμεις του Κυρίου στις δυνάμεις του εχθρού και συγχρόνως ενεργούσαν με βιασύνη. Αλλοι γκρέμιζαν τη φυλακή από τα θεμέλια της. Αλλοι καταδίωκαν τους εχθρούς που έφευγαν για να σωθούν στα βαθύτερα μέρη. Αλλοι έτρεχαν και ερευνούσαν τα υπόγεια, τα φρούρια καα τα σπήλαια. Και όλοι, από διάφορες κατευθύνσεις καθένας, έφερναν τους δεσμώτες εμπρός στον Κύριο. Αλλοι έδεναν τον τύραννο, ενώ άλλοι απελευθέρωναν τους προαιώνιους δεσμώτες. Και άλλοι μεν έτρεχαν μπροστά από τον Κύριο, καθώς προχωρούσε βαθύτερα. Αλλοι δε τον ακουλουθούσαν νικηφόροι, ως Θεό και Βασιλέα.
23. Ενώ λοιπόν αυτά διαδραματίζονταν και ελέγοντο στον Άδη και σείονταν τα πάντα, ο δε Κύριος πλησίαζε να φθάσει στα πιο έσχατα βάθη, ο Αδάμ ο πρωτοδημιούργητος και πρωτόπλαστος και πρωτόθνητος που βρισκόταν δεμένος γερά και βαθύτερα από όλους, άκουσε τα βήματα του Κυρίου, που ερχόταν στους φυλακισμένους και αμέσως αναγνώρισε τη φωνή Του, καθώς περπατούσε μέσα στη φυλακή. Στράφηκε τότε προς όλους τους επί αιώνες συγκρατουμένους του και τους φώναξε: Ω φίλοι μου! Ακούω να πλησιάζει σ’ εμάς ο ήχος των βημάτων Κάποιου. Αν πραγματικά μας αξίωσε να έρθει ως εδώ, τότε είμαστε ελεύθεροι! Αν τον δούμε ανάμεσά μας, σωθήκαμε από τον Άδη!
24. Και την ώρα που ο Αδάμ έλεγε αυτά προς τους συγκαταδίκους του, εισέρχεται ο Κύριος, κρατώντας το νικηφόρο όπλο του Σταυρού. Μόλις τον αντίκρυσε ο Αδάμ, χτύπησε το στήθος από τη χαρούμενη έκπληξη και φώναξε προς όλους τους επί αιώνες κεκοιμημένους: «ο Κύριός μου ας είναι μαζί με όλους»! Και ο Χριστός απάντησε στον Αδάμ: «Και μετά του πνεύματός σου».
Ύστερα τον πιάνει από το χέρι, τον σηκώνει πάνω και του λέει: «Σήκω συ που κοιμάσαι και ανάστα από τους νεκρούς, γιατί σε καταφωτίζει ο Χριστός! (Εφεσ. 5, 14). Εγώ ο Θεός, που για χάρη σου έγινα γιός σου, έχοντας δικούς μου πλέον και σένα και τους απογόνους σου, με την θεϊκή εξουσία μου δίνω ελευθερία και λέω στους φυλακισμένους: εξέλθετε. Σ’ αυτούς που είναι μέσα στο σκοτάδι: ξεσκεπασθήτε. Και σ’ εκείνους που είναι πεσμένοι κάτω: σηκωθείτε!
Εσένα, Αδάμ, σε προστάζω: σήκω από τον αιώνιο ύπνο σου. Δεν σε έπλασα, για να μένεις φυλακισμένος στον Άδη. Ανάστα εκ των νεκρών, γιατί εγώ είμαι η ζωή των θνητών. Σήκω επάνω, πλάσμα δικό μου, σήκω επάνω συ που είσαι η μορφή μου, που σε δημιούργησα κατ’ εικόνα μου. Σήκω να φύγουμε από εδώ. Γιατί συ είσαι μέσα σε μένα και εγώ μέσα σε σένα! Για σένα ο Κύριος έλαβε τη δική σου μορφή του δούλου. Για δική σου χάρη, εγώ που βρίσκομαι ψηλότερα από τους ουρανούς, κατέβηκα στη γη και πιο κάτω από τη γη. Για σένα τον άνθρωπο έγινα σαν ένας ανυπεράσπιστος άνθρωπος, βρέθηκα χωρισμένος κι εγώ από τη ζωή, ανάμεσα σ’ όλους τους άλλους νεκρούς (Ψαλμ. 87, 5). Για σένα που βγήκες μέσα από τον κήπο του παραδείσου, μέσα σε κήπο παραδόθηκα στους Ιουδαίους και μέσα σε κήπο σταυρώθηκα (Ιωάν. 19, 41).
Κύτταξε στο πρόσωπό μου τα φτυσίματα, που καταδέχθηκα για χάρη σου, για να σε αποκαταστήσω στην παλιά σου δόξα, που σου είχα δώσει με το φύσημά μου (Γεν. 2, 7). Κύτταξε στα μάγουλά μου τα ραπίσματα, που καταδέχθηκα, για να επανορθώσω τη διεστραμμένη μορφή σου και να τη φέρω στην όψη που είχε σαν εικόνα μου. Κύτταξε στη ράχη μου τη μαστίγωση που καταδέχτηκα, για να διασκορπίσω το φορτίο των αμαρτημάτων σου. Κύτταξε τα καρφωμένα χέρια μου, που τα άπλωσα καλώς πάνω στο ξύλο του Σταυρού, για να συγχωρεθείς συ που άπλωσες κακώς το χέρι σου στο απαγορευμένο δένδρο. Κύτταξε τα πόδια μου που καρφώθηκαν και τρυπήθηκαν στο Σταυρό, για να εξαγνισθούν τα δικά σου πόδια που έτρεξαν κακώς στο δένδρο της αμαρτίας.
Την έκτη ημέρα βγήκε εις βάρος σου τότε η καταδικαστική απόφαση. Γι αυτό πάλι την έκτη ημέρα σε αναπλάττω και ανοίγω τον παράδεισο. Προς χάριν σου γεύθηκα τη χολή, για να σου θεραπεύσω την πικρή ηδονή που γεύθηκες από εκείνον τον γλυκό καρπό. Γεύθηκα το ξύδι, για να βγάλω από τη ζωή σου το πικρό και έξω από τη φύση σου ποτήρι του θανάτου. Δέχθηκα το σπόγγο, για να σβήσω το κατάστιχο των αμαρτιών σου. Δέχθηκα το καλάμι, για να υπογράψω την απελευθέρωση του ανθρωπίνου γένους. Ύπνωσα στο Σταυρό και τρυπήθηκα με λόγχη στην πλευρά μου, για σένα που ύπνωσα στον παράδεισο και έβγαλα απο την πλευρά σου την Εύα. Η πληγωμένη πλευρά μου θεράπευσε τον πόνο της πλευράς σου. Ο δικός μου ύπνος θα σε βγάλει από τον ύπνο σου μέσα στον Άδη. Η ρομφαία που χτύπησε εμένα, σταμάτησε τη ρομφαία που στρεφόταν εναντίον σου (Γεν. 3, 24).
Σήκω, λοιπόν. Ας φύγουμε από εδώ. Τότε σε εξώρισα απο τον γήϊνο παράδεισο. Τώρα σε αποκαθιστώ, όχι πλέον σ’ εκείνον τον παράδεισο, αλλά σε ουράνιο θρόνο. Τότε σ’ εμπόδισα να φας από το ξύλο της ζωής (Γεν. 3, 22). Να όμως τώρα που ενώθηκα πλήρως με σένα, εγώ που είμαι η ίδια η ζωή. Έταξα τα Χερουβίμ να σα φρουρούν σαν δούλο. Τώρα οδηγώ τα Σεραφίμ να σα προσκυνήσουν σαν Θεό. Κρύφθηκες τότε μπροστά στον Θεό, επειδή ήσουν γυμνός. Να όμως που αξιώθηκες να κρύψεις μέσα σου γυμνό τον ίδιο τον Θεό. Γι αυτό σηκωθείτε, ας φύγουμε από εδώ. Από τον θάνατο στη ζωή. Από τη φθορά στην αφθαρσία. Από το σκοτάδι στο αιώνιο φώς. Από την οδύνη στην ελευθερία. Από τη φυλακή του Άδη στην άνω Ιερουσαλήμ. Από τα δεσμά στην άνεση. Από τη σκλαβιά στην τρυφή του Παραδείσου. Από τη γη στον ουρανό.
25. Γι αυτό το σκοπό ο Χριστός απέθανε και ανέστη: για να γίνει Κύριος και νεκρών και ζώντων (Ρωμ. 14, 9). Σηκωθείτε, λοιπόν. Ας φύγουμε από εδώ. Ο ουράνιος Πατέρας περιμένει με λαχτάρα το χαμένο πρόβατο. Τα ενενήντα εννέα πρόβατα των αγγέλων (Ματθ. 18, 12) περιμένουν το σύνδουλό τους Αδάμ, πότε θα αναστηθεί, πότε θα ανέλθει και θα επανέλθει προς τον Θεό. Ο χερουβικός θρόνος είναι έτοιμος. Αυτοί που θα σας ανεβάσουν είναι γρήγοροι και βιάζονται. Ο νυμφικός θάλαμος έχει προετοιμαστεί. Το μεγάλο εορταστικό δείπνο είναι στρωμένο (Αποκ. 19, 9, Λουκ. 14, 16). Τα θησαυροφυλάκια των αιωνίων αγαθών άνοιξαν. Η βασιλεία των Ουρανών έχει ετοιμαστεί «από καταβολής κόσμου» (Ματθ. 25, 34). Αγαθά που μάτια δεν τα είδαν και αυτιά δεν τα άκουσαν περιμένουν τον άνθρωπο (Α´ Κορ. 2, 9).
Αυτά και άλλα παρόμοια είπε ο Κύριος. Και αμέσως ανασταίνεται μαζί Του ο ενωμένος σ’ αυτόν Αδάμ και μαζί τους και η Εύα. Ακόμη δε και «πολλά σώματα δικαίων, που είχαν πεθάνει πριν από αιώνες, αναστήθηκαν» (Ματθ. 27,52), διακηρύσσοντας την τριήμερο Ανάσταση του Χριστού.
Αυτήν ας τήν υποδεχθούμε και ας την αγκαλιάσουμε οι πιστοί με πολλή χαρά, χορεύοντας με τους αγγέλους και γιορτάζοντας με τους αρχαγγέλους και δοξάζοντας τον Χριστό, που μας ανέστησε από τη φθορά. Σ’ Αυτόν αρμόζει η δόξα και η δύναμη, μαζί με τον αθάνατο Πατέρα και το πανάγιο και αγαθό και ζωοποιό και ομοούσιο Πνεύμα, σε όλους τους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
( Έκδοσις Ι. Μ. Παρακλήτου Ωρωπός Αττικής 1978)