Θεολογία και Ζωή

Φύση και χάρη (Μητρ. Νικοπόλεως Μελετίου)

9 Ιανουαρίου 2012

Φύση και χάρη (Μητρ. Νικοπόλεως Μελετίου)

 

Από όλα, όσα είπαμε, γίνεται αισθητό, ότι η ζωή μας κυμαίνεται ανάμεσα σε δύο πόλους:

Ανάμεσα στην φύση (είναι ο κόσμος ο υλικός· το σώμα μας· οι εκδηλώσεις του ψυχοσωματικού μας είναι) και στην χάρη του Θεού (που, δεν παύει, να στέκει από επάνω μας γεμάτος αγαθότητα και αγαθοποιό διάθεση για μας).

 Ας δούμε λοιπόν:

τί είναι η φύση· τί είναι η χάρη.

 Α. Τί είναι η φύση

Η φύση, μας είναι πολύ αισθητή. Την αισθανόμαστε δική μας. Είναι το πιο ζωντανό πράγμα. Και γι’ αυτό, όποιος βλέπει τις ενέργειες της φύσης, (τα σαρκικά σκιρτήματα, τα ψυχικά­-ψυχολογικά εκδηλώματα, την νόηση και τις ενδεχόμενες παρεκτροπές της), ότι είναι, η μόνη αλήθεια και νομίζει ότι, άλλος κόσμος, έξω από τον υλικό-αισθητό, έξω από την φύση, δεν υπάρχει, κάνει τραγικό λάθος!

    Είναι λοιπόν φυσικό γι’ αυτόν, όλες τις εκδηλώσεις και ενέργειες του ψυχοσωματικού του κόσμου, να τις δέχεται με πλήρη καταξίωση.

    Όμως εξίσου αυτονόητο είναι, πως, όταν μέσα του βλέπει, έστω και απωθημένη «στα αζήτητα», και κρυμμένη, μια δυνατή πραγματικότητα που του λέει: ότι μπορεί και να κάνει λάθος στις εκτιμήσεις του, και πρέπει να το αποτολμάει να δει τον εαυτό του και «κάπως αλλιώς». Γιατί αλλιώς, σαν ον λογικό θα βρεθεί σε δύσκολη θέση, όταν θα το καταλάβει, (μα θα είναι αργά πια!), ότι η αλήθεια δεν ήταν αυτό που ο ίδιος φανταζόταν, αλλά κάτι άλλο.

     Όποιος το ξέρει και το πιστεύει, ότι πάνω από εμάς, και πάνω από όλη την κτίση, στέκει ο Θεός, ο αληθινός και παντοδύναμος, ο δημιουργός «ορατών τε πάντων και αοράτων», το έχει ξεκαθαρίσει μέσα του. ότι: η φύση δεν μπορεί να έρχεται σε αντίθεση με τον δημιουργό της. Και με βάση αυτήν την τόσο λογική σκέψη, βλέπει ήρεμα και με εμπιστοσύνη και τον Θεό και τον εαυτό του. Γιατί του είναι αυτονόητο, ότι ο Θεός δεν έχει πρόβλημα με τα δημιουργήματά του. Και το βλέπει, και το καταλαβαίνει, ότι και η θάλασσα και οι άνεμοι και τα δαιμόνια υπακούουν σ’ Αυτόν (Ματθ. 8.23). Και φυσικά και το σώμα του. Και όλες οι λειτουργίες του! Και ότι, όποιος θέλει, και όταν θέλει, «εξουσίαν έχει τού ιδίου θελήματος» (Α΄ Κορ. 7,37). Και ότι και μπορεί· και, όταν το πει η καρδούλα του, αντιμετωπίζει την ζωή του εντελώς διαφορετικά από ότι μέχρι την στιγμή εκείνη. Και ότι μπορεί να βιώσει και μια κατάσταση θεϊκής βιωτής· κάτι σαν την αγία Μαρία και σαν τον τίμιο Ιωάννη.

      Υπάρχει λοιπόν και μία τρίτη κατάσταση. Την ζουν εκείνοι, που ζουν με πλήρη αίσθηση και συναίσθηση ανάμεσα στις δύο προηγούμενες· και που σαν άνθρωποι τρεπτοί δεν ξέρουν και δεν μπορούν να προσδιορίσουν, επειδή είναι τρεπτοί, σε ποιά κατάσταση ευρίσκονται την κάθε στιγμή! Και η κατάσταση αυτή. ενώ είναι τόσο κοντά μας, και τόσο δικαιολογημένη, είναι ταυτόχρονα για τον κάθε άνθρωπο, και μεγαλείο και αθλιότητα· και προβαθμίδα αναβάσεων, και πρόθυρο πτώσης και αλλοτρίωσης.

      Στην τάξη και κατάσταση αυτή, υπάγονται οι πιστοί, για τους οποίους μιλάνε οι Πράξεις των αγίων Αποστόλων (κεφ. 11, στίχ. 19-26). Εκεί βλέπουμε, ότι μετά την θλίψη για το λιθοβολισμό του αγίου πρωτομάρτυρα Στεφάνου, πολλοί Χριστιανοί σκόρπισαν και σκορπίστηκαν. Δηλαδή είχαν υποστεί πνευματική αλλοίωση και καθίζηση. Και οι άγιοι απόστολοι έστειλαν, κυριολεκτικά «στους δρόμους», τον άγιο απόστολο Βαρνάβα, άνδρα αγαθό, να βρει τους σκορπισμένους, να τους περιμαζέψει, να μην τους αφήσει να χαθούν για την βασιλεία του Χριστού. Και ο Βαρνάβας τους εύρισκε, και παρακαλούσε αυτούς «τη προθέσει της καρδίας προσμένειν τω Κυρίω» (Πράξ. 11, 23) δηλαδή να φροντίσουν να τοποθετηθούν έλλογα και πνευματικά σωστά· να μην αφήνουν τους εαυτούς τους να παραλύουν από φόβους και δύσκολες καταστάσεις· αλλά να παραμένουν πιστοί στον Κύριο.

     Με άλλα λόγια, εδώ χωράει, και μια τρίτη εκδοχή. Όπου ο Θεός παρεμβαίνει, αίρεται κάθε άλλη λογική. Και ο Θεός δεν πάει ποτέ στην άκρη. Είναι πάντοτε στο κέντρο. Είναι πάντα το κέντρο.

Συμπέρασμα:

    Έχουμε λοιπόν χρέος να βλέπουμε όλους τους αδελφούς, και πρώτα και κύρια τον εαυτό μας, στην κατάσταση αυτή. Και η Παναγία και ο τίμιος Πρόδρομος ήταν άνθρωποι τρεπτοί, Και «ηδύναντο τραπηναι». Ήταν και δυνατό, και εύκολο, να «χαλάσουν»! Δεν «εχάλασαν», δεν ετράπησαν, διότι παρέμειναν πάντα «τη προθέσει της καρδίας» σωστοί: στερεοί, ακλόνητοι, αμετακίνητοι.

     Όσοι προσμένουν, γίνονται τέλειοι και άγιοι. Εμείς όμως δεν μπορούμε να το πούμε αυτό: Ούτε για άλλον, (αφού δεν ξέρουμε τι έχει μέσα του). Ούτε για τον εαυτό μας, (αφού μπορεί, όχι μόνο να πέσουμε, αλλά ακόμη και να καταντήσουμε δαιμονιώδεις)!

 

Β. Τί είναι η χάρη

 

     Η χάρη είναι ένας παράγων έξω από εμάς: είναι μία ενέργεια του Θεού, δική Του, εντελώς δική Του, άκτιστη, που ενεργεί επάνω μας σε βαθμό ασύλληπτα μεγάλο· σε βαθμό πρωταρχικής σημασίας.

    «Πηγαίνουμε» να κοινωνήσουμε. Εκεί, λίγο πριν ανοίξουμε το στόμα μας, να δεχθούμε μέσα μας το άγιο Σώμα και το τίμιο Αίμα του Χριστού, λέμε με κατάνυξη:

– Προσέρχομαι. Κύριε, «ως ο ληστής, ως ο τελώνης, ως η πόρνη». Με τα λόγια αυτά θέλουμε να πούμε: Όχι απλά, δεν είμαι «άξιος», αλλά, αισθάνομαι ανάξιος. Αισθάνομαι τόσο άσχημα για τον εαυτό μου, που τον παραλληλίζω με τον ληστή, με τον τελώνη και με την πόρνη. Και διακηρύττω, ότι δεν έχω επάνω μου καλό τίποτε άλλο, παρά μόνο λίγη μετάνοια· λίγη επίγνωση· και την ομολογία μου, ότι Ζωή είναι ο Χριστός· και την πρόθεσή μου, να περπατάω πηγαίνοντας όλο και πιο κοντά στον Χριστό.

      Και ότι την δύναμη να το κάνω, την παίρνω από τον Χριστό· και την οφείλω στον Χριστό.

Για να πας κοντά στον Χριστό, και να αποκτήσεις μετάνοια πρέπει, πρώτα να φιλοτιμηθείς να βλέπεις, τον εαυτό σου και όλα τα γύρω από τον εαυτό σου, σωστά· και να φιλοτιμηθείς, να τα βλέπεις με το φως του Χριστού, χριστοκεντρικά. Με άλλα λόγια πρέπει να φροντίσεις, να κάμεις κέντρο της ζωής σου τον Χριστό, «δι’ ου και τον Πατέρα εγνώκαμεν». Αφού, αυτή η πρόθεση, αυτή η «φιλοτιμία», είναι η μετάνοια· που μου υπαγορεύει, να αφήνω στην άκρη τα έργα, που με δένουν με τον εαυτό μου, με τήν σάρκα μου, με τα συναισθήματά μου, με το εγώ μου, και γενικά με τη φύση μου.

     Όποιος, βλέπει τον κόσμο, τον εαυτό του, την ζωή του, την φύση του, ανθρωποκεντρικά· με κέντρο, όχι τον Χριστό, και την αιώνια ζωή, άλλα τον εαυτό του, είναι ολόκληρος, στο σύνολο του, μια πλήρης αποτυχία. Και γι’ αυτό το χρέος του και το συμφέρον του είναι, (σε δεύτερο πλάνο) όλα αυτά που συγκροτούν την ζωή του σαρκικού ανθρώπου, να τα διαγράψει από το οπτικό του πεδίο. Και να φροντίσει να γίνει «άπαξ» μέτοχος του Χριστού και της χάρης Του. Το άπαξ αυτό σημαίνει: όσο το δυνατό πιο γρήγορα. Χωρίς αναβολές και αργοπορίες· με όποιο τρόπο και αν είναι.

     Και άπαξ μέτοχος της χάρης του Χριστού γίνεται ο άνθρωπος, όχι όταν τρίζει τα δόντια του, όχι αν σφίγγει την γροθιά του, όχι αν σφίγγει το ζωνάρι του. -αλλά όταν την ζητάει από τον Θεό. με τον κατά Θεόν νόμιμο τρόπο. ΜΕ ΤΑΠΕΙΝΩΣΗ και με ΥΠΑΚΟΗ.

 

(Μητροπολίτου Νικοπόλεως Μελετίου, «Κρίση και καθίζηση, θα υπάρξη ανάκαμψη;», Εκδ. Ι. Μ. Νικοπόλεως, σ.37-42).

 

Πηγή : http://fdathanasiou.wordpress.com/2012/01/08/%CF%86%CF%8D%CF%83%CE%B7-%CE%BA%CE%B1%CE%B9-%CF%87%CE%AC%CF%81%CE%B7-%CE%BC%CE%B7%CF%84%CF%81-%CE%BD%CE%B9%CE%BA%CE%BF%CF%80%CF%8C%CE%BB%CE%B5%CF%89%CF%82-%CE%BC%CE%B5%CE%BB%CE%B5%CF%84%CE%AF%CE%BF/