Ο Γάμος, το Μυστήριο της Αγάπης
5 Σεπτεμβρίου 2011
(+) Πρωτοπρεσβύτερος Μιχαήλ Καρδαμάκης
«Ουκ έστιν τούτο ανθρώπινον, αλλ’ ο Θεός τους έρωτας τούτους εγκατέσπειρε» (Ι. Χρυσόστομος)
Χωρίς την αγάπη όλα μένουν μετέωρα και ατελείωτα. Η αγάπη είναι ο «σύνδεσμος της τελειότητας» (Κολ. 3,14), το πρώτο και έσχατο μέτρο και κριτήριο των προσώπων, των γεγονότων και των πραγμάτων. Η ζωή θα μπορούσε να ονομάζεται αγάπη και η αγάπη ζωή. «Ο σκοπός σου είναι η ζωή και η ζωή σου είναι η αγάπη, δηλαδή ο κάθε άλλος». Ο άλλος δεν είναι η κόλασή μου, αλλά ο παράδεισός μου. Γίνεται η κόλασή μου, όταν δεν γίνομαι παράδεισός του. «Όσο απομακρυνόμαστε μεταξύ μας, τόσο απομακρυνόμαστε και από τον Θεό… και όσο ενωνόμαστε με τον πλησίον, τόσο ενωνόμαστε με το Θεό» (Αββάς Δωρόθεος). Τον Θεό «δεν μπορείς να τον συναντήσεις παρά μόνο μέσα στην αγάπη για τον άλλον, που φτάνει μέχρι το να κάνεις δικό σου τον πόνο του, γιατί, αν ο Θεός είναι αγάπη, δεν μπορεί να ζει παρά μέσα στην κατάσταση της αγάπης για τον άλλο». Η αγάπη είναι «η καθ’ υπερβολήν οδός» (Α’ Κορ. 12,31 13,1 εξ), στην οποία πρέπει να εκφραστεί η χριστιανική ζωή, η ευαγγελική τελειότητα: Αν θέλεις να σώσεις τη ζωή σου πρέπει να τη χάσεις. Στην πραγματικά ελεύθερη αγάπη δεν εκδηλώνουμε απλώς αισθήματα και δεν πολυπραγμονούμε. Ακολουθούμε τον δρόμο της κενώσεως και του σταυρού, της παραιτήσεώς μας από τις απαιτήσεις της ατομικής ζωής και της προσλήψεως των απαιτήσεων της ζωής των άλλων.
Είναι από τα ευαγγελικά παράδοξα να είμαστε πληρωμένοι στην κένωσή μας, δοξασμένοι στο σταυρό μας, αυξημένοι στην ελάττωσή μας, πλούσιοι στην φτώχεια μας, δυνατοί στην ασθένειά μας. Αυτός είναι ο πνευματικός νόμος, ο νόμος της αγάπης, που χαρίζεται σα νόμος των τελείων, νόμος της ελευθερίας. Γιατί μόνο η αγάπη είναι η μόνη δυνατή ελευθερία, η αληθινά ελεύθερη ελευθερία. Είναι η ζωή που «αρχίζει όταν προτιμάμε τον άλλο από τον εαυτό μας, όταν δεχόμαστε τη διαφορά του και την απαράγραπτη ελευθερία του». Αυτή είναι η υπερβολή της αγάπης που νικά την ένδεια και τον φόβο, την αμφιβολία και την αβεβαιότητα, την εγωκεντρική πίεση και τη μοναξιά, την αδυναμία και τους περιορισμούς, τη δουλεία και την αλλοτρίωση, την κόλαση και το θάνατο. Είναι η παντοδυναμία που κάνει πραγματικά δυνατή τη ζωή αυτού εδώ του κόσμου και αποκαλύπτει την ποιοτική διάσταση του μέλλοντα αιώνα, όταν βέβαια η αγάπη παραμένει «πηγή πυρός» (Ιωάννης της Κλίμακος) και όταν το γεγονός της αγάπης «φλογός μιμείται δρόμον» (Ι. Χρυσόστομος). Κι όμως «διά το πληθυνθήναι την ανομίαν ψυχήσεται η αγάπη των πολλών» (Ματθ. 24,12).
Ο γάμος χαρακτηρίστηκε σαν ένα μυστήριο, σαν το κατεξοχήν μυστήριο της αγάπης, γιατί η αγάπη συνιστά την καρδιά του μυστηριακού χαρακτήρα του και μόνο η αγάπη υπερβαίνει κάθε ανθρώπινο μέτρο και κριτήριο και εισέρχεται με την ελευθερία και τη χάρη στο χώρο του μυστηρίου. Το πραγματικό μυστήριο συνδέεται με την αγάπη και μόνο σ’ αυτόν το σύνδεσμο ο γάμος αποφεύγει την έκπτωσή του από πραγματικό σε συμβολικό μυστήριο, σε τυπική ιεροτελεστία, γι’ αυτό και η ανανέωση του γάμου σήμερα είναι δυνατή στα όρια του μυστηρίου και όχι του νόμου. Κάθε μυστήριο είναι τόπος και τρόπος συνεργίας χάρης και ελευθερίας, δυνατότητα θεανθρώπινης κοινωνίας και αγάπης. Και τούτο επειδή η σωτηρία που ενεργούν και χαρίζουν τα μυστήρια, είναι σωτηρία μέσα στην αγάπη και με την αγάπη και όχι ανταπόδοση της θείας δικαιοσύνης στα αξιόμισθα έργα μας. Μας σώζει το έλεος του Θεού, που είναι μέγα για όλο τον κόσμο, άγνωστο βέβαια σ’ εκείνους που επιδιώκουν την ατομική τους δικαίωση ή αυτοδικαίωση, την ατομική τους σωτηρία ή αυτοσωτηρία. Γιατί δεν υπάρχει ατομική σωτηρία όπως και ατομική αμαρτία, αλλά σωτηρία με τους άλλους και για τους άλλους. Το μυστήριο της σωτηρίας μας, που παρατείνεται στις μυστηριακές πράξεις της Εκκλησίας μας, είναι η πραγμάτωση της μιας και μόνης αγάπης, εκείνης δηλαδή που εκφράζεται στο καθολικό, θεανθρώπινο επίπεδο. Σωτηρία μου δεν είναι τα έργα μου αλλά ο Θεός μου, μια δωρεά, ένα όραμα καθολικό που πρέπει να μοιραστώ με τους αδελφούς μου, μια βεβαιότητα, μια εμπειρία, που πρέπει να εκφραστεί στην αγάπη και και με την αγάπη στον πλησίον μου. Μη ξεχνάμε πως, όταν καλούμαστε να μιμηθούμε το Θεό και Κύριό μας, καλούμαστε να τον μιμηθούμε στην αγάπη και το έλεός του και μάλιστα στους αμαρτωλούς. Η σωτηρία έρχεται από την αγάπη και γνωρίζεται στην αγάπη. Γίνεται τρόπος ζωής, ήθος, η αγάπη και το έλεος, με τα οποία πραγματοποιούμε το «καθ’ ομοίωσιν».
Ο γάμος δεν είναι συμβατική ένωση και νομική συμβίωση των δύο φύλων ή δύο ατόμων, όπου καθένα προβάλλει και διεκδικεί τα δικά του ή τα θέλει και τα κάνει όλα δικά του. Δεν παύει, δυστυχώς, αυτή η συμβατικότητα και ατομικότητα να διέπει και να σφραγίζει το γάμο των ανθρώπων, ώστε ο γάμος αυτός να μεταβάλλεται σε πεδίο αντιδικιών και ερίδων, εχθρότητας και τυραννικής συμβιώσεως, όπου ο καθένας ζει τη δική του ζωή και απαίτηση και γίνεται θρασύς και κυνικός στην ανεξαρτησία του. Να γιατί ο γάμος βρίσκεται συνήθως κοντά στο διαζύγιο ή γιατί μιλούμε περισσότερο για το διαζύγιο παρά για το γάμο. Επειδή το διαζύγιο τρέφεται με τις αντιδικίες και τις διεκδικήσεις των φύλων, με την αυθαιρεσία και το «ασυμβίβαστο χαρακτήρων» των ατόμων. Το διαζύγιο δεν είναι παρά ο θρίαμβος του ατομισμού και των αυθαίρετων επιθυμιών μας, η υπόκυψηι στον πειρασμό της ανεξαρτησίας και της ατομικής ζωής. Δεν είναι παρά ο καρπός της πονηριάς να επιβληθούμε τυραννικά στον άνδρα ή στη γυναίκα μας, ή της αδυναμίας να πραγματοποιήσουμε στο πρόσωπό μας την κατεξοχήν κλήση που είναι η αγάπη. Το διαζύγιο γελοιοποιείται στις δικαιολογίες-λογική του και γελοιοποιεί και τη σοβαρότητα-εντιμότητα των ανθρώπων. Γιατί μαρτυρεί την άρνησή μας να κατανοήσουμε τον άλλο σε κάθε περίσταση και να μοιραστούμε μ’ αυτόν όλη τη ζωή μας. Ή γιατί διαστρέφει το νόημα του γάμου, που επιτέλους δεν είναι κάποια ευτυχισμένη περιπέτεια ή μέθη των σεξουαλικών παιχνιδιών, αλλά ενσάρκωση του δυσκολότερου έργου και της μεγαλύτερης τέχνης: Να ζεις μαζί με τον άλλο, να ζεις σ’ αυτόν κι αυτός σ’ εσένα, που δεν είναι παρά το έργο και η τέχνη της αγάπης. Μόνο το μυστήριο της αγάπης μπορεί πέρα και πάνω από τα ανθρώπινα δεδομένα και κριτήρια να συνάπτει σε κοινωνία ζωής δύο άγνωστα πρόσωπα και να ανεβάζει τη συζυγική σχέση στο επίπεδο μιας νέας οικειότητας και ενότητας, πέρα και πάνω από κάθε ανθρώπινη φιλία και συγγένεια.
Μόνο η γρηγορούσα και εφευρετική αγάπη μπορεί να θεραπεύει τις αδυναμίες και τις ελλείψεις, τα πάθη και τα λάθη και να βρίσκει μια διέξοδο στο αδιέξοδο των ατομικών σκοπιμοτήτων και σχεδίων, της διαψεύσεως και της απογνώσεως, που συνήθως ακολουθούν τα σεξουαλικά και ερωτικά πράγματα. Μόνο αυτή η αγάπη μπορεί να μας θυμίζει την ευθύνη μας και να μας γνωρίζει μια μέθοδο για να διαλεγόμαστε και να κοινωνούμε με τον άνδρα ή τη γυναίκα μας, με την ίδια διάθεση και άνεση που διαλεγόμαστε και κοινωνούμε μ’ έναν άλλον άνδρα ή μια άλλη γυναίκα. Και μόνο αυτή η αγάπη μπορεί ακόμη να υπερβαίνει το μοναδικό λόγο διαζυγίου, τη μοιχεία, που συνιστά προσβολή ή απουσία της αγάπης των συγκεκριμένων προσώπων κι είναι για τούτο η μεγαλύτερη αμαρτία. Όπου δεν υπάρχει αγάπη, εκεί δεν υπάρχει γάμος ή υπάρχει η υποκρισία και ο δρόμος του διαζυγίου. Μόνο «η αγάπη ανοικοδομεί και δίνει το να κολλήσει ο ένας με τον άλλο, να συμπαγεί και συναρμοστεί» (Ι. Χρυσόστομος). Κάνει δηλαδή δυνατή τη σύναψη ανάμεσα στον άνδρα και τη γυναίκα μιας μοναδικής και διαρκούς γαμικής κοινωνίας, μιας συζυγίας και συμψυχίας που εκφράζει την ελπίδα της αιώνιας ζωής και εκφράζεται μ’ όλους τους τρόπους της καθημερινής ζωής.
Συνεχίζεται…