Ισαάκ-Σολωμού: Αθάνατα και άξια τέκνα του Έθνους
11 Αυγούστου 2011
Μέθυσαν μια φεγγαρόφωτη βραδιά οι δύο νέοι με το αθάνατο κρασί του ’21, ατένισαν κατάματα τον Αθάνασιο Διάκο, συνομίλησαν με τους τέσσερις του Αχυρώνα, χαμογέλασαν φιλικά στους Μαραθωνομάχους
Με έντονα και διάχυτα αισθήματα πατριωτικού ρίγους, εθνικής υπερηφάνειας και αγωνιστικού δέους, η σκέψη φτερουγίζει τούτες τις μέρες επιτακτικά και μονοδρομικά, συγκινησιακά και αδιάκοπα στους δύο σύγχρονους Νεομάρτυρες της κυπριακής ρωμέικης εποποιίας του ατελεύτητου πάνθεου των Ακριτών του Έθνους, τον Τάσο Ισαάκ και τον Σολωμό Σολωμού.
Αυτά τα λυγερόκορμα παλληκάρια με την εφηβική κορμοστασιά του αγωνιστή λεβεντονιού και συνάμα με την αθώα και τρυφερή καρδιά του Ελληνορθόδοξου νέου. Τούτους τους ανυπότακτους μαχητές της εθνικής αξιοπρέπειας και του δικαίoυ, που πότισαν με το άλικο αίμα τους το πλατύφυλλο δεντρί της γαλανομάτας θεάς Λευτεριάς.
Τα ανδρεία παλληκάρια του ηρωοτόκου Δήμου του Παραλιμνίου, που έφτυσαν κατάμουτρα τα σιδερόφραχτα συρματομπλέγματα του στρατοκράτη κατακτητή, διατρανώνοντας αγέρωχα και γενναία την αδιαπραγμάτευτη απόφαση και την απερίφραστη θέληση τούτης της νοτιοανατολικότερης εσχατιάς του Γένους, για Λευτεριά και Δικαίωση.
Η μνήμη τριγυρίζει στα χώματα εκείνα που δέχτηκαν στα σπλάχνα τους το αίμα των δύο αετών και μαχητών της πατρίδας και του Γένους, εκεί κάτω στη σκλαβωμένη γη της δήθεν «νεκράς» ζώνης, μεταξύ της ακριτικής Δερύνειας και της βασιλεύουσας της Αμμοχώστου. Τότε που ο Τάσος και ο Σολωμός, αψηφώντας παράτολμα τις οπλισμένες ορδές του Αττίλα και τα στίφη των Γκρίζων Λύκων, προέταξαν με σθένος και αποφασιστικότητα τη νεανικότητα, την εφηβεία, τη μαχητικότητα και τον αυθορμητισμό των γνήσιων απογόνων του Μεγάλου Αλεξάνδρου, του Λεωνίδα, του Κολοκοτρώνη, του Παύλου Μελά, του Διγενή και του Aυξεντίου.
Μέθυσαν μια φεγγαρόφωτη βραδιά οι δύο νέοι με το αθάνατο κρασί του ’21, ατένισαν κατάματα τον Αθάνασιο Διάκο, συνομίλησαν με τους τέσσερις του Αχυρώνα, χαμογέλασαν φιλικά στους Μαραθωνομάχους, έσφιξαν εγκάρδια τα χέρια με τον άγνωστο στρατιώτη της Πίνδου και προχώρησαν ακάθεκτα. Ζώστηκαν με σιγουριά την κουμπούρα, χούφτωσαν το γιαταγάνι και έσφιξαν στο χέρι τους το μπαρουτοκαπνισμένο καριοφίλι. Σιγοψιθύρισαν τα δημοτικά τραγούδια της κλεφτoυριάς και των αρματωλών για το Μοριά και τη Ρούμελη, ύψωσαν στεντόρεια τη φωνή τους στο Θούρειο του Ρήγα Φεραίου και ζητωκραύγασαν την «Ανηφοριά» του Ευαγόρα Παλληκαρίδη.
Προσευχήθηκαν στον Ύψιστο Παντοδύναμο, ζήτησαν εμψύχωση και δύναμη για το αποτόλμημά τους, πήραν την ευχή του Πατριάρχη, που με τα σεπτά χέρια του κοινώνησε τα Άχραντα Μυστήρια εν έτει 1453 στον θρυλικό Αυτοκράτορα του Βυζαντίου και κινήθηκαν διαχρονικά στη δύσβατη ιστορική πορεία του Ορθόδοξου Πανελληνισμού, γράφοντας με άσβεστο μελάνι ακόμη μια ολόχρυση σελίδα έξαρσης, ηρωισμού και αυτοθυσίας. Άστραψε το Κούγκι, ξαναζωντάνεψε ο Μαχαιράς, βρόντηξε η Αλαμάνα, αναστέναξε βαθιά η Σαλαμίνα. Ο Ελληνισμός όλος ευλαβικά και υπερήφανα συντρόφεψε τα παλληκάρια στην κακοτράχαλη και δύσβατη πορεία τους προς το μαρτύριο, το στεφάνωμα, τη νίκη και την καταξίωση.
Ήταν αγνή, ανόθευτη, απαράμιλλη, μαγευτική κι ανεπανάληπτη τούτη η διαχρονική πορεία σας στο ιστορικό διάβα της μακραίωνης και μακρόχρονης παρουσίας, δράσης και επιβίωσης του Πανορθόδοξου Ελληνισμού. Δεν σας κιότεψε ο θάνατος, δεν σας φόβισε ο Aττίλας, δεν σας εξαγόρασαν οι «ανανικές πραγματικότητες» και δεν σας πτόησε καμιά «ρεαλιστική προπαγάνδα».
Σείστηκε συθέμελα το Παραλίμνι σαν έπεσαν οι δύο πύργοι του. Παντού βουβαμάρα, σιωπή, ακινησία και σκοτάδι. Κάποιες μάνες πήγαν να θρηνήσoυν. Λίγα αναφιλητά ακούστηκαν στο μυρωμένο αγέρα της λευτεριάς, που φύσηξε στις οικίες των δύο παλληκαριών. Ο θρήνος για το χαμό έκανε να αρχίσει. Και όμως… Η Ελληνίδα μάνα, οι υπερήφανοι γονείς των ηρώων, η τρισένδοξη ιστορία, που θέλει βράχους αμετακίνητoυς τις οικογένειες των μαρτύρων του Γένους και της Θρησκείας, επαναλήφθηκε σε όλη της τη μεγαλοπρέπεια με αψεγάδιαστη παραστατικότητα και ανεπανάληπτη λαμπρότητα: «Χαλάλι της πατρίδας μας ας είναι τα παιδιά μας…».
Όρκος ιερός, απαράβατος, επιτακτικός προς εσάς, Τάσο και Σολωμέ, μόνο ένας ταιριάζει: Να κυματίσει περήφανα η γαλανόλευκη σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της θαλασσoφίλητης μαρτυρικής και ελληνορθόδοξης πατρίδας μας. Να απλώσουμε στους τάφους σας τα φύλλα των Πορτοκαλεώνων της Μόρφου, τους λεμονανθούς του Καραβά και της Λαπήθου, το αγίασμα της Μονής του Αποστόλου Ανδρέα, ένα κερί αναμμένο από το Μοναστήρι του Αποστόλου Βαρνάβα.
Θα προσπαθήσουμε, αδέλφια, πρέπει και οφείλουμε ως ύστατο φόρο εθνικής τιμής προς εσάς, προς όλους τους ήρωές μας, να προσπαθήσουμε. Και την άγια και ευλογημένη εκείνη ώρα της λύτρωσης, γονατιστοί θα τρέξουμε κοντά σας για να χαρούμε αυτό για το οποίο εσείς δώσατε τη ζωή σας… τη Λευτεριά και τη Δικαίωση.
Τούτο το άλικο αίμα σας, που δεν στέγνωσε ακόμη εκεί κάτω στο κάμπο της Δερύνειας, τα ξεσκισμένα από τα συρματομπλέγματα ρούχα σας που μάτωσαν το κορμί σας, απλωμένα ακόμη στον τόπο της θυσίας σας, οι πέτρες και οι σφαίρες που σφυρίζουν ακόμη ανατριχιαστικά, όλ’ αυτά μας κάνουν καθημερινό βίωμα το υπέρτατο εθνικό καθήκον μας, μακριά από πάθη διχαστικά και αναμοχλεύσεις αδελφοκτόνες.
Η σκέψη της άδολης, αστείρευτης και ανεξάντλητης αγάπης μας προς εσάς και η υπερηφάνεια που μας γεμίσατε σαν νεοέλληνες τούτης της εσχατιάς του Έθνους, είναι ποτάμι ασυγκράτητο, που θεριεύει την απόφαση για αγώνα αδιάκοπο, ωσότου οι Λαζοί της Ανατολίας, ντροπιασμένοι και μετανιωμένοι, αποθέσουν δάφνινο στεφάνι, αμάραντης δόξας και άσπιλης τιμής στους τάφους σας, αδέλφια.
Ας είναι ελαφρύ το χώμα που σας σκεπάζει, αιώνια ας είναι η μνήμη σας και ας αναπαύεται η πανώρια ψυχή σας στις διάπλατες στοργικές αγκάλες του Παντοκράτορα Θεού και Ύψιστου… Χίλιες χιλιάδες Τάσοι και Σολωμοί θα συνεχίσουν τον αγώνα σας!
ΧΡΙΣΤΟΣ ΜΑΚΡΙΔΗΣ
Πηγή: http://www.sigmalive.com/simerini/analiseis/other/408687