Εγώ είμαι ο Κύριος…
1 Σεπτεμβρίου 2011
Εάν πορεύεσθε σύμφωνα με τα προστάγματά μου, εάν φυλάττετε και εφαρμόζετε τας εντολάς μου, εγώ θα δώσω στον κατάλληλον καιρόν την βροχήν και η γη θα αποδώση τα γεννήματά της και τα καρποφόρα δένδρα των πεδιάδων θα δώσουν τους καρπούς των.
Η γη θα καρποφορή πλουσίως, ώστε το αλώνισμα των σιτηρών, πλούσιον καθώς θα είναι, θα διαρκή μέχρι του τρυγητού των αμπέλων και το τρύγημα των σταφυλών θα διαρκή έως την εποχήν της νέας σποράς. Θα φάγετε πλούσια τα αγαθά της γης, θα χορτάσετε από αυτά, θα κατοικήτε ασφαλείς εις την χώραν σας και πόλεμος δεν θα πέραση από αυτήν.
Θα δώσω ειρήνην εις την χώραν σας, θα κοιμάσθε ήσυχοι και δεν θα υπάρχη κανείς, που να σας εκφοβίζη. Θα καταστρέψω τα άγρια και αιμοβόρα θηρία από την χώραν σας· θα καταδιώξετε και θα κατανικήσετε τους εχθρούς σας και θα τους ίδετε να πίπτουν φονευμένοι ενώπιόν σας.
Πέντε από σας θα καταδιώκουν εκατόν εχθρούς και εκατόν από σας θα καταδιώκουν αναριθμήτους εχθρούς· και οι εχθροί σας θα πίπτουν εν στόματι μαχαίρας νεκροί ενώπιόν σας.
Εγώ θα επιβλέψω εις σας με στοργήν και ευμένειαν. Θα σας πληθύνω εις λαόν πολύν και θα κρατήσω και θα εκπληρώσω την υπόσχεσίν μου προς σας.
Θα έχετε υπερπαραγωγήν αγαθών, ώστε να τρώγετε παλαιά και παλαιότερα προϊόντα της γης. Θα ρίπτετε έξω από τας αποθήκας σας παλαιά γεννήματα, δια να γεμίζετε αυτάς με τα πλούσια εισοδήματα νέας συγκομιδής.
Θα στήσω την Σκηνήν μου και το κατοικητήριόν μου ανά μέσον σας και δεν θα σας αηδιάση η ψυχή μου.
Θα περιπατώ εν μέσω υμών. Θα είμαι ο Θεός σας και σεις θα είσθε ο λαός μου.
Εγώ είμαι Κυριος ο Θεός σας, ο οποίος, όταν ήσθε δούλοι εις την Αίγυπτον, σας έβγαλα από εκεί ελευθέρους και συνέτριψα τον ζυγόν της δουλείας σας και σας οδήγησα με δύναμιν εις την γην της επαγγελίας.
Εάν όμως δεν με υπακούσετε και δεν εφαρμόσετε αυτάς τας εντολάς μου, αλλά παρακούσετε και παραβήτε αυτάς, αποστραφή δε και αηδιάση η ψυχή σας τας αποφάσεις μου, ώστε με την παρακοήν σας αυτήν να διαλύσετε την συμφωνίαν μου,
και εγώ θα κάμω το ίδιο προς σας θα παραμερίσω την υπόσχεσιν, που σας έχω δώσει, και θα αποστείλω εναντίον σας φτώχειαν και ψώραν και ίκτερον, που εξασθενίζει τους οφθαλμούς σας και λυώνει την ζωήν σας. Θα σπείρετε εις τα χαμένα τους σπόρους σας και τα προϊόντα των αγρών σας θα τα τρώγουν οι εχθροί σας.
Θα στρέψω ωργισμένον το πρόσωπόν μου εναντίον σας και θα πέσετε νικημένοι ενώπιον των εχθρών σας και αυτοί, που σας μισούν, θα σας καταδιώκουν. Θα ελθουν δε και περιστάσεις, κατά τας οποίας πανικόβλητοι θα φύγετε, χωρίς κανείς να σας καταδιώκη.
Και εάν, παρ’ όλας τας τιμωρίας αυτάς, δεν μετανοήσετε και δεν με υπακούσετε, θα προσθέσω νέας και θα σας τιμωρήσω επτά φοράς περισσότερον δια τας αμαρτίας σας.
Θα συντρίψω την αλαζονείαν της υπερηφανείας σας και δεν θα στείλω βροχάς, ώστε ο ουρανός να φαίνεται σαν σίδηρος και η γη από την ξηρασίαν σαν χαλκός.
Η δύναμίς σας και οι κόποι σας θα είναι επί ματαίω. Η γη δεν θα δώση ούτε τον σπόρον, που ερρίψατε εις αυτήν, και τα καρποφόρα δένδρα των αγρών σας δεν θα φέρουν καρπούς.
Και εάν παρ’ όλα αυτά εξακολουθήτε να ζήτε αμετανόητοι και να φέρεσθε με δολιότητα απέναντι, μου και δεν θελήσετε να υπακούσετε εις τας εντολάς μου, εγώ θα επιφέρω εναντίον σας και άλλας πολλάς τιμωρίας, σύμφωνα με τας αμαρτίας που θα διαπράττετε.
Θα εξαπολύσω εναντίον σας τα άγρια θηρία της γης, τα οποία και σας θα κατασπαράξουν και τα ζώα σας θα καταστρέψουν· και έτσι θα σας κάμω ολιγοστούς εις την χώραν σας και θα μείνουν έρημοι από ανθρώπους οι δρόμοι σας.
Και αν πάλιν με αυτά δεν παιδαγωγηθήτε και δεν αλλάξετε ζωήν, αλλά εξακολουθήτε να φέρεσθε με υποκρισίαν και πονηρίαν απέναντί μου, θα φερθώ και εγώ απέναντί σας με θυμόν αιφνίδιον και θα σας τιμωρήσω πολλαπλασίως δια τας αμαρτίας σας.
Θα φέρω εναντίον σας εκδικητικήν των εχθρών σας την μάχαιραν, η οποία θα σας τιμωρήση δια την καταπάτησιν της διαθήκης μου. Και δια τον φόρον της σφαγής σας θα καταφύγετε από την ύπαιθρον εις τας πόλεις. Αλλά και εκεί δεν θα είσθε ασφαλείς· θα αποστείλω εναντίον σας θάνατον και θα παραδοθήτε εις τας χείρας των εχθρών σας.
Οταν θα σας τιμωρήσω με έλλειψιν άρτων, δέκα γυναίκες, διότι δεν θα υπάρχουν άλευρα ικανά, θα ψήνουν τους ολίγους άρτους σας εις ένα μόνον κλίβανον. Θα σας δίδουν το ψωμί με το ζύγι και δεν θα χορταίνετε.
Εάν δε παρ’ όλα αυτά και πάλιν δεν υπακούσετε εις εμέ, αλλά πορεύεσθε εις δρόμους πλαγίους, που απομακρύνουν από εμέ, και εγώ θα φερθώ απέναντί σας με θυμόν που δεν περιμένετε, και θα σας τιμωρήσω σκληρότερον ανάλογα με τας αμαρτίας σας.
Τοση δε θα είναι η πείνα σας και η αλλοφροσύνη σας, ώστε θα φάγετε τας σάρκας των υιών σας και τας σάρκας των θυγατέρων σας.
Θα κάμω ερήμους εγώ τας ειδωλολατρικάς σας στήλας, θα εξολοθρεύσω τα ξύλινα χειροποίητα αγάλματά σας και θα απορρίψω τα μέλη του σώματός σας επάνω εις τα συντρίμματα των ειδώλων σας, θα σας αποστραφή και θα σας αηδιάση η ψυχή μου.
Θα καταστήσω τας πόλεις σας ερήμους, έρημα θα κάμω τα άγια μέρη της Σκηνής του Μαρτυρίου και δεν θα οσφρανθώ πλέον την οσμήν των θυσιών σας.
Θα καταστήσω εγώ έρημον την χώραν σας, ώστε και αυτοί ακόμη οι εχθροί σας, οι οποίοι θα την κατοικήσουν, να μένουν κατάπληκτοι.
Θα σας διασκορπίσω εις τα διάφορα έθνη και εκεί θα σας εξολοθρεύση εναντίον σας επερχομένη μάχαιρα. Η χώρα σας θα ερημωθή από κατοίκους και αι πόλεις σας θα μείνουν έρημοι και ακατοίκητοι.
Τοτε που σεις θα έχετε απαχθή ως δούλοι εις τα διάφορα έθνη, η ερημωμένη χώρα σας θα χαρή την αργίαν των σαββάτων, τότε η γη θα αναπαυθή και θα χαρή τον σαββατισμόν της αγραναπαύσεώς της, διότι δεν θα ζήτε πλέον σεις εκεί, δια να καταλύετε την αργίαν του Σαββάτου και την αγρανάπαυσιν του έτους της αφέσεως.
Καθ’ όλον το διάστημα της ερημώσεώς της η χώρα σας θα αναπαυθή και θα έχη σάββατα, δι’ όσα σάββατα δεν ανεπαύθη, όταν σεις εμένατε εις αυτήν και με την εργασίαν σας εβεβηλώνατε τα σάββατα.
Οσοι απολειφθούν από την σφαγήν και τον θάνατον θα γίνουν δούλοι, θα έχουν δουλικόν και περί φόβον φρόνημα εις την χώραν των εχθρών των. Το ελαφρόν θρόϊσμα του φύλλου, που παρασύρεται από τον άνεμον. Θα τους τρομάζη και θα τους τρέπη εις φυγήν. Θα φεύγουν πανικόβλητοι ωσάν εις επιδρομήν εχθρών και θα πίπτουν χωρίς κανείς να τους καταδιώκη.
Θα αδιαφορήση ο αδελφός δια τον αδελφόν του, όπως εις καιρόν μάχης· και ενώ κανείς δεν θα σας καταδιώκη, σεις δεν θα έχετε ψυχικόν σθένος να αντισταθήτε στους εχθρούς σας.
Θα αποθάνετε ως ξένοι και δούλοι ανάμεσα στους ειδωλολατρικούς λαούς και η ξένη γη, η γη των εχθρών σας, θα σας καταφάγη.
Και όσοι από σας απολειφθούν, θα καταστραφούν δια τας ιδικάς των αμαρτίας και δια τας αμαρτίας των πατέρων των (τας οποίας και αυτοί θα έχουν υιοθετήσει) και θα λυώσουν αιχμάλωτοι εις την χώραν των εχθρών των.
Και τότε συντετριμμένοι από το βάρος της ενοχής των θα εξομολογηθούν εν μετανοία τας ιδικάς των αμαρτίας και τας των πατέρων των, θα ομολογήσουν ότι παρέβησαν τας εντολάς μου, ότι δεν με ελογάριασαν ως Θεόν των και ότι επορεύθησαν δολίως εναντίον μου.
Θα αναγνωρίσουν ότι και εγώ εξ αιτίας των εφέρθην προς αυτούς με θυμόν και αγανάκτησιν και κατέστρεψα αυτούς εις την χώραν των εχθρών των. Τοτε η σκληρά των καρδιά θα συγκινηθή και θα εντραπή, θα κατανοήσουν και θα αισθανθούν το βάρος των αμαρτιών των.
Και εγώ θα ενθυμηθώ την υπόσχεσιν, την οποίαν έδωσα στον Ιακώβ, στον Ισαάκ και στον Αβραάμ· και την χώραν θα ενθυμηθώ.
Θα ενθυμηθώ ότι η γη Χαναάν εγκατελείφθη από σας τους Ισραηλίτας. Και καθώς έμεινεν έρημος και ακατοίκητος έλαβεν όλα τα σάββατά της, τας αργίας και αναπαύσεις της, δια την ερήμωσίν της εξ αιτίας των κατοίκων της. Και αυτοί οι ίδιοι έλαβον τιμωρίας κατά τας ανομίας αυτών, διότι κατεφρόνησαν τας εντολάς μου, εδυσφόρησαν και εβαρύνθησαν τα προστάγματά μου με όλην των την ψυχήν.
Εγώ, και όταν ακόμη αυτοί ευρίσκοντο δούλοι εις την χώραν των εχθρών των, δεν τους κατεφρόνησα, δεν τους απεστράφην, ούτε ηγανάκτησα εναντίον των, ώστε να τους καταστρέψω και να διαλύσω την διαθήκην μου, την οποίαν έκαμα με αυτούς. Διότι εγώ είμαι ο Κυριος και Θεός των.
Θα ενθυμηθώ την υπόσχεσιν, που τους είχα δώσει προηγουμένως, όταν ελευθέρους τους είχα βγάλει από την γην της Αιγύπτου, από τον τόπον εκείνον της δουλείας, ενώπιον των ειδωλολατρικών εθνών, ότι θα είμαι ο Θεός των. Εγώ είμαι ο Κυριος.
Αυταί είναι αι κρίσεις μου και αι εντολαί μου και ο νόμος, τον οποίον έδωκεν ο Κυριος μεταξύ αυτού και των Ισραηλιτών στο όρος Σινά δια μέσου του Μωϋσέως”.
Λευιτικόν 26, 3-46