Επιστήμες, Τέχνες & Πολιτισμός

Έρευνα συνδέει την καθιστική ζωή με τον καρκίνο

4 Νοεμβρίου 2011

Έρευνα συνδέει την καθιστική ζωή με τον καρκίνο

Νέα σημαντική έρευνα υποδεικνύει ότι υπάρχει ισχυρή σχέση μεταξύ της καθιστικής ζωής και του καρκίνου.

Η αναλυτική έρευνα που παρουσιάστηκε στο συνέδριο του Αμερικανικού Ινστιτούτου για την έρευνα στον καρκίνο, στην Ουάσιγκτον, ανακάλυψε 92.000 περιστατικά το χρόνο, καρκίνου μαστού και παχέος εντέρου, που μπορούν να αποδοθούν στην καθιστική ζωή.

Η έρευνα βασίστηκε σε ανάλυση 200 ερευνών παγκοσμίως. Οι ερευνητές ανακάλυψαν γενικά ότι η έλλειψη φυσικής δραστηριότητας αυξάνει τον κίνδυνο καρκίνου και μπορεί ενδεχομένως να είναι αιτία περισσότερων των 90.000 νέων περιστατικών, ιδιαίτερα 43.000 νέων περιστατικών καρκίνου του παχέος εντέρου και 49.000 περιστατικών καρκίνου του μαστού.

Ο Neville Owen, του Australia’s Baker IDI Heart and Diabetes Institute, δήλωσε ότι είναι πολύ πιθανό όσο περισσότερο κάθεται κανείς τόσο να αυξάνεται ο κίνδυνος.

Τώρα ειδικοί συνιστούν  να ασκείστε τακτικά και να αποφεύγετε τις παρατεταμένες περιόδους καθιστικής ζωής.

Η καθιστική ζωή έχει συνδεθεί με αύξηση της φλεγμονής και άλλους δείκτες κινδύνου για καρκίνο. Πιο πρόσφατα, και η παρατεταμένη περίοδος αδράνειας.

Η Alice Bender, δηλωσε ότι πρέπει να εστιάσουμε στην εύρεση χρόνου για τακτική άσκηση με ταυτόχρονη μείωση του χρόνου που καθόμαστε. Οι άνθρωποι πρέπει να βρουν χρόνο για διάλειμμα, που ισοδυναμεί με την πρόληψη του κακρίνου.

Το American Institute for Cancer Research συνιστά τώρα οι ενήλικες Αμερικανοί που κάθονται το μεγαλύτερο διάστημα της ημέρας να κάνουν κάθε ώρα διάλειμμα δραστηριότητας ενός ή 2 λεπτών.

Ο χρόνος που παραμένουμε καθισμένοι προκύπτει ως ισχυρός υποψήφιος παράγοντας κινδύνου για καρκίνο, δήλωσε ο Owen. Η σχέση δεν είναι εξαρτητική, δήλωσε, με το βάρος ή το επίπεδο άσκησης που κάνει κάποιος.

Στην έρευνα, μέτρησε την περίμετρο μέσης, τη φλεγμονή και άλλους δείκτες καρδιακής νόσου και κινδύνου για καρκίνο. Ανακοίνωσε ότι ακόμα και διαλείμματα ενός λεπτού μπορούν να μειώσουν τους συγκεκριμένους δείκτες.

Η έρευνα δημοσιεύεται στο περιοδικό ‘ European Heart Journal’.

πηγή: ιατροnet